«Θεωρία παιγνίων» ή «ιστορικός συμβιβασμός»

Πέτρος Ι. Μηλιαράκης
Πέτρος Ι. Μηλιαράκης

Η δημιουργία του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω του ευρωσυστήματος, δηλαδή της εισαγωγής και κυκλοφορίας του ενιαίου νομίσματος, αφορά αρχικώς πολιτική απόφαση που συνεπάγεται εισαγωγή στοιχείων Ομοσπονδιακού Κράτους

του Πέτρου Ι. Μηλιαράκη*

Στην «παρούσα ιστορική φάση» που το ζήτημα του ελληνικού χρέους δεν αποτελεί μόνο σημείο αναφοράς της ελληνικής οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά σημείο αναφοράς και της ευρωζώνης συνολικώς (και όχι μόνον), ο αρμόδιος καθ’ όλα Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί φαίνεται να δίδει ελπίδες για μια άμεση ελάφρυνση του χρέους, αντιτιθέμενος στην «πολιτική Σόϊμπλε», ενώ ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ, ευθυγραμμισμένος με την «πολιτική Σόϊμπλε» φαίνεται και φέρεται αντιτιθέμενος στην άποψη του Πιέρ Μοσκοβισί.

·      η νέα ιστορική φάση

Η προαναφερόμενη βασική διαφωνία μπορεί με βάση την Αρχή της Αναλογικότητας και των αρχών του «κοινοτικού κεκτημένου» («acquis communautaire») να ήταν ευκόλως διαχειρίσιμη πριν το σχηματισμό της ευρωζώνης-  σχηματισμό που απ’ ό,τι προκύπτει έχει επικαλύψει το σύνολο των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως, το επίδικο «ζητούμενο» υπό το κράτος των σημερινών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι ο τρόπος και η μέθοδος εξόδου από την εκάστοτε κρίση. Με βάση δε το υπό «κρίση» ζήτημα, που αφορά στην ελάφρυνση του Ελληνικού χρέους, ας μου επιτραπούν τα παρακάτω:

Η δημιουργία του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω του ευρωσυστήματος, δηλαδή της εισαγωγής και κυκλοφορίας του ενιαίου νομίσματος, αφορά αρχικώς πολιτική απόφαση που συνεπάγεται εισαγωγή στοιχείων Ομοσπονδιακού Κράτους. Ενταύθα ας επισημειωθεί αρχικώς η βασική Αρχή ότι: το νόμισμα δεν υπαγορεύει τις πολιτικές, αλλά ότι η πολιτική εξουσία καθορίζει τη νομισματική πολιτική. Συνεπώς ζητούμενο δεν είναι το «νόμισμα». Ζητούμενο είναι η πολιτική εξουσία και «ποιός» και για λογαριασμό «ποίου» ασκεί τη νομισματική πολιτική.

Ασφαλώς προϋπόθεση της δημιουργίας του ευρωσυστήματος ήταν η συγκρότηση βέλτιστης οικονομικής ζώνης. Είχε δε ως δικαιολογητική βάση, πως με το κοινό νόμισμα θα εξαλείφονταν οι κίνδυνοι και θα απαλείφονταν τα κόστη που χαρακτήριζαν τις ασταθείς νομισματικές ισορροπίες.

Η βέλτιστη όμως οικονομική ζώνη δεν επιβεβαιώθηκε από την εξέλιξη των πραγμάτων. Ιδιαιτέρως η επελθούσα κρίση χρέους (με κυρίαρχη αναφορά στις χώρες του Νότου), διαμόρφωσε κρίση εντός αυτού τούτου του ευρωσυστήματος. Περιέφερε δε, καταρχήν και καταρχάς σε δεινή θέση όλες τις χώρες του ευρώ. Τούτο ασφαλώς δεν εξέπληξε εκείνους που εξ αρχής είχαν επικρίνει το σχέδιο για ένα κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα χωρίς την ταυτόχρονη ύπαρξη κοινής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής και ενώ ήταν ήδη διαρθρωμένη η ενιαία (υποτίθεται) αγορά σε ανισόρροπη ανάπτυξη μεταξύ των Κρατών-Μελών. Η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση στήθηκε πάνω σε αντιφάσεις.  Ταυτοχρόνως στερήθηκε η νομισματική πολιτική από κρίσιμα εργαλεία σταθεροποίησης (επιτόκια-υποτίμηση), χωρίς τα εργαλεία αυτά να αντικαθίστανται με άλλα ισοδύναμα.

Από το έτος 2010 και μετά, οι πολιτικές ελίτ των συντηρητικών και σε κάθε περίπτωση νεοφιλελεύθερων σχηματισμών που κυβερνούν Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σημαντικό αριθμό Κρατών-Μελών του ευρωσυστήματος (και όχι μόνο), εκμεταλλεύτηκαν την κρίση του ευρώ για να προωθήσουν ιδιωτικοποιήσεις με την εμπορευματοποίηση έννομων αγαθών και για να υποβαθμίσουν κοινωφελείς υπηρεσίες (όπως π.χ. η υγεία, η παιδεία, η ενέργεια κλπ). Περαιτέρω, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που επικυριαρχούν στην Ευρώπη, προκειμένου να εξυπηρετήσουν μηχανισμούς και συμφέροντα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, υπέταξαν και εκχώρησαν ακόμη και κυριαρχικά του κράτους δικαιώματα, χάριν του επικυριαρχούντος χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Ειδικότερα για την Ελλάδα επισημειώνω ότι η κοινωνία βρίσκεται στα όρια ανθρωπιστικής κρίσης, ενώ η οικονομία βρίσκεται σε απόκρημνη κατάσταση. Ως εκ τούτου συντρέχει ο λόγος επίκλησης της θεμελιώδους μεταβολής των περιστάσεων. Άλλωστε, δυνάμει της παρ. 1 β του άρθρου 62 της Συνθήκης της Βιέννης η κατάσταση αυτή έχει ως αποτέλεσμα: «να μεταβάλλεται ριζικώς η έκταση των υποχρεώσεων που απομένει να εκπληρωθούν…»

Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι εξ αιτίας της «κρίσης χρέους» λαοί και κυβερνήσεις, οι ίδιες οι κοινωνίες, σύντομα θα θέσουν το καίριο ερώτημα: εάν θα διασπαστεί η ευρωζώνη και εάν θα ακυρωθεί το ευρωσύστημα ή εάν θα υπάρξει ο μέγας ιστορικός συμβιβασμός!

·      η Ευρώπη των συμβιβασμών

Η μεταπολεμική Ευρώπη πορεύεται διαρκώς με μικρούς ή μεγάλους συμβιβασμούς. Προς την κατεύθυνση αυτή, άλλωστε, κινήθηκε ο διακυβερνητισμός και η πρακτική της ομοφωνίας. Ωστόσο, από το 1966 και μετά, με αφορμή και αιτία την κοινοτική κρίση του 1965, που αφορούσε στη χρηματοδότηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και που οδήγησε την εξάμηνη αποχή της Γαλλίας από τις κοινοτικές διαδικασίες (πολιτική της «κενής καρέκλας»), υποχρέωσε την τότε ΕΟΚ στο μεγάλο συμβιβασμό του Λουξεμβούργου. Αντίστοιχος συμβιβασμός έλαβε χώρα και το έτος 1994. Αναφέρομαι στον συμβιβασμό των Ιωαννίνων, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για την ένταξη της Αυστρίας, Σουηδίας και Φινλανδίας.

  • κρατική διαπραγμάτευση και «θεωρία παιγνίων»

            Η Ευρώπη του σήμερα, που απέχει μακράν των αρχών και αξιών, αλλά και προσδοκιών των μεγάλων ιστορικών ηγετών που οραματίστηκαν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως συγκρότηση δύναμης ελπίδων, ευημερίας και αλληλεγγύης, πολιτεύεται σε μια διαδικασία, όπου το όλο ζήτημα αφορά μόνο εσωτερικές αντιθέσεις και αντιφάσεις. Οι διαπραγματεύσεις δε που λαμβάνουν χώρα εντάσσονται όχι στο πλαίσιο τήρησης αρχών και αξιών προκειμένου να υπάρξει η επίλυσή τους, αλλά εντάσσονται στη «θεωρία των παιγνίων».

Το σύνολο των διαπραγματεύσεων πλέον υπάγονται στη θεωρία αυτή και όχι στους κανόνες κυρίως του πρωτογενούς ενωσιακού ευρωπαϊκού δικαίου. Έτσι παρατηρούμε μια Ευρώπη όπου λαμβάνει χώρα το παίγνιο δύο παικτών (two-players-games). Για να μην απομακρυνόμαστε δε από τη «θεωρία των παιγνίων» (γιατί αυτή πλέον λαμβάνει χώρα ως πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ενωση), ας δεχθούμε πως υπάρχουν δύο παίκτες, όπου  ο αντικειμενικός σκοπός της μιας πλευράς είναι να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της, και της άλλης πλευράς είναι να ελαχιστοποιήσει τη ζημία της.

Ωστόσο όμως, ακόμη και στη «θεωρία των παιγνίων», αυτές οι αντιτιθέμενες θέσεις θα πρέπει να ισορροπήσουν, δηλαδή να συμβιβαστούν, εκεί όπου αυτός που επιδιώκει μεγιστοποίηση κερδών, θα συναντηθεί με αυτόν που επιδιώκει ελαχιστοποίηση της μέγιστης ζημίας του.

Ουσιαστικώς δηλαδή θα πρέπει να εξισορροπήσουν ή άλλως να συμβιβαστούν οι δύο αντιτιθέμενες πλευρές εκεί όπου και οι δύο ελαχιστοποιούν τη μέγιστη ζημία που μπορεί να υποστούν. Αναφέρομαι στην maximin-minimax στρατηγική. Δηλαδή, ακόμη και με τη «θεωρία των παιγνίων» πρέπει να προκύπτει ένας συμβιβασμός. Προκειμένου δε για μορφώματα κρατών και κυβερνήσεων θα πρέπει να προκύψει ένας ιστορικός συμβιβασμός.

·      υπάρχει η καταγγελία και η ρήξη

            Θα πρέπει οι ιθύνοντες των Βρυξελλών να αντιληφθούν ότι οι «καρέκλες στις οποίες κάθονται» οφείλονται στους ιστορικούς συμβιβασμούς, πάνω στους οποίους δομήθηκε η ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την αυτή συνειδητοποίηση θα πρέπει να έχουν και τα κράτη-μέλη όχι μόνο του στενού πυρήνα, αλλά και της περιφέρειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

            Άλλως, η καταγγελία των δανειακών Συμβάσεων, με επίκληση στους υπερκείμενους κανόνες δικαίου των πρωτογενών ενωσιακών συνθηκών και του δημοσίου διεθνούς δικαίου (ασφαλώς και για τους κανόνες αυτούς ισχύει η αρχή του pacta sunt servanda) έχουν έδαφος εφαρμογής και μπορούν να ενεργοποίηθούν.

Άλλωστε ακόμη και ο δρόμος που υπέδειξε ο λαός της Μεγάλης Βρετανίας, δεν θα είναι εκδοχή ουτοπική για πολλές κοινωνίες και πολλούς λαούς. Και ο ...νοών νοείτω!

---------------------------------------------

 * Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Χώρας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC - EU).

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ