Το παθητικό κάπνισμα μπορεί να είναι πηγή έκθεσης σε μόλυβδο για τα παιδιά

Newsroom
Newsroom

Τι έδειξε έρευνα

Έρευνες διαπίστωσαν ότι ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα, η χρόνια έκθεση στον μόλυβδο μπορεί να προκαλέσει βλάβη στον εγκέφαλο και σε άλλα όργανα, καθώς και προβλήματα με τις γνωστικές και κινητικές δεξιότητες.

Δεν υπάρχει ασφαλές επίπεδο έκθεσης και ειδικοί υγείας σε όλο τον κόσμο κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες για την εξάλειψη των χρωμάτων με βάση το μόλυβδο και των σωλήνων μολύβδου στα σπίτια και τη σταδιακή κατάργηση της χρήσης βενζίνης με μόλυβδο.

Αλλά μια άλλη πιθανή πηγή έκθεσης σε μόλυβδο στα παιδιά έχει παραβλεφθεί σε μεγάλο βαθμό: το παθητικό κάπνισμα.

Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό BMC Public Health εξέτασε τη σχέση μεταξύ του παθητικού καπνίσματος και της έκθεσης σε μόλυβδο στα παιδιά. Στην μελέτη, ο Alexander Obeng, διδακτορικός φοιτητής στο Τμήμα Περιβαλλοντικής και Επαγγελματικής Υγείας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Texas A&M, ανέλυσε δεδομένα για τα επίπεδα μολύβδου στο αίμα και την έκθεση στο παθητικό κάπνισμα σε παιδιά και εφήβους ηλικίας 6 έως 19 ετών. Η μελέτη έγινε υπό την επίβλεψη των δρ. Genny Carrillo και δρ. Taehyun Roh.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από δύο κύκλους της National Health and Nutrition Examination Survey (NHANES), έναν για το 2015-2016 και έναν για το 2017-2018. Η NHANES είναι μια μεγάλης κλίμακας, εθνικά αντιπροσωπευτική και καλά αναγνωρισμένη έρευνα για την υγεία στις ΗΠΑ.

Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα για 2.815 παιδιά και εφήβους, εξετάζοντας τα επίπεδα μολύβδου και ενός μεταβολίτη της νικοτίνης που είναι γνωστός ως κοτινίνη. Τα επίπεδα κοτινίνης λειτουργούν ως δείκτης έκθεσης στον καπνό του τσιγάρου. Οι ερευνητές κατηγοριοποίησαν τους συμμετέχοντες ανά επίπεδα κοτινίνης στο αίμα και ανά ηλικία (6 έως 10, 11 έως 15 και 16 έως 19 ετών) και κατηγορίες χαμηλών, μεσαίων και βαρέων επιπέδων κοτινίνης. Συνέλεξαν επίσης δεδομένα σχετικά με την ηλικία, το φύλο, τη φυλή και την εθνικότητα, το επίπεδο εκπαίδευσης των γονέων και την παχυσαρκία.

Η ανάλυση διαπίστωσε ότι:

Τα επίπεδα μολύβδου στο αίμα συσχετίστηκαν με τα επίπεδα κοτινίνης.

Τα επίπεδα μολύβδου ήταν 18% υψηλότερα στους συμμετέχοντες στην ομάδα της ενδιάμεσης κοτινίνης και 29% υψηλότερα στη βαριά ομάδα σε σύγκριση με εκείνους με χαμηλή κοτινίνη στο αίμα.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τα παιδιά ηλικίας 6 έως 10 ετών είχαν τα υψηλότερα επίπεδα μολύβδου στο αίμα, με πτωτική τάση στις μεγαλύτερες ομάδες. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διαφορές συμπεριφοράς στα μικρότερα παιδιά, όπως το να τοποθετούν τα χέρια και άλλα αντικείμενα στο στόμα πιο συχνά, ή στο πώς τα μικρότερα παιδιά τείνουν να απορροφούν περισσότερο μόλυβδο από τους έφηβους και τους ενήλικες.

Τέλος οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τα παχύσαρκα παιδιά και έφηβοι είχαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα μολύβδου από τα μη παχύσαρκα παιδιά.

Τα ευρήματα αυτής της μελέτης παρέχουν στοιχεία ότι το παθητικό κάπνισμα μπορεί να είναι πηγή έκθεσης σε μόλυβδο για παιδιά και εφήβους.

«Περαιτέρω έρευνα πιθανότατα θα δώσει μια σαφέστερη εικόνα αυτής της οδού έκθεσης σε μόλυβδο, ειδικά στα μικρότερα παιδιά. Αλλά τα ευρήματα εδώ μπορούν να ενημερώσουν τις τρέχουσες προσπάθειες για την εξάλειψη της έκθεσης σε μόλυβδο χαμηλού επιπέδου στα παιδιά», είπε η δρ. Carrillo. “Για παράδειγμα, η εκπαίδευση των γονέων σχετικά με το παθητικό κάπνισμα ως πηγή έκθεσης σε μόλυβδο θα μπορούσε να βοηθήσει στην μείωση της έκθεσης σε μόλυβδο στα παιδιά”.

Πηγή: iatropedia.gr

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ