Αλέξης Ακριθάκης ...Ήταν ο ποιητής του καμβά κι ένας μεγάλος ταξιδευτής !

«Αν ήμουν ένας τέλειος άνθρωπος, σίγουρα δεν θα ήμουν καλλιτέχνης. Η τέχνη είναι μία πολύ ριψοκίνδυνη υπόθεση».

Ήταν ένας  από τους κυριότερους εκπροσώπους του μοντερνισμού! Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαϊου 1939.Η μητέρα του, Ρενέ Στάντζου, καταγόταν από μια πλούσια βαυαρική οικογένεια και ήταν η ιδιοκτήτρια ενός περίφημου οίκου ραπτικής στον οποίο σύχναζαν οι κομψότερες κυρίες της αθηναϊκής κοινωνίας. Από την άλλη, ο πατέρας του Αντώνης ήταν πρόσφυγας της Μικρασιατικής Καταστροφής, ενώ στα χρόνια του Εμφυλίου στάλθηκε σε εξορία.

Από την παιδική του ηλικία έμαθε να είναι  αδέσμευτος και -κατ’ επέκτασιν- ελεύθερος .Ήταν ένα παιδί δημιουργικό, αλλά και ατίθασο, με ένα πνεύμα ανεξαρτησίας που απλώς αδυνατούσε να προσαρμοστεί στους κανόνες της σχολικής πειθαρχίας. Μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που έφτανε σε κραυγαλέες ακρότητες, όπως τότε που έβαλε φωτιά σε μια αίθουσα της Λεοντείου Σχολής, για να αποβληθεί οριστικά από όλα τα σχολεία της χώρας. Το συγκεκριμένο γεγονός έμελλε να συζητηθεί επί μακρόν στις νεανικές παρέες, με τον Ακριθάκη να μυθοποιείται λόγω της τολμηρής του παράβασης. Ο ίδιος, πάλι, ενδιαφέρεται μόνο να αλητεύει και να δοκιμάζει τα όριά του, εξερευνώντας τις άγνωστες διαδρομές των ενστίκτων του. Αυτές, όμως, οι φαινομενικά εφηβικές ανησυχίες, ο έρωτας, τα ξενύχτια, ο ίλιγγος της ταχύτητας, ο τζόγος και τα ποτά θα αποδεικνύονταν -με την πάροδο του χρόνου- συμπτώματα ουσιωδέστερων υπαρξιακών αναζητήσεων.

Παράλληλα, εκείνη την εποχή -στο καφενείο «Βυζάντιο»- θα έρθει σε επαφή με πνευματικούς ανθρώπους σαν τον Σαχτούρη, τον Εμπειρίκο, τον Ταχτσή. Αλλά εκείνος που θα άλλαζε ριζικά τη ζωή και το πεπρωμένο του είναι ο Γιώργος Μακρής: «Μου έμαθε να βλέπω και όχι να ζωγραφίζω», αναφέρει για εκείνον χρόνια μετά. Σταδιακά, αυτές οι ολονύχτιες μυσταγωγίες στο θρυλικό καφενείο θα μεταμορφώσουν τον Ακριθάκη σε έναν ιδιαίτερα δεκτικό μαθητή που ανακάλυπτε την παραμελημένη κλίση του: Τα σχέδια με μολύβι και έντονα χρώματα:

«Από πολύ μικρός είχα το ψώνιο της ζωγραφικής. Ημουνα σίγουρος πως μία μέρα θα γινόμουνα ζωγράφος. Οπως άλλα παιδιά φτιάχνουν ιστορίες με λέξεις, εγώ έφτιαχνα ιστορίες με εικόνες. Ευτυχώς, το ένστικτό μου δε λάθεψε...».

Έζησε στο Παρίσι μεταξύ 1957 και 1961, ενώ από το 1968 ως το 1970 παρέμεινε στο Βερολίνο με υποτροφία του γερμανικού κράτους (DAAD). Στη συνέχεια μοίρασε το χρόνο του μεταξύ Αθηνών και Ευρώπης. Πραγματοποίησε ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Βερολίνο, Αμβούργο, Μόναχο, Τορίνο, Γενεύη), ενώ συμμετείχε σε σημαντικές ομαδικές παρουσιάσεις στην Ευρώπη. Ο Ακριθάκης ασχολήθηκε με την εικονογράφηση βιβλίων, τη σκηνογραφία και το design. Την περίοδο 1958-1960 έζησε στο Παρίσι, όπου γνωρίστηκε με τον Alberto Giacometti και άλλες σημαντικές προσωπικότητες και συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Θανάση Τσίγκο. Το 1968 πήγε στο Βερολίνο ως υπότροφος της D.A.A.D., παραμένοντας συνολικά ως το 1984.

Στη Γερμανία, ο Ακριθάκης θα βρεθεί κοντά με σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του. Άλλωστε, εκείνα τα χρόνια το Βερολίνο ήταν η κατεξοχήν πόλη των καλλιτεχνικών ζυμώσεων. Όσο για το περίφημο εστιατόριο της συζύγου του Φώφης στο Βερολίνο, θα αποκτούσε διεθνή φήμη καθώς το «Fofi’s» θα γινόταν πόλος έλξης και σημείο συνάντησης του καλλιτεχνικού κόσμου της γερμανικής πρωτεύουσας και όχι μόνον. Μέσα στα 20 χρόνια λειτουργίας του θα περνούσαν από εκεί διασημότητες όπως ο Αντι Γουόρχολ, ο Μπράιαν Ντε Πάλμα και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο.

«Ήταν ένα παλιό κτίριο του 1800 και το μπαρ ήταν, στον πόλεμο, των αξιωματικών της Βέρμαχτ. Το γεμίσαμε τέχνη», λέει η Φώφη Ακριθάκη, προσθέτοντας ότι «στις δεκαπέντε ημέρες που διήρκεσε η έκθεσή του, ο Φράνσις Μπέικον δεν έλειψε ούτε μία βραδιά από εκεί, αφιερώνοντας στο τέλος στο μαγαζί ένα έργο του»!

Συνδέθηκε και  με τον Κωνσταντίνο Ξενάκη και ήρθε σε επαφή με κύκλους του χορού και του θεάτρου, που αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον του για το θέατρο. Το 1965 παρουσίασε την πρώτη ατομική του έκθεση στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας, την οποία οι κριτικοί δέχτηκαν με επιφύλαξη. Ακολούθησαν ατομικές παρουσιάσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές γκαλερί, ανάμεσα στις οποίες και του Αλέξανδρου Ιόλα, καθώς και συμμετοχές σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ το 1998 το έργο του παρουσιάστηκε αναδρομικά στην Εθνική Πινακοθήκη.

Φύση ανήσυχη και επαναστατική, ο Ακριθάκης αρνήθηκε κάθε μορφής συμβατικότητα και έκανε τέχνη την ίδια τη ζωή. Η πρώτη φάση της δουλειάς του περιλαμβάνει συνθέσεις γραμμικές, ασπρόμαυρες, τα "τσίκι τσίκι", που δημιουργούσε ξεκινώντας από μια τυχαία κουκίδα πάνω στο χαρτί. Αργότερα άρχισε να χρησιμοποιεί συγκεκριμένα εκφραστικά σύμβολα, όπως τον ήλιο, τη φωτιά, το μάτι, το πουλί, την καρδούλα, το ελικόπτερο, το αεροπλάνο, το καραβάκι, το βέλος και να δημιουργεί συνθέσεις με έντονες χρωματικές αντιθέσεις και περιγράμματα, καθώς και τη βαλίτσα, που αποτέλεσε ένα επαναλαμβανόμενο σύμβολο της αιώνιας φυγής. Σε μια μεταγενέστερη φάση, χρησιμοποιώντας καινούργια ή φθαρμένα ξύλα και ενσωματώνοντας στην επιφάνειά τους διάφορα ευτελή υλικά, δημιούργησε ξύλινες κατασκευές, που στη συνέχεια εμπλουτίστηκαν με επιζωγραφίσεις και λαμπάκια, καθρεφτάκια και πλαστικά λουλούδια. Παράλληλα πραγματοποίησε σειρές με κολλάζ, ενώ το 1986, σε συνεργασία με τον Γιώργο Λάππα, δημιούργησε το Τσίρκο. Σε πιο περιορισμένη κλίμακα ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων και φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για θεατρικές παραστάσεις.

Πέθανε στις 19 Σεπτεμβρίου 1994 από ανακοπή καρδιάς και ετάφη στο κοιμητήριο του Παλαιού Ηρακλείου Αθηνών.

ΠΗΓΕΣ :

Wikipedia.gr

e-go.gr,Αρθρο Γιώργου Βαϊλακη

sanshmera.gr

cretalive.gr

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ