Εσείς γιορτάζατε;

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Η γιορτή του άνδρα σαν αγέρας πέρασε! Σα να μην ήταν γιορτή κανονική, μα περίληψη, επιτομή

της Μαρίας Λιονάκη

Συζήτηση από κομμωτήριο, αρχή της εβδομάδας. Κυρία όρθια σε στάση contrapposto, αισθησιακή, φιγούρα αναγεννησιακή σαν την Άνοιξη του Μποτιτσέλι. Σαν κόρη παραλογής, δημοτικού τραγουδιού. «Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη, την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη, την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε! Στα σκοτεινά την έλουζε, στ' άφεγγα τη χτενίζει, στ' άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της».

Ξεμπλέκει το θαλερό θάμνο, την πλούσια καστανόξανθη βλάστηση, τα μαλλιά της. Προκειμένου να περαστεί καινούριο βερνίκι, λούστρο. Να φρεσκαριστεί η πρόσοψη, να τοποθετηθούν γυψοσανίδες, φωτιστικά, να γίνουν ένα δυο μερεμέτια ακόμη και να επιτευχθεί η αναστήλωση. Βουρτσίζει μηχανικά, με εύκαμπτη βούρτσα οβάλ, χτένα εποχής Λουδοβίκου . Αποξεχασμένη ώρα πολύ να κωπηλατεί στις λίμνες των μαλλιών της. Στην αριστερή όχθη η κομμώτρια περνάει σε μια πελάτισσα ανταύγειες. Πηγαινοφέρνει το πινέλο με το γυαλιστερό, κρεμώδες προϊόν, το ασυναγώνιστο σε λάμψη, πάνω σε ασημί, ειδικά, διαστημικά χαρτιά. Η κόρη παράλληλα κουβεντιάζει. Στις κυρίες με τη βαφή στα μαλλιά, τα μπικουτί και τα περιοδικά στα χέρια. Που θρονιάστηκαν αξημέρωτα στη δεξιά κοίτη , στον πίνακα του κομμωτηρίου κι εκεί θα τις βρει η σκοτεινιά, τ’ άστρι κι ο αυγερινός. Θέμα συζήτησης οι άντρες. Θέμα καυτό, διαχρονικό συζήτησης των γυναικών στα κομμωτήρια. Όπου σταθούν κι όπου βρεθούν.

« Τον πρώτο μου άντρα τον έστειλα στη μαμά του με συνοπτικές διαδικασίες. Μου είχε αξώσει πολλά! Είχα ανεχτεί πολλά. Πάρα πολλά. (Η λέξη «πολλά» προφέρεται αργά, με συναίσθημα, δραματικά. Τρίχα τρίχα. Όπως ταιριάζει στην περίσταση. Με ηχητική υπόκρουση τα μπιστολάκια. Δεν έχει μόνο δυο λάμδα, μα και πολλά υπονοούμενα. Όσα η φαντασία μπορεί να χτενίσει μα και όσα αφήνει ξεχτένιστα. Σεισμοί, λιμοί και καταποντισμοί. Οικογενειακές στιγμές απείρου κάλλους. Η Γκουέρνικα του Πικάσο. Κατσαρολικά που εκτοξεύονταν, καρέκλες Λουδοβίκου που πετιόνταν απ’ τα παράθυρα, πίνακες που θρυμματίζονταν…

«Πόσο σε καταλαβαίνω…(ατάκα στερεότυπη γυναικών, κλισέ σε τέτοιες περιπτώσεις.) Οι άντρες ως τα επτά μεγαλώνουν, μετά ψηλώνουν! (Λέει το απόφθεγμα η άλλη, το απόσταγμα πολύχρονης εμπειρίας, μίλησε ο σοφός λαός ). Καλά έκανες! Ανώριμοι οι άντρες παιδί μου, ντάντεμα θέλουν, όλο στα φουστάνια των γυναικών κρέμονται…

« Και τον δεύτερο μου άντρα , στη μάνα του θα τον έστελνα κι αυτόν! Μα δυστυχώς η μάνα του απεβίωσε. Δεν έχω πού να τον στείλω, έτσι αναγκαστικά τον κρατάω» συμπληρώνει θριαμβευτικά η κόρη, ενώ ηχούν γέλια αναγεννησιακά από την ομήγυρη του κομμωτηρίου, στον πίνακα του Μποτιτσέλι, ενώ παράλληλα προσγειώνεται η καστανόξανθη Άνοιξη στον ακριανό αεροδιάδρομο, στην εξειδικευμένη καρέκλα, μετά από νεύμα του πληρώματος του κομμωτηρίου.

Η γιορτή του άνδρα σαν αγέρας πέρασε! Σα να μην ήταν γιορτή κανονική, μα περίληψη, επιτομή. Ως συμπέρασμα δεν είναι καθόλου δημοφιλής αυτή η γιορτή. Σαν τη γιορτή της γυναίκας, της μητέρας, (γυναικεία κι αυτή) το Χαλοουίν, τη Black Friday. Πέρασε χωρίς μαζικές εξόδους, κρατήσεις σε νυχτερινά κέντρα, γλέντια μέχρι πρωίας. Λικνίσματα αισθησιακά στις πίστες, κόκκινα τριαντάφυλλα, δωράκια, σοκολατάκια.

Στις 19 Νοεμβρίου γιορτάζονταν αυτή η αθόρυβη γιορτή. Που το γενικότερο χαρακτήρα των ανδρών ακτινοβολεί. Καθώς το ισχυρό φύλο είναι λιγομίλητο, πιο αθόρυβο και σεμνό. Δεν επιδεικνύεται, δεν κουτσομπολεύει, δε φλυαρεί. Δεν αλλάζει τόσο συχνά γνώμη, δεν σκέφτεται πολλές φορές το ίδιο πράγμα. Δεν έχει επιτηδευμένη στάση ζωής και εμφάνιση. Δεν αγαπά τα ψώνια, δεν κάνει shopping therapy. Αγοράζει αλλιώς ό,τι βρει μπροστά του. Τραπεζάκι camping για το μπαλκόνι, σπιράλ ενός μέτρου για τη μπαταρία της μπανιέρας. Τόσο πολύωρη προετοιμασία δεν κάνει πριν βγει. Ντεκαπάζ, μακιγιάζ, αποτρίχωση, νύχια, βαφές. Δεν αργεί. Δεν έχει δέκα τσάντες, αμέτρητες μπλούζες, σαράντα ζευγάρια παπούτσια. Ούτε σαρανταποδαρούσα. Δε βρίσκει εύκολα τα πράγματά του, δε βλέπει ποτέ ότι το σπίτι είναι βρώμικο, παρκάρει καλά. Βλέπει με τις ώρες είκοσι δύο παίχτες να κυνηγάνε μια μπάλα, πίνει μπύρες, με τα πόδια απλωτά στο τραπεζάκι το καλό, φορώντας παπούτσια και τα κουτιά της πίτσας καταμεσής ανοιχτά. Αφήνει ανοιχτά τα ντουλάπια, το ποτό να ισορροπεί στα μαξιλαράκια του καναπέ, όταν λείπει η σύζυγος. Μαγειρεύει κι είναι σα να πέρασε τυφώνας. Αρρωσταίνει και βήχει επιδεικτικά, όταν είναι η σύζυγος έξω από την πόρτα της κρεβατοκάμαρας. Τον υπόλοιπο καιρό δε βήχει, δεν υπάρχει λόγος εξάλλου… Άνδρες έστω και καθυστερημένα, χρόνια σας πολλά! (Εξάλλου ο σοφός λαός λέει πως η γιορτή κρατάει σαράντα μέρες)

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ