'Ολα θα σε θυμίζουν... Αύγουστε!

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Η μέρα του τελείωσε. Στα χέρια κρατάει, έτοιμος, να μας αφήσει ένα χαρτί… Ένα χαρτί που γράφει τη δική του λύση, τη δική του ευχή για ένα κόσμο, μια εποχή που δεινοπαθεί. Ένα χαρτί που φέρνει από το παρελθόν, από την άξια πνευματική Ιστορία της Κρήτης μας , μηνύματα και μια συνταγή...


της Μαρίας Λιονάκη


Οι στιγμές τρεχάτες, βιαστικές σπρώχνουν η μία την άλλη σαν κακομαθημένα παιδιά, υπό την επιτήρηση του μπαμπά χρόνου και φεύγουν. Χωρίς να δώσουν λογαριασμό, εξήγηση σε κανένα. Φεύγουν αυστηρά, απόλυτα, νομοτελειακά.  «Είναι κάτι στιγμές, τρυφερές και λεπτές, σαν κλωστές τυλιγμένες σ' αδράχτι, σε γυρνούν απαλά, σε μεθούν σιωπηρά, σε γεμίζουν με πείσμα και άχτι… για όλα αυτά που ζητάς, για πολλά που πονάς, για το τίποτε μιας ευτυχίας…» όπως τραγούδησε ο Νίκος Παπάζογλου.

Ο Αύγουστος, πολλά υποσχόμενος νέος, εμφανίστηκε στην πόρτα του χρόνου, μέρες, στιγμές πριν.  Με τα καλά μας ρούχα, με την καλή μας διάθεση τον υποδεχτήκαμε…Τραβήξαμε άγκυρες και σαλπάραμε.Λύσαμε κάβους και ασκούς.  Δεν κλείσαμε τα αφτιά στο τραγούδι των σειρήνων, αφεθήκαμε με τα αφτιά  ανοιχτά  να το ακούσουμε…   Αφεθήκαμε  ελαφριοί , αμέριμνοι, γεμάτοι εμπιστοσύνη,  γεμάτοι από όνειρα και προσδοκίες, γεμάτοι από χαμόγελα   στο φύσημα του αέρα, στο φύσημα της ζωής, του Αυγούστου και του καλοκαιριού… Εμείς που έχουμε ταξιδέψει σε αμέτρητες τρικυμισμένες θάλασσες,  λογιών, λογιών, εμείς που ξέρουμε πάντα να σαλπάρουμε με κάθε καιρό, εμείς οι πάντα γελαστοί και γελασμένοι αυτού του κόσμου…  Εμείς  που έχουμε κρύψει στον κόρφο του μυαλού και της καρδιάς μας   τους στίχους του Καβάφη : «κι αν δεν μπορείς να κάμεις τη ζωή σου, όπως τη θέλεις τούτο προσπάθησε τουλάχιστον, όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις…»

Αύγουστος και κάποια νέα παιδιά, χρυσά παιδιά σηκώνουν στο Ρίο την περηφάνια  μιας πολύπαθης  χώρας στους  γυμνασμένους τους  ώμους. Η χρυσή νεολαία μας, αφού βάδισε  με αδιαμφισβήτητη επιτυχία το μοναχικό, ανηφορικό δρόμο της προσπάθειας,   ανεβαίνει στο βάθρο με τον ήλιο του Ελύτη λάμψη στα μάτια  και συγκινημένη τραγουδάει λιγότερο με  φωνή και περισσότερο με  ψυχή τους στίχους του Διονύσιου Σολωμού, ενώ η ελληνική σημαία γαλανόλευκη, περιστέρι ειρήνης,  ανεβαίνει σιγά, μα σταθερά στον ουρανό της γης… Σαν το θάρρος, το κουράγιο  ενός λαού που δεν πίστεψε ποτέ ότι αξίζει λιγότερα… Πόση αγαλλίαση, πόση ευτυχία, πόση περηφάνια, πόση δικαίωση μοιράστηκαν τόσες και τόσες ελληνικές ψυχές μαζί τους… Πόσο ανάγκη το είχε  αυτό  αυτή η εποχή που ζητά σε μεγάλο βαθμό εύκολους δρόμους και εύκολη χαρά, προβολή εμφάνισης, περιτυλίγματος, υλικών αγαθών   και όχι ουσίας, πνευματικών, πολιτιστικών αγαθών, αξιών. Πόση ανάγκη το είχε αυτή η εποχή, αυτή η χρονική στιγμή τον επαναπροσδιορισμό  αυτό των αξιών,  που ήρθε μες στον Αύγουστο, να θυμίσει  σε ορισμένους , ότι κάπου αλλού,  μακριά από τις φωτο προφίλ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παίζεται το αληθινό παιχνίδι αυτής της ζωής, άλλη είναι η Ιθάκη, από άλλη στόφα είναι φτιαγμένη η αληθινή χαρά,  που πλημμυρίζει κάθε κύτταρο  σώματος, κάθε χνούδι ψυχής…

Στο βάθρο όμως  του Αυγούστου δεν ανέβηκαν μόνο οι μαλαματένιοι αθλητές μας, αλλά και οι  μαλαματένιοι μαθητές … Των πανελληνίων εξετάσεων 2016.   Όσοι  είδαν το πρώτο τους όνειρο, την  ευχή, προσευχή  των γονιών τους να εκπληρώνεται, να παίρνει μορφή… Πόσα ξενύχτια, πόσος κόπος, πόσα «όχι» σε βόλτες, διασκέδαση, ύπνο , πόσο πείσμα, πόση δύναμη και προσπάθεια γι’ αυτό το ολιγόλεπτο  «ναι»  μιας στιγμής, της στιγμής εισαγωγής στην πολυπόθητη σχολή, όταν τα πρόσωπα φωτίστηκαν  από ένα χαμόγελο που έλεγε  πολλά:  «Ναι προσπάθησα πολύ, μα τα κατάφερα!»  Αυτές οι εικόνες , αυτό  το χαμόγελο ας είναι πρότυπο για τους επόμενους υποψήφιους  και μακάρι  να ζεστάνει τις καρδιές και των άλλων μαθητών που  δεν τα κατάφεραν τόσο  καλά, αλλά   πιο σοφοί, με περισσότερη εμπειρία  τώρα πρέπει να ξαναπιάσουν το όνειρο  από την αρχή,  από το μανίκι τη ζωή,  αφού  είναι ένας αγώνας, με επιτυχίες και αποτυχίες, με λάθη,  σωστά, με διάφορες ευκαιρίες  και τέλειος, αλάθητος  δεν είναι κανείς… Το πιο μεγάλο λάθος αυτής της ζωής είναι να λιποτακτείς…

Αύγουστος και στον πλανήτη μας  οι συμφορές πολλές… Πόλεμος, προσφυγιά, σεισμός… λέξεις μαύρες που ντρέπονται που υπάρχουν , που δακρύζουν κι  οι ίδιες μετρώντας τόσο ανθρώπινο πόνο… Πόνο που κατανοεί, μοιράζεται  κάθε άνθρωπος, κυρίως αυτός  που αντιμετωπίζει πόνο, αρρώστια, μόχθο, βάσανα και στη δική του ζωή…

Ο μήνας της θάλασσας, των διακοπών , υπαρκτών ή ανύπαρκτων, των ονείρων, εκπληρωμένων ή ανεκπλήρωτων,  ο μήνας του πιο όμορφου ηλιοβασιλέματος στέκει στην πόρτα έτοιμος να αποχαιρετήσει…  Η μέρα του τελείωσε. Στα χέρια κρατάει, έτοιμος, να μας αφήσει ένα χαρτί… Ένα χαρτί που γράφει τη δική του λύση, τη δική του ευχή για ένα κόσμο, μια εποχή  που δεινοπαθεί. Ένα χαρτί που φέρνει από το παρελθόν,  από την άξια πνευματική Ιστορία της Κρήτης  μας , μηνύματα και μια συνταγή... Ο Νίκος Καζαντζάκης, πνευματικός άνθρωπος,  συγγραφέας, ποιητής και φιλόσοφος , ασκητική μορφή,  απορροφημένος σε σκέψεις, σκυμμένος στο όμορφα σκαλισμένο   γραφείο του βουτάει στο μελάνι την πένα και γράφει  στο έργο  του: «Αναφορά στον Γκρέκο»   για τον κόσμο αυτό την παρακάτω συνταγή…

«Για  ν' αλλαξοστρατίσω  το νου μου, την άλλη μέρα, Κυριακή, την ώρα που χτυπούσαν οι καμπάνες κι οι χριστιανοί πήγαιναν στον Αϊ-Μηνά να λειτουργηθούν, κίνησα για άλλο εγώ προσκύνημα, να χαιρετήσω την Άγια Κρήτη, που τα χρόνια εκείνα είχε ξεθαφτεί από τα παμπάλαια χώματα της Κνωσού. [...]
         Δεξόζερβά μου αμπέλια κι ελιές, ακόμα δεν είχαν τρυγήσει, και τα σταφύλια κρέμουνταν βαριά κι ακουμπούσαν στη γης. Μύριζε ο αγέρας συκόφυλλο. Μια γριούλα πέρασε, στάθηκε, ανασήκωσε από το καλάθι που κρατούσε μερικά συκόφυλλα που το σκέπαζαν, διάλεξε και με φίλεψε  δυο σύκα.
         - Με γνωρίζεις, κυρά μου; τη ρώτησα.
         Με κοίταξε ξαφνιασμένη.
         - Όχι, παιδί μου· είναι ανάγκη να σε γνωρίζω για να σε φιλέψω; Άνθρωπος δεν είσαι; Άνθρωπος είμαι κι εγώ· δε φτάνει;»

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ