Λησμονιά στον ορίζοντα των Χριστιανών Ελλήνων

Θανάσης Γιαπιτζάκης
Θανάσης Γιαπιτζάκης

Ήταν από τους κορυφαίους στον χώρο του Έλληνας ποιητής, γνωστότερος με το φιλολογικό του ψευδώνυμο Γ. Βερίτης.

Στις 5 Μαΐου έκλεισαν εβδομήντα πέντε χρόνια από το 1948 που πήγε κοντά στον Χριστό του ο Αλέξανδρος Γκιάλας από την Ελάτα της Χίου. Ήταν από τους κορυφαίους στον χώρο του Έλληνας ποιητής, γνωστότερος με το φιλολογικό του ψευδώνυμο Γ. Βερίτης. Πίσω από το «Γ.», που είχε επιλέξει σαν υποτιθέμενο όνομα, δεν κρύβεται κάποιος «Γεώργιος» ή «Γρηγόριος». Ήταν μόνο ένα σκέτο «Γ», μέρος από το ψευδώνυμό του. Ο Ιάκωβος Θήρας Καραμολέγκος (που το πόνημά του «Τρία τέταρτα του αιώνος χωρίς και με τον Γ. Βερίτη» είναι η αφορμή της αναφοράς μου σ’ αυτόν) παραθέτει την ερμηνεία για το «Γ» του ονόματός του λέγοντάς τον «γεωργός βερίτης, αληθινός σπορέας δηλαδή, ή Γκιάλας Βερίτης». Όπως και να ’χει το θέμα, το «Γ» με τελεία παρέμεινε έτσι, σαν επιλογή του ποιητή.

      Με εντυπωσίασε όταν το πρωτάκουσα το εύηχο φτιαχτό όνομά του. Μου ακουγότανε σαν…Αποσπερίτης. Τον πρόσεξα επίσης γιατί έγραφε πολύ καλά τις ομοιοκαταληξίες του και τους ρυθμούς του.

      Θα ξεκινήσω από το τέλος του, για να δούμε την τραγική αντίθεση της δικιάς του ζωής - που την κράτησε όπως τη διάλεξε, με συνέπεια και δημιουργικό θάρρος - και της ζωής των σημερινών συνομήλικών του Χριστιανών στην Ελλάδα, που αυτοί γέρασαν και που η μνήμη τους αδυνάτισε για τον ξεχωριστό αυτόν υμνωδό τους, από Τότε που η ζωή του σταμάτησε στα τριάντα τρία του χρόνια (αν και μαθαίνω ότι τα Άπαντα των ποιημάτων του προχωρούν, όπου να ’ναι, στην ένατή τους έκδοση). Ας δούμε αυτή την αντίθεση με το Σήμερα, βλέποντας το Τότε του Βερίτη όπως το καταγράφει στο μικρό βιβλίο του γι’ αυτόν (Εκδόσεις Κοράλλι 2023) ο Ιάκωβος Θήρας Καραμολέγκος: «Στην κηδεία του έγινε το αδιαχώρητο και τον ποιητή τον έκλαψε πλήθος γνωστών και άγνωστων σ’ αυτόν, μιας και τα κείμενα και το παράδειγμά του είχανε γίνει πνευματική τροφή χιλιάδων ψυχών σε Ελλάδα και σε Εξωτερικό».

      Ο Ιάκωβος αναφέρει τον λογοτέχνη Μελή Νικολαΐδη, που είχε γνωρίσει προσωπικά τον Βερίτη - και γι’ αυτό, η κρίση του μετρούσε διπλά: «Είχα την εξαιρετική ευτυχία να γνωρίσω από κοντά όχι μόνο τον Γ. Βερίτη, αλλά και τον Αλέξανδρο Γκιάλα. Τον ποιητή και τον στοχαστή από τη μια, τον άνθρωπο από την άλλη. Καμάρωσα και θαύμασα τον άρτιο, τον πλήρη συνδυασμό του γνήσιου λογοτέχνη με τον αληθινό άνθρωπο, του εμπνευσμένου τεχνίτη του λόγου με την αγνή πνευματική μορφή - όπως τον ενσάρκωνε και όπως τον πραγματοποιούσε ο αξέχαστος φίλος…»

      Ο «αξέχαστος» όσων τον γνώρισαν μέσα από την πένα του κι από την παρουσία του. Κι όμως, τρία μόλις τέταρτα του αιώνα μετά, κανείς δεν τον θυμήθηκε στις αρχές του Μαΐου εκτός από τον Ιάκωβο Καραμολέγκο στη σύντομη αυτή αναφορά του που παρουσιάζω εδώ και από την ανιψιά του ποιητή - που θα του κάνει εκδήλωση μνήμης στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Χίο, στο τέλος του χρόνου απ’ ό,τι μαθαίνω.

      Πού είναι οι ιεράρχες, πού είναι οι οργανωμένες χριστιανικές κοινότητες, πού είναι όλα τα γερασμένα πιά εκείνα νιάτα που τον θαύμαζαν και που γαλουχήθηκαν από τα νάματα της ποίησής του, τότε που ο Γ. Βερίτης - μέσα από τους απλοϊκούς αλλά τέλεια δομημένους στίχους του - απευθυνόταν σ’ αυτά, έως στα τριανταένα του χρόνια και έσβησε στο κρεβάτι του πόνου δύο χρόνια μετά;

      Πουθενά. Πουθενά δεν φάνηκε η απαράμιλλη αγνή ομορφιά του να συγκινεί τώρα πιά. Κι όμως, η φαινομενική σημερινή απάθεια των Ελλήνων Χριστιανών στο πρόσωπό του, έρχεται κι αυτή σε αντίθεση με την επικείμενη ένατη έκδοση που θα κάνουν τα ευρισκόμενα ποιητικά άπαντά του - που έχουν για ομαδικούς τίτλους «Η Ωδή του Αγαπητού», «Στις πηγές των υδάτων», «Όταν ανθίζουν τα κρίνα», «Με την αυγή».

      Η Αθηνά Ταρσούλη και ο Ροζέ Μιλιέξ συγκαταλέγονται στους θαυμαστές του χριστιανικού τρόπου του. Ο κριτικός λογοτεχνίας Αντώνης Καραντώνης σε ραδιοφωνική ομιλία του το 1968, είκοσι χρόνια μετά τον θάνατο του Βερίτη στην ίδια ηλικία με τον Χριστό που τόσο αγάπησε, ακούστηκε να λέει ανάμεσα στ’ άλλα του: «Και τώρα βλέπουμε πως ο Βερίτης δεν ήταν απλώς ένας καλός τραγουδιστής και εκφραστής λυτρωτικών χριστιανικών αισθημάτων, αλλά και ένας βαθύτερα ποιητικός άνθρωπος με υπέρτερες αλήθειες - και, τελικά, μ’ εκείνη την ουράνια χαρά που μόνο η Αποκάλυψις μπορεί να μας δώσει. Το συμπέρασμα, η διδαχή και η προσταγή του αείμνηστου Βερίτη είναι πως ο ατομικισμός πρέπει να καταλυθεί, πως ο ένας άνθρωπος πρέπει να κοιτάξει τον άλλο σαν όμοιός του και σαν υπεύθυνο μέλος ενός κοινωνικού συνόλου. Κι αυτό το χάρισμα το έχει μόνο όποιος κηρύττει, όχι για ν’ ακούει φιλάρεσκα τον εαυτό του, μα για να τον ακούνε οι άλλοι. Μπορεί ο καθένας μας να γίνει ένας άλλος για τον εαυτό του; Ω, τότε πόσο γρήγορα όλοι θα ανεβαίναμε πιο ψηλά μέσα στη ζωή!»

      Πρότυπα του Βερίτη - εκτός από τα εύλογα χριστιανικά πρότυπά του, του Παπαδιαμάντη και του Μωραϊτίνη ή του Γάλλου Πωλ Κλωντέλ - ήταν ο Σολωμός, ο Ερνέστος Ψυχάρης, ο Φρανσουά Μωριάκ.

      Η οικογένειά του εκεί, στο χωριό του Ελάτη της Χίου, επέδρασε ψυχικά στον Βερίτη. Φέρνω για παράδειγμα το δέσιμο που παρέμεινε με τον αδελφό του τον Γιώργο σε στίχους του, όταν αυτός έπεσε πολεμώντας στο Ρίμινι. Το ποίημά του εκείνο άρχιζε και τελείωνε ως εξής: «Στον τάφο σου στο Ρίμινι θα ράνω δυό λουλούδια | - γείρε, αδελφέ μου, να σου πω στ’ αυτί, | στον τάφο σου στο Ρίμινι λίγα φτωχά τραγούδια | κει που ’χει το κορμάκι σου θαφτεί…| Μανούλα! Σφίξε τον γλυκά τον Γιώργο σου και πάλι | στην αγκαλιά που τόσο καρτερεί. | Νά, σου τον έφερε ο Χριστός με δάφνες στο κεφάλι, | που δεν θα τις μαράνουν οι καιροί».

 

 

      «Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί» παρατηρεί ο Καραμολέγκος «ότι στον χώρο της χριστιανικής ποίησης ο Βερίτης είναι (τηρουμένων των αναλογιών) ό,τι ο Παπαδιαμάντης στην χριστιανική πεζογραφία. Υπάρχουν τα μακροσκελή του, όπως ο Αναστάσιμος, ο Γυρισμός, Στη Δύση της Ζωής ή ο Ύμνος των Λυτρωμένων. Ένα δείγμα από τον Αναστάσιμο: «Χριστός ανέστη! Το χαρτί | σκίστηκε πάνω στη γιορτή | κι ο άνεμος το πήρε. | Πάτε, παλιοί λογαριασμοί, | μαύρης βλαστήμιας πειρασμοί | και λογισμέ συ, στείρε.| Άνοιξη μπήκε για καλά | κι η θάλασσα παιζογελά | κι ανθούν οι κήποι εντός μου.| Πλάκες, που στέκατε βαριές | στα μνήματα και στις καρδιές, | σας έσπασε ο Χριστός μου!»

      Όμως και στα πιο μικρά του ποιήματα όπως, για παράδειγμα, το «Στην Αγάπη» φανερώνεται αληθινός μάστορας του λόγου: «Μαζί θα περπατήσουμε χέρι με χέρι | σ’ αυτά τα κρύα και σκοτεινά κι άγνωστα μέρη. | Τ’ ολόφωτό σου και παρήγορό σου βλέμμα | το πολικό μου και γλυκό θα ’ναι αστέρι. | Κράτα με, Αγάπη, και μιαν ώρα μη μ’ αφήσεις. | Αγκάθια, πέτρες - και τα πόδια στάζουν αίμα. | Σαν να μ’ εχθρεύονται και τ’ άψυχα της Φύσης. | Κράτα με, Αγάπη, στον ανήφορο της ζήσης».

 

 

      Προέκταση του ποιητή Γ. Βερίτη είναι τα πεζά του, που τα βρίσκουμε σε δύο ογκώδεις τόμους «Άπαντα Ι»(άρθρα και μελέτες) και «Άπαντα ΙΙ»(  φιλολογικά θέματα, διηγήματα, μορφές). Σ’ αυτούς τους δυό τόμους ο λυρικός συνομιλεί, συστρατεύεται είναι καλύτερη λέξη, με τον οξυδερκή κριτικό, με τον ιστορικό, με τον φιλόλογο, με τον γλαφυρό διηγηματογράφο Γ.Βερίτη. «Η ευρυμάθεια» λέει ο Ιάκωβος Θήρας Καραμολέγκος «και η χριστιανική εντιμότητα του Βερίτη γοητεύουν τον καλοπροαίρετο αναγνώστη, είτε πιστεύει στον Χριστό είτε όχι. Οι ιστορικές του μελέτες, όπως «Η παρακμή στην αρχαία Ελλάδα», «Αναδρομή στον άγνωστο Μεσαίωνα», «Η γυναίκα στο Βυζάντιο», «Χριστιανικό βιβλίο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας» και άλλες, παραμένουν ακροτελεύτιες στο είδος τους. Στον αγαπημένο του Παπαδιαμάντη αφιέρωσε τέσσερα δοκίμια.   

 

 

      Τον Μάιο του 1968 η Χριστιανική Ένωσις Επιστημόνων (τότε που η Χριστιανική Ελλάδα τον θυμόταν ακόμα, γιατί η ταμπέλα έγραφε «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών») με αφορμή τα είκοσι χρόνια από «το ταξίδι του Βερίτη στους ουρανούς» όπως τα ονόμασε τα χρόνια της φυσικής απουσίας του ο Καραμολέγκος, έβγαλε στο εκδοτικό φως σε ξεχωριστό τομίδιο τέσσερα δοκίμιά του. Ο τίτλος; «Ο ποιητής χθες και σήμερα». Ο λόγος της έκδοσης εκείνης ήταν προφανής. Μιλούσε για έναν προφήτη της λογοτεχνικής δημιουργίας - που ήταν ο ποιητής. Τραγικές οι διαπιστώσεις του για τον άνθρωπο των τελευταίων αιώνων, καθώς κα για την κατάντια της Ευρώπης και του πολιτισμού της. Δείτε μερικά από τα λόγια του:

      «Ο άνθρωπος της εποχής μας έχασε την επαφή με την ψυχή του. Απορροφήθηκε από τα έξω. Τον συνεπήραν η κίνηση, ο θόρυβος, τα χτυπητά χρώματα. Αυτός και ο εαυτός του καταντήσανε δυο ξένοι. Ο ένας δεν γνώριζε τον άλλο. Ή κάποτε ντρεπόντουσαν ν’ αντικρίσουν ο ένας τον άλλον. Ή και το ξεχνούσαν. Τραγική διάσπαση της προσωπικότητας, σύμπτωμα του πολιτισμού μας».

      Σε μια άλλη σελίδα του αφιερωματικού τομιδίου βρίσκουμε τα λόγια: «Η Ευρώπη δεν καταστρέφεται από ξένους. Καταστρέφεται από τον εαυτό της. Ο πολιτισμός συντρίβεται με τα δικά του χέρια. Η τεχνική πρόοδος φθείρει τον εαυτό της. Η Ευρώπη είναι μια τραγική Μήδεια που σφάζει τα παιδιά της». Λόγια του Βερίτη που είναι φανερά επηρεασμένα από τον τελευταίο αλλόφρονα Πόλεμο, αλλά εξίσου φανερά ιδωμένα σήμερα από εμάς ότι από τότε δεν έχει γίνει ούτε ένα βήμα σε κάποια αλλιώτικη κατεύθυνση. Όμως, παρά τη ζοφερή πραγματικότητα, ο ποιητής όπως κάθε ορθά σκεπτόμενος άνθρωπος της εποχής του και της εποχής μας, εύχεται το σταμάτημα αυτής της κατρακύλας έχοντας μια δικιά του απάντηση: «Μας χρειάζεται ενότητα πολιτισμού. Για να την αποκτήσουμε όμως, μας είναι απαραίτητη η ενότητα κοσμοθεωρίας. Αλλά η κοσμοθεωρία χτίζεται μόνον απάνω στην πίστη. Χρειαζόμαστε λοιπόν, πίστη. Η πίστη θα μας οδηγήσει προς το εν, προς τον Ένα. Κι από τον Ένα ως την ενότητα δεν υπάρχει πιά καμιά απόσταση, παρά μόνον όση ενώνει την αιτία με το αποτέλεσμα».

       Στις μέρες μας, πέρα στο Δημοτικό Κήπο της Χίου δεσπόζει - σαν απεικόνιση της Λευτεριάς που «με βία μετράει τη γη» - το άγαλμα του μπουρλοτιέρη Κανάρη. Και όλα τα υπόλοιπα δείγματα γλυπτικής ολόγυρά του είναι προτομές που απεικονίζουν ανθρώπους των Γραμμάτων, ποιητές, συγγραφείς, λόγιους, ανθρώπους που γεννήθηκαν στο νησί ή που έλκουν χιακή καταγωγή. Φανερή επιλογή εκεί να τιμηθούν άνθρωποι ήμεροι - που τους δικούς τους αγώνες τούς έδωσαν με την πένα τους. Με τις όποιες διαφορές και με τις ιδιαιτερότητές τους. Το 1975 το Δημοτικό Συμβούλιο Χίου έκανε δεκτή την πρόταση του Κώστα Χαλλιορή να τιμηθούν οι Xιώτες ποιητές του Μεσοπολέμου Γ. Βερίτης και Φώτης Αγγουλές



Εκεί λοιπόν, λίγο παράμερα, προς τη βορεινή πλευρά, στέκει ο Αλέξανδρος Γκιάλας, δηλαδή ο Γ. Βερίτης, ο τρυφερός Χριστιανός ποιητής που, όπως είδαμε, έσβησε τόσο πρόωρα, στα 33 του χρόνια. Κι απέναντί του βρίσκεται, στη δικιά του προτομή, ο Φώτης Χονδρουλάκης, δηλαδή ο Φώτης Αγγουλές, ο τυραννισμένος αριστερός ποιητής που τόπος θανάτου του δηλώνεται το Αιγαίο Πέλαγος, αφού έσβησε, πρόωρα κι αυτός, στα 53 του χρόνια, πάνω σε κάποιο καράβι με ρότα προς τη Χίο. Μπορεί οι προτομές τους να ανταμώνουν σήμερα στον Δημοτικό Κήπο Χίου, όμως οι δυο ποιητές είχαν ανταμώσει και στη ζωή. Ο Γάλλος Ροζέ Μιλλιέξ αναφέρει την τεκμηριωμένη φιλία, επικοινωνία και συνεργασία του Βερίτη με τον ψαρά και ταλαντούχο ποιητή της Χίου Φώτη Αγγουλέ, τότε που του διόρθωνε τα πρώτα του λυρικά γυμνάσματα.

 

 

      Τελειώνοντας, θα αναφέρω εδώ πώς γνώρισα κι εγώ τον Γ. Βερίτη, που από την αρχή τον έβαλα στην καρδιά μου. Μπορεί να έχω αποκτήσει πριν από χρόνια τα Άπαντα του Βερίτη (δεν θυμάμαι τώρα σε ποιά έκδοση), όμως είναι σαν τώρα που τον πρωταντικρίζω μέσα από ένα ποίημά του, που απορώ πώς δεν το συμπεριέλαβε στο ανθολόγιο του βιβλίου του ο Ιάκωβος Θήρας Καραμολέγκος. Βέβαιος ότι θα σας αρέσει και θα ανακαλύψετε πως κάτω από τους στίχους του χτυπάει ακόμα η καρδιά του, το παραθέτω εδώ - κι εδώ τελειώνω:

      «Μάνα γλυκύτατη, Μάνα ουρανόσταλτη, ατίμητη Μάνα! | Δεν σε θαμπώνουν απάτες εσένα κι ονείρατα πλάνα.| Πάνω στο χρέος ακοίμητη εσύ, νύχτα - μέρα σκυμμένη, | τ’ άπειρο ακούς μες στα χάη μια-μια τις στιγμές να σημαίνει. | Τόσο η ψυχή σου είν’ απλή, που μιλά με τ’ αμίλητα πλάσματα, | κι ούτε γελιέσαι ποτέ μ’ όσα φτιάνει το ψέμα φαντάσματα. | Μάνα, η στοργή σου μεγάλη κι απέραντη όσο κι η πλάση! | Ποιός θα μπορέσει ως βαθιά την καρδιά σου ποτέ να διαβάσει; | Μάνα, η στοργή σου πασίχαρη σαν τις αχτίδες του ήλιου, | μες στη χαρά του χρυσού προσκαλεί μαγικού σου βασίλειου. | | Πώς με βελούδινα δάχτυλ’ αγγίζεις τους πόνους μας και τους γλυκαίνεις!
Μάνα γλυκύτατη, όλα τα βάσανα συ τ’ απαλαίνεις! | Πάνω απ’ τον λίκνο μας σκύβοντας, άγγελε - ω τη χαρά σου! | τα μεταξένια σου απλώνεις φτερά, τα μεγάλα φτερά σου! | Ω το γλυκό, τρυφερό σου, μανούλα, κι ολόθερμο φίλημα, | στου βρεφικού μας ονείρου τ’ αθώο κι απλό παραμίλημα! | Ω, πως πονάς όταν βλέπεις εμάς στο κρεβάτι του πόνου, | και στους δικούς μας κινδύνους, καλή, πόσα φίδια σε ζώνουν! | Πόσες φορές σου τρυπάμε, φτωχή, την καρδιά με μαχαίρι, | και πόσες άλλες σηκώσαμε απάνω σου βέβηλο χέρι! | Πόσες φορές σ’ ανεβάσαμε απάνω σε ξύλο οδύνης, | δίχως εσύ και μια λέξη πικρή παραπόνου ν’ αφήνεις! | Κι ω, πόσες άλλες φορές στου φριχτού Γολγοθά μας τα σκότη | μόνη σου κλαις, σ’ ένα θρήνο βουβό, τη χαμένη μας νιότη! | Όλα μας τάμαθες, Μάνα γλυκύτατη, ατίμητη Μάνα, | και με της πίστης μας τ’ άγιο μάς έθρεψες κι άφθαρτο μάννα. | Ένα κομμάτι χρυσάφι μάς έκρυψες μέσα βαθιά μας, | να μπουμπουκιάσουν οι ανθοί λαχταράς του καλού στην καρδιά μας. | Μάνα! Πού βρήκες την τόση στοργή, την αγάπη την τόση; | Μες στην ψυχή σου απ’ το χέρι του Πλάστη μας έχει φυτρώσει! | Μάνα, που πήρες απ΄ όλα τα πλάσματ’ ανώτερο θρόνο, | άφθαρτη μένει κι ανέγγιχτ’ η δόξα σου μέσα στο χρόνο. | Μες στην αγκάλη σου, ω θαύμα! κρατάς το Θεό μας, Μητέρα, | κι είσαι απ’ τη γη κι απ’ τους κόσμους των άστρων, εσύ, Πλατυτέρα!»

 

 

 

 

 

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ