Σκέψεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος

Πέτρος Ι. Μηλιαράκης
Πέτρος Ι. Μηλιαράκης

Η φιλολογία αναφορικώς με την αναθεώρηση του Συντάγματος στην εποχή πλουραλισμού των ΜΜΕ και κοινωνικής δικτύωσης, είναι δυνατόν να συμπαρασύρει σε προδήλως ανεπίδεκτους νομικής εκτίμησης ισχυρισμούς

 

του Πέτρου Μηλιαράκη*


ΤΟΥΤΕΣ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ που συμπίπτουν με το Δεκαπενταύγουστο και τις τιμητικές εκδηλώσεις για την Κοίμηση της Θεοτόκου αλλά και με την κατά το μάλλον και μάλλον προσφυγή του Λαού μας στην αποφόρτιση των θερινών διακοπών, ο πολιτικός λόγος πρέπει να είναι ήρεμος, έλλογος και πρωτίστως συναινετικός.

            Επειδή δε τα της αναθεώρησης του Συντάγματος, δεν μπορεί παρά να προκύψουν συντόμως, το παρόν κείμενο με επιγραμματικό λόγο εστιάζει στα παρακάτω:

            Το συνταγματικό δίκαιο δεν έχει απλώς τυπική κανονιστική ιδιότητα, αλλά και ουσιαστική κοινωνική αποστολή, καθόσον αποτελεί με τη θέσπιση και οργάνωση των κανόνων του, το οργανικό στοιχείο μιας συγκεκριμένης κοινωνικής πραγματικότητας. Δηλαδή το συνταγματικό δίκαιο, κατά κανόνα, αντιστοιχεί προς ένα δεδομένο πλέγμα κοινωνικών σχέσεων τις οποίες ταυτοχρόνως εκφράζει και ρυθμίζει.

            Σε τελευταία ανάλυση με τους κανόνες του συντακτικού νομοθέτη διαμορφώνεται ένας «νομικοπολιτικός καταναγκασμός». Ωστόσο, η κοινωνία δεν αφορά «στατικό φαινόμενο» και μάλιστα στην παρούσα ψηφιακή εποχή της παγκοσμιοποίησης. Συνεπώς, χωρίς (επουδενί) να «κλονίζεται» τόσο η μορφή του πολιτεύματος όσο και ο «σκληρός πυρήνας» της συνταγματικής τάξης (που αφορά στις μη αναθεωρητέες διατάξεις), η προβλεπόμενη αναθεώρηση είναι επιβεβλημένη.

            Ο Προκόπης Παυλόπουλος πριν του ανατεθεί ο θεσμικός ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ), εγκαίρως έχει επισημάνει (1): «ότι το Σύνταγμά μας, το πιο δημοκρατικό και το πιο μακρόβιο που γνώρισε ο Τόπος, αντέχει στο χρόνο και στηρίζει με ασφάλεια, ως αξιόπιστη θεσμική αντηρίδα, το οριστικό πέρασμα της Χώρας στην ομαλή δημοκρατική ζωή και πορεία.»

            Η προαναφερόμενη θέση του ΠτΔ, δεν μπορεί να αντικρουσθεί, καθόσον αποδεικνύεται ότι ιστορικώς είναι ορθή. Η επιβαλλόμενη δε αναθεώρηση, απαιτεί ψύχραιμη προσέγγιση, ακριβώς για να διατηρηθεί «το οριστικό πέρασμα της Χώρας στην ομαλή δημοκρατική ζωή και πορεία».

  • οι επιβαλλόμενες ρυθμίσεις

            Χωρίς να παραγνωρίζεται η ιδιαίτερη ευαισθησία και επιστημονική επάρκεια όσων από την επιστημονική κοινότητα ασχοληθούν με το αντικείμενο, προς αποφυγή αφόρητων πλεονασμών-βερμπαλισμών, θα πρέπει, η προβληματική περί την αναθεώρηση να επικεντρωθεί στα εξής κυρίαρχα θέματα:

1) Στην κατάργηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, κατά το μέρος που αφορά στην ποινική ευθύνη των Υπουργών και όσων γενικώς διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης (βλ. σχετικώς για τη ρύθμιση και το άρθρο 49 παρ. 3 του Συντάγματος).

2) Στην καθιέρωση πάγιου εκλογικού συστήματος του οποίου οι βασικοί κανόνες δεν θα επιτρέπουν στον εκάστοτε Κοινό Νομοθέτη να ιδρύει κατά το δοκούν τους όρους συγκρότησης του Νομοθετικού Σώματος, και συνεπώς της Κυβέρνησης. (Επόμενο είναι, Νόμος να ορίζει λειτουργικές λεπτομέρειες). Και

3) Στη συγκρότηση ευρύτερου «Εκλεκτορικού Σώματος» που θα αναδεικνύει δεσμευτικώς τους επικεφαλείς της Δικαιοσύνης.

Τα προαναφερόμενα «3» σημεία αφορούν, κατά τη γνώμη του γράφοντος, κύριες παρεμβάσεις στο πολιτικό και δικαιοδοτικό σύστημα. Ωστόσο, στις δυνατότητες που παρέχει το παρόν περίγραμμα, αναγκαία είναι και η τοποθέτηση αναφορικώς με τον τρόπο ανάδειξης  του ΠτΔ.

  • η ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας

            Κρίσιμο ζήτημα (που φιλολογείται μάλιστα ευρέως), είναι και η αναθεώρηση των συνταγματικών κανόνων αναφορικώς με την ανάδειξη του ΠτΔ. Στο κρίσιμο αυτό ζήτημα μπορούν με σεβασμό στο μορφή του πολιτεύματος να υποστηριχθούν τα εξής:

            Αρχικώς επισημειώνεται ότι μια τέτοια αναθεώρηση δεν είναι αναγκαία. Ωστόσο με αναθεώρηση των σχετικών συνταγματικών κανόνων μπορεί να προβλέπεται προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, όταν καταστεί ανέφικτη η εκλογή του ΠτΔ μέσω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Στη διαδικασία αυτή, μπορεί να θεσμοθετηθεί ρύθμιση, ώστε να μην διαλύεται η Βουλή, αλλά να επακολουθεί προσφυγή στο Εκλογικό Σώμα  μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων της κοινοβουλευτικής διαδικασίας –υποψηφίων που υποχρεωτικώς τα κόμματα του Κοινοβουλίου πρέπει να υποδεικνύουν. Υπ’ όψιν δε ότι, κατά τη γνώμη του γράφοντος, η διαδικασία αυτή, της προσφυγής δηλαδή στο Εκλογικό Σώμα, εάν εξ ανάγκης προκύψει, δεν αναιρεί τη μορφή του πολιτεύματος. Και τούτο γιατί: α) δεν μπορεί να υπάρξει άλλη υποψηφιότητα πέραν των όσων εκ του Κοινοβουλίου θα έχουν προκύψει και β) γιατί δεν θα είναι αναγκαία η προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία, εφόσον εκλεγεί από το Κοινοβούλιο ΠτΔ.

            Όπως, όμως, αρχικώς επισημαίνεται «μια τέτοια αναθεώρηση» δεν είναι αναγκαία. Και τούτο γιατί είτε θα επιβάλλει «συντακτική πράξη» (όπερ αδύνατο), είτε μπορεί να συμπαρασύρει η εκδοχή προσφυγής στο λαό για την ανάδειξη του ΠτΔ σε «κομματικούς ανταγωνισμούς». Ωστόσο, πρέπει να προκριματίζεται ότι οι πρόνοιες των υφιστάμενων συνταγματικών κανόνων για την ανάδειξη του ΠτΔ αποσκοπούν στην πολιτική συναίνεση, ώστε το Κοινοβούλιο να αναδεικνύει τον ΠτΔ. Υπ’ όψιν δε ότι για την εκλογή του ΠτΔ η πολιτική συναίνεση αφορά αναγκαία προϋπόθεση τόσο για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος όσο και για το κύρος τους Θεσμού.

  • υπ’ όψιν και τα εξής:

            Η φιλολογία αναφορικώς με την αναθεώρηση του Συντάγματος στην εποχή πλουραλισμού των ΜΜΕ και κοινωνικής δικτύωσης, είναι δυνατόν να συμπαρασύρει σε προδήλως ανεπίδεκτους νομικής εκτίμησης ισχυρισμούς, και σε εν γένει απόψεις που θα χαρακτηρίζονται από ακατάσχετο λαϊκισμό. Ένα «τέτοιο θέμα» που μπορεί να προκύψει είναι και ο «τυπικός διαχωρισμός»… «Εκκλησίας και Κράτους».

            Ο γράφων υποστηρίζει ότι μια τέτοια εκδοχή «περί του διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας», πέραν του ότι, για τους εγκρατείς του συνταγματικού δικαίου, ήδη υφίσταται αυτός «ο τυπικός διαχωρισμός», αφορά «αντίληψη»  έξω και πέραν των προτεραιοτήτων της κοινωνίας. Θα έχει δε επίφαση «αριστερού λόγου» γιατί θα πρέπει να υπάρξει «ανταπόδειξη» στο πού δεν υφίσταται αυτός ο τυπικός διαχωρισμός. Εκτός και εάν εννοείται η ακύρωση της μισθοδοσίας των κληρικών από το κράτος, οπότε μόνο πολιτικά αφελείς μπορούν να ανοίξουν ένα τέτοιο ασκό του Αιόλου!

            Σε κάθε περίπτωση, πέραν των προεκτεθέντων, κατακλείδα του παρόντος κειμένου είναι η θέση ότι: ανεξαρτήτως των πολιτικών εξελίξεων εθνικά επιβαλλόμενη είναι η ανάδειξη και πάλι του Προκόπη Παυλόπουλου στο αξίωμα του ΠτΔ.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ:

(1)       Βλ.Π.Παυλόπουλος, Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΟΣ –Υπό το πρίσμα της κοινοβουλευτικής εμπειρίας (Εκδοτικός Οίκος Λιβάνη, 2010), σελ. 17.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:

            «εθνικά επιβαλλόμενη είναι η ανάδειξη και πάλι του Προκόπη Παυλόπουλου στο αξίωμα του ΠτΔ».

--------------------------------------------

 * Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ