Η πιο τέλεια και λιγότερο απαιτητική μορφή αγάπης...

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Ως πότε πάνω στα ανυπεράσπιστα αυτά πλάσματα μια μερίδα ανθρώπων απάνθρωπα, ζωώδη ένστικτα θα ξεσπά;

Της Μαρίας Λιονάκη

«Φούλαρε βενζίνη, πάτησε γκάζι και πέρασε πάνω από τον σκύλο.» ο τίτλος της είδησης. Που τράβηξε ώρα δειλινού το αμέριμνο βλέμμα της. Που περιδιάβαινε στις ηλεκτρονικές ειδήσεις. Σαν σε κήπο με ρόδα κι αγκάθια. «Οι Νεφέλες παρουσιάζονται στο Ηράκλειο. Την κωμωδία αυτή παρουσίασε ο Αριστοφάνης πρώτη φορά στα Μεγάλα Διονύσια το 423π.Χ και μ’ αυτή μας αφηγείται την περιπέτεια ενός καθημερινού ανθρώπου του Στρεψιάδη που προσπαθεί να απαλλαγεί από τα χρέη του». «Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου θα παρουσιαστεί στα Χανιά, σε ενδιαφέρουσα διασκευή». «Στην Αγία Μαρίνα της Βόνης γίνεται το μεγαλύτερο πανηγύρι της Κρήτης». «Άνδρας έπεσε σε πηγάδι και σκοτώθηκε.» «Είχε επιτεθεί και σε δεύτερη γυναίκα ο 27χρονος δολοφόνος ». Η διάθεση της έχει μεταπτώσεις. Σαν τα κύματα της θάλασσας. Ο αέρας της ψυχής της φυσάει μια βοριάς, μια νοτιάς.

Λίγο πριν ρέμβαζε τον ουρανό. Τον κοιτούσε με ονειροπόλο βλέμμα να βουτά το πινέλο στην παλέτα που είχε ανακατέψει λίγο πριν τα χρώματα. Λίγο πορτοκαλί, λίγο φούξια, λίγο τριανταφυλλί. Λίγο έβαφε, λίγο καμάρωνε, λίγο γελούσε ο ουρανός. Γέρνοντας πίσω το κεφάλι. Με μάτια που έλαμπαν. Ώσπου πέρασε από πάνω από το έργο τέχνης που φιλοτεχνούσε σαν οδοστρωτήρας, ένα θεριό, ένα στοιχειό. Ποδοπατώντας το, σκορπίζοντας ένα μαύρο υλικό σαν κάρβουνο, σαν πηχτή σκουρόχρωμη λάσπη. Που το κατέστρεψε, το μουτζούρωσε. Αδιάφορα, ανελέητα. Που έκανε το γέλιο του ουρανού θυμό. Που διέλυσε το δικό της ρεμβασμό. Να κρύβεται άραγε πάντα πίσω από το καλό το κακό; Πίσω από το ρομαντισμό η αδυσώπητη αλήθεια; Να διαδέχεται πάντα την ευδαιμονία η πίκρα, τον ήλιο τα σύννεφα, τη νηνεμία η καταιγίδα;. Υπάρχουν άραγε σ’ αυτό τον κόσμο πολλά θηρία; Και στοιχειά πολλά; Ποια είναι τελικά η μοίρα αυτής της ζωής; Ανηφοριά μόνο; Και μουτζουρωμένα τοπία;

Την Τρίτη παρελθόντος ουρανού. «Σε ένα βενζινάδικο στα Χανιά, μια οδηγός Ι.Χ. αυτοκινήτου, παρότι ήταν μέρα μεσημέρι και ο μεσαίου μεγέθους λευκός σκύλος ήταν ξαπλωμένος σε απόσταση λίγων μέτρων μπροστά της, στο οπτικό της πεδίο, όχι μόνο πέρασε από πάνω του, προκαλώντας του βαρύτατο τραυματισμό και πανικό, αλλά δεν σταμάτησε αμέσως μετά για να διαπιστώσει τι ζημιά, του είχε προκαλέσει, παρόλο που σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες το ζώο ούρλιαζε. Η δική της αδιαφορία συμπληρώθηκε με την αδιαφορία των περίοικων, με αποτέλεσμα, όπως ανέφερε εξοργισμένη, φιλόζωη τουρίστρια που κατήγγειλε το περιστατικό προσκομίζοντας βίντεο- μαρτυρία, ο σκύλος να υποκύψει στα τραύματά του και να βρεθεί δυο μέρες μετά». Έτσι περιέγραφε η είδηση ότι έκανε ένα ζώο- οδηγός στο ανυπεράσπιστο πλασματάκι που έτυχε στο δρόμο της. Ποιος μουτζουρώνει τα έντονα χρώματα αυτής της ζωής; Θανατικό ποιος δαίμονας σκορπά; Τα νήματα της τύχης ποιος τα κινεί;

Θυμάται πόσο την άγγιξε ένα διήγημα που διάβασε πρόσφατα. «Στρίγκλα και καλλονή» της Λιλής Ζωγράφου. Αυτοβιογραφικό. Για τη σκυλίτσα που πήρε όταν ήταν αυτοεξόριστη στο Παρίσι. Δίνοντας σχεδόν όλο το μισθό της η συγγραφέας. Που ήταν μαλακή σαν κουβαρίστρα από μαλλί για πλέξιμο. Που πρώτα η σκυλίτσα την διάλεξε όταν γαντζώθηκε πάνω της. Που την είχε συντροφιά, παρηγοριά εκεί στα ξένα. Που είχε στυλ και προσωπικότητα η Μπεμπέ, όπως την έλεγαν, καθώς έμοιαζε στην… Μπαρντό! Που της άρεσαν τα μαξιλάρια, το πουπουλένιο πάπλωμα και το κοτόπουλο. Που σιχαινόταν τη φύση, τη ζωή στο χωριό και περπατούσε στους χωματόδρομους, όπως πάνω σε γυαλιά. Που την έπαιρνε αγκαλιά να μη δυσανασχετεί. Αιχμάλωτη της αδυναμίας, της τρυφερής σχέσης τους. Που όταν την έχασε ένιωσε ότι έχασε το νόημα της ζωής της. Σπαραγμό και ερημιά. Πως ορφάνεψε, πως στερήθηκε την πιο τέλεια μορφή αγάπης, την πιο αθόρυβη και λιγότερο απαιτητική. Όπως λέει η συγγραφέας…

Όπως είχε ακούσει να λέει η κόρη της. Για το σκύλο της συμφοιτήτριας της, το Στρατή. Που τα καταλάβαινε όλα σαν άνθρωπος. Που ήταν η παρέα της, που ήταν συνέχεια μαζί. Που τον φρόντιζε τόσο, που διέθετε για το φαγητό ή τα φάρμακα του, όταν αρρώσταινε περισσότερο απ’ ο,τι διέθετε γι’ αυτήν. Που, αν κάποια φορά τον άφηναν κι έβγαιναν έξω μαζί, γυρνώντας τον έβρισκαν να κάθεται ζαρωμένος, παραπονεμένος σε μια γωνιά και να κοιτά χαμηλά. « Είναι παρεξηγημένος ο Στρατής!» έλεγαν τότε ταυτόχρονα, γελώντας κι οι δυο και του έκαναν χάδια περίσσεια, κυλιόντουσαν στο πάτωμα κι οι τρεις μια αγκαλιά…

Χάλασε ο καιρός. Ιούλιος κι όμως έχει ψύχρα τα βράδια. Είναι η λύπη για τα άδικα της ζωής, όσα δυσάρεστα, αποτρόπαια έγιναν, γίνονται. Φθινόπωρο μέσα στο καλοκαίρι. Που όσο κι να λαχταράς, εύχεσαι να το ζήσεις, δεν το ζεις. Υπάρχει ακόμα για τα αδύναμα ζωάκια αγάπη και φροντίδα, μια έγνοια μην τα χτυπήσουμε, να τα προστατέψουμε; Μια μέριμνα ώστε να μην κυκλοφορούν αδέσποτα, χωρίς εμβόλια, εξαθλιωμένα, άγρια, ώστε να κινδυνεύουν κι εκείνα κι εμείς; Ώστε να μην εγκαταλείπονται έρημα στους δρόμους, ενώ έχουν υιοθετηθεί; Υπάρχει ακόμη στον κόσμο αυτό ανθρωπιά; Ως πότε πάνω στα ανυπεράσπιστα αυτά πλάσματα μια μερίδα ανθρώπων απάνθρωπα, ζωώδη ένστικτα θα ξεσπά;

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ