Τα μυστικά όχι της Ακρόπολης, αλλά του Μουσείου της Ακρόπολης

Θανάσης Γιαπιτζάκης
Θανάσης Γιαπιτζάκης

"Είναι τελικά κατεστημένη πλέον αλήθεια πως μπαίνοντας στο παράδοξο αυτό γυάλινο κτίριο βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια καινούργια μουσειακή πραγματικότητα"

Του Θανάση Γιαπιτζάκη

    Στην αρχή το είπαν το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, σε αντιδιαστολή με το παλιό - που ήταν ένα ημιυπόγειο μικρό κτίσμα, αλλά είχε την πολυτέλεια να βρίσκεται πάνω στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, πλάι στα λαμπρά μνημεία. Μετά, σιγά-σιγά, η λέξη «Νέο» πάλιωσε κι αυτή με τη σειρά της - και σήμερα όλοι μιλάνε για το «Μουσείο της Ακρόπολης».

      Οι περισσότεροι το είπαν έκτρωμα. Και έτσι πράγματι ήταν στην εμφάνιση. Όμως προέκυψε σαν κατασκεύασμα του τωρινού καιρού και σαν υλικό αποτέλεσμα άλλων προτεραιοτήτων και άλλων στόχων. Ήταν ο νέος Δούρειος Ίππος των Ελλήνων για να μπούνε στην Τροία και να πάρουν πίσω την κλεμμένη Ελένη τους. Έτσι η εμφάνιση, η συμμετρία, κι ό,τι άλλο παρόμοιο είναι ευπρόσδεκτο στο μάτι, πήγε από μόνο του σε δεύτερη μοίρα. Είναι τελικά κατεστημένη πλέον αλήθεια πως μπαίνοντας στο παράδοξο αυτό γυάλινο κτίριο βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια καινούργια μουσειακή πραγματικότητα. Πέρα από τον τρόπο που είναι στημένα όλα, κυρίως τα αετώματα και τα αγάλματα αλλά και τα γύψινα συμπληρώματα των μαρμάρινων θαυμάτων της σμίλης του Φειδία και των δικών του, το Μουσείο αυτό είναι ένας ολοζώντανος οργανισμός που βγάζει κραυγές - μέχρι να βγεις έξω - για τα κλεμμένα. Ένα άλλου είδους μουσείο λοιπόν, παράλληλο με τον Ιερό Βράχο και με ολοφάνερο στόχο, σαν βέλος από τεντωμένη χορδή τόξου, την καρδιά του Βρετανικού Μουσείου.

C:\Users\x\Desktop\ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ\mouseio-akropolis1.jpg

      Είναι το μοναδικό μουσείο στον Κόσμο που κάνει, όποιον μπαίνει στον παράξενα δομημένο χώρο του, να κοιτάει πίσω του, απέναντι, για τελευταία φορά αυτήν ψηλά την πανάρχαιη ομορφιά - που τα σπαράγματά της φιλοξενούνται μέσα του: Την Ακρόπολη της Αθήνας. Την Ακρόπολη, σκέτο όνομα όπως τη λέμε, γιατί ξεχώρισε ανάμεσα από πολλές άλλες ακροπόλεις - σαν να αναδύθηκε μέσα από τον μύθο. Έναν μύθο, που έχει πράγματι αλήθειες τέτοιες, που αγγίζουν τα όρια της φαντασίας.

      Κατ’ αρχάς, η Ακρόπολη δεν ήταν ποτέ πάντα η ίδια. Κάθε εποχή δημιούργησε και ένα διαφορετικό πρόσωπο της Ακρόπολης. Από τα χρόνια της σταδιακής κατασκευής της ή πιο σωστά της δημιουργίας της. Το 447, που δεν το μαθαίνουμε στα σχολεία μας όπως το 1453 ή το 1821, ήταν η χρονιά, η ίδια χρονιά, που θεμελιώθηκε ο Παρθενών από τον Περικλή και πρωτακούστηκε η Αντιγόνη από τον Σοφοκλή. Δύο δείγματα και τα δύο της αυθεντικότερης εκείνης Δημοκρατίας, που ξεπήδησαν από τα σπλάχνα της Αθήνας. 

      Ξεχωρίζοντας τώρα τον Παρθενώνα λόγω του Μουσείου, λέμε ότι αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας κορυφαίας πλευράς του παγκόσμιου πολιτισμού. Το 447 λοιπόν μπήκαν τα θεμέλιά του. Ο Σωκράτης, που ήτανε τότε ένας νέος Αθηναίος είκοσι τεσσάρων χρονών, πήρε μέρος στη μεγαλειώδη αυτή ανέγερση, στο πλάι του πατέρα του Σωφρονίσκου που είχε για επάγγελμα λιθοξόος. Έτσι, ο μελλοντικός αναζητητής της αλήθειας ήταν ένας από τους διακόσιους πενήντα τεχνίτες όλων των ειδικοτήτων - όχι μόνο Αθηναίοι, αλλά και μέτοικοι και δούλοι - που όλοι τους πληρώνονταν με μια δραχμή την ημέρα. Άλλοι τόσοι δούλευαν πέρα στα λατομεία της σπηλιάς της Πεντέλης, σε ύψος επτακοσίων μέτρων. Και όχι μόνο εκεί, αλλά και στη μεταφορά των μαρμάρων. Εννιά χρόνια - χρόνος ρεκόρ - χρειάστηκαν για το κτίριο και άλλα έξη χρόνια για τον γλυπτικό διάκοσμο. Και μετά τα εγκαίνια του θαύματος που λέγεται Παρθενώνας, άρχισαν οι Αθηναίοι (οι αρχαίοι, για να μη μπερδευόμαστε) το έργο της εισόδου, των Προπυλαίων. Ήταν το 338.

C:\Users\x\Desktop\ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ\71RWYsHaqRL._AC_SX679_.jpg

      Η θαυμαστή εποχή αυτών των έργων δεν ήρθε από μόνη της. Όλα είχανε ξεκινήσει από τρεις άνδρες, που με την προσωπική ιστορία τους έγραψαν Ιστορία. Όμως κι αυτοί ήρθαν πολύ μετά από τρεις άλλους άνδρες, που τους τύλιξε η αχλή των θρύλων: Τον Αιγέα, τον γιο του τον Θησέα, και τον τελευταίο - τιμής ένεκεν - βασιλιά της Αθήνας τον Κόδρο, που είχε θυσιαστεί γι’ αυτήν. Οι τρεις λοιπόν ιστορικοί άνδρες, που έκαναν την Αθήνα να ξεχωρίσει, λίγο πριν έλθουν ο Περικλής, ο Παρθενών και η Ακρόπολη, ήταν ο Σόλων, ο Πεισίστρατος και ο Κλεισθένης. Ο Σόλων, ο παλαιότερος των τριών τους, που έζησε στις αρχές του Έκτου Αιώνα και που αναγνωρίστηκε ως ένας από τους Επτά σοφούς της Αρχαίας Ελλάδας γύρω στο 594, ήταν ένας ποιητής. Θεωρώντας τον «αιθεροβάμονα και του χεριού τους» οι ισχυροί της Αθήνας του καιρού του τον έβαλαν να θεσπίσει νόμους. Ο ποιητής όμως έβλεπε πολύ μακρυά - και έθεσε τη σοφία του στη βελτίωση των συνανθρώπων του. Θεμελίωσε ένα νέο πολιτικό είδος, τη δημοκρατία, παραδίνοντας γραπτούς νόμους που έβαλαν τέλος στην τάση των αρχόντων να ερμηνεύουν αυθαίρετα το εθιμικό δίκαιο, παρέγραψε τα χρέη της γης, απαγόρευσε την δουλεία λόγω χρεών και καθιέρωσε με νόμο τη συμμετοχή όλων των πολιτών στη συγκέντρωση για θέματα της πόλης τους - που την ονόμασε Εκκλησία του Δήμου. Ο δεύτερος, ο Πεισίστρατος, ήρθε να αποδείξει ότι ήταν πρόωρο και ευάλωτο αυτό το νέο είδος διακυβέρνησης, καταλαμβάνοντας με πονηριά την έτσι κι αλλιώς πονηρή στην φύση της εξουσία - αυτοτραυματίστηκε, απέκτησε φρουρά ροπαλοφόρων δήθεν για την ασφάλειά του, και με αυτούς κατέλαβε την Ακρόπολη, που και τότε ήτανε Βράχος αλλά όχι Ιερός. Από εκεί ψηλά, κυβέρνησε - με διαλείμματα εξορίας τριάντα ολόκληρα χρόνια από το 560 και μετά - ως τύραννος. Η σκιά όμως της προηγούμενης εποχής του Σόλωνα έκανε αυτόν τον απόλυτο άρχοντα καλλιεργημένο και με τις προσταγές του έγινε η καταγραφή και μπήκε μια τάξη στις ραψωδίες του Ομήρου στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια. Κι έδωσε επίσης δουλειά, με την ανέγερση μεγάλων δημόσιων έργων όπως το πρώτο υδραγωγείο της πόλης, ο πρώτος ναός του Ολυμπίου Διός, ο  ναός της Αθηνάς πριν τον Παρθενώνα, τα πρώτα Προπύλαια, και, πέρα στη Βραυρώνα, το ιερό της Αρτέμιδος. Τα λέμε όλα αυτά, γιατί τα σκαλοπάτια προς τη μεταγενέστερη Ακρόπολη, όπως την ξέρουμε, ήτανε στην αρχή νοερά. Γι’ αυτό λέμε ότι τα θεμέλια του Παρθενώνα, αλλά και του τωρινού Μουσείου της Ακρόπολης, μπήκαν από εκείνους τους τρεις άνδρες της Αθήνας. Ο τρίτος ήταν ο Κλεισθένης, ο αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης, που με τις νομοθετικές μεταρρυθμίσεις του το 508, ενενήντα σχεδόν χρόνια μετά τον Σόλωνα, άνοιξε μια νέα εποχή, που ονομάστηκε από τους κατοπινούς ιστορικούς Αθηναϊκή Δημοκρατία. Έδωσε την απόλυτη εξουσία που είχε ο δικτάτορας Πεισίστρατος στην Εκκλησία του Δήμου, καθώς και ισονομία στους πολίτες. Όλοι οι πολίτες απέκτησαν ψήφο και μετείχαν στη λήψη κάθε απόφασης. Οι άρχοντες τώρα εκλέγονταν με κλήρο για ένα χρόνο κι έπρεπε να λογοδοτήσουν στο τέλος της θητείας τους. Ο Εφιάλτης πλήρωσε βίαια με τη ζωή του τις μεταρρυθμίσεις του, δολοφονήθηκε από τους αντιπάλους του, τον διαδέχτηκε όμως ένας Περικλής.

      Έτσι, η Ακρόπολη και κατά προέκτασή της και το Μουσείο στους πρόποδές της, όπου έχουν μεταφερθεί μέσα του όλα τα ευρισκόμενα αγάλματα και τα γλυπτά της, είναι μέχρι σήμερα η απόδειξη ότι μπορεί να προκύψει αθάνατος συνδυασμός του νοήματος του πολιτεύματος (που είπαμε πριν) με την αρμονία, δηλαδή με την αντίληψη των μαθηματικών, και με την ομορφιά, με την ευρύτερη έννοιά της που είναι το κάλλος. Αυτός ο συνδυασμός προβάλλεται ολοφάνερα στη ζωφόρο του Παρθενώνα, που μέσα  στο Μουσείο η ζωφόρος εκτίθεται κατεβασμένη επίτηδες κοντά στα μάτια των επισκεπτών, ενώ στον ναό εκεί, πριν, βρισκότανε ψηλά. Η ζωφόρος του Παρθενώνα ήταν αυτή που, για πρώτη και τελευταία φορά σε όλη την Ανθρωπότητα, έφερνε τους ανθρώπους στο ίδιο ύψος με τους θεούς - χάρη στο γλυπτικό κόλπο του Φειδία, με την αναπαράσταση της πομπής των Παναθηναίων. 

      Η Ακρόπολη, που κάνει ακόμα και το Μουσείο της να λάμπει, έστω και με ό,τι απέμεινε, σηματοδότησε το πνεύμα αυτού που λέμε Δυτικό Κόσμο, που δεν είναι άλλο από τη ζωογόνα αντίληψή του. Το Μουσείο της, όσο μοντέρνο και να ’ναι, είναι παλιό. Το κάνουν παλιό αυτά που περιέχει. Και δεν είναι μόνο τα ορειχάλκινα αγάλματα και τα μαρμάρινα γλυπτά. Είναι και τα θραύσματα νεολιθικών οστράκων του 3.200 π. Χ.

      Το Μουσείο της Ακρόπολης βρίσκεται σε ύψος εκατόν πενήντα μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας. Της θάλασσας που είναι απίστευτα κοντά, μόλις σε απόσταση μιας ώρας με τα πόδια, όχι τα δικά μας αλλά του θρυλικού Αθηναίου δρομέα Φειδιππίδη. Και συνεχίζοντας με τους αριθμούς, λέμε ότι τριακόσια μόλις μέτρα χωρίζουν τον Παρθενώνα από την ομώνυμη αίθουσα του Μουσείου. Ένα μυστικό καινοτομίας είναι ότι η πλευρά που κοιτάει προς την Ακρόπολη είναι «φοδραρισμένη» με μια εσωτερική γυάλινη επιδερμίδα, που κρέμεται σε απόσταση εβδομήντα εκατοστών από την εξωτερική και λειτουργεί και σαν μόνωση.

      Το Μουσείο χτίστηκε, όπως είπαμε και στην αρχή, όχι τόσο για να αναδείξει τις πάνω από τέσσερεις χιλιάδες αρχαιότητες που περιέχει, όσο κυρίως για να δείξει - σαν τεντωμένος δείκτης του χεριού - για πρώτη φορά ύστερα από διακόσια χρόνια νέας ελληνικής πραγματικότητας – όλα τα σωζόμενα γλυπτά του Παρθενώνα, που είναι σήμερα σκορπισμένα στα μουσεία όλου του κόσμου. Για να πετύχει την εικονική επανένωσή τους, αλλά και την καταγγελία του, φέρνει δίπλα στα αυθεντικά γλυπτά που έχουν απομείνει στον ελληνικό χώρο, τα σύγχρονα αντίγραφα των ξενιτεμένων, φτιαγμένα από καλλιτεχνικό τσιμέντο και χαλαζιακή άμμο. Οι εκθεσιακοί χώροι του των δεκαπέντε χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων είναι άνετοι και φιλικοί στον επισκέπτη. Υποστηρίζονται από υπόγεια γραφεία, αποθήκες και εργαστήρια.

C:\Users\x\Desktop\ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ\2022-01-16.jpg

Και κάτω από όλα αυτά, υπάρχει μια γειτονιά της αρχαίας Αθήνας με έκταση δυόμισι στρεμμάτων που αποκαλύφθηκε κατά τις εργασίες θεμελίωσης του Μουσείου (1997-2000) και εντάχθηκε στο Μουσείο της Ακρόπολης ως επιτόπιο έκθεμά του. Στεγάζεται κάτω από μια ημιδιάφανη γυάλινη οροφή, που στέκει σε ύψος εικοσιτριών μέτρων από το σκάμμα των αρχαιοτήτων και εντυπωσιάζει μεταφέροντας τον επισκέπτη από τη βάση του κτιρίου στην πρώτη μεγάλη υπόστυλη αίθουσα των 1500 τετραγωνικών μέτρων που περιέχει την χαμένη σήμερα αρχαϊκή Ακρόπολη και την Ακρόπολη των κατοπινών χρόνων. Η δυνατότητα που δίνεται από το τεχνητό φως να φαίνονται τα αγάλματα τη νύχτα από την πόλη (αφού όλοι οι εξωτερικοί τοίχοι είναι από διαφανές γυαλί ειδικών προδιαγραφών ώστε να απομακρύνεται η βλαβερή ακτινοβολία) προσδίδει αληθινή νυχτερινή φαντασμαγορία στην τεράστια ασύμμετρη αίθουσα. Κυλιόμενες σκάλες οδηγούν στον τελευταίο όροφο που είναι το εσωτερικό ενός αιθρίου με τις διαστάσεις του σηκού του Παρθενώνα.

      «Ο Παρθενώνας υπαγόρευσε το Μουσείο του» έχει πει ο Γάλλος αρχιτέκτονας ΜπερνάρΤσουμί, ο δημιουργός του Μουσείου. Και εξηγεί τον λόγο: «Οι προκλήσεις του σχεδιασμού ξεκίνησαν με μια ευθύνη: Πώς να στεγαστούνε τα πιο σπουδαία δυνατά γλυπτά της ελληνικής αρχαιότητας...Η ύπαρξή τους διαμόρφωσε το πρόγραμμα του Μουσείου, πριν ακόμα προτιμηθεί ο χώρος ανέγερσης. Η επίμαχη θέση του πρόσθεσε κι άλλες ευθύνες στον σχεδιασμό. Η θέση του εκεί στους πρόποδες της Ακρόπολης μας έφερε αντιμέτωπους με αρχαιολογικές ανασκαφές, με την παρουσία της σημερινής πόλης και των δρόμων της, αλλά και με τον ίδιο τον Παρθενώνα. Σε συνδυασμό με το ζεστό κλίμα και τη σεισμικότητα της περιοχής, όλες αυτές οι προϋποθέσεις μας οδήγησαν στον σχεδιασμό ενός Μουσείου απλού και ακριβούς, με τη μαθηματική και εννοιολογική καθαρότητα της Αρχαίας Ελλάδας. Πρώτα διαρθρώσαμε το κτίριο σε τρία μέρη: Μια βάση, ένα μεσαίο τμήμα και μια στέψη - που σχεδιάστηκαν με άξονα τις ειδικές ανάγκες κάθε τμήματος του προγράμματος». 

      Τα μυστικά του αρχιτεκτονήματος συμπληρώνονται από αναφορές, σ’ αυτά, του Φωτιάδη. Ο Μιχάλης Φωτιάδης ήταν ο Έλληνας συνεργάτης του Γάλλου δημιουργού, που συμμετείχε ισότιμα με το αρχιτεκτονικό του γραφείο στη μελέτη του έργου. 

      Αναφέρει λοιπόν, όσον αφορά στα αντισεισμικά μέτρα: «Για την ανέγερση του Μουσείου της Ακρόπολης η Ευρώπη προσέφερε γερμανικό εργοστάσιο κατασκευής ενενήντα δύο εφεδράνων για κάθε κολώνα στήριξης με ειδικές ροπές και θλίψεις που τα έστελνε στην Αμερική για αξιόπιστο αντισεισμικό έλεγχο. Μέσω Γερμανίας έφτασαν στην Αθήνα και στήθηκαν ένα ένα από ειδική ομάδα. Τα εφέδρανα ανεστραμμένου εκκρεμούς είναι δυό κοίλα πιάτα με εξαιρετικά λείες επιφάνειες που εξασφαλίζουν μεταξύ τους ελάχιστη τριβή. Σε περίπτωση σεισμικής δόνησης, η ολίσθηση γίνεται ανάμεσα σ’ αυτούς τους δίσκους - που λόγω του κοίλου σχήματός τους επανέρχονται στο τέλος της δόνησης». 

      Μετά, αναφέρεται στην επίτευξη ιδανικής θερμοκρασίας: «Στην αίθουσα του Παρθενώνα, η σωστή ενεργειακή λύση θα ήταν μια έκθεση σε κλειστό χώρο. Αντιθέτως, η αίθουσα έχει επιδερμίδα γυάλινη που αποτελείται από διπλά τοιχώματα σε απόσταση εβδομήντα εκατοστών του μέτρου. Η εσωτερική επιδερμίδα κρέμεται πάνω από το δάπεδο σε ύψος 2,25 μ. έτσι σχηματίζεται μια γυάλινη καμινάδα. Στη βάση του υαλοστασίου υπάρχει ένας περιμετρικός πάγκος που λειτουργεί και ως αγωγός κλιματισμού και κατευθύνει παγωμένο αέρα στο δάπεδο. Αυτός θερμαίνεται και ανεβαίνει. Η ροή αέρα εμποδίζει την αύξηση της θερμοκρασίας. Ακόμα κι όταν εξωτερικά έχουμε 40 βαθμούς Κελσίου, στην αίθουσα του Παρθενώνα η θερμοκρασία είναι σταθερή στους 23 βαθμούς Κελσίου».  

      Στο τέλος, ο Φωτιάδης «δίνει τα φώτα του» αποκαλύπτοντας άλλα δύο μυστικά: «Το Μουσείο έχει μια πέμπτη όψη που είναι ορατή από την Ακρόπολη, το δώμα. Αυτό καλύπτεται από γυάλινες επιφάνειες με μαύρη μεταξοτυπία. Οι γυάλινες επιφάνειες στηρίζονται σε μεταλλικούς πύρρους και η απορροή των υδάτων γίνεται με κρυφές κατασκευές σιλικόνης. Έτσι το δώμα μένει καθαρό από τις συνήθεις μηχανολογικές εγκαταστάσεις που ασχημαίνουν τις ταράτσες. Ακουστική μόνωση: Σε μουσεία που έχουν μόνο σκληρές επιφάνειες, οι ηχοανακλάσεις προκαλούν κουραστική ηχορρύπανση για τους επισκέπτες. Σύμφωνα με την ηχητική μελέτη του συμβούλου Θόδωρου Τιμαγένη τοποθετήθηκε ηχοαπορροφητικό υλικό στις διώροφες κάθετες επιφάνειες που περιβάλλουν την ράμπα-διάβαση κι όπου εύκολα δημιουργείται αντίλαλος. Οι τοίχοι καλύφθηκαν από προκατασκευασμένα πανό από μπετόν με τρύπες».   

C:\Users\x\Desktop\ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ\8L4A1497.jpg

      Ο Τσουμί μπαίνει κι αυτός αρχιτεκτονικά στο Μουσείο. Αιφνιδιάζει το ρήμα «γλιστρά»: «Η βάση του Μουσείου γλιστρά σε μια πιλοτή, πάνω από τις αρχαιολογικές ανασκαφές». Προστατεύεται έτσι ο χώρος της αρχαίας αθηναϊκής γειτονιάς που βρίσκεται κάτω με ένα δίκτυο από κολώνες τεραστίων διαστάσεων. Μια γυάλινη ράμπα, με θέα προς τον χώρο της ανασκαφής κάτω από τα πόδια μας, μάς οδηγεί στους εκθεσιακούς χώρους του μεσαίου τμήματος που έχουν τη μορφή μιας επιβλητικής θεαματικής πανύψηλης αίθουσας που στηρίζεται σε υψηλούς κίονες. Αυτό το επίπεδο στεγάζει εκθέματα από την αρχαϊκή ως την ελληνορωμαϊκή εποχή. 

      Η στέψη (το πάνω μέρος εννοεί) αποτελείται από την ορθογώνια παραλληλόγραμμη «αίθουσα του Παρθενώνα» που στρέφεται ελάχιστα για να προσανατολίσει τα γλυπτά της ζωφόρου όπως ακριβώς ήταν στον Παρθενώνα πριν από αιώνες. Το διαφανές περίβλημά της προσφέρει τον ιδεώδη φωτισμό για γλυπτική, χρησιμοποιώντας την πιο σύγχρονη τεχνολογία του γυαλιού για να προστατεύει την αίθουσα από την υπερβολική ζέστη και το έντονο φως. Ένας από τους στόχους της άνω αίθουσας είναι να επανενώσει τη ζωφόρο του Παρθενώνα που βρίσκεται τώρα διάσπαρτη σε αρκετά μουσεία του κόσμου. Οι συνθήκες που ζωντανεύουν τον χώρο στρέφονται γύρω από το φυσικό φως. Το αθηναϊκό φως της μέρας διαφέρει από το φως του Λονδίνου, του Βερολίνου ή της Νέας Υόρκης. Το Μουσείο μπορεί να περιγραφεί σαν ένα περιβάλλον διάχυτου φυσικού φωτός όπου η έκθεση των γλυπτών στο φως αλλάζει στη διάρκεια της μέρας. 

      Με περισσότερους από δέκα χιλιάδες επισκέπτες την ημέρα, η σειρά της κίνησης μέσω των εκθεμάτων του Μουσείου σχεδιάστηκε ώστε να έχει εξαιρετική καθαρότητα. Τα υλικά επιλέχθηκαν με γνώμονα την απλότητα. Γυαλί, μπετόν και μάρμαρο. Τέλεια διάφανο γυαλί φιλτράρει απαλά το φως μέσα από μεταξοτυπική επεξεργασία  σκίασης. Μπετόν - προκατασκευασμένο και καλουπωμένο επιτόπου - παρέχει τη δομή της κύριας κατασκευής και αποτελεί το φόντο για τα περισσότερα έργα τέχνης. Το μάρμαρο χαρακτηρίζει τα δάπεδα: Μαύρο για τους χώρους κυκλοφορίας, ελαφρύ μπεζ για τις αίθουσες των εκθέσεων. Η κατασκευή υλοποιήθηκε σύμφωνα με υψηλά στάνταρ, έτσι ώστε το κτίριο να παλιώσει όμορφα, παρά την αναμενόμενη επιβάρυνση από την κυκλοφορία, αφού αποτελεί διεθνή ταξιδιωτικό προορισμό».

      Ο Τσουμί μίλησε και για την παραδοξότητα του σχήματος του Μουσείου: «Μετά τη «σύλληψη» και εννοώ ιδέες λογικές που εξηγούνται και μετρώνται, που έχουν να κάνουν με τη γεωμετρία, δουλεύοντας ανακαλύπτω ότι υπάρχει και κάτι άλλο που δεν μπορεί να λεχθεί, που δεν μπορεί να γραφεί, που είναι πολύ περισσότερο διαισθητικό και που έχει να κάνει με την θέση, που έχει να κάνει με τον πολιτισμό. Αυτό θα το ονόμαζα «έμφαση». Είναι ενδιαφέρον ότι αυτές οι λέξεις είναι ελληνικές. Ένα θέμα που μετράει στα κτίρια είναι η αξιοπρέπεια της μορφής της, ο σεβασμός. Με έναν τρόπο ήθελα να είμαι ειλικρινής με τον αιώνα μου και να χρησιμοποιήσω υλικά και ευαισθησία που είναι σύγχρονα, με τον ίδιο τρόπο που οι αρχαίοι Έλληνες είχαν χρησιμοποιήσει τη δική τους σύγχρονη ευαισθησία. Υπήρχε απίστευτη ακρίβεια, αλλά ταυτόχρονα ήταν εξαιρετικά ελαστικοί στην τέχνη της τοποθέτησης. Η αίθουσα του Παρθενώνα, ψηλά, είναι η σπονδυλική στήλη του Μουσείου. Εκεί  ήταν η πιο σημαντική απόφαση από τις τρεις που πήραμε: Πώς θα αναδημιουργήσουμε τη συνέχεια της ζωφόρου».  

      Εδώ, πλάι στα λόγια του Τσουμί ανοίγω μια δικιά μου παρένθεση: Ελάχιστοι επισκέπτες προσέχουν ότι ενώ εκεί ψηλά σταματάει η συνέχεια της ζωφόρου λόγω του καταστροφικού μεγάλου χάσματος που δημιούργησε στον Παρθενώνα η βόμβα του Βενετσιάνου Μοροζίνι το 1687, κάτω εκεί στα πόδια τους χαμηλά το χαμένο για πάντα κομμάτι της ζωφόρου «συνεχίζεται» χάρη στα σχέδια που είχε εκπονήσει ο Φλαμανδός Ζαν Κάρρεü δεκατρία χρόνια πριν την ανατίναξη. Κλείνω την προσωπική μου παρένθεση, λέγοντας επίσης ότι μια άλλη βόμβα, του Τούρκου Κιουταχή αυτή τη φορά το 1827, θα ανατινάξει το Ερεχθείο. 

      «Πίσω από τη ζωφόρο» τελειώνει τις αρχιτεκτονικές εξηγήσεις του ο δημιουργός του Μουσείου της Ακρόπολης Μπερνάρ Τσουμί «ξαναφτιάξαμε τον σηκό, όχι γιατί θέλαμε να σχεδιάσουμε έναν σηκό, αλλά γιατί θέλαμε να έχουμε έναν κεντρικό χώρο για την κίνηση της επίσκεψης στο Μουσείο. Στον Ναό ο σηκός είναι ο χώρος που σταματάς, ενώ στο Μουσείο αυτός ο χώρος είναι χώρος κίνησης. Όχι μόνο για τους ανθρώπους, αλλά και για τα ασανσέρ και τις σκάλες διαφυγής. Αυτό μας έδωσε μια συμπαγή περιοχή που πρέπει να έχει κάθε σύγχρονο κτίριο για τους ανθρώπους. Το νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι πρώτα για τους ανθρώπους. Όχι μόνο για τους θεούς». 

C:\Users\x\Desktop\ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ\okzdtuulcn.jpg

https://www.in.gr/wp-content/uploads/2023/01/glypta-600x430.jpg

Βρετανικό Μουσείο και Μουσείο της Ακρόπολης βρίσκονται κοντά σε συμφωνία για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα, στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής ανταλλαγής, τερματίζοντας μια διαμάχη για τα ιστορικά γλυπτά που χρονολογείται από το 1800.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του πρακτορείου Βloomberg, η συμφωνία προβλέπει την αποστολή ενός τμήματος των Γλυπτών στην Αθήνα εκ περιτροπής και για αρκετά χρόνια.

Σε αντάλλαγμα, η Αθήνα θα μπορούσε να δανείσει στο μουσείο του Λονδίνου άλλα ιστορικά αντικείμενα και επίσης η Βρετανία θα μπορούσε να πάρει αντίγραφα των Μαρμάρων του Παρθενώνα.

Η τελική συμφωνία δεν έχει ακόμη υπογραφεί και οι συνομιλίες βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ περίπλοκο είναι το ζήτημα της μεταφοράς των Γλυπτών.

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ