Βούτσης: Αυτό που λέγαμε από παλιά «Ευρώπη των λαών» μένει ζωντανό

Συνέντευξη του προέδρου της Βουλής

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η διάσπαση του ’68 ανάγεται ήδη στην περίοδο της εαμικής Ελλάδας και της Αντίστασης, ότι, δηλαδή, στο κομμουνιστικό και το αντιστασιακό κίνημα υπήρχαν ήδη η τάση και η λογική της ανανέωσης...

Σε όλη την ιστορία ενός ζωντανού οργανισμού, με πολύ μεγάλη συμμετοχή και συμβολή και στα δημόσια πράγματα και σε αγώνες λαϊκούς και εθνικούς, ενυπάρχουν -αντιφατικά πολλές φορές- οι τάσεις που εννοείτε. Και υπήρχαν και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ως σπέρματα σε όλη τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, όπως υπήρχαν, βεβαίως, και στην ελληνική περίπτωση.

Δεν νομίζω, ωστόσο, ότι νομοτελειακά θα οδηγούνταν σε διχασμό και διάσπαση το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αυτή είναι μια εξέλιξη η οποία εκβιάστηκε να έρθει μέσα σε συνθήκες πολύ σκληρής παρανομίας στη διάρκεια της δικτατορίας, έτσι ώστε να μην είναι δυνατό δημόσια να εκτεθούν σε βάθος οι διαφορετικές απόψεις, οι οποίες είχαν και διεθνή ορίζοντα στη διατύπωσή τους, αλλά, βεβαίως, είχαν να κάνουν και με τον σεβασμό σε σχέση με τον δρόμο που θα ακολουθούνταν για τον σοσιαλισμό. Και όχι μόνο: σχετίζονταν επίσης με την αξία τόσο της εσωκομματικής δημοκρατίας όσο και μεγάλων θεμάτων, όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, τα κοινωνικά δικαιώματα και οι ελευθερίες, η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Όλα αυτά μπορούσαν, ωστόσο, να αποτελέσουν αντικείμενο μιας ριζικότερης ανανέωσης, η οποία είχε επιχειρηθεί και στο πλαίσιο της ΕΔΑ, πλην όμως πάντοτε υπήρχε και στην ΕΔΑ αυτή η υποβόσκουσα σύγκρουση ανάμεσα στο κομματικό κέντρο και τη δημόσια παρουσία του ευρύτερου φορέα της Αριστεράς.

Αυτές οι διεργασίες εντάσσονται στο διεθνές πλαίσιο ή αποτελούν ελληνικό εξαιρετισμό;

Το πολιτικό και προγραμματικό ντοκουμέντο εκτέθηκε δημόσια πολύ καθυστερημένα, το ’73 πια, στη δίκη Δρακόπουλου - Παρτσαλίδη, και είναι φανερό ότι ήδη είχε εμποτιστεί όχι μόνο από την ελληνική περίπτωση και το ελληνικό υπόδειγμα, αλλά και από τα κινήματα του ’68, την Άνοιξη της Πράγας, που αποτέλεσε τομή, κι από τις ίδιες τις ανάγκες του αντιδικτατορικού κινήματος, της αντίστασης αλλά και της διεύθυνσης αυτού του αγώνα. Με άλλα λόγια, όλη η συγκυρία οδηγούσε με ταχείς ρυθμούς στη διαμόρφωση του ρεύματος του ευρωκομμουνισμού για τα Κομμουνιστικά Κόμματα της Δυτικής Ευρώπης. Άρα ενυπήρχαν από τότε, και εξελίχθηκαν στην πορεία, ήδη μέσα στη δεκαετία του ’80, όλες οι ευαισθησίες που είχαν έρθει στην επιφάνεια για μια οριζόντια επισκόπηση των αντιθέσεων στο πλαίσιο της γενικότερης κοινωνικοταξικής πάλης σε ό,τι αφορά στα δικαιώματα, το περιβάλλον, το γυναικείο κίνημα, τις ελευθερίες, τον ριζοσπαστισμό των νέων, τη σεξουαλική απελευθέρωση, τη χειραφέτηση μεγάλων μερίδων από εσωτερικές χειραγωγήσεις.

Όλα αυτά ήρθαν στην επιφάνεια με έναν τρόπο ορμητικό και συνδέθηκαν με τον ριζοσπαστισμό που γεννούσε η αντιδικτατορική πάλη. Έτσι πλέον πληρώθηκε ο προγραμματικός λόγος της κομμουνιστικής ανανέωσης, ο οποίος επικοινωνούσε τότε σε έναν βαθμό και με σοσιαλιστικά κινήματα είτε στον Τρίτο Κόσμο είτε στην Ευρώπη.

Μην ξεχνάτε, άλλωστε, ότι ήταν στην άνθησή τους τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, που βοηθούσαν στην οικοδόμηση του περίφημου ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, κάτω, βεβαίως, και από την επίδραση της παρουσίας της Σοβιετικής Ένωσης στα διεθνή πράγματα στη φάση του Ψυχρού Πολέμου που βιώναμε.

Το ενδιαφέρον είναι ότι οι άνθρωποι που θα συναποτελέσουν μετά τη διάσπαση το ΚΚΕ Εσωτερικού δεν μιλάνε τόσο με τον Τολιάτι, παρότι δέχονται επιρροές, αλλά διατηρούν επαφές με το ΚΚΣΕ. Πώς, κατά την άποψή σας, εξηγείται αυτό; 

Υπάρχει μια μεγάλη κριτική για το ότι το πρώτο μεγάλο διάστημα μετά την τυπική διάσπαση του κόμματος στη Βουδαπέστη, αντί να ανοίξουν τα ιδεολογικά, τα θεωρητικά, τα πολιτικά ζητήματα, τα θέματα λειτουργίας του κόμματος, καθαρά, ανοιχτά, και να διεκδικηθεί η αυτόνομη πορεία αυτού του ρεύματος, υπήρχε μια αυταπάτη - η οποία περιόριζε ταυτόχρονα τον προγραμματικό λόγο του ανανεωτικού ρεύματος: θεωρήθηκε ότι μέσω της ιδιαίτερης σχέσης με το ΚΚΣΕ θα υπήρχε μια προτιμησιακή, μια προνομιακή σχέση με το νεότευκτο και ορμητικά ερχόμενο ρεύμα που είχε αναφορά, βέβαια, και στο Γραφείο Εσωτερικού και στο ιταλικό ΚΚ και σε άλλα ευρωπαϊκά κόμματα. Αυτό κόστισε. Κόστισε πάρα πολύ. Διότι οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες, δεν είχαν τη δυνατότητα οι πρωταγωνιστές, οι σύντροφοι, τα στελέχη, το Γραφείο Εσωτερικού να συνθέσουν τις απόψεις τους, να τις εκλαϊκεύσουν και να γίνει μια γόνιμη συζήτηση στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, η επιλογή αυτή, προφανώς, λειτούργησε αποσταθεροποιητικά σε σχέση με την ορμή που είχε ή που θα μπορούσε να έχει αυτό το ιδιαίτερο αριστερό - κομμουνιστικό ρεύμα.

Μεταδιδακτορικά, το ΚΚΕ Εσωτερικού και η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος είναι στην πρωτοπορία των ιδεών και του κινήματος. Ωστόσο, αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στα εκλογικά ποσοστά στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και μέχρι τη διάλυση του ΚΚΕ Εσωτερικού. 

Νομίζω ότι έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο η σαφής καθυστέρηση που υπήρξε το πρώτο διάστημα της Μεταπολίτευσης στο να μεταλαμπαδευτούν στην ολότητά τους οι προβληματισμοί που ήταν στον πυρήνα και στο θεωρητικό οπλοστάσιο τόσο του ΚΚΕ Εσωτερικού όσο και του Ρήγα Φεραίου, όπως και στις ομάδες των ανένταχτων ή των προσανατολισμένων προς την ανανέωση και τον ευρωκομμουνισμό, που ήταν πάρα πολλοί και έβγαιναν και με ριζοσπαστική διάθεση. Υπήρχε, εννοώ, ριζοσπαστικό ακροατήριο μετά τη Μεταπολίτευση για να επικοινωνήσει και ενδεχομένως να δεχτεί αυτές τις απόψεις κι αυτό να εκφραστεί και εκλογικά.

Υπενθύμισα στην παρουσίαση του βιβλίου του Ηλία Ηλιού ότι όταν έγινε το πείραμα της Ενωμένης Αριστεράς, οι Ρηγάδες φωνάζαμε «Ενωμένη Αριστερά» και η ΚΝΕ απαντούσε «Με το ΚΚΕ μπροστά» σε όλες τις συγκεντρώσεις. Το οποίο σήμαινε ότι το πείραμα ήταν, ας πούμε, θνησιγενές και χωρίς καμία προγραμματική βάση ή ψυχική διάθεση για ενότητα της Αριστεράς στο πιο κρίσιμο διάστημα, τότε που ο κόσμος ερχόταν σε επαφή με την πολιτική.

Αυτό οφείλεται μόνο στην άνοδο του ΠΑΣΟΚ ή επί της ουσίας δεν υπήρξε συντονισμένη προσπάθεια προώθησης των ιδεών του ευρωκομμουνισμού στις πλατιές μάζες; 

Ταυτόχρονα, υπήρξαν λάθη και καθυστερήσεις που τα ίδια τα συνέδρια του ΚΚΕ έχουν εντοπίσει για εκείνη την περίοδο. Δεν είναι τυχαίο ότι στις δύο πρώτες αναμετρήσεις, του ’74 και του ’77, δεν υπήρξε αυτόνομη κάθοδος του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος, αλλά, αντίθετα -τη μια φορά μέσω της Ενωμένης Αριστεράς και την άλλη μέσω της συμμαχίας- επιχειρήθηκε να έρθει σε προτεραιότητα το πνεύμα ενότητας, που, πράγματι, ήταν πάρα πολύ σημαντικό - καταρχάς για την αντιμετώπιση της δικτατορίας και ύστερα για τα πρώτα μεγάλα αιτήματα και τις διακυβεύσεις για τον λαό. Πλην όμως αυτό δεν αρκούσε, διότι χανόταν χρόνος. Χάθηκε σημαντικός χρόνος στο να διαμορφωθεί ένα πραγματικό εκλογικό ρεύμα μέσα στον λαό που θα υπερασπιζόταν αυτές τις απόψεις, παρόλο που δημιουργήθηκε ένα ισχυρό ιδεολογικό ρεύμα σε κύκλους της διανόησης των φοιτητών και αλλού, το οποίο έδωσε πάρα πολλά -και πολιτισμικά και θεωρητικά- στην ελληνική κοινωνία, για δεκαετίες θα έλεγα. Όταν όμως ερχόταν πια ορμητικά το ΠΑΣΟΚ για να αναλάβει την εξουσία, αξιοποιώντας και αυτή την κατάσταση στην Αριστερά, δηλαδή την υπερίσχυση του δογματικού ρεύματος, και την εκλογική αδυναμία του ΚΚΕ Εσωτερικού, η εκλογική απήχηση αυτού του ρεύματος δεν μπορούσε να έχει τη ραχοκοκαλιά που θα χρειαζόταν για να σταθεί απέναντι στο επερχόμενο μήνυμα της Αλλαγής του Παπανδρέου.

Να σας θυμίσω ότι στήθηκαν δύο κάλπες το ’81, όχι μία. Στη μια κάλπη, για τις ευρωεκλογές, το ΚΚΕ Εσωτερικού πήρε 5,3% ή 5,4%. Στην άλλη πήρε, αν δεν κάνω λάθος, 1,37%, δηλαδή δεν είχαμε εκπροσώπηση στη Βουλή, ενώ μπορούσαμε να έχουμε και δύο ευρωβουλευτές στην Ευρωβουλή, το οποίο σημαίνει πως υπήρχε ήδη σχηματοποιημένος ο χώρος γύρω από το ρεύμα αυτών των απόψεων. Πλην όμως το πρόταγμα της αντιδεξιάς ρητορικής και της απομάκρυνσης από τη μετεμφυλιακή δεξιά παλιννόστηση ήταν πολύ πιο ισχυρό απέναντι στον αδύναμο μέσα στις λαϊκές τάξεις κοινωνικό και οργανωτικό ιστό του ΚΚΕ Εσωτερικού.

Πρόκειται όμως για θέμα που δεν ήταν οργανωτικό, είχε να κάνει με την πολύ μεγάλη καθυστέρηση, η οποία επίσης δεν ήταν τυχαία, στη βάση κάποιων προτεραιοτήτων και προταγμάτων της μεταπολιτευτικής περιόδου, που δεν λάμβαναν όσο έπρεπε υπ’ όψιν τους τον ορμητικό ριζοσπαστισμό της περιόδου.

Ποια είναι η κληρονομιά του 1968 σήμερα τόσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και στο επίπεδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ; 

Πιστεύω ότι η προσπάθεια που έγινε τότε και, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, βρήκε τη συνέχειά της και στον Συνασπισμό και σε άλλα ρεύματα και ομάδες στην ελληνική κοινωνία, που ανανεώθηκαν, μάλιστα, μέσα από τα αντιπαγκοσμιοποιητικά κινήματα των αρχών της εκατονταετίας που διανύουμε τώρα, δεν πήγε καθόλου χαμένη. Και δεν αναφέρομαι μόνο ούτε κυρίως στο ότι η πλειονότητα των στελεχών της σημερινής κυβέρνησης και του σημερινού κόμματος, του ΣΥΡΙΖΑ, προέρχεται, όπως είναι γνωστό, από αυτή τη μήτρα. Αναφέρομαι κυρίως σε απόψεις, σε ιδέες. Αναφέρομαι στην ουσία του δημοκρατικού δρόμου για τον σοσιαλισμό. Στη δυνατότητα να υπάρχει μια Αριστερά της ευθύνης, που να αναλαμβάνει σε πολύ δύσκολες συνθήκες τη διακυβέρνηση του τόπου. Αναφέρομαι στον ευρωπαϊκό ορίζοντα και στην επιμονή, μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες για την ταυτότητα και το μέλλον της ΕΕ, να δίνουμε τη μάχη με όρους πρωταγωνιστή και για το βαλκανικό περιβάλλον και για το μέλλον της Ευρώπης, έτσι ώστε αυτό που λέγαμε από παλιά «Ευρώπη των λαών» να μένει ζωντανό, κάτι πολύ δύσκολο, είναι όμως ο μόνος δρόμος που αφορά κοινά στις εργατικές και λαϊκές τάξεις στην Ευρώπη. Αναφέρομαι στο ισχυρό μέτωπο εναντίον του ρατσισμού, της μισαλλοδοξίας, του εθνικισμού, του ναζισμού - ενάντια σε όλα αυτά τα φαινόμενα, τα οποία έρχονται ξανά στην επιφάνεια στην Ευρώπη. Αναφέρομαι, εντέλει, στο ότι έμεινε ζωντανό ένα κίνημα κι ένας πολιτικός φορέας, την ίδια ώρα που εκφραστές της σοσιαλδημοκρατίας σε όλη την Ευρώπη, και ιδιαίτερα στη χώρα μας, κυριολεκτικά αυτοπαγιδεύτηκαν στην ταύτιση με τα νεοφιλελεύθερα δόγματα της δεκαετίας του ’90 τουλάχιστον και περιθωριοποιήθηκαν σημαντικά, αν δεν ακυρώθηκαν κιόλας σε κάποιο βαθμό.

Άρα, από πλευράς συνεισφοράς, αυτό το ρεύμα είχε και έχει δώσει πολλά. Βρίσκεται δε στη διαδικασία μιας μετάβασης και μιας ωρίμανσης, μαζί, βεβαίως, με την Αριστερά όπου Γης, επικοινωνεί με ρεύματα που υπήρξαν στη Λατινική Αμερική την τελευταία δεκαετία, γνωρίζοντας και νίκες και ήττες. Και, ασφαλώς, ενθαρρύνει αντίστοιχα ρεύματα και στο επίπεδο των ιδεών στον Νότο της Ευρώπης και αλλού. Η επιμονή, π.χ., της κυβέρνησής μας για μια κοινωνική ατζέντα της Ευρώπης, για ειρήνη στις αποσταθεροποιημένες περιοχές και για νομοθετικό έργο στον τομέα των ελευθεριών, των δικαιωμάτων, της σύγχρονης αντίληψης για τις σχέσεις και για όλα αυτά είναι απόρροια του εμβρυουλκού εκείνης της πορείας.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ