ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ν. Παπαθανάσης: Σχέδιο για προσέλκυση επενδύσεων και διάχυση των πόρων στην πραγματική οικονομία
Η κυβέρνηση έχει βάλει ψηλά τον πήχη τηρώντας απαρέγκλιτα τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι των πολιτών, υπογράμμισε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Παπαθανάσης, κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2024, στην επιτροπή της Βουλής
«Η Ελλάδα αναδεικνύεται σε αξιόπιστο και ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, για ακόμη περισσότερες άμεσες νέες επενδύσεις, νέες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, και ταυτόχρονα μείωση του κόστους δανεισμού, για νοικοκυριά και επιχειρήσεις», ανέφερε ο Νίκος Παπαθανάσης που παρουσίασε στην επιτροπή Οικονομικών της Βουλής τον σχεδιασμό και τα χρηματοδοτικά εργαλεία για την αύξηση των επενδύσεων, την πρόσβαση σε ευρωπαϊκούς πόρους και την επέκταση της περιμέτρου των επιχειρήσεων με πρόσβαση στον δανεισμό. Ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έδωσε στοιχεία για τις εξελίξεις και τον σχεδιασμό σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το ΕΣΠΑ, το ΠΔΕ, τα ΣΔΙΤ και τα εγγυοδοτικά προγράμματα.
«Ενώ το 2023 είχαμε αύξηση των επενδύσεων κατά 7,1%, το 2024 προβλέπουμε ότι η αύξηση των επενδύσεων θα αγγίξει το 15,1%», είπε ο Νίκος Παπαθανάσης που υπενθύμισε ότι εντός του 2024, αναμένεται να εισρεύσουν στην εθνική οικονομία επενδυτικοί πόροι ύψους 12,2 δισ. ευρώ. Από αυτούς πόροι 8,6 δισ. θα προέλθουν από το ΕΣΠΑ και το ΠΔΕ, και 3,6 δισ. θα προέλθουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
«Έχουμε σε εφαρμογή μια βασική δομική αλλαγή, που προέκυψε από τη νέα διακυβέρνηση, έτσι ώστε η διαχείριση όλων αυτών των πόρων να βρίσκονται σε ένα υπουργείο. Αυτό βοηθά στον καλύτερο σχεδιασμό διάχυσής τους στην πραγματική οικονομία, βοηθά στην καλύτερη συνεργασία διοικητικών δομών, για τις ανάγκες υλοποίησης των προγραμμάτων και βοηθά στη συνολική διαχείριση των κονδυλίων, χωρίς αλληλοεπικαλύψεις και εντός των αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων και των οροσήμων που τίθενται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός εθνικής οικονομίας και οικονομικών.
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο κ. Παπαθανάσης ενημέρωσε τα μέλη της επιτροπής Οικονομικών της Βουλής ότι την προηγούμενη εβδομάδα η Ελλάδα υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το νέο τρίτο αίτημα για να λάβει την τρίτη δανειακή δόση, 1,8 δισ. ευρώ, που παρέχει μικρά δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και σε μεσαίες και σε μεγάλες επιχειρήσεις.
Την προηγούμενη επίσης εβδομάδα η Ελλάδα έλαβε τη θετική αξιολόγηση της Επιτροπής, για την πρόταση αναθεώρησης του Εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0», που περιλαμβάνει νέα δέσμη επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων, στο πλαίσιο του REPowerEU, ύψους 795 εκατομμυρίων ευρώ, για δράσεις ενεργειακής απόδοσης, σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, στο Δημόσιο, όπως και δράσεις στήριξης για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Θετική αξιολόγηση, είπε επίσης ο κ. Παπαθανάσης, έλαβε η Ελλάδα και για αίτημα επιπλέον 5 δισ. ευρώ, προκειμένου να διευρυνθούν οι δυνατότητες χρηματοδότησης των νέων επενδύσεων.
Ο αναπληρωτής υπουργός ανέφερε ότι:
- Στο δανειακό πρόγραμμα, μέχρι σήμερα, έχουν υπογραφεί 248 επενδυτικά σχέδια, προϋπολογισμού 9,5 δισ. ευρώ, όπου τα δάνεια που προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι ύψους 4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 116 εκατομμύρια αφορούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν σταθερό επιτόκιο δανεισμού 0,35%, για τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Επιτόκιο 1% έχουν για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις. «Αυτό αποτελεί ανάσα έναντι των αυξήσεων που έχουν προκύψει στα επιτόκια δανεισμού».
- Με την τελική έγκριση του αναθεωρημένου σχεδίου, οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, για την Ελλάδα, αυξάνονται κατά 5,8 δισ. ευρώ, και έτσι το συνολικό ύψος φτάνει πλέον στα 36 δισ. ευρώ και «είναι αυτό το μεγαλύτερο στην ΕΕ, αναλογικά με τον πληθυσμό και το ΑΕΠ» και «είμαστε οι πρώτοι από όλες τις χώρες της Ευρώπης», όπως είπε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και επισήμανε ότι περιλαμβάνονται και νέες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, με στόχο την πράσινη μετάβαση, την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
- Μέχρι σήμερα πάνω από 100.000 ΜΜΕ έχουν ενισχυθεί με 813 εκατομμύρια, συνολική δημόσια δαπάνη.
Το ΠΔΕ
Αναφερόμενος στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ο κ. Παπαθανάσης είπε ότι προσαρμόστηκε λόγω φυσικών καταστροφών. Για το 2024 προγραμματίστηκαν 600 εκατομμύρια ευρώ στο εθνικό ΠΔΕ, για να καλύπτει σε μόνιμη βάση, τα προβλήματα από τις φυσικές καταστροφές. «Διπλασιάσαμε το κονδύλιο που μέχρι σήμερα προβλεπόταν στα 300 εκατομμύρια και πλέον γίνεται 600 εκατομμύρια», είπε ο Νίκος Παπαθανάσης.
Στο ΠΔΕ, για την περίοδο 2023-2025, έχει προϋπολογιστεί ότι θα δαπανηθούν πόροι, αυξημένοι κατά 100%, σε σχέση με την περίοδο 2017-2019. Στο περιφερειακό ΠΔΕ, για την περίοδο 2023-2025, θα δαπανηθούν πόροι κατά 80% αυξημένοι σε σχέση με τους πόρους της περιόδου 2017-2019.
Τις επόμενες ημέρες εκκινούν τρία προγράμματα, για νεοσύστατες επιχειρήσεις. Στόχος είναι να στηριχθεί η επιχειρηματικότητα των νέων και των πολιτών που δεν έχουν ξαναεπιχειρήσει. Ειδικότερα, θα τρέξουν δύο προγράμματα για νεοσύστατες επιχειρήσεις, ένα για τουριστικά καταλύματα και ένα πρόγραμμα για γενική επιχειρηματικότητα. Ταυτόχρονα, τρέχει και το πρόγραμμα της δίκαιης μετάβασης -το πρώτο που τρέχει στην Ευρώπη.
ΕΣΠΑ
Για το ΕΣΠΑ, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας είπε ότι ολοκληρώνεται η απορρόφησή του για την περίοδο 2014-2020, μέχρι το τέλος του χρόνου. «Το 2019, η απορρόφηση του ΕΣΠΑ ήταν στο χαμηλότερο σημείο των ευρωπαϊκών χωρών και σήμερα έφτασε το 95%», είπε ο κ. Παπαθανάσης και προσέθεσε: «Γιατί το 2019 ήμασταν ουραγοί στην Ευρώπη; Ήταν η ανικανότητα της προηγούμενης κυβέρνησης ή η σκοπιμότητα; Αυτό θα το αναζητήσει κάποιος, αν δεν ότι μέσα στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος ένα ποσοστό είναι και εθνικοί πόροι. Οι οποίοι εθνικοί πόροι, αν δεν γίνει απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων, μπορεί να κατανεμηθούν για διαφορετικούς σκοπούς. Ίσως, λοιπόν, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να χρησιμοποιήσει τους εθνικούς πόρους θυσίασε τους ευρωπαϊκούς πόρους….». Σήμερα, υπογράμμισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, δεν θα χάσουμε κανένα ευρώ και αυτός ο αγώνας ολοκληρώνεται τον επόμενο μήνα.
Όσο για το ΕΣΠΑ 2021-2027, ο κ. Παπαθανάσης είπε ότι έχει ξεκινήσει και είναι σημαντικό εργαλείο που προσδίδει προστιθέμενη αξία στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Τα προγράμματα του ΕΣΠΑ που «θα τρέξουν και τρέχουν», είπε ο αναπληρωτής υπουργός, είναι εναρμονισμένα με τις ανάγκες της αγοράς, για την άμεση απορρόφησή τους. Με το ΕΣΠΑ 2021-2027 ενισχύονται οι 13 περιφέρειες με την εξασφάλιση 8,1 δισ., που είναι το 1/3 των συνολικών διαθέσιμων πόρων, σε σχέση με τα 5,9 δισ. ευρώ του ΕΣΠΑ 2014-2020, δηλαδή αύξηση περιφερειακής στήριξης κατά 37%.
ΣΔΙΤ
Σε σχέση με τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, για τις οποίες θα αξιοποιηθούν και εθνικοί πόροι και πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ο αναπληρωτής υπουργός είπε ότι μέχρι σήμερα έχουν υπογραφεί 22 συμβάσεις ΣΔΙΤ, ύψους 2,5 δισ. ευρώ. Τους τελευταίους 10 μήνες έχουν υπογραφεί 8 συμβάσεις ΣΔΙΤ που αφορούν σε έργα υποδομών (οδικά έργα όπως ΒΟΑΚ, άξονας Καλαμάτα- Ριζόμυλος, Flyover, συμβάσεις για ευρυζωνικές υποδομές) και αναμένεται μέχρι το τέλος του έτους να υπογραφούν άλλες τέσσερις συμβάσεις.
Εγγυοδοτικά προγράμματα
Με στόχο να διευρυνθεί η περίμετρος των επιχειρήσεων, για την μεγαλύτερη απορρόφηση πόρων, τρέχουν επίσης και εγγυοδοτικά προγράμματα, δηλαδή προγράμματα στα οποία το δημόσιο εγγυάται τα δάνεια σε ποσοστό 80%, ώστε επιχειρήσεις μικρές και πολύ μικρές να μπορέσουν να πάρουν ένα δάνειο, χωρίς να απαιτείται μεγάλη εγγύηση. Μέσω της πλατφόρμας Know your Customer (KYC), αξιολογείται η επιλεξιμότητα ώστε να στηριχθούν νέοι επιχειρηματίες, με συνθήκες ευκολότερης τραπεζικής έγκρισης. Ήδη έχουν λάβει θετικές απαντήσεις 14.000 επιλέξιμες εταιρείες, και μέσα σε αυτές είναι 3.000 νέα ΑΦΜ που δεν είχαν πρόσβαση σε δανεισμό.
Προγράμματα εγγυοδοσίας "τρέχουν" και για τον αναπτυξιακό νόμο και με το πρόγραμμα DeLFI, για να πάρουν δάνειο να υλοποιήσουν το έργο τους.
Στόχος είναι παράλληλα μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων, η προσέλκυση ευρωπαϊκών επενδυτικών σχημάτων που «θα συμπεριλάβουν την Ελλάδα στο επενδυτικό τους ραντάρ», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Τα επιχειρηματικά κεφάλαια, είπε ο κ. Παπαθανάσης, επενδύουν και σε επιχειρήσεις που επιθυμούν να επεκταθούν αλλά και σε καινοτομία και έρευνα. «Υπάρχει πληθώρα επενδυτικών κεφαλαίων που θέλουν να συμμετέχουν στην ανάπτυξη και σε καινοτόμες ελληνικές εταιρείες», σημείωσε και ενημέρωσε ότι το χαρτοφυλάκιο της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, για το 2023, αριθμεί 25 επενδυτικά σχήματα και οι συνολικές δεσμεύσεις θα ξεπεράσουν τα 730 εκατομμύρια ευρώ. Τα συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια, των σχημάτων αυτών υπερβαίνουν τα 2 δισ. ευρώ σήμερα και αναμένεται το 2024 και 2025 σημαντική κλιμάκωση του επενδυτικού οικοσυστήματος με προσέλκυση ισχυρών ευρωπαϊκών επενδυτικών σχημάτων που θα οδηγήσει σε διπλασιασμό των μεγεθών, είπε ο κ. Παπαθανάσης.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ανέφερε ότι ο προϋπολογισμός του 2024 εκφράζει τη συνέπεια των λόγων της κυβέρνησης, τη συνέχεια μεταρρυθμίσεων που υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό και την οικονομική σταθερότητα που επιτεύχθηκε, με την ορθολογική διαχείριση του δημοσιονομικού χώρου.
«Αλλάξαμε το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα, τηρήσαμε τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις, προχωρήσαμε σε τολμηρές μεταρρυθμίσεις, εξήλθαμε από την ενισχυμένη εποπτεία και στον πρώτο μήνα της νίκης της νέας διακυβέρνησής μας, νομοθετήσαμε το 50% των προεκλογικών μας δεσμεύσεων στην οικονομία», είπε ο κ. Παπαθανάσης και σημείωσε ότι ο προϋπολογισμός του 2024, είναι ο πρώτος έπειτα από 14 χρόνια με ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας. Έτσι, σημείωσε ο αναπληρωτής υπουργός, με την ψήφο εμπιστοσύνης των διεθνών οίκων αξιολόγησης, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε αξιόπιστο και ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, για ακόμη περισσότερες άμεσες νέες επενδύσεις, νέες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, και ταυτόχρονα μείωση του κόστους δανεισμού, για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.