Αντιπαράθεση κυβέρνησης- αντιπολίτευσης για το νομοσχέδιο για τη δεύτερη ευκαιρία

Σε υψηλούς τόνους η αντιπαράθεση κυβέρνησης- αντιπολίτευσης κατά την συζήτηση επί της αρχής του σχεδίου νόμου του υπουργείου Οικονομικών «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας» στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.

   Όπως ανέφερε ο εισηγητής της πλειοψηφίας Θεόδωρος Ρουσόπουλος, το νομοσχέδιο αυτό διορθώνει θεαματικά τα προβλήματα για τη ρύθμιση οφειλών και την δυνατότητα μιας δεύτερης ευκαιρίας για την αποφυγή πλειστηριασμών, πρόκειται «για ένα άρτιο και εμπεριστατωμένο νομοθέτημα που επιλύει μια σειρά χρόνιων αβελτηριών, ενώ παράλληλα προχωρά σημαντικές μεταρρυθμίσεις».

   Ο εισηγητής της ΝΔ τόνισε πως το νομοσχέδιο αυτό εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, για την ανάταση της ελληνικής οικονομίας και επιδιώκει την εναρμόνιση της κοινωνικής δικαιοσύνης με την οικονομική αποτελεσματικότητα. Οι αρχές τους είναι η πρόληψη, η αντιμετώπιση και η επανεκκίνηση των υπερχρεωμένων οφειλετών, οι οποίοι «δεν θα χρειάζεται, πλέον, να διαβιούν υπό το βάρος των χρεών τους, ούτε να μετακυλούν τέτοιες υποχρεώσεις στα παιδιά τους. Αντιθέτως, θα έχουν τη δυνατότητα να απαλλαγούν πλήρως μέσω της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων τους, ώστε να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα».

    Το σχέδιο νόμου, υπογράμμισε ο κ. Ρουσόπουλος διαθέτει κοινωνική ευαισθησία για την προστασία των αδύναμων αλλά και την επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών.

   Αναφορικά με τα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ο εισηγητής της ΝΔ ανέφερε πως «θα μπορούν, να απευθυνθούν σε έναν νέο φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, ο οποίος θα αγοράζει το ακίνητό τους προτού αυτό βγει σε πλειστηριασμό. Οι άνθρωποι αυτοί θα παραμένουν στο σπίτι που θα έχαναν, για 12 έτη, καταβάλλοντας προς το φορέα ενοίκιο, ενώ θα διατηρούν το δικαίωμα επαναγοράς του. Επιπλέον, οι ευάλωτοι οφειλέτες θα δικαιούνται στεγαστικού επιδόματος, το οποίο θα καλύπτει σημαντικό μέρος του μισθώματος και θα παρέχει ουσιαστική ελάφρυνση της μηνιαίας επιβάρυνσης τους. Έτσι μία οικογένεια που με μαθηματική ακρίβεια θα βρισκόταν είτε άστεγη ή αναζητώντας νέα κατοικία στην οποία θα πλήρωνε ενοίκιο χωρίς επιδότηση, θα διασφαλίζει την παραμονή της με ένα ενοίκιο που ελαφρύνεται κατά πολύ από την προαναφερθείσα κρατική επιδότηση. Η επιδότηση ξεκινά από τα 70 ευρώ και φτάνει έως τα 210 ευρώ μηνιαίως».

   

   Αξιωματική αντιπολίτευση

   Στον αντίποδα, η εισηγήτρια της μειοψηφίας Έφη Αχτσιόγλου ανέφερε πως «πυξίδα της κυβέρνησης είναι η εξυπηρέτησης των τραπεζών» και δεν προσφέρει «καμία προστασία της πρώτης κατοικίας». Η κυβέρνηση είπε «καταργεί κάθε ευκαιρία σε όποιον πολίτη χρωστάει να σταθεί στα πόδια του, να εξελιχθεί, να ασκήσει το επάγγελμά του», «δεν βλέπει την οικονομική ρίζα του προβλήματος τής υπερχρέωσης των νοικοκυριών, αλλά μόνο στρατηγικούς κακοπληρωτές. Δεν "διαβάζει" τι έχει συμβεί με τις τράπεζες όλη την περίοδο της κρίσης. Δεν βλέπει τη νέα κρίση που έχει ξεσπάσει και την ανάγκη διευρυμένης κοινωνικής προστασίας. Θέτει ως πρώτη και κύρια προτεραιότητα τη ρευστοποίηση των περιουσιών και την ικανοποίηση των απαιτήσεων των τραπεζών».

   Η κ. Αχτσιόγλου απέρριψε το νομοσχέδιο λέγοντας ότι «όχι απλά δεν σταθμίζει τις αντικρουόμενες ανάγκες πιστωτών και οφειλετών, αλλά βλέπει μόνο την όψη της μίας πλευράς, αυτής των τραπεζών». Υπογράμμισε πως με τις διατάξεις που εισάγονται «οτιδήποτε αποκτήσει ο πτωχευμένος πολίτης και μετά την κήρυξη της πτώχευσης, στο βαθμό που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσής του, οι οποίες ορίζονται περίπου στα 611 ευρώ το μήνα για ένα άτομο, δεν του ανήκει αλλά θα πηγαίνει προς ικανοποίηση των πιστωτών».

   Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας, υποστήριξε ότι «καταργείται κάθε προστασία της» , ενώ «ακόμη και για τον ευάλωτο οφειλέτη δεν προβλέπεται σε καμία περίπτωση προστασία της κύριας κατοικίας του. Και ο ευάλωτος οφειλέτης θα χάνει το σπίτι του. Παύει να είναι ιδιοκτήτης. Την κυριότητα του σπιτιού την αποκτά ένας ιδιωτικός φορέας, ένα fund δηλαδή που συνδέεται με την τράπεζα».

   Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε το σχέδιο νόμου «εκτός τόπου και χρόνου και μακριά από τις κοινωνικές ανάγκες|. «Δεν έρχεται να αντιμετωπίσει τις ειδικές ανάγκες και πρόνοια που πρέπει να υπάρχει για τον άνθρωπο που έχασε τη δουλειά του, του μικρού επιχειρηματία που κατακρημνίστηκε ο τζίρος του εν μέσω πανδημικής κρίσης και σωρεύει χρέη, του εργαζόμενου που μειώθηκε ο μισθός του ραγδαία» σημείωσε.

   

   Ελάσσων αντιπολίτευση

   Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ Μιχάλης Κατρίνης, από τη δική του πλευρά, ανέφερε πως «συζητάμε για τον νέο Πτωχευτικό και την υποχρέωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, χωρίς να υφίσταται αναστολή πλειστηριασμών και χωρίς να υπάρχουν στοιχεία για το πόσοι έχουν ρυθμίσει τα δάνειά τους μέσω της πλατφόρμας της "Γέφυρας" για να διασώσουν την κύρια κατοικίας τους». Αναγνώρισε «την ανάγκη ενός σύγχρονου πλαισίου» αλλά όπως υποστήριξε με το αυτό το σχέδιο νόμου «δεν θεσπίζονται εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης, στέλνει τις επιχειρήσεις στα επιμελητήρια χωρίς κατάλληλη προετοιμασία, χωρίς να διασφαλίζει συμβουλευτικές υπηρεσίες, κυρίως όμως χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων στη χώρα δεν διαθέτει τους απαιτούμενους πόρους για να αντέξει το υψηλό κόστος της αναδιάρθρωσης».

   Ο κ. Κατρίνης επέκρινε την κυβέρνηση ότι με το παρόν νομοσχέδιο «βάζει ταφόπλακα στο νόμο Κατσέλη» ενώ κατηγόρησε το οικονομικό επιτελείο ότι με το πρόγραμμα "Γέφυρα" πιστεύει πως «οι δανειολήπτες των οποίων τα σπίτια οδηγούνται σε πλειστηριασμό θα βρουν δια μαγείας τα χρήματα για να καταβάλλουν εφάπαξ το 2,5-5% του συνολικού τους δανείου όπως τους ζητούν οι τράπεζες». Προσέθεσε πως με τον νέο Πτωχευτικό καταργείται η έννοια της δικαστικής προστασίας του "νόμου Κατσέλη" που οι δίκες τους εκκρεμούν, «επιτρέπει στους πιστωτές να μην κάνουν καν πρόταση ρύθμισης, δεν αξιολογεί τα πραγματικά δεδομένα, ενώ και οι 240 δόσεις θα είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας των προτάσεων που θα κάνουν οι τράπεζες»

   Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα ανέφερε πως το κόμμα της θα καταψηφίσει το νομοσχέδιο καθώς «οι αλλαγές που έρχονται στον Πτωχευτικό Κώδικα εντάσσονται σε ένα συνολικότερο πλαίσιο βαθιά αντιλαϊκών ρυθμίσεων που προωθεί η κυβέρνηση, όπου μαζί με το σχέδιο "Γέφυρα" και τις επερχόμενες αλλαγές στον λεγόμενο "νόμο Κατσέλη" που πρόκειται να καταθέσει τις επόμενες μέρες το υπουργείο Δικαιοσύνης, ουσιαστικά, βάζουν οριστική ταφόπλακα στα όποια απομεινάρια δικαστικής προστασίας της πρώτης κατοικίας της λαϊκής οικογένειας».

   Είπε ότι το νομοσχέδιο είναι προϊόν «παζαριών και διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς για να διαχειριστεί το ζήτημα των «κόκκινων δανείων» λύνοντας τα χέρια των τραπεζών και των funds να «σφίξουν τη θηλιά» στο λαιμό του λαού». Χαρακτήρισε πρόκληση τις «διάφορες αναλύσεις περί μπαταχτσήδες και στρατηγικών κακοπληρωτών όταν ο λαός χειμάζεται από την αντιλαϊκή πολιτική, την κρίση, την πανδημία και κάθε είδους άλλες καταστροφές» και υποστήριξε ότι κεντρικός στόχος του νομοσχεδίου είναι η επιτάχυνση της αποπληρωμής των υποχρεώσεων των μισθωτών, συνταξιούχων, των αυτοαπασχολουμένων και όχι η διευκόλυνσή τους. «Είναι προκλητικό να μιλάμε για "δεύτερη ευκαιρία" αφού αυτοί που θα προστατευτούν θα είναι μια ελάχιστη μερίδα, των λεγόμενων ευάλωτων οφειλετών» είπε ενώ μεταξύ άλλων σημείωσε ότι «παγιώνονται οι έννοιες των ελάχιστων δαπανών διαβίωσης» ότι έχει «προκλητικές και απαράδεκτες ρυθμίσεις για τα εισοδήματα» ενώ «επιτρέπει στις τράπεζες να φτιάχνουν το δικό τους υπολογιστικό εργαλείο για τις ρυθμίσεις των εξωδικαστικών διαπραγματεύσεων» και «ο φορέας που θα διαχειρίζεται τη λαϊκή κατοικία θα είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου». Δηλαδή, το δημόσιο παραχωρεί αυτά τα καθήκοντα σε τράπεζες και μονοπώλια», επισήμανε η κ. Κομνηνάκα.

   Σειρά αντιρρήσεων εξέφρασε και ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Βασίλης Βιλιάρδος, υποστηρίζοντας πως «πρόκειται για ένα κάκιστο σχέδιο νόμου». «Καμία σημαντική τομή στο πτωχευτικό δίκαιο, ενώ το χειρότερο είναι ότι δρομολογεί επίσημα το τέλος της προστασίας της πρώτης κατοικίας. Δυστυχώς, οι θετικές ρυθμίσεις του είναι απειροελάχιστες» ανέφερε. Χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ετεροβαρές σε σχέση με τις «καταχρηστικές συμπεριφορές των τραπεζών» λέγοντας:  «Δεν προβλέπεται τίποτα για την περίπτωση που η παύση πληρωμών οφείλεται σε ανωτέρα βία. Θεωρεί συλλήβδην κάθε οφειλέτη ως κακόπιστο και κακοπληρωτή. Δεν έχει καμία πραγματική ρύθμιση δεύτερης ευκαιρίας των οφειλετών, όπως θα ήταν το σβήσιμο τους, για παράδειγμα, από τον Τειρεσία», ενώ «το χειρότερο σημείο πάντως στο σχέδιο νόμου είναι το δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου, που αναφέρεται στην κήρυξη της πτώχευσης ρυθμίσεις που είναι πραγματικά εξοργιστικές, τόσο για τους πολίτες, όσο και για οποιαδήποτε ευνομούμενη πολιτεία» .Με το νομοσχέδιο αυτό προσέθεσε, «όχι μόνο, τελειώνει ουσιαστικά η προστασία της κύριας κατοικίας των οφειλετών, αλλά οι περιουσίες τους θα διαχειρίζονται από ένα νομικό πρόσωπο του ιδιωτικού τομέα, από το οποίο θα τα νοικιάζουν». «Δεν πρόκειται δυστυχώς για καμία δεύτερη ευκαιρία».

   Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25

Κρίτων Αρσένης ανάφερε πως το νομοσχέδιο δεν αποτελεί δεύτερη ευκαιρία. «Είναι ένα νομοσχέδιο ρευστοποίησης της παραγωγικής δραστηριότητας στη χώρα μας και αποεπένδυσης. Εμείς το καταψηφίζουμε, θεωρώντας ότι αποτελεί πραγματικά ένα colpo grosso της κυβέρνησης, που χαρίζει στις τράπεζες τις πτωχευμένες επιχειρήσει». Η μόνη χώρα που υπάρχει αυτό το μοντέλο, ανέφερε ο Κρίτων Αρσένης «είναι η Ουγγαρία του κυρίου Όρμπαν». «Τιμωρεί τους ελεύθερους επαγγελματίες ορίζοντας ότι όταν πτωχεύουν θα δημεύεται η περιουσία τους χωρίς να απομειώνεται η οφειλή τους . Αν θέλετε να δώσετε πραγματικά μια δεύτερη ευκαιρία, εεπιτρέψτε να γίνονται αξιοπρεπείς διακανονισμοί» τόνισε ο βουλευτής.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ