Κονάκι του Mπέη Σεκεριά: ένας τοίχος, τρεις λέξεις κι ένας απόηχος

Αννα Μαρκοδημητράκη-Συγκελάκη
Αννα Μαρκοδημητράκη-Συγκελάκη

Είναι φυλακισμένο το αρχοντικό αλλά δεν μπορείς να μη διακρίνεις τη γοητεία που ο χρόνος σεβάστηκε και διατήρησε.

Της Άννα Μαρκοδημητράκη - Συγκελάκη*

Δεν το βρίσκεις εύκολα στους μικρούς λαβύρινθους των στενών δρόμων μιας παμπάλαιας γειτονιάς, του Μπαλτά τζαμί ή, αν προτιμάτε, της Αγίας Τριάδας στο Ηράκλειο. Αν, όμως, το βρεις, τα βήματά σου σε οδηγούν από μόνα τους στο κονάκι του μπέη Σεκεριά. Κι εμένα με πάνε και με ξαναπάνε εκεί όποτε γυρνώ στο Ηράκλειο από εκείνη την βραδιά του Οκτώβρη.. 


Γιατί γεννιέται αυτή η ανάγκη να ξαναπάω; Το αρχοντικό είναι εγκαταλελειμμένο και η εξώπορτά του μανταλoκλειδωμένη με χοντρές αλυσίδες. 

 

 

 

Είναι φυλακισμένο το αρχοντικό αλλά δεν μπορείς να μη διακρίνεις τη γοητεία που ο χρόνος σεβάστηκε και διατήρησε. Βλέπεις την ιδιότυπη, εκλεκτική ομορφιά της όψης του, που παντρεύει σε αισθητική αρμονία στοιχεία βαλκανικής και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, «ένα από τα καλύτερα δείγματά της», όπως λένε οι ειδικοί. Χτισμένο το 1893, έχει ζήσει πολλές ζωές σαν κατοικία. Αργότερα, στα τέλη του 20ού αιώνα, άλλαξε χρήση και σαν παιδικός σταθμός πια βούιζε από τις φωνές μικρών παιδιών και ύστερα, σαν Ωδείο, γέμισε μουσική και τραγούδι.  
Εκείνο τον Οκτώβρη μεταμορφώθηκε για δυό βραδιές σε χώρο θεατρικό. Η αφίσα καλούσε να δούμε μια παράσταση θεάτρου παντρεμένου με την αρχαιολογία, «Γαύδος: Το σπίτι» ήταν ο τίτλος της, για περιορισμένο αριθμό θεατών επειδή το παραμελημένο κτίριο δεν άντεχε πολλούς. Ετσι, όσοι σπεύσαμε να δηλώσουμε συμμετοχή,  βρεθήκαμε την ορισμένη βραδιά στην καταπράσινη αυλή του αρχοντικού με τη μνημειακή λιθόκτιστη κρήνη και το πλουμιστό κυκλικό συντριβάνι. 

 

Δυο αρχαιολόγοι - ηθοποιοί, η Ηλέκτρα Αγγελοπούλου και ο Ευθύμης Θέου, ξεκινούσαν από την πλακόστρωτη αυλή την αφήγησή τους και συνέδεαν τους κατοίκους του προϊστορικού οικισμού που ανέσκαψαν στα Καταλύματα της Γαύδου, με τους κατοίκους του τούρκικου αρχοντικού. Από τη δίφυλλη πόρτα μπήκαμε στον ευρύχωρο χώρο του ισογείου. 

Η Ηλέκτρα τραβά το βλέμμα μας σε τρεις λέξεις καλλιτεχνικά γραμμένες στον τοίχο δεξιά μας. Υφαίνει τις λέξεις στην αφήγησή της. 



 

Οι τρεις λέξεις στον τοίχο λες και με μαγνητίζουν: Widerhall ewigen Halls.. Είναι φανερό πως είχαν έρθει στην επιφάνεια όταν αφαιρέθηκαν  στρώματα μπογιάς και σοβά. Είναι γραμμένες με το χέρι στην παλιά γοτθική γραφή των γερμανικών. Τι να σημαίνουν άραγε; 

Η Ηλέκτρα και ο Ευθύμης μιλούν για τον απόηχο που φτάνει σ’ εμάς από σπίτια, ανθρώπους και ζωές. Από το ακριτικό νησί, εκεί που η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ένα μεγάλο οίκημα της εποχής του Χαλκού, ο απόηχος της ζωής των προϊστορικών ανθρώπων της Γαύδου διασχίζει τους αιώνες. Μιλούν και για το κονάκι και όσους έζησαν στα φωτεινά μεγάλα δωμάτια και χάρηκαν την ευρύχωρη αυλή με την κρήνη και το συντριβάνι, πλύθηκαν στο χαμάμ και ανέβηκαν την κομψή ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στις κρεββατοκάμαρες.

       Όσο μιλούν, εγώ σκέφτομαι πως απόηχοι από ζωές που πέρασαν ήταν κι αυτές οι τρεις λέξεις. Γράφτηκαν στον τοίχο, σκεπάστηκαν, ξεχάστηκαν και τώρα ξαναήρθαν. Ηχούν ποιητικά. Ποιόν απόηχο άραγε φέρνουν; Ξεκίνησα να το ψάχνω και το σύγχρονο θαύμα του διαδικτύου μου έδωσε τη συνέχεια.

„Ja, wir sind Widerhall ewigen Halls
Was man das Nichts nennt, ist Wurzel des Alls.
Aber das wollen wir mutig vergessen,
wollen die Kreise des Da-Seins durchmessen.
Was hier nicht gebunden wird,
ist nirgends gebannt.
Wie weit eine Liebe sich spannt,
in die Zeit, in die Tat, in das Glück ihrer Erde,
so tief wird sie zeugen im ewigen Werde.  

 

          Οι τρεις λέξεις αποτελούν τον πρώτο στίχο  ενός ποιήματος του Hans Carossa (1878-1956). Πώς εξηγείται, όμως, η παρουσία τους στον τοίχο του κονακιού; Ο νους μου πάει στη ναζιστική Κατοχή. Το κονάκι τού Μπέη Σεκεριά θα πρέπει να έχει επιταχθεί. Είναι ευρύχωρο για διαμονή και, ίσως, έτσι όπως βρίσκεται μέσα στα στενά, θα μπορούσε η φρούρησή του να θεωρηθεί ευκολότερη. Αν έμειναν εκεί αξιωματικοί, πράγμα που φαίνεται πιθανό, κάποιοι θα ήταν καλλιεργημένοι. Και κάποιος  αγαπούσε την ποίηση;  

Ο Hans Carossa υπήρξε αναγνωρισμένος ποιητής. Ο σύγχρονός του Rainer Maria Rilke, μάλιστα, του αφιέρωσε ένα ποίημα. Ο Carossa, που καταγόταν από την Βαυαρία από Ιταλούς προγόνους, ήταν  στρατιωτικός γιατρός που γνώρισε τον πόλεμο στα πεδία των μαχών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ως μυθιστοριογράφος, εισήγαγε και ανέπτυξε στη Γερμανία το λογοτεχνικό είδος της αυτοβιογραφίας. Με την άνοδο των Ναζί στην εξουσία, ο Carossa παρέμεινε στη Βαυαρία και αποσύρθηκε σε μια «εσωτερική εξορία» χωρίς, όμως, να αποκοπεί εντελώς από τη δημόσια ζωή. Τιμήθηκε με βραβεία και συμμετείχε με ποίημά του σε ανθολογία πρός τιμήν του Χίτλερ. Άλλωστε, ο  ίδιος ο Φύρερ εκτιμούσε την ποίησή του και τον περιέλαβε στους έξι σπουδαιότερους Γερμανούς λογοτέχνες. Είναι, λοιπόν, ο Hans Carossa μια κάπως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.

Με αυτά τα δεδομένα είναι πολύ πιθανόν η ποίηση του Carossa να συμπεριλήφθηκε σε κάποια επίσημη ανθολογία που η Βέρμαχτ διένειμε στους αξιωματικούς της. Μήπως έτσι έφτασαν οι τρεις λέξεις στο κονάκι, σαν εγκεκριμένη από τους Ναζί ποίηση? Γιατί όμως κάποιος τις έγραψε στον τοίχο; Ήταν κάποιος Βαυαρός αξιωματικός μήπως, που νοσταλγούσε τις μπυραρίες και τα καπηλειά της πατρίδας του, που είναι παραδοσιακά διακοσμημένα στους τοίχους με ρητά, παροιμίες και ποιήματα, γραμμένα με τη χαρακτηριστική Γοτθική καλλιγραφία σε μαύρο χρώμα; Θέλησε μήπως να «διακοσμήσει» τον τοίχο στο κονάκι με τον ίδιο τρόπο για να του θυμίζει την πατρίδα του; Είναι μια εύλογη εικασία. 

Αναρωτήθηκα για τα νοήματα του ίδιου του ποιήματος. Δεν είναι καθόλου εύκολο να το προσεγγίσεις, να το κατανοήσεις. Δεν μπόρεσα να βρω μετάφρασή του στα αγγλικά, αν και συμβουλεύτηκα όχι έναν αλλά δύο επιφανείς καθηγητές γερμανικής ποίησης και λογοτεχνίας, ειδικούς στην ποίηση της εποχής του Carossa. Δεν κατάφερα, επίσης, να μάθω αν υπάρχει μετάφραση στα ελληνικά. Ετσι, τόλμησα να επιχειρήσω μια κατά προσέγγιση δική μου μετάφραση. 

Ναι, της  αιώνιας ηχούς απόηχος είμαστε.  

Αυτό που λέμε Μηδέν

Ρίζα του Σύμπαντος είναι.  

Όμως, αυτό με γενναιότητα θέλουμε να το ξεχάσουμε, 

Να αναμετρηθούμε με τους κύκλους τού Είναι θέλουμε.  

Ό,τι δεν είναι εδώ φυλακισμένο,

Παντού είναι ελεύθερο.

Όσο μακριά απλωθεί μια αγάπη 

Στο χρόνο, στην πράξη, στην γήινη ευτυχία της   

Τόσο βαθειά θα γεννηθεί στο αιώνιο γίγνεσθαι.

 

Τι αισθάνεται κάποιος διαβάζοντας το ποίημα; Οι καθηγητές που συμβουλεύτηκα μίλησαν κυρίως για την μελωδικότητα των στίχων στα γερμανικά και για έναν κάποιο μυστικισμό η μια μεταφυσική φιλοσοφική διάθεση. Το ποιημα αγαπήθηκε για αυτην του την μελωδικότητα και μελοποιήθηκε, όπως έδειξε η έρευνα μου. Δυστυχώς δεν βρήκα ηχογράφηση στο διαδίκτυο. 

Την φιλοσοφική αναζήτηση των στίχων φαίνεται να την δηλώνει ξεκάθαρα η χρήση στο ποίημα της λέξης «Dasein» που δεν είναι τυχαία. Θα έλεγα οτι παραπέμπει σαφώς στον θεμελιώδη φιλοσοφικό όρο Dasein, το Εδωνά Είναι, που αναπτύσει στο κορυφαίο έργο του Είναι και Χρόνος, ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Martin Heidegger, σύγχρονος του Carossa και αρχικά στενά συνδεδεμένος με τον ναζισμό. Ομως αργότερα ο Heidegger ήρθε σε αντιπαράθεση με το ναζιστικό καθεστ.ως και υπέστη διώξεις στην πανεπιστημιακή του καρριέρα. Λάτρης του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, βαθύς γνώστης του Ηράκλειτου και του Πλάτωνα, αναμετρήθηκε με το πιο θεμελιώδες ερώτημα που η αρχαία φιλοσοφία διατύπωσε:  τι είναι το Είναι? Τι εννοούμε όταν λέμε οτι κάτι είναι? Είναι προφανώς πέρα από το πλαίσιο του κειμένου μας εδώ ακόμα και να επιχειρήσουμε μια σύνοψη της σκέψης του Heidegger. 

        Ας γυρίσουμε λοιπόν εκεί που  αρχίσαμε. Στο ποίημα. Πέρα από τους όποιους συσχετισμούς του με τον ναζισμό, το ποίημα έχει μια μελωδία και δημιουργεί μια ρομαντικά φιλοσοφική αίσθηση. Ο ποιητής επιζητεί την αιωνιότητα, την συνέχεια του Είναι, της Ύπαρξης. Είναι η αγάπη η οδός προς το «αιώνιο γίγνεσθαι» ή μήπως η οδός, είναι η σκέψη και οι λέξεις?  Γιατί οι τρεις λέξεις στο κονάκι του Μπέη Σεκεριά μας φέρνουν τον απόηχο αυτής της αναζήτησης του ποιητή και είναι σαν να τον δικαιώνουν, αφού και αυτός έτσι γίνεται αιώνιος απόηχος. Ίσως κι εμάς να μας λένε πως και η δική μας ύπαρξη μπορεί είναι κομμάτι της αιωνιότητας. Είναι μια σκέψη που έχει τη δύναμη να μας συγκινήσει. Κι αυτό είναι καλό για την ψυχή. 


*Η Αννα Μαρκοδημητράκη-Συγκελάκη είναι τ. καθηγήτρια Ευρωπαικού Δικαίου και Πολιτικής
Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ, Αγγλία

 

Σημείωση: Η Οικία Μπέη Σεκεριά βρίσκεται στην οδό Αποκορώνου 15, Ηράκλειο, Κρήτη.

Ευχαριστίες και πηγές

  • Ηλέκτρα Αγγελοπούλου, αρχαιολόγο, ηθοποιό και σκηνοθέτη.
  • Πάνος Θεοδώρου, Εισαγωγή στο Είναι και Χρόνος, Αποθετήριο Κάλλιπος: Εισαγωγή στο είναι και χρόνος του Μάρτιν Χάιντεγκερ (kallipos.gr)
  • Ελένη Κανετάκη, Γεώργιος Π. Αντωνίου, «Πολυπολιτισμικά Αρχιτεκτονικά στοιχεία μέσα από την περίπτωση του κτηριακού συγκροτήματος του Αρχοντικού Μπέη Σεκεριά στην Παλαιά Πόλη του Ηρακλείου», Proccedings of the 12th International Congress of Cretan Studies, Heraklion, 2016.
  • Karen Leeder, FRSA, Professor of Modern German Literature, New College, Oxford.
  • Robert Vilain, Professor of German and Comparative Literature, University of Bristol. 
  • Rainer Maria Rilke, Για τον Hans Carossa. Μετάφραση Σωτήρη Ε. Γυφτάκη, Από την Ανθολογία Αυστριακοί Ποιητές τους 20ου αιώνα, εκδ. Λεξίτυπον, 2η έκδοση, 2013.
  • Νίκη Τρουλλινού για την παρότρυνση.
  • Γεωργία Καρβουνάκη για φωτογραφίες.
  • https://www.britannica.com/biography/Hans-Carossa 
  • Wikipedia λήμμα για το Κονάκι, τον Hans Carossa και τον Martin Heidegger.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ