Η “θεωρία παιγνίων”: στα ζητήματα της πολιτικής όπως τα βλέπει ένας νομικός

Πέτρος Ι. Μηλιαράκης
Πέτρος Ι. Μηλιαράκης

Η θεωρία παιγνίων ουσιαστικώς επιδιώκει τη διαμόρφωση μιας πετυχημένης στρατηγικής. Η στρατηγική αυτή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα «παιγνίδι», όπου ο παίκτης δεν μπορεί να γνωρίζει τις επιλογές των υπόλοιπων ανταγωνιστών του, αλλά ασφαλώς επηρεάζεται από αυτές


Του Πέτρου Ι. Μηλιαράκη*


Με το παρόν κείμενό μου επιθυμώ να ασχοληθώ με ένα πρωτότυπο αλλά άκρως ενδιαφέρον θέμα. Τη “θεωρία παιγνίων” και τη συμβολή της νομικής επιστήμης στο “αντικείμενο αυτό”.

Καταγράφω δε τη θέση μου καθόσον παραμένει “κενό” στο κατα πόσον  και σε ποιά έκταση  η “θεωρία παιγνίων” μπορεί να αφορά και στους νομικούς.

•ως προδιάθεση

Ας προσφύγουμε όμως επιγραμματικώς και όσο το παρόν κείμενο (άρθρο) επιτρέπει  στη θεωρία παιγνίων (game theory). Η θεωρία αυτή έχει εισβάλει σε μια σειρά από επιστήμες, όπως είναι η οικονομία, η κοινωνιολογία, η πολιτική επιστήμη κ.α.

Η θεωρία παιγνίων  ουσιαστικώς επιδιώκει τη διαμόρφωση μιας πετυχημένης στρατηγικής. Η στρατηγική αυτή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα «παιγνίδι», όπου ο παίκτης δεν μπορεί να γνωρίζει τις επιλογές των υπόλοιπων ανταγωνιστών του, αλλά ασφαλώς επηρεάζεται από αυτές. Επίσης στη θεωρία περί των παιγνίων θέση «παίκτη» μπορεί να έχει ένα άτομο, μια συλλογικότητα ατόμων, ένα Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου και τέλος ένα Κράτος. Δηλαδή, στις δύο πλευρές του «παιγνιδιού» υφίστανται και δρούν φυσικά υποκείμενα ή οργανωμένες οντότητες με αντιτιθέμενα όμως συμφέροντα. Είναι σαφές δε ότι η κάθε πλευρά υπερασπίζεται τα συμφέροντα της.

Βεβαίως η πρώτη παρατήρηση που μπορεί να γίνει στο ζήτημα της πολιτικής, είναι ότι η θεωρία των παιγνίων δεν μπορεί να αποτελεί ασφαλές «μοντέλο», καθόσον κατά κανόνα η μια πλευρά γνωρίζει περίπου ή ακριβώς τις προθέσεις της άλλης. Και αυτό με αποστασιοποιεί κατ’ αρχήν στο κατά πόσο η θεωρία αυτή μπορεί να επηρεάζει την πολιτική ή να εφαρμόζεται στην πολιτική. Ωστόσο, είναι πολλοί αυτοί που υποστηρίζουν την εισαγωγή της «θεωρίας παιγνίων» και στην πολιτική. Βεβαίως η θεωρία παιγνίων ξεκίνησε ως κλάδος της οικονομικής επιστήμης (που επηρεάζει την πολιτική) με το ιστορικό βιβλίο των John von Neumann και Oskar Morgenstern με τίτλο «Theory of Games and Economic Behaviour» (1). Υπ’ όψιν βεβαίως ότι η θεωρία αυτή έχει επιβραβευθεί στο επίπεδο της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών, με το βραβείο Alfred Bernhard Nobel.

•η στρατηγική στο πλαίσιο της θεωρίας παιγνίων

Κατά τη γνώμη μου η βασικότερη «αναπαράσταση» ενός τέτοιου παιγνιδιού αφορά τη στρατηγική (strategic) που πρέπει να ακολουθήσει ο κάθε παίκτης.

Έτσι, με βάση τη «στρατηγική» οι συμμετέχοντες κάνουν την επιλογή τους μία μόνο φορά και ο κάθε «παίκτης» επιλέγει την ενέργειά του «ταυτοχρόνως» με τους υπολοίπους. Ένα τέτοιο μοντέλο μελέτης γνωρίζει εκτεταμένη εφαρμογή την τελευταία δεκαετία κυρίως στη βιομηχανική οργάνωση (industrial organisation) και στο σχεδιασμό μηχανισμών (mechanism design).

•κρατική διαπραγμάτευση και θεωρία παιγνίων

Ας προσεγγίσουμε τώρα επιγραμματικώς το ζήτημα της “θεωρίας παιγνίων” με τη διαπραγμάτευση που γίνεται σε κάποια ιστορική φάση σε διακρατικό επίπεδο. Ήτοι, ας δούμε τη διαπραγμάτευση μεταξύ δύο Κρατών ή μεταξύ Κράτους και Διεθνούς Οργανισμού. Στην περίπτωση αυτή έχουμε παίγνιο δύο παικτών (two-players-games). Με πολύ δυσκολία θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ότι η θεωρία παιγνίων μπορεί ad hoc να εφαρμοσθεί ως «μοντέλο» στην περίπτωση αυτή.

Και τούτο γιατί, κατά τρόπο αδιστάκτως βέβαιον, σ’ αυτές τις διαδικασίες υπεισέρχονται διαφόρων τύπων παρεμβάσεις, ενώ κατά κανόνα είναι γνωστό ότι  στις διεθνείς σχέσεις, υπεισέρχονται και άλλου «τύπου παρεμβάσεις».

Ωστόσο, για να μην απομακρυνόμαστε από τη «θεωρία παιγνίων», ως αναλογική εφαρμογή στις διεθνείς σχέσεις, ας δεχτούμε ότι και οι δύο παίκτες είναι ορθολογιστές και επιλέγουν στρατηγικές με σκοπό την επίτευξη του μεγαλύτερου οφέλους-χρησιμότητας (utility).

Με βάση την αφετηρία αυτή, αν και αμφότερα τα μέρη του παιγνιδιού επιδιώκουν τη μεγαλύτερη δυνατή υπέρ αυτών αποτελεσματικότητα, εν τούτοις η θεωρία παιγνίων επιβάλει την εξασφάλιση σημείου ισορροπίας.

•η «θεωρία παιγνίων» ως ad hoc περίπτωση (;) για το Δημοψήφισμα του 2015.

Ασφαλώς στις διεθνείς σχέσεις το σημείο ισορροπίας είναι ευκταίο, όχι πάντοτε όμως, όταν ένας λαός (όπως ο Ελληνικός Λαός στην παρούσα ιστορική φάση), δέχεται από καθέδρας οικονομική επιτήρηση. Εκεί οι διαπραγματεύσεις καθορίζονται απο συμβατικά κείμενα που ήδη δεσμεύουν πχ αξιολόγηση συγκεκριμένου σταδίου…Επίσης ακόμη και εαν αυθαιρέτως  ήθελε θεωρηθεί ότι το Δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, αφορούσε ένα παίγνιο (two-players-games), είναι αντικείμενο ιδιαίτερης κριτικής στο κατά πόσο από πλευράς του Ελληνικού Κράτους ήταν γνωστές ή κατά προσέγγιση γνωστές οι προθέσεις της “άλλης πλευράς”.

Επίσης άξιο επισημείωσης είναι κατά πόσο με ορθολογικό τρόπο επελέγη η ορθή στρατηγική του “συγκεκριμένου παιγνίου” και κατά πόσο έγινε “κατανομή πιθανοτήτων”.

Κρίσιμη παρατήρηση εν προκειμένω είναι ότι ένα Δημοψήφισμα ή μια εκλογική διαδικασία σε μια εσωτερική έννομη τάξη που αφορά άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, δεν μπορεί να είναι αντικείμενο “παιγνίου”  ή άλλως δεν μπορεί να είναι « μοντέλο» εφαρμογής της «θεωρίας παιγνίων». Συνεπώς όσο και αν ευρύτερα μπορεί η “πολιτική” να θεωρηθεί “παίγνιο” , ένα τέτοιο “παίγνιο” νομικά αποδομιμάζεται λόγω προσβολής του εννόμου αγαθού που άπτεται των πολιτικών  ελευθεριών και της Δημοκρατικής Αρχής

•το σημείο ισορροπίας και η νομική επιστήμη.

Ας επανέλθουμε όμως στη «θεωρία παιγνίων» και ας προσπαθήσουμε να την αναγάγουμε ως ad hoc μοντέλο που μπορεί να τύχει εφαρμογής σε μια διακρατική διαπραγμάτευση.

Ας δεχθούμε, με βάση τη «θεωρία παιγνίων», ότι αντικειμενικός σκοπός της κάθε πλευράς είναι να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της, και της άλλης πλευράς να ελαχιστοποιήσει τη ζημία της. Οι  αντιτιθέμενες αυτές θέσεις θα πρέπει να ισορροπήσουν εκεί όπου αυτός που επιδιώκει μεγιστοποίηση κερδών, θα συναντηθεί με αυτόν που επιδιώκει ελαχιστοποίηση της μέγιστης ζημίας του. Ουσιαστικά δηλαδή θα πρέπει να εξισορροπήσουν οι δύο αντιτιθέμενες πλευρές εκεί όπου και οι δύο ελαχιστοποιούν τη μέγιστη ζημία που μπορεί να υποστούν. Ο ακριβής νομικός όρος αφορά στην ισορροπία που επιδιώκει η κάθε πλευρά τηρούμενων των προνοιών της Αρχής της Αναλογικότητας.

Στη διαδικασία αυτή κάθε «παίχτης» (ή άλλως το κάθε μέρος) ακολουθεί με βάση κάποια κατανομή πιθανοτήτων τις στρατηγικές του, ώστε να μεγιστοποιήσει το ελάχιστο προσδοκώμενο κέρδος του και να ελαχιστοποιήσει τη μέγιστη προσδοκώμενη ζημία του. Αυτό δε λαμβάνει χώρα ανεξαρτήτως των επιλογών της άλλης πλευράς. Η κατανομή πιθανοτήτων με βάση την οποία επιλέγεται αυτή η στρατηγική, ονομάζεται μεικτή ή τυχαία. Αναφέρομαι στην maximin-minimax στρατηγική.

Τα προαναφερόμενα μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε εξωνομικές συνθήκες και σε διαπραγματεύσεις όπου χωρίς κανόνες τα μέρη προσέρχονται σε ένα “παίγνιο” και επιχειρούν να δημιουργήσουν νέο δίκαιο-status. Το σημείο ισορροπίας (εφόσον συνομολογηθεί) μπορεί να ιδρύει δίκαιο τηρουμένης της Αρχής της Αναλογικότητας ,μιάς ισορροπίας δηλαδή μεταξύ εννόμων αγαθών και επίτευξης αποτελέσματος με το λιγότερο κόστος.

Τέλος ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων όπως είναι τα πολιτικά δικαιώματα είναι εκτός πεδίου της “θεωρίας παιγνίων” , ενώ αντιθέτως τα κοινωνικά δικαιώματα στο πλαίσιο διαπραγμάτευσης των κοινωνικών εταίρων είναι δυνατόν  αμφότερα τα μέρη να έχουν ως  εργαλείο τους τη δογματική της “θεωρίας παιγνίων”.

• τούτων δοθέντων

Με βάση τα περιληπτικώς ενταύθα εκτιθέμενα , κατα την γνώμη μου,η νομική επιστήμη μπορεί ,για την εκάστοτε περίπτωση που η διεθνής και η εσωτερική έννομη τάξη μπορούν να δέχονται τακτικές  τύπου  “παιγνίων” , να συμβάλει  καθορίζοντας μόνο τα υπο διαπραγμάτευση έννομα αγαθά, τον πυρήνα των δικαιωμάτων που θα πρέπει να παραμείνει απρόσβλητος, καθώς και τις πρόνοιες της Αρχής της Αναλογικότητας.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ:
(1)Βλ. John von Neumann και Oskar Morgenstern, Theory of Games and Economic Behavior, Princeton University Press, 1944.

Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ευρωπαικά Δικαστήρια  του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ