Συγγνώμη Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ..

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Είναι όμως και κάποιες στιγμές που βρίσκεσαι ευάλωτος, νιώθεις ενοχές για το προσωπικό σου τείχος, υποχωρείς κι επιτρέπεις μια τέτοιου είδους συναναστροφή.

της Μαρίας Λιονάκη

Η δροσερή φθινοπωρινή αύρα έχει υποχωρήσει και μια αναμνηστική ζέστη έχει εγκατασταθεί. Ισα  ίσα για να σου θυμίζει την προηγούμενη εποχή,  τη θερινή, τα νιάτα του χρόνου που ενηλικιώνονται σιγά σιγά. Τα παπούτσια της νέας εποχής σε στενεύουν λίγο, το πιο επιμελημένο ντύσιμο σου στερεί αναπνοές,  ο  αυστηρός προγραμματισμός σε αγχώνει,  σε κάνει να θυμώνεις που παρέδωσες την ελευθερία σου τόσο εύκολα, αμαχητί.  Τα κουμπιά της καθημερινότητας και της πραγματικότητας   πληγώνουν το δέρμα της ψυχής.  Οι πυκνοκατοικημένες πόλεις, η πυκνοκατοικημένη ζωή σε απωθεί.  Η αστυφιλία των σχέσεων δεν σου αρέσει.  Να ορίζεις τη ζωή σου σε όλα τα επίπεδα επιθυμείς, την αυτοδιάθεση του εαυτού  σου και του χρόνου σου αγαπάς, τις επιλογές σου υποστηρίζεις, ακόμα και τις πιο μοναχικές.  Αυτές που ίσως σε κάποιους φαίνονται θλιβερές,  μα σε σένα όχι.  Απλοχωριά, ξέφωτα θέλεις κι ανοιχτούς ορίζοντες. Να καλλιεργείς εσύ τον κήπο της ζωής σου με όποια φυτά σου αρέσουν κι αγαπάς, να ξεριζώνεις τα αγριόχορτα, να βάζεις λίπασμα στους προσωπικούς σου βασιλικούς. Κι ας είναι ο κήπος σου μικρός.  Μόνο να’ ναι δικός σου.

Όταν ήσουν πιο μικρή ήσουν και πιο ανεκτική. Έβγαινες στο δρόμο της ζωής  με ξώφτερνα παπούτσια.  Έβγαινες  για βόλτα στη φύση της γης,  του κόσμου, της ζωής  με κάθε καιρό. Ανέμιζες για μια στιγμή το μπολερό  και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι, χόρευες πάνω στο φτερό του καρχαρία,  πάνω στην ποίηση του Νίκου Καββαδία.  Η εξωστρέφεια ρούχο ριχτό, άνετο  χωρίς μανίκια. Πολύχρωμη  και μεγάλη  η γκαρνταρόμπα των σχέσεων, των συναναστροφών σου.   Η θάλασσα δε σε έπνιγε, όση θαλασσοταραχή κι αν είχε. Τα κύματα εξάλλου προτιμούσες.  Τα ανηφορικά μονοπάτια, την περιπέτεια, τις εξερευνήσεις.  Της φύσης και τις κοινωνικές.  Το λιμάνι, η νηνεμία σε εκνεύριζε, η ακινησία, η μονοτονία,  η στωικότητα,  η λογική, οι συμβιβασμοί, οι προγραμματισμοί   σε απωθούσαν. Κι οι ζακέτες κάθε είδους.

Με τα χρόνια άλλαξε αυτό.  Άλλαξε η διάθεση σου να δοκιμάζεις  διαφορετικές γεύσεις. Ξέρεις το χρώμα, τη μουσική, το γλυκό  που αγαπάς.  Ο,τι είναι του συρμού,  εμπορικό, επιτηδευμένο  σε απωθεί. Τα τηλεοπτικά σόου με τη μεγάλη τηλεθέαση, η υψηλή ακροαματικότητα, η  υποκρισία, η καυχησιολογία, το πομπώδες επίσης.  Το συνωστισμό δεν τον αγαπάς, ούτε την κλεισούρα των χαρακτήρων. Οι εκκωφαντικοί,  παρατεταμένοι θόρυβοι σε εκνευρίζουν, σε  ενοχλούν.  Όπου ακούς πολλά κεράσια κρατάς μικρό καλάθι. Ξέρεις κι άλλο μονοπάτι να το περπατήσεις,  όταν δυσκολεύεσαι.  Φοράς ζακέτα στο κρύο της ζωής, των ανθρώπων. Τον προβλέπεις τον καιρό, το τυχαίο- ατυχές αποφεύγεις.  Τη  μόδα δεν την ακολουθείς τόσο φανατικά πια.  Την  καθαριότητα και τη διαύγεια αγαπάς. Στους χώρους, στους ανθρώπους, στις ψυχές, τα βλέμματα.  Στις σκέψεις, στις προθέσεις.  Κι ας μη γίνουν όλα τα όνειρά σου πραγματικότητα. Κι ας μην τη φτάσεις την Ιθάκη που ονειρευόσουν μικρή. Μόνο να πετάς στον ουρανό που σου αρέσει.   Σαν τον γλάρο Ιωνάθαν, με τα πετάγματα που προτιμάς. Δίπλα σε άσπρα πουλιά.   Στον μπλε  απέραντο ξάστερο ουρανό να σεργιανάς.    Ο,τι σε απελευθερώνει, δε σε καταπιέζει αγαπάς. Όποιον χωρίς σκοπιμότητα σε πλησιάζει.  Όποιον σου δίνει κάτι χωρίς να ψάχνει αντάλλαγμα. Όποιον στύβει το λίγο για να κάνει το πολύ του Ελύτη. Όποιον δέχεται από σένα σα δώρο ένα λουλούδι και το εκτιμά.

 Με τα χρόνια   άλλαξες  και  ποιητή.  Ο Νίκος Καββαδίας έγινε Κ.Π Καβάφης. «Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.» Καταστάλαξες  στο είδος των ανθρωπίνων σχέσεων που προτιμάς. Στο πώς το χρόνο σου θα διαχειριστείς, με ποιους ανθρώπους θα τον περνάς. Είσαι σίγουρη πως η συναναστροφή με ορισμένους ανθρώπους βλάπτει σοβαρά την υγεία.  Γιατί είναι κακοπροαίρετοι, μοχθηροί, γιατί έχουν αρνητική  αύρα,  βρώμικες σκέψεις και προθέσεις.

Είναι όμως και  κάποιες στιγμές που  βρίσκεσαι ευάλωτος,  νιώθεις ενοχές για το προσωπικό σου τείχος, υποχωρείς κι επιτρέπεις μια τέτοιου είδους συναναστροφή.   Έχοντας ξεχάσει τη μαυρίλα  μιας σχέσης κενής,  βλαβερής, θεωρώντας ότι είσαι άτρωτος, δέχεσαι να είσαι με κάποιον ανθυγιεινό άνθρωπο συνταξιδιώτης, ας πούμε σε μια εκδρομή.  Περιγράφεις χωρίς υστεροβουλία, συνεπαρμένη έναν κόσμο γεμάτο χρώματα,  ταξίδια στη φύση, στη γνώση, στα βιβλία, έναν κόσμο χωρίς μάσκες, αληθινό. Επιτρέπεις  για λίγο να κρυφοκοιτάξουν από την κλειδαρότρυπα της δικής σου ψυχής,  προσπαθείς να  μυήσεις κάποιον που έχει βαλτώσει, αλλοτριωθεί  σε μυστικά αληθινής χαράς,  να δείξεις έναν πιο όμορφο δρόμο να τον περπατήσει. Για να διαπιστώσεις λίγο μετά πώς  ή εσύ ήσουν κακός δάσκαλος ή αυτός κακός μαθητής. Πως  δε θέλει να αλλάξει.  Πως μόνο άσχημη εμπειρία και κουραστική για σένα ήταν όλο αυτό. Μάταιη, ατελέσφορη. Πως ο υστερόβουλος και κακός δε διορθώθηκε.  Κι άντε μετά πάλι να  επιστρέψεις απ’ το σκοτάδι στο φως, να  ξεχνάς,  άντε να αερίζεις την ψυχή σου, να την καθαρίζεις,  να ξαναβάφεις απ’ την αρχή  τους τοίχους της καρδιάς  σου, του μυαλού σου   με έντονα, ωραία χρώματα. Να ξανανοίγεσαι.

 Κι όπως το συμβολικό παραμύθι του Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ με την αλεπού και τον μικρό πρίγκιπα ηχεί στ’ αφτιά σου  κι  ακούς το συγγραφέα  με φωνή απ’ το παρελθόν να  σε καλεί  να είσαι πιο κοινωνική, εξωστρεφής,  να  δημιουργείς δεσμούς,   θα απαντήσεις  λίγο πικραμένη, αποφασισμένη  αυτή τη μελαγχολική μέρα του φθινοπώρου : « Συγγνώμη Αντουάν ντε Σαιντ  Εξυπερύ, μα μεγάλωσα πια!»

 

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ