Όμορφη μέρα!

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Το τηλεφώνημα, κάλεσμα των φίλων για βόλτα ηχεί μέσα στην ηρεμία τη δική μου, του σπιτιού, εκκωφαντικό… Απαντώ με ένα «ναιιιι» μακρόσυρτο, σίγουρο, χωρίς καν να το σκεφτώ…

της Μαρίας Λιονάκη

Σάββατο πρωί και πρέπει να ξυπνήσω νωρίς.  9.00  η ώρα πρέπει να είμαι στον Αϊ Γιάννη, στο Εσπερινό Ενιαίο Λύκειο, με ανοιχτό μάτι, με καφέ της παρηγοριάς και δεν ξέρω πάλι πόση ώρα θα γυρίζω, γύρω γύρω όλοι με το αυτοκίνητο ,  στον άγνωστο για μένα  Αϊ Γιάννη, ώσπου να το βρω… Παίρνω τον πορτοκαλί  ντοσιέ του σεμιναρίου με τις φωτοτυπίες που δεν πρόλαβα να καλοδώ… Και λαδοκούλουρα  μπόλικα, που  πάντα μου πετυχαίνουν , σε ένα μεγάλο τάπερ ορθογώνιο, με λαχανί  σκέπασμα  , για το διάλειμμα, για το ρεφενέ κολατσιό…

Αργοπορημένη δέκα λεπτά έφτασα. Άνοιξα  βιαστική  τη δίφυλλη, μεγάλη, βαριά  πόρτα  της  αίθουσας πολλαπλών εκδηλώσεων, άνοιξα  και τη μυσταγωγία μιας αρχινισμένης διδασκαλίας. Ψέλλισα αμήχανη ένα καλημέρα, που ακούστηκε εκκωφαντικό και έψαχνα ανάμεσα στις ήδη σχηματισμένες ομάδες, τις διαφοροποιημένες σε σχέση με την προηγούμενη βδομάδα,  έψαχνα στην αίθουσα προορισμό. Έψαχνα   πού  είναι η θέση μου να καθίσω, καθώς ένιωθα άσχημα, έτσι που γύριζα αβέβαιη εντελώς…

Στον προτζέκτορα η διαφάνεια έγραφε: «Εκπαιδευτικές τεχνικές» που  εφαρμόζουμε στις διδασκαλίες που  κάνουν το μάθημα πιο ελκυστικό, πιο αποτελεσματικό,   μιας και το θέμα του τρέχοντος  σεμιναρίου είναι η « Εκπαίδευση ενηλίκων», οπότε η διερεύνηση ενός τέτοιου θέματος είναι θέμα πολύ βασικό. « Εισήγηση,  ερωτήσεις- απαντήσεις, διάλογος, ομάδες εργασίας, παιχνίδι ρόλων, καταιγισμός ιδεών…» μας έλεγε η μεγάλη μας δασκάλα, με τόνο φιλικό, αλλά και επιβλητικό, προσπαθώντας να εκμαιεύσει κι από μας τι είναι κάθε φορά στη διδασκαλία το πιο σωστό… Αργότερα ζήτησε  για να μάθουμε το χρόνο να διαχειριζόμαστε πιο αποτελεσματικά,  να  σχεδιάσουμε εμείς, ανά ομάδες ειδικοτήτων μια  διδασκαλία εικοσάλεπτη που θα παρουσιαστεί σε έτερο χρόνο, πιο μακρινό και θα έχει  στόχο γνώσεις, δεξιότητες και  στάσεις των μαθητών. Μέσα σε οχτώ  λεπτά, στο παρόν , έπρεπε να βρεθεί θέμα και προσχέδιο  βασικό   που θα το παρουσίαζε ο ένας,  της ομάδας μας ο εκπρόσωπος… Εγώ από προσωπική εμπειρία  αυτό που θέλω να σας πω είναι ότι, όταν ο ατρόμητος, ο αγέρωχος, ο άξιος εκπαιδευτικός αφήνει το ρόλο το γνώριμο του διδάσκοντα και γίνεται μαθητής, με ένα άλλο πιο μεγάλο δάσκαλο, εκπαιδευτικό  ως κριτή, οργανωτή και αξιολογητή,   τότε διακατέχεται συχνά  από αμηχανία, αβεβαιότητα, καμιά φορά και  από άγχος,  υπεύθυνο  και σίγουρα δημιουργικό…

Μέσα σ’ αυτόν, τον καταιγισμό πληροφοριών και εργασιών, με συγκεκριμένους χρόνους και προθεσμίες, στρέφομαι στον καφέ μου με ένα παράπονο ανεκπλήρωτου ύπνου εμφανές ,με  λίγο   στραμμένο  το βλέμμα έξω ,στο παράθυρο,  στη φύση που ήταν στην αίθουσά μας το πιο ανέμελο, φυσικό σκηνικό… Συννεφιασμένος,   ανάγλυφος ο  ουρανός,  δέντρα που ακροφαίνονταν, που τεντώνονταν να φτάσουν το στόχο τους, τον ουρανό,  ακινησία, ηρεμία,  μιας ζωής που συνεχίζεται, έτσι κι αλλιώς.  Η σκέψη μου απέδρασε και πήγε στο κείμενο του Καζαντζάκη και ταυτίστηκα  με το  Νικολιό,  όταν άκουγε  το δάσκαλο να μιλάει για οξείες και περισπωμένες. Η  φύση έμπαινε από το παράθυρο της τάξης ,  μέσα από την εικόνα και τη   μυρωδιά μιας ανθισμένης μανταρινιάς και το κελάηδημα ενός  πουλιού.  Τότε σήκωσε το δάχτυλο και φώναξε το Νικολιό : « Σώπα δάσκαλε, είπε, σώπα,  να ακούσουμε το πουλί!»

Το δεύτερο θέμα, ο δεύτερος χρόνος  του σεμιναρίου ήταν πιο ξεκούραστος, πιο ευχάριστος, πιο απρόβλεπτος.  Άσπρος σαν το πουκάμισο της δεύτερης μεγάλης δασκάλας μας, γλυκός σαν τις μπουκλίτσες των μαλλιών της που έπεφταν ανέμελα, που  με  χάρη στεφάνωναν το πρόσωπό της… Το θέμα επικεντρωνόταν στο ότι ακούμε με την καρδιά μας, μιλάμε με την καρδιά   μας, είμαστε αυθεντικοί, στο κυνήγι του ονείρου και του προσωπικού οράματος του καθενός, σε συνδυασμό με τις καθημερινές ασχολίες της ζωής μας και το επάγγελμά μας  κι εγώ στη ρομαντική διάθεση, στην αλήθεια   αυτού του θέματος   αφήνομαι να χαλαρώσω, να ξεκουραστώ…

Εντυπωσιαστήκαμε,  όταν συνειδητοποιήσαμε  ότι η φράση που λέμε όλοι τόσο   συχνά  « δεν γίνεται»  έχει  από τόσους σημαντικούς ανθρώπους καταρριφθεί, όσους έφτασαν,  προχώρησαν σε επιστημονικά ή αθλητικά επιτεύγματα, άρα  το καθετί γίνεται!  Όταν δε αργότερα καθίσαμε κυκλικά και θυμηθήκαμε ανθρώπους στη ζωή μας που μας ωφέλησαν, που μας βοήθησαν και κομμάτια της παιδικής μας ηλικίας  που μας έλειψαν, όπως το παιχνίδι στην αλάνα, ή  ένα πάρτυ εφηβικό,   τότε η ευαισθησία που βγήκε έφτασε στο ζενίθ,  ζέστανε το χειμωνιάτικο πρωινό. Ήρθαμε έτσι  όλοι πιο κοντά με ένα τρόπο απροσχεδίαστο,  μυστικό,  μαγικό, μοναδικό!  Οι σκέψεις, οι εμπειρίες  που μοιραστήκαμε ήταν δύσκολο να βγουν, να ειπωθούν, σκάλωναν  με συγκίνηση  στο λαιμό, μα είχαν την ομορφιά της ειλικρίνειας, κάτι βαθιά ανθρώπινο, συναισθηματικό, λυτρωτικό…

Απόγευμα της ίδιας ημέρας κι εγώ επιτρέπω στον εαυτό μου διατροφική παρασπονδία… Έχω ανακατέψει σε ένα μπολ μεγάλο, χρωματιστό,  πατατάκια με ρίγανη, τα αγαπημένα μου και γαριδάκια, ενθύμια παιδικής ηλικίας υπενθυμισμένης… Σπίτι πια,βλέπω ειδήσεις. Τον Τραμπ να ορκίζεται, μα με το μυαλό να ταξιδεύει,  για το τι βλέπω ακριβώς δεν ορκίζομαι…

Το τηλεφώνημα,  κάλεσμα των φίλων για βόλτα ηχεί μέσα στην ηρεμία τη δική μου, του σπιτιού,  εκκωφαντικό… Απαντώ με ένα «ναιιιι» μακρόσυρτο, σίγουρο, χωρίς καν να το σκεφτώ…

Σάββατο βραδάκι σε μια καφετέρια του Ηρακλείου,  σε ένα γεμάτο Ιστορία,   ενετικής εποχής ,  δρόμο στενό. Το περιβάλλον της  καφετέριας κλασικό, η διακόσμηση  παλιάς εποχής, αλλά διαχρονική. Κυριαρχούσαν οι πίνακες ζωγραφικής,  το ξύλο, το βελούδο, το γλυπτό.  Όλα αυτά  συνδυασμένα  με ξένη  μουσική  παρέπεμπαν  σε ταξίδι   νοσταλγικό, σε χώρο μακρινό, ρομαντικό… Τέσσερις φίλοι πετυχαίνουν ένα τραπεζάκι λίγο απομονωμένο, ακριανό. Χώνονται στην κόγχη της καφετέριας,  στην  κόγχη  μιας παρέας και ξεχνιούνται στη θαλπωρή της. Αμέριμνοι σαν παιδιά, ψάχνουν  να μονοπωλήσουν τη συζήτηση,  ψάχνουν  να έρθουν πιο κοντά,   ατάκα που θα φέρει γέλιο, ξέγνοιαστη στιγμή,  ξεκούραση, χαλάρωση συνδυασμένη με αγαπημένη γεύση, με  πηχτή  σοκολάτα και τσάι κανέλα με μήλο καυτό… Με βουτήματα  που κανείς δεν αντιστέκεται και κάνουν όλοι της κατανάλωσης το διαγωνισμό… Η Ρένα  γελάει, εξηγεί τα καμώματα του Λευτέρη, όταν βγήκαν για ψώνια, αυτόν τον καιρό τον εκπτωτικό… «Αγοράσαμε αυτή την μπλούζα την κυπαρισσί,  λέει και δείχνει,  μα ο Λευτέρης επέμενε να φύγουμε από το μαγαζί και να φοράει  την αγορασμένη μπλούζα! Δεν ήθελε καν να τη βγάλει στο ταμείο  για  να πληρώσουμε… Να το ταμπελάκι! έλεγε κι έδειχνε  στην έκπληκτη ταμία,  ενώ εγώ προσπαθούσα να τον συνετίσω,  μα δεν μπορούσα να σταματήσω και να  γελώ…»

Κι εγώ γελώ! Για την όμορφη παρέα, τη συντροφικότητα που μοιραζόμασταν.  Για όσα έμαθα, ένιωσα  σήμερα, μέσα στη διαφορετική,  πλούσια σε  εμπειρίες, συναισθήματα,   μέρα μου.  Για τη ζωή που είναι συνήθως  ρουτίνα,  υποχρεώσεις, συννεφιασμένος καιρός, ένα βουνό. Μα είναι και  ξέφωτο, πεδιάδα, με ανοιχτό ορίζοντα, προοπτική,  ουράνιο τόξο,   καλό καιρό. Που τη ζεις    με παλιούς φίλους, αλλά και   με νέες  γνωριμίες και  νέες ευχάριστες ασχολίες.   Όταν συναντάς για πρώτη φορά κάποιους   ανθρώπους, επικοινωνείς κι η σχέση σας φυτρώνει και βλασταίνει  σχεδόν  σε ένα  λεπτό!  Όταν αφήνεσαι στη ζεστασιά ,στη  συγκίνηση   του συναισθήματος. Στην ανακούφιση της ειλικρινούς αυτογνωσίας και   παραδοχής.  Του προσωπικού σου οράματος, του  χαρακτήρα σου,  των θετικών σου,  μα και των  αρνητικών. Όσων σε πλήγωσαν, μα και όσων  σε ευεργέτησαν.   Όταν ξεκλειδώνεσαι, τολμάς να  δεις, να παραδεχτείς. Όταν μαθαίνεις,   ταξιδεύεις, ονειρεύεσαι, γίνεσαι παιδί  και ξεχνιέσαι γελώντας, με ένα γέλιο πηγαίο,  αυθόρμητο, γνήσιο, λυτρωτικό. Γιατί  αυτό χρειαζόμαστε όλοι. Και… γίνεται!

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ