Αγαπητή μου συνκενής μάθετε ότι είμεθα καλά...

Γεωργία Καρβουνάκη
Γεωργία Καρβουνάκη

Μέσα από τις τρύπες του απλού στρατιωτικού επιστολόχαρτου, που φέρει τη στρογγυλή σφραγίδα ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ ΑΘΗΝΩΝ 280 -ποιος ήταν άραγε ο άνθρωπος που διάβαζε και λογόκρινε τόσα γράμματα και πώς ένιωθε γι αυτά;


της Γεωργίας Καρβουνάκη


Σκέφτομαι συχνά να κάνω εκκαθάριση σε ό,τι παλιό υπάρχει μέσα στο σπίτι. Αντικείμενα, ρούχα, χαρτιά. Ειδικά αυτά τα τελευταία τείνουν να καταλάβουν το μικρό προσωπικό μου σύμπαν! Όμως, κάθε φορά που το παίρνω «οριστικά» απόφαση, δειλιάζω. Θεωρώ μια μικρή προδοσία για τον εαυτό μου το να απομακρύνω τα ίχνη μιας ζωής.

Το κάθε τι μου θυμίζει από πού έρχομαι και, μάλλον, καθορίζει το πού πηγαίνω. Ακόμη και αντικείμενα που έπεσαν στα χέρια μου τυχαία έχουν κάτι να μου πουν. Κουβαλούν μια ιστορία που, ακόμη κι αν δεν είναι δική μου προσωπικά, ένα αόρατο νήμα μας συνδέει.

Παράδειγμα αυτές οι επιστολές. Ποτέ δεν γνώρισα τον αποστολέα αλλά ούτε και τον παραλήπτη κι ας ήταν ο ίδιος ο παππούς μου αυτός ο τελευταίος. Τηρούνται, υποτυπωδώς έστω, οι τύποι της αλληλογραφίας της εποχής εκείνης και αναφέρονται άνθρωποι τους οποίους θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια κι έχουν φύγει προ πολλού από τη ζωή.

Αγγίζω το χαρτί, με τα σημάδια του χρόνου ολοφάνερα πάνω του. Μέσα από τις τρύπες του απλού στρατιωτικού επιστολόχαρτου, που φέρει τη στρογγυλή σφραγίδα ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ ΑΘΗΝΩΝ 280 -ποιος ήταν άραγε ο άνθρωπος που διάβαζε και λογόκρινε τόσα γράμματα και πώς ένιωθε γι αυτά;- ξεφεύγει η αύρα ανθρώπων άγνωστων και γνωστών μου συγχρόνως και το άρωμα της κρίσιμης εκείνης εποχής, που καθόρισε σε έναν βαθμό την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Η πρώτη επιστολή γράφτηκε το 1940, στις 30 Νοεμβρίου, σαν σήμερα δηλαδή, στο μέτωπο της Αλβανίας, ένα μήνα μετά την επίθεση των ιταλικών στρατευμάτων εναντίον της χώρας μας, από έναν άνθρωπο που είχε να αντιμετωπίσει καθημερινά τον θάνατο και όμως γράφει «περνάμε καλά».


Όμως, όσα κι αν πω εγώ τώρα, οι λίγες αυτές λέξεις από το μέτωπο έχουν να πουν περισσότερα και πιο ουσιώδη:  

Αγαπητή μου συνκενής μάθετε ότι είμεθα καλά τό αυτό καί διά σάς επιθυμώ νά μανθάνω. πάντοτε προχθές σάς είχα στήλη μιά επιστολήν αλλά δεν γνωρίζω εάν τή λάβατε ή όχι. τώρα σάς γράφω καί θέλω νά μού γράψετε αμέσως πώς περνάτε καί η δουλιές πώς πάνε αυτού κάτω. μάθετε ότι είμεθα μέ πολλούς χωριανούς και περνάμε καλά μέχρι την ώρα πού σάς γράφω. όταν θά μου γράψετε θέλω τό ονομάμου ξεκαθαριστά γραμένο αλιός δέν λαβένω τό γράμασας.

λοιπόν πές πολούς χερετισμούς σέ όλους τούς χωριανούς καί είμεθα μέ όλους σχεδόν μαζί εδώ πέρα. λοιπόν νά πήτε νά μήν στενοχωρούντε καθόλου καί έχομε τούς ιταλούς γοργό νά τούς φάμε όλους. εδώ πέρα έχομε πολούς εχμαλώτους ιταλούς καί ακόμα θά δήτε κιάλους.

Αυτά τά ολίγα είχα νά σάς γράψω καί σάς ασπάζομεν μενθυπολιψίας.

θά περιμένω απάντησις Καθημερινώς.

εύχομαι νά περάσετε καλά νικολοβάρβαρα

Σας χερετώ  

τό ονομάμου νά μού γράψετε ξεκαθαριστά στό γράμα.

 

Είναι τόση η αγωνία του να λάβει ένα γράμμα, που επαναλαμβάνει το ότι πρέπει να είναι «ξεκαθαριστά» το όνομά του. Ακόμη πιο σαφές το κάνει σε επόμενη επιστολή:

τη 9=1=41

Αγαπητή μου συνκενής καλημέρα. υγειένω υγεία επυθυμώ το αυτό καί διά σάς νά μανθάνω πάντοτε. Μάθε ότι έλαβον τήν γραπτήσας επιστολήν και θερμώς εχάριν διά τά γραφομενάσας.

είδα νά μού γράφης πολλά, ότι έκλεψε ο χατσάκις ο γιόργης την πραξία τις Αριστέας (!!!), πιο πολύ δε εχάριν όπου ίδα να μου γράφετε πώς ελάβατε τάς επιστολάσμου τάς οπίας είχα στήλη. επήσις περάσατε καλά τις Αγίας Βαρβάρας. Αλλά μείς δυστηχώς όχη. εάν του χρόνου θέλη ο θεός θα γλεντύσομε και μείς στα σπίθιαμας με χαρά και δώξες τώρα έχομε τούς ιταλούς γοργό νά τούς φάμε.

Λοιπόν πολύ θα σας παρακαλέσω άμα λάβετε τήν επιστολήν μου να μου γράψετε αμέσως.  

Ο στρατιώτης στό στρατό καλιάχι ένα γράμα

παρά νά τού φωνάξουνε νά πάρη κουραμάνα  

ποτέσμου δέ τό λόγιαζα μήτε στό νούμου τώχα

πώς θελακάνω στό στρατό χριστούγενα και φώτα

 

Αυτά τα ολίγα είχα νά σάς γράψω καί σάς χερετώ μενθυπωλιψίας. Λοιπόν δώσε ακριβούς (?) χερετισμούς και σε όλους τούς συνκενίς καί φύλους.

Λοιπόν νά μού γράψετε άν πήραν τήν κλάση τού 40  καί τού 28.

προ ημερών ήμαστε με πολά χωριανάκια Μανωλακάκι ή 2 με το λάμπι Σηφάκι Κοκολάκι Μηχαήλ Σκουρβουλιανάκι Μανώλη πασπαράκι Ιωάνη καί μέ πολούς άλους τώρα ώμος χωρίσαμε άλα είμαστε κοντά.

 

Σας χερετώ μενθυπωλιψίας

 

Στην τελευταία σελίδα, πριν υπογράψει, επιμένει:

 

περιμένω Απάντησιν ταχέος

η σύστασις είνε Στρατιώτις τάδε

17 Συν???γαρχίαν  44 Συντάγματος

11 866 τώρα έχει αλλάξι

έτσι

Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι πια εδώ για να μας περιγράψουν τις μνήμες και τα συναισθήματά τους από την εποχή εκείνη και να μας να μας πουν αν αισθάνονται δικαιωμένοι από τη σημερινή.

Σημείωση: οι φωτογραφίες των επιστολών βρίσκονται «αρχειοθετημένες» σε τυχαίο φάκελο του υπολογιστή μου, ανάμεσα σε μια που δείχνει μια ελληνική σημαία στην πλατεία Ελευθερίας και μια άλλη,  στην οποία δεσπόζει ένα ψηλό ποτήρι με αφρώδη οίνο λευκό, που καταναλώθηκε από τη γράφουσα. Ίσως αυτά τα δυο να σημαίνουν δικαίωση. Όχι;

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ