Ο Μανούσος Γρυλλάκης μιλάει για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και συγκινεί...

Άγνωστες και συγκινητικές πτυχές της σαραντάχρονης παρουσίας του στο πλευρό του αείμνηστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη αποκάλυψε σε αποκλειστική του συνέντευξη στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», ο Μανούσος Γρυλλάκης, ή αλλιώς ... η σκιά του άλλοτε πρωθυπουργού και επίτιμου προέδρου της Νέας Δημοκρατίας.

Ο κ. Γρυλλάκης μίλησε για το πώς αποφάσισε να πάει στο γραφείο του να του ζητήσει να καλύψει τη δεύτερη θέση σωματοφύλακα που ήταν κενή. «Πήγα, χτύπησα την πόρτα και έπεσα πάνω στην Ντόρα που ήταν ιδιαιτέρα γραμματέας του πατέρα της. Αμέσως της εξήγησα τι θέλω και εκείνη μπήκε στο γραφείο του Προέδρου και επειδή η πόρτα δεν είχε κλείσει εντελώς την άκουσα να λέει 'αυτόν που ψάχνεις τον έχω έξω'. Ο Πρόεδρος είπε 'φέρ' τον μέσα' και με το που μπαίνω και αναφέρω το όνομά μου, Μανούσος Γρυλλάκης, εκείνος μου λέει: 'Φιλιότσο, είσαι εσύ; Ο Μανούσος είσαι;' Για να μην πολυλογώ και μάλιστα χωρίς να το θυμάμαι, ήμουν βαφτιστήρι του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Όλους μα όλους τους θυμόταν με τα μικρά τους ονόματα».

«Κουμάντο η Μαρίκα»

Αναφερόμενος στο ποιος έκανε κουμάντο στην οικία Μητσοτάκη ο κ. Γρυλλάκης είναι ξεκάθαρος:

«Φυσικά η Μαρίκα. Εκείνη αποφάσιζε. Εκείνη καλούσε φίλους. Η Μαρίκα κανόνιζε το φαγητό. Εξάλλου, από αρχαιοτάτων χρόνων στην Κρήτη κυριαρχούσε η μητριαρχία. Την τηρούσε και ο ίδιος. Κουμάντο στο σπίτι έκανε η Μαρίκα. Ο Πρόεδρος έλεγε τη γνώμη του, αλλά την τελευταία λέξη την είχε η Μαρίκα».

Ο τελευταίος ασπασμός

Ιδιαίτερα συγκινητικό είναι το κομμάτι εκείνο που ο κ. Μανούσος Γρυλλάκης περιγράφει τις τελευταίες στιγμές του Προέδρου.

«Το απόγευμα 29ης Μαΐου 2017 μέσα στο δωμάτιο, στην κρεβατοκάμαρά του, ήταν οι τρεις κόρες του. Ηρθε και ο Κυριάκος, αλλά έφυγε νωρίτερα. Κάποια στιγμή τα τρία κορίτσια βγαίνουν και μου λένε: 'Σε θέλει το αφεντικό σου'. Μπήκα στο δωμάτιό του. 'Κλείσε', μου λέει, 'την πόρτα και κάτσε να μιλήσουμε'. Του πιάνω το χέρι και του λέω: 'Θέλεις να μου πεις κάτι;'. Με κοιτάζει στα μάτια. Μου σφίγγει το χέρι και του λέω: 'Πες μου τι θες από μένα, τι μπορώ να κάνω;'. Εξακολουθεί να σφίγγει το χέρι μου και μου λέει: 'Τι έχεις κανονίσει με τα Χανιά; Εκλεισες θέσεις με το αεροπλάνο;'. Πράγματι, είχαμε κλείσει να πάμε, όπως πάντα, στα Χανιά. Η τελευταία του επιθυμία ήταν να πεθάνει στα Χανιά. Γιατί στο δωμάτιό του στα Χανιά, όταν ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, αντίκριζε από το παράθυρο τα Λευκά Ορη. Κάποια στιγμή βγαίνω έξω. Με ρωτάνε τα κορίτσια 'τι έγινε;' και στη συνέχεια επιστρέφουν στο δωμάτιό του. Μετά φεύγουν. Και εκεί γύρω στις δώδεκα και έξι λεπτά τα μεσάνυχτα, όπως του κρατούσα το χέρι και ήταν ξαπλωμένος σε πλήρη διαύγεια, όταν κάποια στιγμή αισθάνθηκα το χέρι του χωρίς δύναμη, σηκώθηκα, ειδοποίησα τα παιδιά του και στη συνέχεια του έκλεισα τα μάτια».

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ