Πολιτικά παράδοξα στην Ελλάδα του 2016

Γιώργος Κουμάκης
Γιώργος Κουμάκης

Γενικά υφίσταται θέμα αξιοπιστίας προς το πολιτικό σύστημα. Η σημειούμενη κρίση θα μειωθεί, μόνον αν επέλθει αλλαγή νοοτροπίας στους Έλληνες και κυρίως στους πολιτικούς ταγούς. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι να συμβαίνουν πολλά παράδοξα στα πολιτικά δρώμενα.

του Γεωργίου Χ. Κουμάκη

  

                  Η χώρα μας διέρχεται σήμερα βαθιά οικονομική κρίση, η οποία είναι απόρροια πρωτίστως πολιτισμικής και πολιτικής κρίσης λόγω έλλειψης κυρίως υψηλού φρονήματος και υγιούς ήθους. Αποτέλεσμα τούτου είναι η μεγάλη διαφθορά, η φοροδιαφυγή, η απάτη και η εγκληματικότητα. Στην παρακμή αυτή αξιών συμβάλλει σημαντικά και το πολίτευμά μας, το οποίο δεν είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει. Τούτο δε διότι οι βουλευτές με την ασυλία που απολαμβάνουν είναι σχεδόν ανεξέλεγκτοι. Το «ποθεν έσχες» τους  είναι απλή δήλωση και καταγραφή των περιουσιακών τους στοιχείων και όχι αυτό που προβλέπει το σύνταγμα, δηλαδή πώς τα απέκτησαν. Έχουν επίσης πολλά προνόμια και περιττές ατέλειες. Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και το δικαίωμα των βουλευτών να κατέχουν εξωχώριες εταιρείες δεν έχουν ακόμα καταργηθεί. Γενικά υφίσταται θέμα αξιοπιστίας προς το πολιτικό σύστημα. Η σημειούμενη κρίση θα μειωθεί, μόνον αν επέλθει αλλαγή νοοτροπίας στους Έλληνες και κυρίως στους πολιτικούς ταγούς. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι να συμβαίνουν πολλά παράδοξα στα πολιτικά δρώμενα. Ας δούμε μερικά από αυτά.

                  Ο πρόεδρος των ΗΠΑ επαινεί τον Έλληνα πρωθυπουργό για τις απανωτές εκλογικές του νίκες και κυρίως για τη μεταστροφή μιας αριστερής Κυβέρνησης στις πραγματικές ανάγκες της χώρας, ώστε αυτή να οδηγηθεί επί του ασφαλούς από το χείλος του κρημνού με την επαπειλούμενη χρεοκοπία στην ευημερία και την πρόοδο. Η δήλωση αυτή του Ομπάμα υποδηλώνει ότι η αλλαγή πλεύσης του πρωθυπουργού, έστω και αν αθέτησε τις προεκλογικές του υποσχέσεις και παρέκκλινε από την κομματική γραμμή, ήταν προς την ορθή κατεύθυνση. Βρισκόμαστε μπροστά σε πρωτόγνωρο πολιτικό φαινόμενο μια Κυβέρνηση να κάνει πράγματα, που ως αξιωματική αντιπολίτευση και ως υποψήφιο κόμμα πολεμούσε με πάθος και αυταπάρνηση. 

Θα περιοριστώ σε δύο μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα: ενώ έλεγε ότι θα έσχιζε τα μνημόνια και θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ, έφερε σκληρότερα μνημόνια και αύξησε τον ΕΝΦΙΑ. Εκτός αυτού το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ενάντια στις σκληρές απαιτήσεις των δανειστών έγινε ως δια μαγείας ΝΑΙ. Ενώ δηλαδή ο ελληνικός λαός είπε ΟΧΙ  στους δυσβάστακτους όρους του μνημονίου, τελικά η Κυβέρνηση απεδέχθη ακόμα χειρότερους. Έτσι η ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος , την οποία ήλπιζε ό Πρωθυπουργός ότι θα αντλήσει από τον λαό με το δημοψήφισμα αποδείχτηκε φρούδα ελπίδα, αφού οι όροι του μνημονίου που υπέγραψε είναι πολύ σκληρότεροι από αυτούς που απέρριψε ο λαός με το δημοψήφισμα. 

Ως χείριστο πάντων μπορεί μάλλον να θεωρηθεί η παραχώρηση προς τους δανειστές για 99 έτη του παραγωγικού πλούτου της χώρας. Πάντως ένα πράγμα δεν μπορεί μάλλον να αμφισβητηθεί. Αν υποτεθεί ότι οι μεταρρυθμίσεις που ψηφίστηκαν στη Βουλή υπό τη δαμόκλειο σπάθη της Τρόικας, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, θα ήταν σχεδόν αδύνατο ή τουλάχιστο εξαιρετικά δύσκολο να ψηφιστούν από άλλο κόμμα, διότι οι κοινωνικές αντιδράσεις θα ήταν αφόρητες. 

Ας θυμηθούμε μόνο τι έγινε με το κλείσιμο της ΕΡΤ. Τούτο δε διότι ο λαός θα ήλπιζε σε μια άλλη πολιτική δύναμη, που ήταν τότε ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι θα καταργούσε όλα τα σκληρά μέτρα του μνημονίου. Έτσι μπορεί να ερμηνευθεί γιατί ένα υπόδικο κόμμα που σέρνεται στα δικαστήρια για φερόμενες παράνομες πράξεις, καταλαμβάνει σταθερά στις δημοσκοπήσεις την τρίτη θέση, αφού υπόσχεται κατάργηση των μνημονίων χωρίς αλλαγή του πολιτεύματος. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι δανειστές απαιτούσαν επί Κυβερνήσεως της Νέας Δημοκρατίας τη συναίνεση των άλλων κομμάτων για τις επικείμενες μεταρρυθμίσεις, ενώ σήμερα δεν ζητούν κάτι παρόμοιο, αφού θεωρείται δεδομένος ο Ευρωπαϊκός τους προσανατολισμός.

                  Ας δούμε τώρα πώς μπορεί να ερμηνευθεί και αιτιολογηθεί η μεταστροφή αυτή του Πρωθυπουργού. Σύσσωμη η αντιπολίτευση και πολλοί  από τους απλούς πολίτες διαμαρτύρονται έντονα υποστηρίζοντας ότι η Κυβέρνηση τους εξαπάτησε, διότι άλλα τους υποσχέθηκε προεκλογικά και άλλα κάνει τώρα. Αποτέλεσμα της δυσφορίας και της γενικής αυτής κατακραυγής του λαού είναι οι κατά ανοίκειο και απρεπή τρόπο ύβρεις, λοιδορίες και προπηλακισμοί βουλευτών και υπουργών της παρούσας Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ—ΑΝΕΛ, που υπερβαίνουν τα όρια της κοσμιότητας και της ευπρέπειας. Τέτοιες συμπεριφορές δικαιολογούνται μόνον από την αδικία, την οργή και την αγανάκτηση που νιώθουν λόγω της εξαπάτησης. Μια γενικότερη και πιο οργανωμένη αντίδραση θα είναι η προγραμματισμένη  για τις 16 Ιουνίου στην Πλατεία Συντάγματος με το σύνθημα ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙΤΕ, η οποία όπως λένε οι διοργανωτές θα είναι ειρηνική, κόσμια και χωρίς έκτροπα. Εμείς μπορούμε μόνον να το ευχόμαστε και να το ελπίζομε.

                  Ο ισχυρισμός πολλών εκ των Ελλήνων πολιτών ότι εξαπατήθηκαν και ότι ο αγώνας έγινε για την κατάληψη κυβερνητικών θώκων και όχι προς το κοινό συμφέρον των πολιτών είναι εύλογη  ερμηνεία και δεν απέχει ίσως πολύ από την πραγματικότητα. Εξίσου όμως πιθανή είναι και μια άλλη ερμηνεία. Συγκεκριμένα, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ότι στις κυβερνητικές προθέσεις δεν υπάρχει δόλος και απάτη, αλλά γνήσιο αίσθημα φιλοπατρίας με γνώμονα πάντοτε το εθνικό συμφέρον και όχι την ιδιοτέλεια. Σε κάθε περίπτωση αυτό που διακυβεύεται και ουσιαστικά αναιρείται είναι το νόημα και η χρησιμότητα της εκλογικής διαδικασίας, που θεωρείται ο θεμέλιος λίθος και η πεμπτουσία της δημοκρατίας. Οι εκλογές έτσι καταντούν γράμμα κενό και χωρίς περιεχόμενο. Έτσι ίσως όχι αδικαιολόγητα η αντιπολίτευση κατηγορεί τον Πρωθυπουργό για υποκρισία και λαϊκισμό, διότι υποσχέθηκε στον λαό πράγματα που του αρέσουν, για να υφαρπάσει την ψήφο τους, ενώ όταν εδραιωθεί στην εξουσία πράττει τα αντίθετα,, πράγμα που δημιουργεί θλίψη, αγανάκτηση και οργή, επειδή δημιουργείται το αίσθημα ότι έπεσε θύμα εκμετάλλευσης και απάτης.

                  Εδώ πρέπει να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο να μην γνώριζε τότε η παρούσα Κυβέρνηση τις δυσκολίες που θα συναντούσε κατά την πορεία της διαπραγμάτευση και ότι οι δανειστές θα ήταν άκαμπτοι και ανένδοτοι. Ήλπιζαν δηλαδή ότι τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά και ότι δεν θα προσέκρουαν σε τείχος αξεπέραστο, αλλά οι προσδοκίες τους ματαιώθηκαν. Έτσι αναγκάσθηκαν να προσαρμοστούν και να συμφιλιωθούν με το σκληρό πρόσωπο της πραγματικότητας, οπότε η Κυβέρνηση βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα:  1) ή να υπογράψει το δυσμενές μνημόνιο 2) ή να τηρήσει τις δεσμεύσεις της και να υλοποιήσει το δημοψήφισμα , με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί σε άτακτη χρεοκοπία. Προτίμησε το πρώτο, αν έπραξε ορθά ή λάθος θα το δείξει ο χρόνος. Ωστόσο θα ήταν πράξη ευθύνης και ειλικρίνειας να ζητήσει συγγνώμη από τον ελληνικό λαό γι  αυτήν του την παρέκκλιση. Μόνο Έτσι θα εξιλεωνόταν απέναντι του , αφού θα τον εξευμένιζε. Δεν το έπραξε ακολουθώντας ίσως μια άλλη εξίσου σπουδαία αρχή, ότι στην πολιτική ορισμένα πράγματα λέγονται χωρίς να γίνονται και άλλα γίνονται χωρίς να λέγονται. Όπως και να έχει το πράγμα  η Κυβέρνηση είναι έκθετη και έναντι των άλλων κομμάτων, διότι και αυτά θα μπορούσαν να λαϊκίσουν για να αρπάξουν την ψήφο του ελληνικού λαού. Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι είναι ωφέλιμο για ένα κράτος να αλλάζουν οι Κυβερνήσεις, διότι η εξουσία φθείρει τους πολιτικούς, ορισμένες κοινωνικές τάξεις δεν θα είναι μονίμως παραγκωνισμένες και το σπουδαιότερο η νέα Κυβέρνηση θα ελέγξει την απερχόμενη για τυχόν ατασθαλίες και σκάνδαλα. Έτσι αποκαθίσταται το κοινό  περί δικαίου αίσθημα και ανακουφίζεται ο λαός.

Αν τώρα η συνθήκη που υπέγραψε η Κυβέρνηση με τους δανειστές, παρά την θέληση του ελληνικού λαού, αποδειχθεί τελικά επωφελής για τη χώρα, επειδή αφενός μεν αποφεύγεται η χρεοκοπία, αφετέρου δε διευθετείται κατά τρόπο ικανοποιητικό η ελάφρυνση του χρέους, τότε γεννάται το ερώτημα, τι θα ήταν καλύτερο για τη χώρα: αυτό που ενδεχομένως θα συμβεί τώρα ή να χρεοκοπήσει η χώρα αν τηρούνταν οι προεκλογικές δεσμεύσεις; Απάντηση στο ερώτημα αυτό  μπορεί να δώσει μόνον ο κυρίαρχος ελληνικός λαός. Πάντως, σύμφωνα με την κοινή λογική προτιμότερο είναι η αποφυγή της χρεοκοπίας και η ελάφρυνση του χρέους, πράγμα που αρνούνταν επίμονα οι δανειστές μας παρά την καλοπροαίρετη και ανθρώπινη απόφαση του ΔΝΤ.  Όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις πρέπει σοβαρά να ληφθεί υπόψη το γεγονός της παγκοσμιοποίησης, που αποτελεί σήμερα αδήριτη αναγκαιότητα. Σήμερα έχει επικρατήσει ο νόμος της ελεύθερης αγοράς και ο οικονομικός ανταγωνισμός που ευνοούν το Κεφάλαιο.Το σύστημα αυτό δημιουργεί πάμπλουτους και πάμπτωχους , μεγιστάνες και άστεγους. Από την άλλη η απόλυτη ισοπέδωση των πάντων προξενεί οικονομικό μαρασμό λόγω κατάργησης της ιδιοκτησίας και ανελευθερία, επειδή το να μην αμείβεται κανείς  ανάλογα προς την προσφερόμενη εργασία  αντιβαίνει στην ανθρώπινη φύση. Κατά συνέπεια το άριστο πολίτευμα θα ήταν ένα μέσο πολίτευμα, δηλαδή το κέντρο των δύο άκρων, ούτε ασύδοτη ελευθερία ούτε περιορισμός και ανελευθερία. Γεγονός πάντως παραμένει ότι όποια και αν ήταν η Κυβέρνηση της διαπραγμάτευσης θα ακολουθούσε τη γραμμή των δανειστών και συνεπώς οι διαφοροποιήσεις θα ήταν ελάχιστες.

Ας εξεταστεί στη συνέχεια σε τι μπορεί να συμβάλει η αρχαία ελληνική σκέψη στη θεώρηση του πολιτικού προβληματισμού που απασχολεί σήμερα έντονα την κοινή γνώμη της χώρας μας και όχι μόνον. Μπορεί δηλαδή ο Πρωθυπουργός να βρει σανίδα σωτηρίας και να δικαιολογήσει επαρκώς τις πράξεις και τις ενέργειες του ; Αυτή η δυνατότητα υπάρχει όχι μόνον  στη δημοκρατία της αρχαίας Ελλάδας που θεωρείται το λίκνο του πολιτισμού αλλά και στη σκέψη κλασικών φιλοσόφων όπως του Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Στη δημοκρατία των Αθηνών οι μέλλοντες να κυβερνήσουν δεν είχαν προγράμματα και δεν πήγαιναν στου ψηφοφόρους να ζητήσουν ψήφο, αλλά αντίθετα οι κάτοικοι των Αθηνών παρακαλούσαν τους άριστους να κυβερνήσουν, οι οποίοι δεν έδιναν υποσχέσεις στον λαό. Κυβερνούσαν χωρίς προεκλογικές δεσμεύσεις, σε περίπτωση δε ανάγκης έκαναν δημοψηφίσματα ή αποφάσιζε η «Ἑκκλησία» του Δήμου. Επίσης κατά τον Πλάτωνα οι άρχοντες στην ιδανική πολιτεία του ήταν απολύτως ελεύθεροι( χωρίς κανενός είδους υποχρέωση) να κυβερνούν κατά το δοκούν, υπό τη ρητή προϋπόθεση βέβαια ότι οι άρχοντες ήταν άριστοι στην επιστήμη και στο ήθος. Ο Πλάτων δηλαδή φρονούσε ότι το προεκλογικό πρόγραμμα δημιουργεί προβλήματα στην άσκηση της εξουσίας, επειδή η πραγματικότητα είναι συνεχώς μεταβαλλόμενη, το δε μέλλον αόρατο. Όσον αφορά δε την απομείωση του ελληνικού χρέους  έχομε το φωτεινό παράδειγμα του Σόλωνα, ο οποίος χάρισε τα χρέη, με το να νομοθετήσει τη λεγόμενη «σεισάχθεια», αντίστοιχο των novae tabulae του Ρωμαϊκού Δικαίου. Εφόσον η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση αποτελεί μια οικογένεια, πρέπει να μειώσει το χρέος, για να καταστεί βιώσιμο.

Για να μην μακρηγορώ μπορώ να πω ότι τα οφέλη που μπορεί να αντλήσει η σύγχρονη Ελλάδα (και όχι μόνον) από την πράξη και τη σκέψη της κλασικής Ελλάδας περιέχονται μεταξύ άλλων στο εξαίρετο βιβλίο της Α.Κ. Σαμαρά με τίτλο: Κρίση στην κοιτίδα του πολιτισμού, κρίση στην ανθρωπότητα. Αναζητήσεις για μια οικουμενικότητα  με ορθό λόγο και ανθρώπινες αξίες., Πειραιάς, 2013. Κεντρική ιδέα του βιβλίου είναι ότι  με την ανθρωπιστική παιδεία ο άνθρωπος μπορεί να αντλήσει μέγιστα οφέλη από το αέναο και αστείρευτο ελληνικό πνεύμα. Η αξία του ανθρωπισμού τονίσθηκε επίσης πρόσφατα και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε άλλη ευκαιρία.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ