Οι στήλες της Κνωσού με την περίεργη γραφή!

Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η μινωική ιερογλυφική γραφή) χαραγμένους σε πήλινες πινακίδες

5 Απριλίου 1900…Ο Άρθουρ Έβανς και η αρχαιολογική του ομάδα, κατά τη διάρκεια των ανασκαφών τους στην Κνωσό, ανακαλύπτουν πήλινες στήλες με ιερογλυφική γραφή, την οποία αποκαλούν Γραμμική Γραφή Β'.

Η Γραμμική Β είναι η πρώτη γραφή της ελληνικής γλώσσας, μεταγενέστερη μορφή της Γραμμικής Α, και χρησιμοποιήθηκε στη Μυκηναϊκή Περίοδο, από το 17ο ως τον 13ο αι. π.Χ., κυρίως για την τήρηση λογιστικών αρχείων στα ανάκτορα. Η Γραμμική Β δομείται από ομάδες φωνητικών συμβόλων, οι οποίες συνοδεύονται από ιδεογράμματα.

Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η μινωική ιερογλυφική γραφή) χαραγμένους σε πήλινες πινακίδες. Διέφερε όμως από μια πρωιμότερη παρόμοια γραφή, τη Γραμμική Α, που βρέθηκε επίσης στην Κνωσό και στη νότια Κρήτη. Πήλινες πινακίδες με Γραμμική Β γραφή βρέθηκαν αργότερα στο μυκηναϊκό ανάκτορο της Πύλου στη Μεσσηνία και σε άλλες θέσεις της ηπειρωτικής Ελλάδας. Παράλληλα όμως με τις ομοιότητές οι δύο γραφές παρουσιάζουν και σαφείς διαφορές, οι οποίες εντοπίζονται τόσο στην εσωτερική τους δομή όσο και στην εξωτερική μορφή των συμβόλων τους. Και οι δύο γραφές χρησιμοποιούν τον ίδιο αριθμό φωνητικών συμβόλων, ορισμένα από τα οποία είναι κοινά και στις δύο γραφές, ενώ άλλα εμφανίζονται μόνο σε μία από αυτές. Σήμερα πιστεύεται ότι η δομή της Γραμμικής Β προήλθε από τη Γραμμική Α, αλλά τροποποιήθηκε προκειμένου να εκφράσει καλύτερα την ελληνική γλώσσα.

Από τα αρχαιολογικά δεδομένα γνωρίζουμε ότι το τελευταίο διάστημα χρήσης της Γραμμικής Β είναι το τέλος του 13ου αιώνα π.Χ., δηλαδή η τελική φάση πριν από την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων. Δε γνωρίζουμε όμως ακριβώς το χρόνο της δημιουργίας της. Οι πινακίδες της Κνωσού χρονολογούνται στο διάστημα 1425-1385 π.Χ., άρα η χρήση της πιστοποιείται ήδη στον 15ο αιώνα π.Χ., ενώ η δημιουργία της μπορεί να τοποθετηθεί και νωρίτερα. H εμφάνισή της στα ανακτορικά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας υπολογίζεται γύρω στο 1350-1300 π.Χ.

Με την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων σταμάτησε και η χρήση της Γραμμικής Β, η οποία δεν αντικαταστάθηκε από κάποια άλλη γραφή μέχρι την εισαγωγή του φοινικικού αλφαβήτου τον 8ο αιώνα π.Χ. Αυτό σημαίνει ότι η μυκηναϊκή γραφή είχε ως μόνο λόγο ύπαρξης να διευκολύνει τις διοικητικές λειτουργίες των ανακτόρων. Οι επόμενοι "σκοτεινοί αιώνες" χαρακτηρίζονται από πλήρη έλλειψη γραπτών πηγών, ωστόσο η μυκηναϊκή γλωσσική παράδοση διατηρήθηκε στον προφορικό λόγο. Ορισμένα στοιχεία της μυκηναϊκής διαλέκτου διασώθηκαν στα ομηρικά έπη και στη μεταγενέστερη ποίηση που διατήρησε τα επικά στοιχεία.

Συνολικά έχουν βρεθεί περί τα 5.000 κείμενα σε Γραμμική Β (κυρίως πινακίδες και δευτερευόντως αγγεία). Από αυτά γύρω στα 3.000 προέρχονται από την Κνωσό, γύρω στα 1.400 από την Πύλο, γύρω στα 300 από τη Θήβα, 90 από τις Μυκήνες ενώ μικρότερος αριθμός προέρχεται από τα Χανιά, τα Μάλια, την Τίρυνθα, την Ελευσίνα, τον Ορχομενό και αλλού.

Πολλά έχουν ειπωθεί στο πέρασμα των χρόνων για τούτη την ανακάλυψη και την …αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β. Από το 1952, τον επίζηλο τίτλο του ανθρώπου που αποκρυπτογράφησε την Γραμμική Β, δηλαδή την αρχαιοελληνική γλώσσα που μνημεία της ανακάλυψε στην Κρήτη, στο παλάτι της Κνωσσού και αλλού, ο αρχαιολόγος σερ Άρθουρ Έβανς, κρατούσε ο Βρετανός Μάικλ Βέντρις (1922 - 1956).

Λίγο αργότερα, σχεδόν στις μέρες μας  έρχεται στο φως μια αποκάλυψη που θέλει μια Αμερικανίδα αρχαιολόγο ονόματι Άλις Κόμπερ (1906 - 1950), να είναι υπεύθυνη για την προεργασία ενός τεράστιου όγκου μελετών και σημειώσεων, τον οποίο μετέπειτα αξιοποίησε λαμπρά ο ευφυέστατος Βέντρις για να ερμηνεύσει την πολύπλοκη αυτή γραφή που αποτελείτο από πλήθος συμβόλων, είναι συλλαβική και ιδεογράμματη ( 89 συλλαβογράμματα και 260 ιδεογράμματα ), αλλά δεν είναι «μινωική» όπως λανθασμένα πίστευε ο Εβανς.

Πρόκειται για μία αρχαϊκή μορφή της ελληνικής γλώσσας, την οποία έφεραν στην Κρήτη οι Έλληνες εισβολείς και χρησιμοποιήθηκε από το 17ο ως τον 13ο αι. π.Χ., κυρίως για την τήρηση λογιστικών αρχείων στα ανάκτορα, με μεγαλύτερο τον περίφημο «Λαβύρινθο» της Κνωσού.

Έρευνες διεξάγονται σήμερα από τον  Γκάρεθ Άλουν Όουενς  που είναι ελληνοβρετανός καθηγητής, αυτή την περίοδο υποδιευθυντής του Γραφείου Διεθνών Σχέσεων του ΤΕΙ Ηρακλείου, υπεύθυνος και διδάσκων του προγράμματος Erasmus/Socrates και καθηγητής Ιστορίας, Γλώσσας και Πολιτισμού. Είναι γνωστός για τη συμβολή του στη σπουδή της Γραμμικής Β και για τις προσπάθειές του να συντονίσει επιστήμονες που εργάζονται στην αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Α.

 

ΠΗΓΕΣ

Wikipedia.gr

archaiologia.gr

εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ