Η Οδύσσεια της ... ξενιτεμένης φοιτήτριας και η ανθρωπιά!

Πιστεύω στο σύμπαν ότι ξέρει να επιβραβεύει!

Αγαπητό Cretalive,

Επικρατεί η γενικότερη αντίληψη ότι η κοινωνία μας δεν είναι όπως παλιά, ότι δε μπορείς να εμπιστευτείς τους ανθρώπους κι ότι όλοι κοιτούν το συμφέρον τους. Μια ματιά στις ειδήσεις αρκεί. Τρομοκρατικές επιθέσεις στα διεθνή, κλοπές και απαγωγές στα τοπικά, υποθέσεις διαφθοράς και νεποτισμού στα πολιτικά νέα. Υπάρχουν όμως και άλλα «νέα», ιστορίες ανθρωπιάς, φιλότιμου και αξιοπρέπειας. Ένα τέτοιο νέο θα ήθελα να μοιραστώ.

Χθες αργά το βράδυ ταξίδευα για Αγγλία, όπου σπουδάζω. Μια παρένθεση εδώ: από την εμπειρία μου, όσο καιρό πριν κι αν έχεις ξεκινήσει να ετοιμάζεις πράγματα, πάντα κάτι θα ξεχνάς στο τέλος. Χθες αυτό το κάτι ήταν οι φακοί επαφής, που με οδήγησαν να τρέχω στο κέντρο περασμένες 9 το βράδυ με την ελπίδα να προλάβω ανοιχτό το κατάστημα οπτικών μου (θερμές ευχαριστίες στον κύριο Μαρκάκη, που με περίμενε και θα άξιζε κι αυτός ένα ολόδικό του ευχαριστήριο άρθρο).

Η ιστορία μας εκτυλίσσεται στη Χρυσοστόμου, στα φανάρια προς Έβανς, κατεβαίνοντας στο κέντρο με τη μαμά να οδηγεί σαν άλλος Σουμάχερ (πόσα «ευχαριστώ» σου χρωστάω μαμά, κάθε μέρα να στο λέω, δε φτάνει να στα πω όλα). Μια μηχανή μας προσπερνά από δεξιά, χτυπώντας το πίσω μέρος του αυτοκινήτου και συνεχίζει ατάραχη το δρόμο της. Θορυβημένη εγώ, παρά τη βιασύνη μου, κατέβηκα να δω το χτύπημα (μικρό ευτυχώς) και επέστρεψα γρήγορα στο αυτοκίνητο. Χωρίς να το καταλάβω όμως, όπως κατέβηκα από το αμάξι, το πορτοφόλι μου έπεσε στο δρόμο. Το κατάλαβα όταν πήγα να πληρώσω. Τρελάθηκα. Όχι μόνο χρήματα που από τους παππούδες μου (όσο κι αν μεγαλώσουμε, για τους παππούδες μας θα είμαστε πάντα τα μικρά τους εγγόνια και θα μας χαρτζιλικώνουν όσο ζουν), αλλά και η κάρτα του πανεπιστημίου και η κάρτα της τράπεζας ήταν εκεί.

Τι θα έκανα; Σε δύο ώρες πετούσα. Λογικό ή παράλογο, η παρόρμησή μου ήταν να γυρίσω στη Χρυσοστόμου. Ίσως, παρ’ ελπίδα, να μην το είχε δει κανείς, ίσως να ήταν ακόμη στο δρόμο στο σημείο που υποψιαζόμουν πως πρέπει να είχε πέσει. Ο Σουμάχερ μου με περίμενε στο αυτοκίνητο όσο εγώ κοιτούσα στο δρόμο, κάτω από τα αμάξια, κάτω από τις μηχανές. Η ελπίδα μου χανόταν σιγά σιγά σαν κόκκοι άμμου που τρέχουν σε κλεψύδρα. Θα πήγαινα Λονδίνο χωρίς τα λεφτά μου, ίσως κάποιος να είχε ήδη χρησιμοποιήσει την κάρτα της τράπεζας και στην Οξφόρδη θα έπρεπε να βγάλω νέες κάρτες πανεπιστημίου. Ενώ όλες αυτές οι σκέψεις έτρεχαν στο μυαλό μου, μπλεγμένες με αόριστα ερωτήματα «γιατί σ’εμένα», «γιατί τώρα», «πώς γίνεται» και θυμό με τον εαυτό μου, ένας κύριος βγήκε από το «Σκυβαλάκη» και με φώναξε.

«Βρήκα το πορτοφόλι σας» μου είπε. «Είδα να σας πέφτει, όταν ανοίξατε την πόρτα του αυτοκινήτου, αλλά μέχρι να βγω  να σας φωνάξω είχε ανάψει το φανάρι και φύγατε πολύ γρήγορα». Όντως, θυμήθηκα αμέσως, έτσι είχε γίνει. Μου δίνει το πορτοφόλι μου. Δεν πίστευα αυτό που συνέβαινε και αλήθεια, δε θυμάμαι καν τι είπα. Ελπίζω πολλά ευχαριστώ. «Σας ψάχναμε στο facebook να σας στείλουμε ότι έχουμε το πορτοφόλι σας και να μην ανησυχείτε» συνέχισε ο κύριος Σκυβαλάκης, δείχνοντας μου τους συνεργάτες του. Είχαν βρει την κάρτα του πανεπιστημίου με το όνομά μου πάνω και βασιζόμενοι σε αυτό με αναζήτησαν στο απανταχού παρόν μέσο κοινωνικής δικτύωσης.

Όχι μόνο δεν πέρασε η σκέψη από το μυαλό των ανθρώπων αυτών να οικειοποιηθούν το πορτοφόλι, αλλά προσπάθησαν κιόλας να το αποδώσουν σε αυτόν που του ανήκε. Πέρα από «ευχαριστώ» τους αξίζει ένα «μπράβο». Στη γενικότερη εικόνα σήψης και αμοραλισμού της σημερινής κοινωνίας, η συμπεριφορά του κύριου Σκυβαλάκη και των συνεργατών του είναι αχτίδα ελπίδας. Είναι υπόδειγμα μεγαλοψυχίας και αρετής. Σας εύχομαι να σας επιστραφεί το καλό που κάνατε. Πιστεύω στο σύμπαν ότι ξέρει να τα επιβραβεύει αυτά. Εγώ, ό,τι κι αν κάνω, δε βρίσκω τρόπο να σας ευχαριστήσω αρκετά. Να είστε πάντα καλά.

Θεοδώρα Κουτεντάκη, διδακτορική φοιτήτρια Πανεπιστημίου Οξφόρδης

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ