Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην προτεινόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος

Θανάσης Καραγιάννης
Θανάσης Καραγιάννης

Ο τρόπος ανάδειξης που προτείνει η κυβέρνηση, προκαλεί και πολλά πρακτικά πλην σοβαρά λειτουργικά προβλήματα-παρενέργειες

Του Θανάση Καραγιάννη


 Διαβάσαμε εσχάτως ότι η πρόταση της κυβέρνησης για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση, είναι, μετά τις τρεις μέχρι τώρα γνωστές άγονες ψηφοφορίες, να συνεχίζεται για τους επόμενους έξι μήνες και κάθε μήνα σχετική ψηφοφορία στη Βουλή (δηλαδή άλλες έξι ψηφοφορίες, σύνολο εννέα) και εάν δεν επιτευχθεί και πάλι πλειοψηφία 180 ψήφων, να ακολουθεί εκλογή απ’ ευθείας από το λαό.

      Αν και δυσκολεύομαι να πιστέψω όλα τα παραπάνω, θα πρέπει να πούμε κατ’ αρχάς ότι τα υπάρχοντα στις λεγόμενες δυτικές δημοκρατίες σύγχρονα πολιτειακά αντιπροσωπευτικά συστήματα, δεν είναι αποτέλεσμα τύχης, αλλά αποτέλεσμα πολιτειακών διεργασιών αιώνων. Για τούτο και η οποιαδήποτε τροποποίηση τους χρειάζεται και προσοχή και σοβαρότητα, αλλά το κυριότερο σωστή αντίληψη των συνθηκών και των συνεπειών που από αυτή προκύπτουν.  Το Σύνταγμα και το πολιτειακό σύστημα δεν θέλει  «σολομώντειες» λύσεις. Αντίθετα θέλει σωστές, σαφείς και λειτουργικές λύσεις που θα του επιτρέπουν να εκτελέσει το σκοπό του με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο.

     Για την κατά το δυνατόν δημοκρατική λοιπόν, λειτουργική και αποτελεσματική διακυβέρνηση μιας χώρας, όπως συμβαίνει παντού στον κόσμο, όλοι οι θεμελιώδεις νόμοι τους (συντάγματα) φροντίζουν ώστε η πραγματική εξουσία να εκπορεύεται από έναν πολιτειακό πόλο. Αυτόν που, ακριβώς επειδή ασκεί την πραγματική εξουσία, εκλέγεται με άμεση καθολική ψηφοφορία από το λαό, αποκτώντας έτσι πρωτογενή νομιμοποίηση στη λαϊκή βάση (αφού όλα γίνονται στο όνομα του λαού και για τον λαό). Τέτοιος πόλος εξουσίας μπορεί να είναι ο Πρόεδρος της δημοκρατίας στα Προεδρικά συστήματα (ΗΠΑ, Γαλλία κ.λ.π.) ή ο πρωθυπουργός στα Προεδρευόμενα συστήματα όπως είναι τα περισσότερα, μεταξύ των οποίων και το δικό μας. Επιφυλάσσοντας μ’ αυτόν τον τρόπο, σε έναν άλλο πολιτειακό πόλο, την εγγυητική και ρυθμιστική της δημοκρατίας λειτουργία. Κάτι δηλαδή σαν αντιστάθμισμα στην άσκηση της πραγματικής εξουσίας από ενδεχόμενη κατάχρησή της, και επασφάλιση των δημοκρατικών λειτουργιών. Τέτοιοι πόλοι εγγυητικοί της σωστής λειτουργίας του πολιτεύματος μπορεί να είναι: μία επί πλέον Βουλή (όπως η άνω Βουλή στη Γερμανία) ή Γερουσία (όπως στις ΗΠΑ και την Ιταλία) ή πλέον αυτών και Πρόεδρος της Δημοκρατίας (όπως στην Ιταλία και τη Γερμανία) ή και Βασιλιάς (όπως στην Αγγλία) ή μόνον Πρόεδρος (που προεδρεύει αλλά δεν κυβερνά) όπως στην Ελλάδα ή μόνον Βασιλιάς (που βασιλεύει αλλά δεν κυβερνά) όπως στην Ολλανδία, Σουηδία, Βέλγιο κ.λ.π..

       Όταν λοιπόν προβλέπεται, στα πλαίσια της δεύτερης ως άνω κατηγορίας πολιτευμάτων (προεδρευόμενες ή βασιλευόμενες δημοκρατίες), για την εγγυητική αυτή λειτουργία, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή Βασιλιάς, τότε αυτοί αναδεικνύονται με έμμεσο τρόπο ο πρώτος και κληρονομικώ δικαίω ο δεύτερος.

      Σίγουρα όμως δύο θεσμοί με την ίδια νομιμοποιητική βάση, άρα δύο πόλοι  εξουσίας σε ένα κράτος, δεν υπάρχουν για ευνόητους λόγους (δυαρχίας ή πολυαρχίας και άρα αναρχίας) πουθενά στον κόσμο.     

       Τη συσκευασία λοιπόν «δύο σε ένα» που προτείνει ο κ. Τσίπρας με την μίξη δύο διαφορετικών πολιτειακών συστημάτων σε ένα, δηλαδή στην αρχή ψηφοφορίες στη Βουλή που προσιδιάζουν στο ισχύον Προεδρευόμενο πολιτειακό σύστημά μας και μετά άμεση εκλογή απ’ ευθείας από το λαό που προσιδιάζει στα Προεδρικά πολιτειακά συστήματα, μόνο σαν ότι χειρότερο μπορούσε να προταθεί θα μπορούσα να την χαρακτηρίσω. Μπορεί να είναι η πλέον ενδεδειγμένη λύση για τα απορρυπαντικά, είναι όμως η πλέον ακατάλληλη για τα πολιτειακά συστήματα.

       Πέραν τούτων όμως ο τρόπος ανάδειξης που προτείνει η κυβέρνηση, προκαλεί και πολλά πρακτικά πλην σοβαρά λειτουργικά προβλήματα-παρενέργειες:

       Πώς θα μπορέσει π.χ. να «σταθεί» σαν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, εγγυητής δηλαδή του κοινοβουλευτικού μας συστήματος, ένας άνθρωπος που έχει καταψηφιστεί εννέα φορές από το Κοινοβούλιο και μετά ψηφίστηκε από το λαό και αντίστοιχα πώς θα συνεργαστεί ένα κοινοβούλιο με έναν ΠτΔ τον οποίο έχει καταψηφίσει ήδη εννέα φορές, ο οποίος όμως στη συνέχεια εκλέγεται πανηγυρικά από τον λαό;

       Διότι ας μην ξεχνάμε ότι, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε όλα του τα καθήκοντα, νομοθετικά, ρυθμιστικά, εγγυητικά της δημοκρατίας κ.λ.π., έχει να κάνει με το Κοινοβούλιο και τους βουλευτές και  όχι με τον κυρ-Κώστα τον συνταξιούχο και τη θεία μας την Ευλαμπία προσωπικά, όπως ίσως νομίζει ο κ. Τσίπρας. Και τούτο, όχι γιατί σνομπάρει τους απλούς ανθρώπους, αλλά  διότι η «δουλειά» του είναι να ασχολείται με τα «υψηλά» του κράτους και όχι με τα καθημερινά. Γι’ αυτά είναι η κυβέρνηση, με τους πενήντα τόσους υπουργούς και υφυπουργούς της και ολόκληρη η δημόσια διοίκηση. Για τούτο λοιπόν και ο ΠτΔ πρέπει να είναι αξιόλογη προσωπικότητα, που να μπορεί με τη στάση του να ενώσει το λαό και όχι να τον χωρίσει, να συμβάλει με τις γνώσεις του στην πρόοδο του κράτους και όχι στην παρακμή του. Γι’ αυτό, προφανώς επίσης, δεν είναι κατάλληλοι για ΠτΔ ο κυρ-Γιάννης ο μπακάλης και ο κυρ-Μήτσος ο μανάβης (τυχαία η αναγραφή των επαγγελμάτων), όπως προφανώς πιστεύει ο κ. Τσίπρας για τα «άνευ πτυχίου» λαϊκά παιδιά. Όχι φυσικά γιατί οι άνθρωποι είναι «άκυροι» (χωρίς κύρος δηλαδή),, αλλά διότι το κύρος τους εξικνείται μέχρι τα όρια της γειτονιάς τους άντε και του τοπικού διαμερίσματός τους. Ενώ ο ΠτΔ πρέπει να διαθέτει κύρος πανελλήνιο και σήμερα, ει δυνατόν, παγκόσμιο.   

      Όπως επίσης, δεν θα υπάρχει άραγε πρόβλημα με τη λαϊκή ετυμηγορία, εάν π.χ. ο λαός εκλέξει σήμερα ένα α’ Κοινοβούλιο και αμέσως μετά εκλέξει για Πρόεδρο ένα άτομο το οποίο έχει καταψηφιστεί, και μάλιστα εννιά φορές, από το ίδιο κοινοβούλιο;  

      Επί πλέον όμως η λύση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι και πρακτικά δυσεφάρμοστη, διότι δεν μπορεί η Βουλή να ασχολείται το ένα από τα  τέσσερά της χρόνια, με ψηφοφορίες για τον Πρόεδρο, ή το χειρότερο, και να ασχοληθεί επί ένα χρόνο η Βουλή και να χρειαστούν και εκλογές. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν ένα τέτοιο θέμα, που θα μπορούσε να λυθεί με μια ψηφοφορία με σχετική πλειοψηφία στη Βουλή να απασχολεί ολόκληρη τη χώρα (Βουλή και λαό) επί ενάμισυ χρόνο. Προφανώς η Βουλή έχει άλλα σοβαρότερα για να ασχοληθεί και δεν μπορεί η πολιτική ζωή του τόπου να γίνεται εν τοις πράγμασι «όμηρος» της προεδρικής εκλογής.  

       Και το πιο απλό, αλλά πιο ουσιαστικό απ’ όλα: Γιατί να γίνει όλη αυτή η ιστορία αφού ουσιαστικά είναι άνευ αντικειμένου (μια ακόμα Συριζαίϊκη φούσκα δηλαδή), και το όλο ζήτημα μπορεί να λυθεί με τον πιο απλό τρόπο: Στην τρίτη ψηφοφορία του Κοινοβουλίου να εκλέγεται Πρόεδρος με σχετική πλειοψηφία και τελείωσε. Η προσωπικότητα κάνει τον Πρόεδρο και όχι οι ψηφοφορίες. Χωρίς πρόκληση πολιτειακών προβλημάτων, χωρίς διενέργεια εκλογών, χωρίς περιττό ξόδεμα δημοσίων χρημάτων. Ούτως ή άλλως στο πολιτειακό μας σύστημα, όπως ήδη εκθέσαμε, ο Πρόεδρος έχει λίγες, εγγυητικές, ρυθμιστικές και περισσότερο….. διακοσμητικές αρμοδιότητες. Δεν έχει πλέον εξουσίες, αν και κατά το πρόσφατο δίδαγμα του Ιταλού Προέδρου Ματαρέλα, πρέπει να έχει κάποιες. Δεν πρέπει όμως, για ευνόητους λόγους, να έχει εξουσίες οι οποίες μπορούν να νοθεύσουν ή να αλλοιώσουν τον Προεδρευόμενο χαρακτήρα του πολιτεύματός μας, ούτε και υπερεξουσίες διάλυσης της Βουλής κ.λ.π.. Γιατί λοιπόν σε έναν τέτοιο πολιτειακό θεσμό,  θα πρέπει να προσδώσουμε πρωτογενή νομιμοποίηση, όμοια με αυτή που έχει ο πρωθυπουργός, ο οποίος και ασκεί την πραγματική εξουσία;

       Ο οποίος πρωθυπουργός μάλιστα προχθές, μετά την ΚΟ του Σύριζα στην οποία συζητήθηκε η αναθεώρηση του Συντάγματος, βγήκε και μας είπε ορθά-κοφτά ότι όσοι θέλουν να παραμείνει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο δεν είναι υπέρ της Δημοκρατίας αλλά υπέρ της Αριστοκρατίας!!! Παρ΄όλο που υπήρχε ένα τέτοιο είδος πολιτεύματος στην Αρχαία Ελλάδα, που χρονολογικά εμφανίστηκε μετά τη «Βασιλεία» και πριν την «Τυρρανία» (η «Δημοκρατία» εμφανίστηκε αμέσως μετά) ο κ. Τσίπρας προφανώς δεν αναφέρονταν σ’ αυτό, αλλά  εννοούσε ότι, αφού δεν θέλουμε να κάνουμε Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον κυρ-Γιάννη το μπακάλη και τον κυρ-Μήτσο το μανάβη, τα παιδιά δηλαδή του λαού που θα εκλέγονται και από τον λαό, αλλά θέλουμε καθηγητές πανεπιστημίου που εκλέγονται από τη Βουλή, «Αριστοκράτες» είμαστε, τι είμαστε! Κάτι σαν τους πάλαι ποτέ Κολωνακιώτες να πούμε, κι’ αφού δεν μας είπε και ξεπεσμένους αριστοκράτες πάλι καλά.

      [Βέβαια, πριν κλείσω δεν θα μπορούσα να μην σας εξομολογηθώ την πάσαν αλήθεια: προσωπικά και εντός μέσα μου, είμαι αναφανδόν υπέρ του κυρ-Μήτσου και του μπαρμπα-Γιάννη, αλλά φοβάμαι μήπως …. δεν μάθουν τα Αγγλικά τόσο γρήγορα και τόσο καλά όπως ο κ. Τσίπρας και … εκτεθούμε].


* Ο Θανάσης Καραγιάννης είναι δικηγόρος           

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ