Διαμαρτύρονται για τις υφιστάμενες υπηρεσίες διάγνωσης και ψυχοκοινωνικής στήριξης στην εκπαίδευση

Newsroom
Newsroom

Κοινή επιστολή του Περιφερειακού Συμβουλίου ΣΚΛΕ Κρήτης, ΣΕΕΠΕΑ Κρήτης και Ομοσπονδίας Ενώσεων Συλλόγων Γονέων Περιφέρειας Κρήτης

Το Περιφερειακό Συμβούλιο ΣΚΛΕ Κρήτης, με τον ΣΕΕΠΕΑ Κρήτης και την Ομοσπονδία Ενώσεων Συλλόγων Γονέων Περιφέρειας Κρήτης με με κοινή επιστολή που εξέδωσαν,  εκφράζουν" τη διαμαρτυρία τους σχετικά με τις υφιστάμενες υπηρεσίες διάγνωσης και ψυχοκοινωνικής στήριξης στην εκπαίδευση, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των εξυπηρετούμενων και της κοινωνίας" τονίζοντας συγκεκριμένα:

Ο Σύνδεσμος Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος (Σ.Κ.Λ.Ε.) είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν. 4387/2016 & 4488/2017) και εκπροσωπεί επιστημονικά και επαγγελματικά το σύνολο των Κοινωνικών Λειτουργών της Χώρας .

Ο Σύλλογος Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ειδικής Αγωγής Κρήτης (ΣΕΕΠΕΑ Κρήτης) είναι ο πρωτοβάθμιος συνδικαλιστικός φορέας, ο οποίος ανήκει στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ειδικής Αγωγής (Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α.) και εκπροσωπεί τα μέλη Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (ΕΕΠ και ΕΒΠ) της Κρήτης, μόνιμους και αναπληρωτές, που στελεχώνουν τη Δημόσια Ειδική και Γενική, Πρωτοβάθμια & Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, καθώς και τα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. και τις Ε.Δ.Υ. της Περιφέρειας Κρήτης.

Η Ομοσπονδία Ενώσεων Συλλόγων Γονέων Περιφέρειας Κρήτης είναι μέλος της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Γονέων Μαθητών Ελλάδας (Α.Σ.Γ.Μ.Ε) και εκπροσωπεί τις Ενώσεις και τους Συλλόγους Γονέων των σχολείων της Πρωτοβάθμιας & Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην περιφέρειας Κρήτης.

Η πλειοψηφία των συναδέλφων μας Κοινωνικών Λειτουργών, Ψυχολόγων, Εκπαιδευτικών και των άλλων μελών των Ε.Δ.Υ, καταγγέλλει τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζει εξαιτίας της ανεπαρκούς και μη ορθά σχεδιασμένης πρόληψης και παρέμβασης.

Τα προβλήματα στις Ε.Δ.Υ και στα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.  είναι πολυεπίπεδα και διαρκή. Η πλειονότητα των εργαζομένων σε αυτά είναι αναπληρωτές/τριες με συμβάσεις ορισμένου χρόνου μέσω χρηματοδοτήσεων του ΕΣΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται τόσο για τα εργασιακά δικαιώματα των ίδιων, όσο και για τους μαθητές/τριες, καθώς χάνεται η συνέχεια και η συνέπεια στην εξειδικευμένη στήριξη του εκάστοτε μαθητή.

Συγκεκριμένα για τις ΕΔΥ:

Βασικό πρόβλημα αυτού του θεσμού, είναι το τεράστιο κενό ανάμεσα στο θεωρητικό καθηκοντολόγιο  (υπ. αριθμ. 134960 /Δ3 –ΦΕΚ B 5009 – 27.10.2021), το οποίο καλύπτει ένα πολύ ευρύ φάσμα αρμοδιοτήτων και στην πράξη. Τα μέλη των Ε.Δ.Υ. μοιράζονται σε 5 σχολικές μονάδες κάθε εβδομάδα. Η έλλειψη επαγγελματικών προδιαγραφών είναι εμφανής, αφού σε ελάχιστα σχολεία υπάρχουν κατάλληλοι χώροι για το προσωπικό των ΕΔΥ, για την υποστήριξη μαθητών και των οικογενειών τους, καθώς τη διασφάλιση του απορρήτου. 

Οι συνάδελφοι στις Ε.Δ.Υ. και στα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. δεν έχουν στη διάθεσή τους τα απαραίτητα αξιολογικά και διαγνωστικά εργαλεία. Επίσης οι επιμορφώσεις και οι εποπτείες από το Υπουργείο Παιδείας είναι ελάχιστες έως ανύπαρκτες. Επιπρόσθετα, ο χρόνος εργασίας που διαθέτει ο κάθε συνάδελφος στο εκάστοτε σχολείο είναι ελάχιστος (μία ημέρα ανά εβδομάδα) και το γεγονός ότι τα μέλη των Ε.Δ.Υ. είναι συμβασιούχοι/ αναπληρωτές δεν επιτρέπει τη σταθερή και συνεχή στήριξη και παρακολούθηση των μαθητών. 

Παράλληλα, ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα είναι ότι πολλοί συνάδελφοι υποχρεώνονται να μετακινούνται δεκάδες χιλιόμετρα καθημερινά για να καλύψουν τις πέντε σχολικές μονάδες, χωρίς να υπάρχει συγκοινωνία στις πιο απομακρυσμένες περιοχές και χωρίς καμία πρόβλεψη τους κράτους για κάλυψη των οδοιπορικών δαπανών. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές από τις περιοχές των σχολικών μονάδων είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένες διαχρονικά αντιμετωπίζοντας ιδιαίτερα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, χωρίς να υπάρχει ούτε ο σχεδιασμός και φυσικά ούτε οι αναγκαίες υπηρεσίες στην κοινότητα για διάγνωση, παρακολούθηση και παραπομπή των εκάστοτε περιστατικών. Αυτή η στάση της Πολιτείας οδηγεί σε διαρκές αδιέξοδο τους εξυπηρετούμενους, με αποτέλεσμα στα μάτια τους οι συνάδελφοι μας να μοιάζουν υπεύθυνοι για αυτή την κατάσταση, ενώ είναι και οι ίδιοι αποδέκτες των συνεπειών της. 

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στόχο του προγράμματος αποτελεί: «η  ανάπτυξη ενός σχολείου για όλους τους μαθητές χωρίς διακρίσεις καθώς και η υποστήριξη της σχολικής μονάδας στην αντιμετώπιση των δυσκολιών που δύναται να προκύψουν κατά την εκπαιδευτική διαδικασία». Στο σημείο αυτό αναρωτιόμαστε: Πώς θα μπορούσε κάτι τέτοιο να επιτευχθεί με εργαζόμενους και παρέμβαση με «ημερομηνία λήξης», χωρίς δομές και ενιαίο πλήρες δημόσιο και δωρεάν δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών σε κοινότητα και σχολεία. Οι δυσκολίες που προκύπτουν στο σχολικό πλαίσιο δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά ως συνέχεια των κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο μαθητικός πληθυσμός. 

Στόχοι όπως η πρόληψη, η έγκαιρη παρέμβαση και αντιμετώπιση φαινομένων σχολικής βίας, σχολικού εκφοβισμού, εθισμού σε ουσίες και διαδίκτυο, καθώς και η παρέμβαση σε περιπτώσεις ρατσισμού, γονικής παραμέλησης ή/και κακοποίησης, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα με σταθερή διεπιστημονική ομάδα. Επιπλέον κρίνεται αναγκαία η υλοποίηση στοχευμένων δράσεων ενδυνάμωσης της μαθητικής κοινότητας, όπως για μαθητές/τριες με αναπηρία και άλλες ευάλωτες κοινωνικά ομάδες με στόχο τη συμπερίληψη, καθώς και προγραμμάτων τα οποία προάγουν την αυτοεκτίμηση, την αποδοχή, την αλληλεγγύη κ.α. για όλους/ες τους/τις μαθητές/-τριες, με την υποστήριξη και του ΕΕΠ – ΕΒΠ. Όλα τα παραπάνω δεν θα αποτελούν ευχολόγια, αλλά μπορούν να επιτευχθούν στο σύνολό τους μόνο με πλήρη και διεπιστημονική στελέχωση των σχολείων και των ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. από μόνιμο προσωπικό, με σκοπό την υλοποίηση της πρώιμης παρέμβασης και ολοκληρωμένης υποστήριξης.

Η εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση προϋποθέτει πολύπλευρης, συνεχούς και ποιοτικής υποστήριξης, σε καταστάσεις όπως η σχολική διαρροή, το πένθος, το διαζύγιο, οι εξαρτήσεις, η  ψυχική ή σωματική ασθένεια γονέα/κηδεμόνα/τέκνου, η σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική  κακοποίηση και παραμέληση, ο ρατσισμός και οι διακρίσεις,  η ροπή προς την παραβατικότητα, η αναπηρία, η ενδοσχολική βία, τα ζητήματα επιβίωσης και ποιότητας ζωής που προκύπτουν από την κοινωνική απομόνωση και τις κυρίαρχες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες.  

Επιπρόσθετα, αξίζει να αναφερθεί ότι ως προϊστάμενη αρχή των Ε.Δ.Υ. ορίστηκε το εκάστοτε ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. Τα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. αντιμετωπίζουν τεράστιο όγκο αιτημάτων για διάγνωση και υποστήριξη χωρίς όμως να έχουν στελεχωθεί επαρκώς για την κάλυψη τους. Επιπλέον, τα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ αντιμετωπίζουν έλλειψη χώρου, που σε συνδυασμό με την έλλειψη προσωπικού, εντείνουν τα προβλήματα και δημιουργούν πολύμηνες λίστες αναμονής με σοβαρές επιπτώσεις τόσο στη μαθησιακή εξέλιξη των μαθητών όσο και στη ταλαιπωρία των οικογενειών τους. Τα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. λόγω των παραπάνω δυσκολιών αναγκάζονται να ιεραρχούν τις περιπτώσεις των παιδιών που χρήζουν ειδικής επιστημονικής εκπαιδευτικής υποστήριξης ή σχολικού νοσηλευτή με αποτέλεσμα, ακόμα και σήμερα, δεκάδες μαθητές, είτε να υποστηρίζονται ελλιπώς (εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης μοιράζονται σε δύο ή και σε περισσότερα παιδιά) είτε να μην υποστηρίζονται καθόλου. 

Αντιμετωπίζοντας αυτή την κατακερματισμένη κατάσταση στα σχολεία, στα ΚΕΔΑΣΥ και στην κοινότητα, οι συνάδελφοι στο πεδίο ματαιώνονται καθημερινά και ενισχύεται η επαγγελματική επικινδυνότητα με αύξηση του άγχους ή της επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout). Παράλληλα, δεκάδες μαθητές και οι οικογένειες τους απελπίζονται από τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν. Το μοντέλο της υπολειμματικής αυτής πολιτικής έχει ανεπανόρθωτες συνέπειες για επαγγελματίες και εξυπηρετούμενους και η προβληματική συνθήκη αυτή επεκτείνεται σε διαφορετικά πεδία της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.

Επαγγελματίες που εργαζόμαστε στην πρώτη γραμμή απαιτούμε να έχουμε την κάλυψη του κράτους, το οποίο μας προσέλαβε με υποτιθέμενο στόχο την προώθηση της κοινωνικής ισοτιμίας και ευημερίας. Αντί αυτού βρισκόμαστε στη θέση να «μπαλώνουμε τρύπες», τις οποίες το ίδιο το κράτος δημιουργεί και συντηρεί εμμένοντας στην πολιτική επιλογή να υπερασπίζεται τα συμφέροντα των λίγων. 

Ενώ το κράτος ολοένα και αυξάνει τις απαιτήσεις του, παράλληλα δεν παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο υποστήριξης και ενδυνάμωσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Επιπλέον, καταγγέλλουμε τρομερές ελλείψεις σε επίπεδο κτιριακών και υλικών υποδομών, επιμόρφωσης και συμβουλευτικής εποπτείας των εκπαιδευτικών, υπηρεσιών υποστήριξης στην κοινότητα και συνολική υποχρηματοδότηση του εκπαιδευτικού έργου. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώνονται στο Παρατηρητήριο για την Παιδεία οι δαπάνες για το σύνολο της Παιδείας αγγίζουν μόλις το  2,8 % του συνολικού ΑΕΠ, με πρόβλεψη για μείωση στον επόμενο χρόνο.

Εκτιμούμε πως σήμερα είναι ρεαλιστική και εφικτή η εφαρμογή μιας ισότιμης εκπαίδευσης μέσω διεπιστημονικής και ολιστικής προσέγγισης για την υποστήριξη εκπαιδευτικών, μαθητικού πληθυσμού και των οικογενειών τους. Προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι όλα τα σχολεία διαθέτουν το απαραίτητο μόνιμο Εκπαιδευτικό, Ειδικό Εκπαιδευτικό και Ειδικό Βοηθητικό Προσωπικό.

Διεκδικούμε:

  • Σύσταση πλήρως καταρτισμένης διεπιστημονικής ομάδας σε κάθε σχολείο με μόνιμη και σταθερή σχέση εργασίας που να αποτελείται από κοινωνικό λειτουργό, ψυχολόγο, εργοθεραπευτή, σχολικό νοσηλευτή, λογοθεραπευτή, φυσιοθεραπευτή, ειδικούς παιδαγωγούς και ειδικό βοηθητικό προσωπικό.
  • Ο αριθμός όλων των παραπάνω ειδικοτήτων οφείλει να είναι ποσοτικά ανάλογος  ως προς τον μαθητικό πληθυσμό της εκάστοτε σχολικής μονάδας. 
  • Άμεση δημιουργία μόνιμων οργανικών θέσεων για την πλήρη στελέχωση ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών σε κάθε σχολική μονάδα με Κοινωνικό Λειτουργό και Ψυχολόγο. 
  •  Αποφόρτιση των ΚΕΔΑΣΥ με άμεση δημιουργία νέων οργανικών θέσεων όλων των ειδικοτήτων και κατά περίπτωση δημιουργία επιπλέον αντίστοιχων δομών ανά νομό, ανάλογα με το μαθητικό πληθυσμό.
  • Άμεση μείωση των σχολείων που υπάγονται στην εκάστοτε ΕΔΥ (το πολύ 2 σχολικές μονάδες) με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εγγύτητα ανάμεσά τους.
  • Αποζημίωση για τα οδοιπορικά, σε περίπτωση που τα μέλη των ΕΔΥ χρειαστεί να μετακινηθούν εκτός της σχολικής μονάδας βάσης τους ή παροχή υπηρεσιακού οχήματος. 
  • Τακτική συμβουλευτική/κλινική εποπτεία των Εργαζομένων ανά ειδικότητα, από κατάλληλα εκπαιδευμένους κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχολόγους. Η εποπτεία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εργασίας μας  και διεκδικούμε να παρέχεται δωρεάν από τον εργοδότη μας, ο οποίος στην περίπτωσή μας είναι το κράτος.
  • Δημιουργία κατάλληλων χώρων σε κάθε σχολική μονάδα, ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση αρχείου, το επαγγελματικό απόρρητο καθώς και η δυνατότητα παράλληλων δράσεων, συνεδριών και θεραπειών.
  • Γενναία χρηματοδότηση για μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού όλων των ειδικοτήτων και μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων/αναπληρωτών.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ