O Mίκης της Ελλάδας...

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Πόσο φτωχά είναι τα λόγια που αποπειρώνται να τιμήσουν ένα τέτοιο νεκρό…

Της Μαρίας Λιονάκη

Πρωινή ώρα Παρασκευής  τρεις Σεπτεμβρίου. Τρίτης ημέρας του πρώτου φθινοπωρινού μήνα, πρώτης μέρας εθνικού πένθους. Επομένη της δεύτερης μέρας του Σεπτεμβρίου που δεν το περίμενε, όταν χάραζε  το πρωί, ότι θα σήκωνε τέτοιο φορτίο, πένθιμο, εθνικό, ότι θα γινόταν αποφράδα ημέρα, μαύρο πουλί  στο μουσικό ουρανό της χώρας μας, μα και της Οικουμένης ολόκληρης. Που δεν το περίμενε ότι θα ένωνε σε μια σύμπτωση θανάτου δυο φίλους και συναγωνιστές, καθώς ο Μάνος Κατράκης είχε πεθάνει την ίδια ημέρα, πριν τριάντα εφτά χρόνια.

Έχω ξυπνήσει και βρίσκομαι για κάποια δουλειά  στο κέντρο,  λίγο πιο κάτω από τον Άγιο Δημήτριο. Απορροφημένη σε σκέψεις  ατενίζω τη θάλασσα που κυματίζει στο βάθος, ίδια ελληνική σημαία με το άπλετο γαλάζιο και τον άσπρο κυματισμό.  

Ώσπου από το βάθος του δρόμου τραβάει την προσοχή μου, την ακουστική,  εύηχο άκουσμα, γνώριμο άκουσμα,  που δυναμώνει, καθώς με πλησιάζει. «Κουράστηκα να περπατώ και τη ρωτώ και τη ρωτώ. Πες μου, μυρτιά, να σε χαρώ, πού θα βρω χώμα, θα βρω χώμα και νερό, να ξαναχτίσω μια φωλιά για της αγάπης τα πουλιά;»

Ποιος είναι αυτός που τραγουδά καταμεσής του δρόμου; Τόσο μελωδικά, ρυθμικά; Με χορδές φωνητικές, χείλη, μα πιότερο με ψυχή; Ποιος είναι αυτός που αδιαφορεί για τη σιωπή του δρόμου που σκίζει, για τα βλέμματα που τραβά πάνω του, βιαστικών,  χαμένων στην καθημερινότητα,   ανθρώπων; Ποιος είναι αυτός  που  έρχεται από το γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού;  Ένας  μπαμπάς είναι,  ένας νεαρός  απλός  άνδρας,  ευαίσθητος και ρομαντικός καθώς  φαίνεται.   Με αδύνατη,  ευθυτενή κορμοστασιά,  με  μαύρη μπλούζα και τζιν παντελόνι. Ένας πατέρας που κρατούσε αγκαλιά  ένα κοριτσάκι,  με λευκή μπλούζα, ένα παιδάκι λίγο πριν τα δύο,  και του τραγουδάει.  Ενώ αυτό γελάει,  όλο γελάει… Ένας πατέρας που αποτίνει εκείνη τη στιγμή  αυθόρμητα ,  συνειδητά καθώς φαίνεται,  τον καλύτερο φόρο τιμής στον νεκρό που τιμάται αυτές τις μέρες.

Πόσο συμβολική εικόνα… Το μπλε της Θάλασσας και του ουρανού  είναι η χώρα μας. Που ο Μίκης την έβλεπε σα μια μεγάλη χορωδία και την ήθελε ενωμένη.  Η μαύρη μπλούζα συμβολίζει το πένθος. Που νιώθει ο  μουσικός κόσμος, ο καθένας μας, η χώρα μας ολόκληρη που ορφάνεψε στο ξημέρωμα του φθινοπώρου. Το  παιδάκι συμβολίζει το μέλλον, τις επόμενες γενιές, ενώ το  λευκό του ρούχο τις ελπίδες που τρέφουμε όλοι για τη νέα γενιά, που είναι η συνέχειά μας. Η «Μυρτιά»,  το τραγούδι του Μίκη  που τραγουδάει ο μπαμπάς,  είναι ο συνδετικός κρίκος των δυο γενεών,  η μουσική που μεταλαμπαδεύεται από τη μια γενιά στην άλλη, όπως είναι χρέος, καθήκον  όλων μας , να γίνεται στο εξής.  Καθώς αποτελεί σπουδαία πνευματική κληρονομιά μας. Που πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία, να συνεχίσει να ακούγεται στις εθνικές μας εορτές, μα και στα ραδιόφωνα, στα σπίτια μας,  εμψυχώνοντας μας στις προσωπικές δυσκολίες, μα και στους αγώνες του έθνους μας για πρόοδο,  ευημερία, υπερνίκηση δυσκολιών. Όπως συνέβαινε εδώ και χρόνια.

 Πόσο  αξεπέραστη , απαράμιλλη η  μουσική του Μίκη… Που κατάφερε με τις νότες του, τους ήχους του  να δώσει ρούχο σε ιδέες και οράματα, σε στιγμές κρίσιμες  για τον τόπο, την  ιστορία μας. Όταν πολεμούσε ο λαός μας ξένους κατακτητές, ανελεύθερα καθεστώτα.  Αγώνες που κι ο ίδιος έδωσε, καθώς βασανίστηκε, εκδιώχθηκε για τα πιστεύω του, εξορίστηκε, υπερασπιζόμενος πατρίδα και δημοκρατία. Πόσο σπουδαία η συνεισφορά του, καθώς  κοινώνησε την ποίηση των μεγάλων ποιητών μας, του Σεφέρη, του Ρίτσου, του Ελύτη σε κάθε Έλληνα, σε κάθε Ευρωπαίο. Κάνοντας γνωστή τη χώρα μας στα πέρατα της γης. Κάνοντας το  ακροατήριο του πάντα να ριγεί, να δονείται από παλμό να διακατέχεται από ηρωική πνοή.  Να γίνεται ο ίδιος ο ακροατής,  ποιητής κι  επαναστάτης. Να  νιώθει το μεγαλείο, την περηφάνια  του να είσαι Έλληνας, να  γίνεται Ζορμπάς, αιώνια ερωτευμένος με τη ζωή και να χορεύει συρτάκι.  Όπως ερωτευμένος με τη  μουσική, τη ζωή, την πατρίδα  και τη δημιουργία ήταν ο ίδιος ο μεγάλος συνθέτης.  Μα τον ξεγέλασε ο Χάρος  σαν το Διγενή, στα μαρμαρένια αλώνια. Κι αν έφυγε όμως, αιώνια θα ζει…

Πόσο φτωχά είναι  τα λόγια που αποπειρώνται  να τιμήσουν ένα τέτοιο νεκρό…

 Καλό ταξίδι Μίκη! Σε ευχαριστούμε!

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ