Μια φωτογραφία και πολλές αναμνήσεις..

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Η ματιά μου γεμάτη τρυφερότητα μένει εκεί ώρα πολύ και κοιτά …Η σκέψη μου επιβιβάζεται σε αεροπλάνο και ταξιδεύει στο χρόνο, πίσω, αρκετά πίσω …Σε ένα σχολείο, ένα Λύκειο, στα Χανιά, στο πρώτο Λύκειο Χανίων, κτίριο παλιό, επιβλητικό, διατηρητέο, ιστορικό, αφού εκεί φοίτησαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ποιητής Κωνσταντίνος Καρυωτάκης κι ο Αλέξης Μινωτής


της Μαρίας Λιονάκη


Πρωινό Τετάρτης. Συνηθισμένης , καθημερινής, ένας κρίκος στην αλυσίδα των ημερών,  μια χάντρα στο κομπολόι του χρόνου , ίδια με τόσες άλλες.. Ξυπνώ τη συνηθισμένη ώρα και κάνω τα συνηθισμένα πράγματα. Ο καφές στην κούπα μου μυρίζει φουντούκι και ο ήλιος του Απρίλη πιο ζωηρός τη στιγμή αυτή,  στην αλλαγή της ώρας,  καλημερίζει εμένα και τόσους άλλους συγκατοίκους μου  στην  ίδια  γη.  Ανοίγω τον υπολογιστή να τον καλημερίσω κι αυτόν,   κατά τη συνήθεια μου,  αναγνωρίζοντας του την όποια,  καλή ή κακή παρέα   μου κρατάει κάποιες στιγμές.

Στο  γνωστό μέσο κοινωνικής δικτύωσης και κοινωνικής αποξένωσης μαζί ,  μια φωτογραφία δημοσιευμένη αποβραδίς,   έρχεται με το άνοιγμα να  αιχμαλωτίσει τη ματιά μου,  αφήνοντάς  με  άναυδη, εντυπωσιασμένη ώρα πολύ να την κοιτώ. Ο Βασίλης κι ο Λευτέρης, οι παλιοί  συμμαθητές μου   φορούν ογκώδη ακουστικά και βρίσκονται, σκηνοθετημένα ή όχι,   σε ένα χώρο που μοιάζει, που είναι τελικά πιλοτήριο …κάπου πάνε, κάπου ταξιδεύουν, ο Λευτέρης μάλιστα κρατά με το δεξί του  χέρι κάποιο μοχλό.  Φορούν ζώνες  ασφαλείας  και τα όμορφα νεανικά ρουχαλάκια τους και χαμογελούν, πιο πλατιά ο Λευτέρης, πιο συγκινημένα ο Βασίλης…. Η φωτογραφία έχει και λεζάντα γραμμένη στα αγγλικά: «New adventure  after 18 years!».

Η ματιά μου γεμάτη τρυφερότητα μένει εκεί ώρα πολύ και κοιτά …Η σκέψη μου επιβιβάζεται σε αεροπλάνο και ταξιδεύει στο χρόνο, πίσω, αρκετά πίσω …Σε ένα σχολείο, ένα Λύκειο, στα Χανιά,  στο πρώτο Λύκειο Χανίων, κτίριο παλιό,  επιβλητικό,  διατηρητέο, ιστορικό, αφού εκεί φοίτησαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ποιητής Κωνσταντίνος Καρυωτάκης κι ο Αλέξης Μινωτής.    Σε  χρώμα μπεζ,  λευκό μάλλον που αλλοιώθηκε  από το χρόνο,  με την αυλή, χώρο  μαθητικής ξεκούρασης και αταξίας, αυτή με τον φοίνικα στην άκρη,  τον περιφραγμένο με πεζουλούκι , κάθισμα  νεανικής συντροφιάς , νεανικής  διάθεσης.  Ο Βασίλης, η Μαρία, ο Λευτέρης, ο Μανώλης, η Ελένη και  η Μερόπη συμμαθητές και φίλοι τιτιβίζουν πρωί,  σαν και τώρα, σε διάλειμμα σχολικής ρουτίνας, σχολιάζουν τα πάντα, τον καθηγητή της προηγούμενης ώρας, τα όσα του  αξώσανε    στην προσπάθεια τους  να χάσουν μάθημα,  τη βόλτα που θα πάνε μετά, το έργο που προβάλλεται  στο σινεμά της πόλης και δεν πρέπει να το χάσουν.  Μιλούν αδιάκοπα,  να   προλάβουν , όλα να τα πουν, όλα να τα σχολιάσουν ,  πριν το μισητό  χτύπημα του επόμενου κουδουνιού που θα τους βάλει πάλι  στην τάξη.

Την ώρα του σχολείου διαδέχεται λίγο μετά  η ώρα της βόλτας, καθώς το σχολείο επιλέχτηκε σκόπιμα , από νεανική πρόνοια,  στο κέντρο,  μέσα στην πόλη   και  δίπλα στο λιμάνι,  για τα επακόλουθα κάθε σχολικής μέρας… Η παρέα ξεχύνεται στην πόλη,  με την ορμή αέρα σε μπαλόνι που ξεφουσκώνει . Συμμαθητές  που χαχανίζουν από αστεία και πειράγματα περπατούν, διασχίζουν άτακτα, ορισμένες φορές απρόσεκτα,  δρόμους και  στενά,  περνούν  τα  σύγχρονα κτίρια και τα διατηρητέα,  ενετικής κατασκευής  και φτάνουν  στο λιμάνι . Το διάσημο,  πανέμορφο,  πολυφωτογραφημένο,  αγαπημένο  Λιμάνι των Χανίων, τη μικρή Βενετία της Κρητικής πολιτείας.  Εικόνες κατακλύζουν τα μάτια τους και τα μάτια μου από γραφικά  σπίτια, σπίτια γείτονες,  σπίτια  ενετικής μορφής,  που ο χρόνος σεβάστηκε, μάρτυρες κι αφηγητές μιας άλλης εποχής,   βαμμένα   με  χρώματα ιδιαίτερα, όπου επικρατεί η ώχρα  και το  κεραμιδί ,    σφιχτά αγκαλιασμένα από αναρριχητικά  φυτά που συγκατοικούν στον ίδιο χώρο με τυχερά περιστέρια, πρεσβευτές ειρήνης και ελευθερίας. Μια παρέα παιδιών,  ελεύθερα κι αυτά,  περιδιαβαίνουν ρεμβάζοντας το γεμάτο ιστορία και  ομορφιά  χώρο,  την προκυμαία στολίδι των Χανίων,  άλλοτε μιλούν και χειρονομούν κι άλλοτε χάνονται σε κόσμους κλειστούς, μυστικούς, δικούς τους…  Μυούνται  για άλλη μια φορά  στο ρομαντισμό και στο μυστήριο της παλιάς  πόλης, μιας πόλης που  μετρούσε και μετρά  αναπνοές κάτω απ’ το αναβόσβησμα του  φύλακα  Φάρου… Κέφι,  φλερτ,  ζωντάνια, σχέδια, προσδοκίες, όνειρα, προοπτική ευτυχισμένης ζωής… Νιάτα, πάντα όμορφα, πάντα νέα… Μια παρέα διαφορετική και όμοια με κάθε νεανική,  μάτια γελαστά,  γεμάτα φως κι ελπίδα …

Μάτια  με ρυτίδες πια,  μάτια που κοιτούν ώρα πολύ μια φωτογραφία, με αγάπη και τρυφερότητα,  με συγκίνηση,  μια φωτογραφία , εισιτήριο  σε ταξίδι στο χρόνο …Ο Βασίλης,   όπως έχω μάθει είναι γιατρός τώρα πια στην Αμερική, ορθοπαιδικός  σπουδαίος, ικανός  να  συγκολλήσει αποκομμένα  μέλη ανθρωπίνου σώματος, ο Λευτέρης συνέχισε και επέκτεινε την επιχείρηση  του πατέρα του, η Μερόπη παντρεύτηκε και ζει ευτυχισμένη με την οικογένεια της στα Χανιά κι  εγώ ζω σε μια πόλη, που δε με γέννησε, αλλά την  αγάπησα και με αγάπησε, σα δεύτερη πατρίδα. Μια φωτογραφία και πολλές αναμνήσεις ζέσταναν την καρδιά μου και τη μέρα μου, αυτό το πρωινό,  την όμοια και διαφορετική μέρα που ξημέρωσε.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ