Ανεπάρκεια Βιταμίνης D στον γενικό πληθυσμό και η σημασία της ορθής αναπλήρωσης

Η βιταμίνη D είναι εξέχουσας σημασίας , καθώς είναι απαραίτητη για την ορθή επιμετάλλωση των οστών

Η βιταμίνη D παράγεται κατά κύριο λόγο (80%) στο δέρμα με την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας Β. Η ποσότητα που παράγεται επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως το χρώμα του δέρματος, το βάρος, τη διάρκεια έκθεσης στον ήλιο, τη γεωγραφική θέση, τη χρήση αντηλιακής κρέμας κ.α. Δευτερευόντως, μέρος της απαιτούμενης βιταμίνης D (20%) λαμβάνεται από την τροφή. Οι τροφές πλούσιες σε βιταμίνη D είναι κυρίως το φρέσκο ψάρι, ο κρόκος του αυγού και το φρέσκο γάλα και το κίτρινο τυρί με την προϋπόθεση ότι αυτά προέρχονται από ζώα που ζουν ελεύθερα.

Η βιταμίνη D είναι εξέχουσας σημασίας , καθώς είναι απαραίτητη για την ορθή επιμετάλλωση των οστών. Όμως τελευταία όλο και περισσότερο μελετώνται και οι εξωσκελετικές δράσης της βιταμίνης D. Έτσι σήμερα γνωρίζουμε ότι η βιταμίνη D εμπλέκεται και στη μυϊκή και καρδιακή λειτουργία, στο μεταβολισμό, και κυρίως στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος προστατεύοντας από αυτοανοσία, αλλεργίες αλλά και τον καρκίνο.

Συνήθως η έλλειψη βιταμίνης D δεν προβάλλει με κάποιο σοβαρό κλινικό σύμπτωμα πέρα, ίσως από επιβράδυνση στο ρυθμό αύξησης, ευαισθησία στις εποχιακές ιώσεις, ή αίσθημα κόπωσης και ανευρίσκεται, εφόσον ζητηθεί από τον κλινικό γιατρό μετά από εργαστηριακό έλεγχο, ο οποίος πρέπει να περιλαμβάνει ολοκληρωμένο μεταβολισμό ασβεστίου, δηλαδή μέτρηση Ca, P, ALP, vit25OHD3 καθώς και PTH. Η παραθορμόνη παράγεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες (4 μικροί αδένες μεγέθους φακής που βρίσκονται μέσα στον θυρεοειδή αδένα) και ανάλογα με τα επίπεδά της προάγει την επιμετάλλωση των οστών (< 35 pg/ml), αυξάνει την οστεοκλαστική δταστηριότητα (> 45 pg/ml), ή διατηρεί μία ισορροπία (επίπεδα 35-45). Άρα για να εκτιμήσουμε σωστά την επάρκεια/ανεπάρκεια σε βιταμίνη D οφείλουμε να γνωρίζουμε και τα επίπεδα της παραθορμόνης, όπως ακριβώς για την θυρεοειδική λειτουργία μετράμε TSH και FT4.

Η σοβαρή υποβιταμίνωση D στα παιδία μπορεί να οδηγήσει σε ραχίτιδα λόγω ανεπαρκούς επιμετάλλωσης του οστού. Στη ραχίτιδα τα οστά μπορεί να παραμορφωθούν (π.χ. κύρτωση κνημών), και να επηρεαστεί η καθ’ ύψος αύξηση. Αντίστοιχα στους ενήλικες (όπου η αύξηση του σκελετού έχει πλέον ολοκληρωθεί) η ανεπάρκεια της βιταμίνης D μπορεί να οδηγήσει σε οστεομαλακία που χαρακτηρίζεται από μείωση της οστικής μάζας, με αποτέλεσμα τα οστά να γίνονται αδύναμα και εύθραυστα και το άτομο να υποφέρει από πόνους στις αρθρώσεις και στους μυς.

Πέρα όμως από τις επιπτώσεις στον οστικό μεταβολισμό, φαίνεται ότι η βιταμίνη D έχει κυρίαρχο ρόλο και στην διαμόρφωση της άμυνας του οργανισμού. Έτσι η ανεπάρκεια της σχετίζεται και με αυξημένη συχνότητα λοιμώξεων καθώς και εμφάνισης αυτοανόσων νοσημάτων (π.χ. ρευματοειδής αρθρίτιδα, Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 1 κ.α.).

Στις σύγχρονες κοινωνίες παρατηρείται αυτό που ονομάζουμε «πανδημία υποβιταμίνωσης D», καθώς οι άνθρωποι εργάζονται και αθλούνται σε κλειστούς χώρους, και χρησιμοποιούν ισχυρή ηλιοπροστασία με σκοπό την αποφυγή του μελανώματος.

Έτσι το 40% του Ελληνικού πληθυσμού έχει κάποιου βαθμού έλλειψη, με το 27% να έχει σοβαρή ανεπάρκεια σε βιταμίνη D. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι το 90% των εγκύων γυναικών στη Μεσόγειο έχουν υποβιταμίνωση D.

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω το 80% της απαραίτητης βιταμίνης D παράγεται στο δέρμα με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας. Αν θέλουμε επομένως να βελτιώσουμε τη βιταμινική μας κατάσταση έτσι ώστε όχι απλά να μην υπάρχει ανεπάρκεια (δηλ. < 30 ng/ml), αλλά να επιτευχθούν επίπεδα που θα προστατεύουν τον οργανισμό (δηλ. > 40 ng/ml) θα πρέπει να εξασφαλίσουμε καθημερινή, επαρκή έκθεση στον ήλιο χωρίς τη χρήση αντηλιακού, γεγονός που για τους περισσότερους είναι ανέφικτο και για κάποιους ενδεχομένως και επικίνδυνο.

Συστήνουμε λοιπόν καθημερινή χορήγηση συμπληρώματος βιταμίνης D σε δόση προσαρμοσμένη στην ηλικία του ατόμου καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους πλην ίσως των καλοκαιρινών διακοπών στη θάλασσα. Η πιο καλά απορροφήσιμη και εύληπτη μορφή είναι η χοληκαλσιφερόλη.

Πιο συγκεκριμένα πρόσφατα δημοσιεύτηκε το άρθρο μας «The big Vitamin D mistake» σε ένα μεγάλο περιοδικό δημόσιας υγείας: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/p... όπου περιγράφονται επακριβώς οι προληπτικά προτεινόμενες δόσεις, οι οποίες είναι ασφαλείς και δεν χρήζουν ιατρικής παρακολούθησης για όλες τις ηλικιακές ομάδες:

Προτεινόμενες ημερήσιες δόσεις (με δεδομένη απορρόφηση 80% της χορηγούμενης ποσότητας και με στόχο επίπεδα > 40 ng/ml στο αίμα με φυσιολογικές τιμές 30-100 και με πιθανή θεωρητική τοξικότητα > 250 ng/ml:

  • 1000 IU < 1 έτους από την 1ημέρα ζωής σε νεογνά που τρέφονται με ξένο γάλα και/ή μητρικό θηλασμό
  • 1500 IU > 6 μηνών σε αποκλειστικό μητρικό θηλασμό
  • 3000 IU > 1 έτους
  • 8000 IU σε μεγάλους έφηβους και νεαρούς ενήλικες

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ