Φθηνή, καθαρή και παραγόμενη στην Ελλάδα, ενέργεια από Ανανεώσιμες Πηγές

Ενεργειακές κρίσεις συνέβαιναν  και όταν δεν υπήρχε πράσινη μετάβαση, αφού παρόμοια φαινόμενα έχει ξαναζήσει η Ευρώπη με τον ΟΠΕΚ και το πετρέλαιο από τη δεκαετία του 1970 και μετά, πολλές φορές

Του Μανώλη Μαραγκουδάκη*

Η σημερινή ενεργειακή κρίση είναι η εκδήλωση του συνδυασμού δύο βασικών δομικών αδυναμιών: πρώτον, της εξάρτησης της Ευρώπης από ένα ολιγοπωλιακό εισαγόμενο προϊόν, το φυσικό αέριο, και δεύτερο και σημαντικότερο, της πολύ μεγάλης υστέρησης στη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό της μείγμα. Για γεωπολιτικούς λόγους, αλλά και εξαιτίας επιμέρους εθνικών συμφερόντων εντός της Ε.Ε, αφέθηκε η ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά ευάλωτη στις διαθέσεις τρίτων χωρών, αντί να θωρακιστεί επιταχύνοντας την αξιοποίηση φθηνής, ανεξάντλητης, καθαρής και παραγόμενης επί ευρωπαϊκού εδάφους ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τόσο σε επίπεδο εγκατεστημένης ισχύος όσο και σε επίπεδο συμπληρωματικών στρατηγικών επιλογών, όπως είναι η αποθήκευση ενέργειας και οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χώρα μας, παρότι όλα τα επίσημα κείμενα εθνικής ενεργειακής πολιτικής τόνιζαν εδώ και χρόνια την ανάγκη ταχύρρυθμης υλοποίησης αποθηκευτικών σταθμών, και μάλιστα στον χρονικό ορίζοντα του 2020 και 2025, και μολονότι ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 είχαν αναληφθεί στον τομέα της αποθήκευσης επενδυτικές προσπάθειες που στη συνέχεια ωρίμασαν αδειοδοτικά, το θέμα της αποθήκευσης ενέργειας δεν αποτέλεσε δυστυχώς μέχρι πρότινος στρατηγική προτεραιότητα για τη χώρα μας. Είναι ωστόσο, μαθηματικά επιβεβαιωμένο ότι το ενεργειακό κόστος στη χώρα μας θα ήταν πολύ χαμηλότερο αν είχαμε ακολουθήσει διαφορετικές επιλογές την τελευταία δεκαετία. Για παράδειγμα, η λειτουργία ενός αντλησιοταμιευτικού σταθμού μεγάλης κλίμακας , όπως π.χ. αυτός της Αμφιλοχίας ( 680 MW)θα ισοδυναμούσε σήμερα με μία ετήσια εξοικονόμηση πόρων για το ηλεκτρικό σύστημα και την εθνική οικονομία πάνω από 200 εκατ. ευρώ ανά έτος. 

Επίσης οι επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής και της αποθήκευσης συγκεκριμένων τεχνολογιών καθαρής ενέργειας ( υδροηλεκτρικά, αντλησιοταμίευση, χερσαία και θαλάσσια αιολικά) είναι πολύ σημαντικές γιατί προσφέρουν υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία και πολλαπλασιαστική επίδραση στην οικονομία, γιατί αυτές δημιουργού χιλιάδες νέες και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας και όχι τα υπέρογκα εμβάσματα σε πολύτιμο συνάλλαγμα, σε χώρες-παραγωγούς ορυκτών καυσίμων. Ακόμα και τώρα, όμως, που τα γεγονότα αποδεικνύουν πέρα πάσης αμφιβολίας το τι συμβαίνει, οι κατ’ εξοχήν υπεύθυνοι για την ενεργειακή κρίση προσπαθούν να προσανατολίσουν τη συζήτηση, επιρρίπτοντας δήθεν ευθύνες στην πράσινη μετάβαση, προκριμένου να παρατείνουν την παραμονή τους σε θέση ισχύος, πράγμα που τους επιτρέπει να χειραγωγούν τα κόστη ενέργειας. 

Υπενθυμίζεται ότι οι ενεργειακές κρίσεις συνέβαιναν  και όταν δεν υπήρχε πράσινη μετάβαση, αφού παρόμοια φαινόμενα έχει ξαναζήσει η Ευρώπη με τον ΟΠΕΚ και το πετρέλαιο από τη δεκαετία του 1970 και μετά, πολλές φορές Επίσης και χώρες που δεν είναι μέλη της Ε.Ε- δηλαδή δεν βρίσκονται σε διαδικασία πράσινης μετάβασης- βιώνουν ακραίες ενεργειακές κρίσεις λόγω του φυσικού αερίου, γεγονός που καταδεικνύει ότι είναι άλλοι οι λόγοι που πυροδοτούν την ενεργειακή κρίση και όχι η πράσινη μετάβαση.

Όμως αν υπάρχει κάτι που οι κυβερνήσεις δεν έχουν ακόμα εξηγήσει επαρκώς στους καταναλωτές είναι ότι όσο αυξάνεται η συμμετοχή των Α.Π.Ε στο ενεργειακό μείγμα, τόσο μειώνεται το κόστος της παραγωγής. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι τις ημέρες που φυσάει και λειτουργούν στο φουλ τα αιολικά πάρκα, οι τιμές της ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά υποχωρούν άνω του 30%. Επίσης οι κυβερνήσεις δεν έχουν εξηγήσει στους καταναλωτές ότι είναι οι πόροι που συγκεντρώνονται από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και από το κόστος των ρύπων αυτοί που χρηματοδοτούν τις επιδοτήσεις στους λογαριασμούς των νοικοκυριών εν μέσω της ενεργειακής κρίσης που τα ορυκτά καύσιμα προκάλεσαν.  Αντιθέτως, ακούγεται η μισή αλήθεια, ότι δηλαδή είναι υψηλό το κόστος των δικαιωμάτων CO2 που καλείται να επωμισθεί η Ευρώπη, αλλά αποκρύπτεται η άλλη μισή, ότι οι πόροι αυτοί που καταβάλλονται από όλους στην Ευρώπη εισπράττονται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες και αποφασίζουν το πως θα αναδιανεμηθούν. 

Πρόκειται δηλαδή για χρήματα που μένουν στην Ευρώπη, σε αντίθεση με τα μεγάλα ποσά που πληρώνουν όλοι οι κάτοικοι της Ευρώπης για να εισάγουν πανάκριβα και ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, όπως είναι το φυσικό αέριο. 

Συμπερασματικά, η παρούσα κατάσταση στην αγορά ενέργειας, όσο σοκαριστική κι αν είναι, αποτελεί δυστυχώς μια απόλυτα προδιαγεγραμμένη εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία εξέλιξη της ενεργειακής υποτέλειας,  τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και κυρίως σε εθνικό επίπεδο, η οποία θα αλλάξει μόνο όταν αλλάξει άρδην η παράλογη για τα εθνικά συμφέροντα και την εθνική ασφάλεια ενεργειακή πολιτική και βασισθεί η χώρα σε αυτά που διαθέτει σε αφθονία και σε αρμονία με το περιβάλλον: Φθηνή καθαρή ενέργεια από Ανανεώσιμες Πηγές.

 

*Ο κ. Μανώλης Μαραγκουδάκης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ

                   


 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ