Κορωνοϊός: Η απίστευτη μάχη ενός ασθενή που έμεινε διασωληνωμένος 32 μέρες!

Συγκλονίζει η ιστορία του 49χρονου δικηγόρου που πάλεψε πάνω από 4 εβδομάδες με τον θάνατο, όπως αποτυπώθηκε στο ρεπορτάζ των New York Times

Ο Τζιμ Μπέλο δεν μπορούσε να αναπνεύσει πια. Τα επίπεδα οξυγόνου που μπορούσαν να παράγουν οι πνεύμονες του ήταν σχεδόν μηδενικά και ακροβατούσε σε ένα λεπτό νήμα μεταξύ ζωής και θανάτου, το οποίο μπορούσε πολύ εύκολα να σπάσει. Μέχρι τις αρχές του περασμένου Μαρτίου, ήταν ένας απόλυτα υγιής άνδρας 49 ετών, δικηγόρος στο επάγγελμα, παντρεμένος με την Κιμ και πατέρας τριών παιδιών. Όταν νόσησε στον κορωνοϊό, έγινε αυτόματα πρωταγωνιστής σε ένα θρίλερ που διήρκησε τριάντα δύο ημέρες μέσα στην εντατική μονάδα του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης. Αυτό το θρίλερ αποτύπωσε εξαιρετικά η Παμ Μπέλουκ των New York Times, μιλώντας με τους γιατρούς και την σύζυγο του Τζιμ, αυτή που γλιστρούσε συχνά μόνη στην αυλή του σπιτιού τους, για να μην την ακούν τα παιδιά τους.

«Θα τα καταφέρει γιατρέ;» ρώτησε κάποια στιγμή κρατώντας το τηλέφωνο της σφιχτά, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα τρία της παιδιά, που έπαιζαν παιχνίδια στο σαλόνι. Δεν ήθελε να ακούσουν άλλη μια δραματική συνομιλία με έναν από τους γιατρούς που πάλευαν να κάνουν καλά τον σύζυγό της, τον Τζιμ, που για δύο εβδομάδες πάλευε με τον κορωνοϊό στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης.

Αρχικά ήταν συνδεδεμένος σε έναν αναπνευστήρα όμως τις τελευταίες εννέα ημέρες, συνδέθηκε επίσης με ένα μηχάνημα τεχνητής καρδιάς-πνεύμονα. Η γιατρός Έμυ Ρούμπιν μιλώντας όσο πιο ανθρώπινα μπορούσε είπε στην Κιμ ότι ο σύζυγος της μπορεί και να τα κατάφερνε να επιβιώσει, αποφάσισε όμως να είναι απόλυτα ευθύς μαζί της: «Εάν μου ζητάτε μια ειλικρινή γνώμη, είναι πολύ πιθανό να μην τα καταφέρει».

 

Ακροβατώντας στην εντατική

Λίγες ώρες μετά την επιστροφή του από μια πολύωρη πεζοπορία στα Λευκά Όρη ο Τζιμ Μπέλο αρχίζει να μην νιώθει καλά και πολύ γρήγορα ο πυρετός του χτυπάει 40άρια. Μεταφέρεται στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης έξι μέρες μετά προσπαθώντας απεγνωσμένα να αναπνεύσει και οι γιατροί πέφτουν πάνω του προσπαθώντας να τον σώσουν. Η κατάσταση του Τζιμ είναι τραγική, αφού οι πνεύμονες του φαίνονται λευκοί σαν κόκκαλο στην τελευταία ακτινογραφία του. Δεν υπάρχουν ουσιαστικά χώροι γεμάτοι με αέρα και όπως λέει ένας γιατρός «είναι μία από τις χειρότερες ακτινογραφίες στήθους που έχω δει ποτέ».

Η κατάσταση του Τζιμ είναι τόσο τραγική μέσα στην εντατική που ακόμη και ένα απλό άγγιγμα που θα προκαλούσε μια αδιόρατη κίνηση στο διασωληνωμένο και μηχανικά παραλυμένο σώμα του θα μπορούσε να στείλει τα επίπεδα του οξυγόνου του στα τάρταρα. Οι γιατροί ανησυχούσαν πάρα πολύ. Φοβόντουσαν ότι η καρδιά του θα μπορούσε να σταματήσει απότομα και αν αυτό συνέβαινε, ήξεραν ότι δεν θα μπορούσαν να τον επαναφέρουν. Είχαν δοκιμάσει τα πάντα για να τον βοηθήσουν. Του είχαν χορηγήσει πειραματικά φάρμακα, χρησιμοποιούσαν ένα μηχάνημα ειδικού ελιγμού για να τον γυρίζουν απαλά μπρούμυτα ώστε να βελτιώσουν τη ροή του αέρα, ενώ ήταν συνδεδεμένος με το πιο εξελιγμένο τεχνολογικά μηχάνημα υποστήριξης.

Από το μυαλό τους είχε περάσει άλλο ένα ιατρικός σχέδιο, αλλά για να γίνει εφικτό θα έπρεπε να σταματήσουν να του παρέχουν οξυγόνο από τον αναπνευστήρα για μόλις 30 δευτερόλεπτα. Δεν το έκαναν γιατί πίστευαν ότι δεν θα μπορούσε να επιζήσει ακόμη και αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα χωρίς οξυγόνο. «Ακόμα κι αν αυτά ήταν κινήσεις που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν, προσπαθώντας να τα κάνουμε θα τον σκότωναν», δήλωσε ο Δρ. Γιουβάλ Ραζ ένας από τους γιατρούς-κλειδιά στην περίπτωση του Τζιμ Μπέλο, στους New York Times.

«Θα τα καταφέρω;»

Ο κορωνοϊός χρειάστηκε μόλις μια εβδομάδα για να στείλει τον Τζιμ Μπέλο να χαροπαλεύει στην εντατική. Στις 7 Μαρτίου άρχισε να εμφανίζει υψηλό πυρετό, μετά ήρθε ο ξηρός βήχας και ακολούθησε ένα σφίξιμο στο στήθος. Επισκέφθηκε έναν γιατρό, ο οποίος του συνταγογράφησε αντιβιοτικά για την πνευμονία, αλλά στις 13 Μαρτίου, δυσκολευόταν τόσο πολύ να αναπνεύσει που πήγε στα επείγοντα του προαστιακού νοσοκομείου της Βοστώνης. Οι γιατροί αποφάσισαν γρήγορα ότι χρειαζόταν να μπει σε αναπνευστική υποστήριξη. «Τι θα γίνει αν δεν τα καταφέρω;» ρώτησε τη γυναίκα του η οποία τον διαβεβαίωσε ότι θα τα καταφέρει και όπως θυμάται τώρα «Ο Τζιμ μου έκλεισε το μάτι με τον ίδιο τρόπο που το έκανε όταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά».

Την ίδια νύχτα Μπέλο μεταφέρεται εσπευσμένα στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης και είναι ο πρώτος ασθενής με κορωνοϊό που εισέρχεται στο συγκεκριμένο νοσοκομείο. Η υπόθεσή του αρχικά φαινόταν απλή και διαχειρίσιμη δήλωσε ο πρώτος παθολόγος που τον εξέτασε, αφού όπως πολλοί ασθενείς με Covid-19, ο Τζιμ είχε σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσφορίας ή ARDS. Μέχρι το τέλος της πρώτης ημέρας του στην εντατική ο αναπνευστήρας τον τροφοδοτούσε με οξυγόνο 65% χαμηλότερο από αυτό που χρειαζόταν κατά την εισαγωγή του. Την επόμενη μέρα, μειώθηκε ακόμη περισσότερο σε 35% κάτι που ήταν ένα καλό σημάδι, δεδομένου ότι η χαμηλότερη ρύθμιση, 21%, είναι ισοδύναμη με τον αέρα που υπάρχει σε ένα δωμάτιο. Όμως η κατάστασή του επιδεινώθηκε ανεξήγητα μέσα σε λίγη ώρα και το οξυγόνο που του τροφοδοτήθηκε από τον αναπνευστήρα εκτοξεύτηκε στο μέγιστο ποσοστό, δηλαδή 100%.

Στην ομάδα των γιατρών που τον παρακολουθούν χτυπάει συναγερμός στις δύο τα ξημερώματα της 18ης Μαρτίου. Εφαρμόζουν μια τεχνική που ονομάζεται proning και τον γυρίζουν προσεκτικά στο στομάχι του, ώστε να ελαχιστοποιήσουν την πίεση της καρδιάς του στους πνεύμονες και να αποσυμπιεστούν οι αεραγωγοί του. Τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά, όμως όσο προχωρούσε η μέρα, τα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα του Τζιμ μειώθηκαν. Οι γιατροί τον είχαν ήδη ξεκινήσει με φάρμακα που δοκιμάζουν πολλά νοσοκομεία όμως εκείνο το απόγευμα, ανησυχώντας όλο και περισσότερο για τη φλεγμονή των πνευμόνων του, οι γιατροί δοκίμασαν ένα ανοσοκατασταλτικό φάρμακο, το Tocilizumab. Τίποτα από αυτά δεν λειτούργησε.

Από τον παράδεισο στην κόλαση

Έτσι, οι γιατροί στράφηκαν σε μια μέθοδο η οποία εφαρμοζόταν ανά έντεκα ώρες. Μια ομάδα οκτώ ατόμων επανατοποθετούσε τον άτυχο δικηγόρο με την πλάτη, έβαλαν μεγάλους σωλήνες στο λαιμό και το πόδι του ενώ τον συνέδεσαν με μια εξειδικευμένη μηχανή παράκαμψης καρδιά-πνεύμονα. Είναι η ονομαζόμενη οξυγόνωση εξωσωματικής μεμβράνης ή ECMO, μια τεχνική που αναρροφά το αίμα από τον ασθενή, το διατρέχει μέσω ενός οξυγονωτή και το στέλνει πίσω στο σώμα. Είναι πολύ δύσκολο να την διαχειριστεί το ιατρικό team και δεν υπάρχει σε πολλά νοσοκομεία. Οι πνεύμονες του Τζιμ ήταν σε τέτοια κατάσταση που μπορούσαν να χειριστούν τις αναπνοές στο μέγεθος μιας κουταλιάς της σούπας, ένα μικρό κλάσμα μιας αναπνοής κανονικού μεγέθους. Οι ακτινογραφίες στήθους τεκμηρίωσαν την δραματική πτώση, αφού στις 27 Μαρτίου οι πνεύμονες του ίσα που διακρίνονταν πλέον και οι γιατροί και οι νοσοκόμες ενημέρωσαν την Κιμ, η οποία πήρε άδεια από τη δουλειά της για να βοηθήσει τα παιδιά τους –την Χάντλι 13 ετών και τα δίδυμα Ράιλι και Τέιλορ 11 ώστε να αντιμετωπίσουν μαζί την ασθένεια του πατέρα τους.

Από τις 27 Μαρτίου, δεν υπήρξε καμία βελτίωση. Όταν οι νοσοκόμες σήκωναν τα μαξιλάρια κάτω από αυτόν ή τον γυρνούσαν απαλά για να αποτρέψουν τις κατακλίσεις, τα επίπεδα οξυγόνου του έπεφταν κατακόρυφα. Η κατάσταση του όδευε συνεχώς προς το χειρότερο. Όταν οι γιατροί κάλεσαν την Κιμ, της εξήγησαν ότι αν ο άντρας της πάθαινε ανακοπή δεν θα μπορούσαν να τον επαναφέρουν και όταν αυτή ζήτησε να είναι ειλικρινείς μαζί της, της είπαν ότι παρόλο που δεν θα τα παρατούσαν, το πιθανότερο ήταν να πεθάνει. Διαλυμένη η Κιμ, κατέρρευσε στο γρασίδι, σαν μια μπάλα που την είχε κλωτσήσει κάποιος βίαια, πριν μαζέψει όσα ψυχικά αποθέματα είχε για να επιστρέψει στο σπίτι τους.

Το επόμενο πρωί οι γιατροί αποφάσισαν να διακόψουν την φαρμακευτική αγωγή που κρατούσε τον Τζιμ τεχνητά παράλυτο, ελπίζοντας να δουν κάτι. Το αποτέλεσμα μετά από λίγα λεπτά, τους άφησε με το στόμα ανοιχτό. Ο Τζιμ ξύπνησε, άνοιξε τα μάτια του, έσφιξε το χέρι ενός γιατρού και απαντούσε με νεύματα σε απλές ερωτήσεις που ήθελαν ένα «ναι» και ένα «όχι». Όταν οι νοσοκόμες του είπαν ότι πρόκειται να προσαρμόσουν τη θέση του, σήκωσε τον αντίχειρα του κάνοντας έναν γιατρό να φωνάξει: «Θεέ μου είναι εδώ μαζί μας». Όμως αρκετές ώρες μετά την διακοπή του παραλυτικού φαρμάκου, κι ενώ ο Τζιμ ήταν μόνος του στο δωμάτιο, με τις νοσοκόμες να τον παρακολουθούν από μόνιτορ, μετατόπισε ελαφρώς το σώμα του, μια κίνηση που αύξησε την πίεση στα αιμοφόρα αγγεία του. «Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει κανονικά όταν αναπνέουμε, αλλά ο Μπέλο ήταν πολύ αδύναμος για να το αντέξει», είπε στους Times ο Δρ Ραζ. «Τα επίπεδα του οξυγόνου του έπεσαν κατακόρυφα».
Ένας γιατρός και μια νοσοκόμα, φόρεσαν τον προστατευτικό τους εξοπλισμό και έτρεξαν μέσα για να τον επαναφέρουν και να τον παραλύσουν τεχνητά ξανά.«Είναι ένας άντρας που, οι πνεύμονες του είναι τόσο κακοί που δεν μπορούμε να τον ξυπνήσουμε, οπότε έπρεπε να τον παραλύσουμε για να τον κρατήσουμε ουσιαστικά ζωντανό» είπε ένα μέλος της ιατρικής ομάδας.

Το θαύμα

Οι γιατροί κάλεσαν την Κιμ και της είπαν να επισκεφτεί τον άντρα της εκείνο το βράδυ, κάτι που της είχε επιτραπεί να κάνει μόνο μία φορά πριν. Οι διάδρομοι του νοσοκομείου έμοιαζαν τρομακτικοί καθώς η Κιμ έχοντας φορέσει τον προστατευτικό εξοπλισμό περπάταγε για να πάει στο δωμάτιο του συζύγου της. «Ένιωσα πως Θεέ μου, αν συνεχίζω να του μιλάω, αν του μιλάω για ώρες, ίσως να σταθεροποιηθεί και ίσως να είναι εντάξει», είπε. «Απλώς του έλεγα πόσο τον χρειαζόμαστε, πόσο πρέπει να το πολεμήσει και πως δεν μπορεί να μας αφήσει» δήλωσε στους New York Times.

Της είπαν ότι είχε 15 λεπτά στην διάθεση της, αλλά η Κιμ έμεινε μαζί με τον Τζιμ περισσότερες από τρεις ώρες μιλώντας του, κρατώντας το χέρι του και χαϊδεύοντας το κεφάλι του.

Μέσα σε τρεις ημέρες, μια ακτινογραφία ήταν το πρώτο αχνό σημάδι ελπίδας, αφού έδειξε ότι ο αριστερός πνεύμονας του Μπέλο άρχισε να καθαρίζει κάποια κάθαρση στον αριστερό του πνεύμονα. Άρχισε να βελτιώνεται αργά και σταθερά και σταδιακά η κατάσταση του βελτιώθηκε θεαματικά. Στις 4 Απριλίου, την 17η ημέρα παραμονής του άτυχου δικηγόρου στην εντατική οι γιατροί διαπίστωσαν ότι πλέον ήταν έτοιμος να αποσυνδεθεί από την ECMO κάτι που έγινε την επομένη. Παρέμεινε σε αναπνευστήρα και σε τεχνητή παράλυση, αλλά άρχισε να λαμβάνει μειωμένα επίπεδα οξυγόνου και έτσι οι γιατροί άρχισαν να χαλαρώνουν τα παραλυτικά φάρμακα και την καταστολή. Λίγες ημέρες αργότερα οι φυσιοθεραπευτές κάθισαν τον Τζιμ στην άκρη του κρεβατιού και ένας γιατρός έκανε κλήση FaceTime στην Κιμ η οποία είδε τον άντρα της να κλωτσάει το πόδι του.

«Σ' αγαπώ, στείλε μου ένα φιλί» του φώναξε και άντρας της ζαλισμένος από την καταστολή και με τον αναπνευστικό σωλήνα στο στόμα του, κούνησε το χέρι του και έστειλε το φιλί του.

Στις 11 Απριλίου, σχεδόν ένα μήνα μετά την εισαγωγή του Τζιμ στο νοσοκομείο η γυναίκα του κάθισε στο τραπέζι της τραπεζαρίας για άλλη μια κλήση FaceTime. Είχε μαζί τις κόρες της που κάθισαν απέναντι στο τραπέζι για να δουν τον μπαμπά τους στον αναπνευστήρα και να του μιλήσουν. «Γεια σου μπαμπά, μας λείπεις τόσο πολύ. Θέλουμε απλώς να σου πούμε να συνεχίζεις να παλεύεις και θα είσαι εντάξει. Σε αγαπάμε πολύ». Ο Μπέλο, που δεν μπορούσε να μιλήσει λόγω του αναπνευστικού σωλήνα, σήκωσε το κεφάλι του, άνοιξε τα μάτια του για λίγο και κούνησε ελαφρά το χέρι του χαιρετώντας τις κόρες και την γυναίκα του.

Χειροκροτήματα από την ιατρική ομάδα

Οι γιατροί δεν ξέρουν γιατί επέζησε ο Τζιμ. Η καλύτερη εικασία τους έχει να κάνει με τον χρόνο. Αν και σε ορισμένες περιπτώσεις, οι πιθανότητες επιβίωσης των ασθενών επιδεινώνονται όσο περισσότερο βρίσκονται σε αναπνευστήρα, κάποιοι άλλοι αναρρώνουν μετά από εβδομάδες διασωλήνωσης. Στις 14 Απριλίου, ο δικηγόρος που νίκησε τον Covid-19 κόντρα σε όλα τα δεδομένα αποσυνδέθηκε από τον αναπνευστήρα και άρχισε να αναπνέει μόνος του για πρώτη φορά μετά από 32 ημέρες.

Εκείνη την ημέρα όταν η Κιμ έλαβε μια κλήση FaceTime από το νοσοκομείο, συγκέντρωσε τα παιδιά τους και άκουσε τον άντρα της να ψιθυρίζει τις πρώτες λέξεις που σκέφτηκε: «Σας αγαπάω». Όταν βγήκε από την εντατική το ιατρικό team, που είχε απελπιστεί πολλές φορές με την περίπτωσή του, στάθηκε απέναντι στις δύο πλευρές του διαδρόμου και ξέσπασε σε χειροκροτήματα.

Τρεις ημέρες μετά την μεταφορά του σε κλινική αποκατάστασης ο Τζιμ Μπέλο είπε ότι ανυπομονεί να επιστρέψει στη δουλειά τους ως δικηγόρος, είχε αρχίσει να τρώει και να περπατάει ενώ είπε ότι ήταν περήφανος για τη γυναίκα του και ιδιαίτερα ανυπόμονος να επιστρέψει στην οικογένειά του. Την περασμένη Παρασκευή το απόγευμα, την ώρα που ο ήλιος αρχίζει να δύει και να βάφει με ζωηρά χρώματα το τοπίο, η επιθυμία του έγινε πραγματικότητα.

Πηγή: protothema.gr

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ