Γυναικοκτονία: Ένα διαρκές έγκλημα που ζητεί θεραπεία

Θανάσης Καραγιάννης
Θανάσης Καραγιάννης

Σήμερα τουλάχιστον δεν καλύπτεται πλήρως από το ισχύον ποινικό μας δίκαιο

Του Θανάση Καραγιάννη* 
 

   Ο όλως πρόσφατος φόνος γυναίκας που συνέβη στο νησί μας, και με δεδομένο ότι είναι ο 13ος φόνος γυναίκας στην μικρή μας χώρα μέσα σε μόνον δέκα μήνες, έρχεται να επιβεβαιώσει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πολύ ανησυχητικό από κάθε άποψη κοινωνικό φαινόμενο.

       Αυτό με τη σειρά του φέρνει στην επικαιρότητα ένα άλλο, καινούργιο ζήτημα, αυτό της «γυναικοκτονίας», το οποίο δειλά-δειλά αποζητά την «αποκατάστασή» του στο κοινωνικό, αλλά σε δεύτερη φάση και στο νομικό, γίγνεσθαι της εποχής μας. Λόγω του νέου του πράγματος δεν υπάρχει ακόμα επίσημος ορισμός του όρου «γυναικοκτονία», πλην όμως θα μπορούσαμε να τον ορίσουμε ως: την ανθρωποκτονία με θύμα γυναίκα, στην βασική της μορφή με δράστη άνδρα ή ενδεχομένως και δράστη άλλου φύλου, της οποίας ανθρωποκτονίας οι λόγοι και τα κίνητρα ανάγονται στο γεγονός, ότι το θύμα ήταν γυναίκα, και το έγκλημα τελέστηκε επ’ ευκαιρία αυτού.  Με άλλα λόγια, «γυναικοκτονία» είναι το έγκλημα της ανθρωποκτονίας γυναίκας, το οποίο δεν   θα διαπράττονταν εάν στη θέση του θύματος-γυναίκας, βρισκόταν άνδρας. Επακόλουθο των παραπάνω είναι ότι κάθε ανθρωποκτονία με θύμα γυναίκα δεν αποτελεί «γυναικοκτονία», παρ’ όλο που δυστυχώς στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, ο παραπάνω διαχωρισμός δεν φαίνεται μέχρι τώρα να τηρείται.     

       Όπως είναι μάλλον δικαιολογημένο, σε όλους τους ανθρώπους, ιδιαίτερα μάλιστα λόγω θέσης στους άνδρες, κατά την πρώτη φορά που έρχονται αντιμέτωποι με το θέμα, να τους δημιουργείται ασυναίσθητα ένα αρνητικό συναίσθημα του στυλ: άντε πάλι οι γυναίκες με τα me too τους και τις  πολίτικαλοκορεκτίλες τους! Τώρα θέλουν  να πάνε κόντρα στους άνδρες και με τη διαφοροποίηση ακόμα και του θανάτου τους! 

       Με μια πιο ψύχραιμη όμως ματιά και με μια πιο σε βάθος ενασχόληση με το ζήτημα, νομίζω  ότι ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει ότι το όλο θέμα έχει σοβαρή κοινωνική βάση, άρα και σοβαρότατο κοινωνικό περιεχόμενο, το οποίο δικαιολογεί την ιδιαιτερότητα της κοινωνικού όρου «γυναικοκτονία», και υπό προϋποθέσεις μάλιστα, την ένδυσή του ακόμα και της νομικής-δικαιϊκής ιδιαιτερότητας. Διότι, μόνη η ύπαρξη της κοινωνικής ορολογίας χωρίς την θέσπιση αντίστοιχου ουσιαστικού νομοθετικοδικαιϊκού περιεχομένου θα είναι ένα πουκάμισο αδειανό, για χρήση στα ΜΜΕ - ΜΚΔ και μόνον.    

        Παρ’ όλο λοιπόν που η σπουδαιότητα του θέματος δεν επιτρέπει πλήρη ανάλυση στις λίγες γραμμές ενός άρθρου εφημερίδας, θα προσπαθήσουμε να δώσουμε κάποιες απαντήσεις, ιδίως στο ενδεχόμενο της νομικής πλέον «αποκατάστασής» του, με την πρόβλεψή του στο ποινικό μας δίκαιο όχι σαν ιδιαίτερο έγκλημα (πράγμα πολύ δύσκολο νομικοτυπικά), αλλά έστω σαν διακεκριμένη παραλλαγή-επιβαρυντική μορφή του ήδη υπάρχοντος εγκλήματος της ανθρωποκτονίας του άρθρου 299 του Ποινικού μας Κώδικα (πράγμα λιγότερο δύσκολο αλλά όχι και εύκολο). Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι ο Ποινικός μας Κώδικας μέχρι σήμερα, στα πλαίσια της ισότητας των φύλλων, δεν αναγνωρίζει καμία ιδιαίτερη ή διακριτή λόγω φύλλου μορφή ανθρωποκτονίας, πλην της στο άρθρο 303 «παιδοκτονίας» στην όλως ιδιαίτερη ανθρωποκτονία παιδιού από την μητέρα του, και την όλως περίεργη ορολογικά «διακοπή κύησης» (και όχι π.χ. εμβρυοκτονία) στο άρθρο 304.   

        Κατ’ αρχάς θα πρέπει να πούμε ότι το θετό δίκαιο, αυτό δηλαδή που απολαμβάνουμε όλοι μας ανεξαιρέτως καθημερινά, δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά ένα σύνολο κανόνων ρύθμισης των κοινωνικών ζητημάτων που προκύπτουν κατά την «λειτουργία» των κοινωνικών συνόλων που καλούνται να το εφαρμόσουν, και επ’ αφορμή αυτής. 

        Η πρώτη λοιπόν προϋπόθεση για την νομική αποκατάστασή του είναι η θετική απάντηση στο κατά πόσον η «γυναικοκτονία» αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο, και μάλιστα διακριτό από άλλα ομοειδή. 

        Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να μην καλύπτεται νομικά ήδη από τους υπάρχοντες νομικούς κανόνες.

       Η τρίτη προϋπόθεση είναι, να είναι δυνατή η νομικοδικαιϊκή κάλυψή του, με την πρόβλεψή του στο δικαιϊκό μας ποινικό σύστημα ως ιδιαίτερο έγκλημα ή έστω σαν χωριστή επιβαρυντική μορφή κάποιου ήδη υπάρχοντος (ανθρωποκτονίας), και κατ’ ακολουθία, με την πρόβλεψη και εφαρμογή διαφορετικών, πιο επιβαρυντικών, επαπειλούμενων ποινών σε περίπτωση διάπραξής του και εκδίκασής του. Ούτως ώστε ενσωματωμένο καταλλήλως σ’ αυτό, να συμβάλλει λειτουργικά στην επίτευξη του σκοπού για το οποίο θεσπίζεται, δηλαδή στην θεραπεία του κοινωνικού φαινομένου που καλείται να αντιμετωπίσει.  Συνεπώς:

       Το ότι η ανθρωποκτονία γυναικών αποτελεί αναμφισβήτητα ένα τρομακτικό κοινωνικό φαινόμενο, όχι μόνον στη χώρα μας αλλά και διεθνώς, αποδεικνύεται από την ανησυχητικά αυξημένη συχνότητα εμφάνισής του τα τελευταία χρόνια.

        Οι δυσκολίες όμως παρουσιάζονται στο κατά πόσον το κοινωνικό αυτό φαινόμενο αποτελεί διακριτή μορφή άλλων ομοειδών, ώστε να χρειάζεται διαφορετική νομοθετική ρύθμιση. Τι το διαφορετικό δηλαδή έχει ο συγκεκριμένος φόνος γυναίκας, από τον φόνο π.χ. άνδρα, ούτως ώστε να χρειάζεται επιβολή διαφορετικής ποινής, επί τα χείρω εν προκειμένω, στον δράστη του πρώτου από του δεύτερου. Και στο εάν κάτι τέτοιο δεν αποτελεί αντισυνταγματική πρόβλεψη εις βάρος της ισχύουσας ισότητας των δύο (ή περισσότερων φύλλων) του ανθρώπου, ειδικότερα εις βάρος του ανδρικού φύλλου εάν και εφ’ όσον η επιβαλλόμενη ποινή στον φόνο γυναίκας είναι αυστηρότερη από το φόνο άνδρα (ή και αντιστρόφως εις βάρος του γυναικείου φύλλου, στην περίπτωση που η επιβαλλόμενη ποινή θα ήταν ελαφρύτερη απ’ ότι στο φόνο άνδρα).

       Ορθότατο το δίλλημα, η απάντηση στο οποίο όμως δεν μπορεί να είναι άλλη από το: ναι θα είναι αντισυνταγματικό κ.λ.π., εκτός εάν στην μία περίπτωση από τις δύο, και εν προκειμένω στην περίπτωση της ανθρωποκτονίας γυναίκας, συντρέχει περίπτωση διαφορετικής και εν προκειμένω αυξημένης απαξίας, για λόγους αντικειμενικούς, οι οποίοι μπορούν να ανάγονται είτε στα αίτια διάπραξης του εγκλήματος, είτε στα κίνητρα διάπραξής του.

     Πράγμα το οποίο γίνεται εμφανές και κατανοητό στις χαρακτηριστικές περιπτώσεις φόνων γυναικών (συζύγων, αδερφών, θυγατέρων ή και μητέρων σπανιότερα), από άνδρες (συζύγους, πατέρες ή αδερφούς ή και γυιούς σπανιότερα) που αφορούν σε λόγους τιμής, προγαμιαίες ή εξώγαμες σχέσεις, άρνησης γάμου με σύζυγο της απόλυτης επιλογής του πατέρα ή του αδερφού, κ.λ.π. Ή στις περιπτώσεις φόνων που έχουν άμεση σχέση με τράφικιγκ και σεξουαλική δουλεία, ένα επίσης σοβαρότατο κοινωνικό φαινόμενο,  όπου οι δράστες είναι κατά κανόνα άνδρες και τα θύματα κατά κανόνα γυναίκες. Ή ακόμα το πολύ συχνό στην εποχή μας και στη χώρα μας (βλ. φόνο-αφορμή του παρόντος άρθρου), τις στυγερές δολοφονίες γυναικών από τους συντρόφους-συζύγους τους, στην περίπτωση που θέλουν για οποιονδήποτε λόγο να διακόψουν τον μεταξύ τους δεσμό, να τα «χαλάσουν» δηλαδή και να αποδεσμευτούν από αυτούς, ενώ έχουν κάθε φυσικό, κοινωνικό, συναισθηματικό και νομικό δικαίωμα προς τούτο.  

         Φόνοι δηλαδή οι οποίοι δεν θα διαπράττονταν από τα ίδια άτομα εάν στη θέση του θύματος-γυναίκας (σύζυγος, κόρη, αδερφή, νύφη κ.λ.π.) βρίσκονταν άνδρες (σύζυγος, γαμπρός, αδερφός, γυιός κ.λ.π.), για μην πούμε ότι σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις ο άνδρας, αντί να φονευτεί θα επαινούνταν για τις αντίστοιχες συμπεριφορές του και θα επικροτούνταν οι αντίστοιχες επιλογές του.     

       Και εδώ, στην ανθρωποκτονία δηλαδή γυναίκας, η οποία συμβαίνει επειδή ακριβώς το θύμα ήταν γυναίκα και δεν θα συνέβαινε εάν στη θέση της ήταν άνδρας, φρονούμε ότι υπάρχει η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά η οποία απαιτείται δικαιϊκά, ούτως ώστε το έγκλημα αυτό να απολαύει μιας νομοθετικής ιδιαιτερότητας και νομικής αυτοτέλειας, άρα και διαφορετικής αντιμετώπισης από απόψεως επαπειλούμενης και επιβαλλόμενης ποινής.

       Διότι ακριβώς, μια προϋπόθεση τέλεσης εγκλήματος, η οποία συντελεί επιβαρυντικά ως προς τις γυναίκες-θύματα, θα ήταν (πιό) δίκαιο να αντιμετωπίζεται και με την ανάλογη επιβαρυντική απαξία σε βάρος του δράστη, η οποία επιβαρυντική απαξία δεν μπορεί να εκφραστεί στα πλαίσια του δικαίου, παρά μόνον σαν επιβαρυντική έκφραση ποινής με την ανάλογη επιβάρυνση στην επιβαλλόμενη ποινή.    

        Αν και, στην παρούσα τουλάχιστον περίσταση, είναι πολύ δύσκολο η «γυναικοκτονία» να οριστεί ως ξεχωριστό έγκλημα, σίγουρα όμως μπορεί να αποτελέσει επιβαρυντική περίπτωση στο ήδη υπάρχον έγκλημα της ανθρωποκτονίας, επηρεάζοντας επιβαρυντικά διάφορες ειδικότερες εκφάνσεις του Ποινικού μας Κώδικα, που έχουν σχέση με: την επιμέτρηση της ποινής (άρθρ. 79 επ. ΠΚ), την μείωση της ποινής  (άρθρ. 83 επ. ΠΚ), τον υπολογισμό της συνολικής ποινής (άρθρ. 94 επ. ΠΚ), την μετατροπή της ποινής (άρθρ. 104Α επ. ΠΚ), την έκτιση της ποινής (άρθρ. 105 επ. ΠΚ), την υφ’ όρον απόλυση του καταδίκου (άρθρ. 105Β επ. ΠΚ), και ίσως και με άλλες διατάξεις του ΠΚ και του εν γένει ποινικού μας συστήματος.  

       Παρ΄όλα αυτά θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, ότι και η περίπτωση της «γυναικοκτονίας» καλύπτεται από τις υπάρχουσες διατάξεις του ισχύοντος Ποινικού μας Κώδικα και ιδιαίτερα των άρθρων 79 ΠΚ (επιμέτρηση της ποινής παρ. 3 εδάφ. β) σχετικά με τα αίτια και την αφορμή του δράστη) και 82Α ΠΚ (έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, παρ. 1 εδάφ. 5) επιλογή θύματος λόγω ταυτότητος ή χαρακτηριστικών φύλλου), κ.λ.π. 

        Έχουμε εν τούτοις την άποψη ότι  το γεγονός και μόνον της ολοένα και αυξανόμενης συχνότητας διάπραξης εγκλημάτων αυτού του είδους, μαρτυρεί ανάγλυφα ότι η «γυναικοκτονία», σήμερα τουλάχιστον, δεν καλύπτεται πλήρως από το ισχύον ποινικό μας δίκαιο, είτε λόγω μη πλήρους κάλυψης της τυπολογικής μορφής του συγκεκριμένου εγκλήματος, είτε λόγω της γενικότητας των προαναφερθεισών διατάξεων, και ότι συνεπώς υπάρχει ζωτικός χώρος που χρήζει κάλυψης από μια ακόμα πιο ειδική και ακόμα πιο διακριτή ποινική αντιμετώπισή του.

        ΣΗΜ: Τύχη αγαθή, κλείνοντας το παρόν διάβασα ένα ελπιδοφόρο σχετικά με τα παραπάνω γεγονός: ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Βασίλειος Πλιώτας, με την όλως πρόσφατη υπ’ αριθμ. 12/03.11.2021 εγκύκλιό του προς τις Εισαγγελίες της χώρας, επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω, παραγγέλλει σχετικά: «Με αφορμή αυτές τις καταστάσεις και στη χώρα μας, ευρέως, οι περιπτώσεις αφαίρεσης της ζωής γυναίκας, ιδίως από σεξιστικά κίνητρα, «λόγους τιμής», σκοπούς εμπορίας ανθρώπων και οικονομική εκμετάλλευση, αποδίδονται με τον όρο «γυναικοκτονία» και γίνεται λόγος για ανάγκη διακριτής τυποποιημένης ποινικής πρόβλεψης ή και αναγωγή αυτής ως διακεκριμένης παραλλαγής της ανθρωποκτονίας του άρθρου 299 ΠΚ. Διεθνώς, σε αρκετές χώρες, καθώς το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό αλλά έχει προσλάβει παγκόσμιες διαστάσεις, υιοθετήθηκε και νομοθετικά η θεώρηση αυτή».

        Και είναι ελπιδοφόρο διότι, απ’ ότι γνωρίζω, αυτό είναι το πρώτο επίσημο νομικό κείμενο στο οποίο γίνεται χρήση του όρου «γυναικοκτονία». 



* Ο Θανάσης  Καραγιάννης είναι δικηγόρος Ηρακλείου


 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ