Το (ζοφερό) μέλλον ενός κόλπου

Πως πολιτεία και τοπικοί παράγοντες κατάφεραν να απαξιώσουν ένα ισχυρό brand name της χώρας

Μια ιστορία με πολλά αγκάθια είναι κατά πως φαίνεται το μέλλον του κλειστού κόλπου της Ελούντας. Ο υπέρμετρος συνωστισμός των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων τόσο στο θαλάσσιο οικοσύστημα σε συνδυασμό με την κλειστή γεωγραφία του, που εντείνεται από την τουριστική ακτοπλοΐα λόγω Σπιναλόγκας, όσο και το δυτικό παράκτιο μέτωπο το οποίο υφίσταται ασφυκτικές ανθρωπογενείς πιέσεις αστικοποίησης, με τον προγραμματισμό γιγαντιαίων ξενοδοχείων, είναι οι καθοριστικές αιτίες που τον πιέζουν ασφυκτικά και απειλούν ευθέως τη βιώσιμη προοπτική του.

Το πρόβλημα επιτείνεται έτι περαιτέρω από την έλλειψη στοιχειωδών δημόσιων υποδομών, όπως η αδυναμία κατασκευής του περιφερειακού δρόμου Ελούντας, μήκους μόλις 3 χιλ. εδώ και μια δεκαετία που έχει καταστεί παροιμιώδης και δεικτική για την ανικανότητα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Αλλά και η αγνόηση σχετικής πρότασης για απευθείας οδικής σύνδεσης της Πλάκας με τον ΒΟΑΚ, με την κατασκευή επαρχιακού δρόμου μόλις 12 χμ. Δεν θα περίμενε βέβαια κανείς καινοτόμες επιλογές υπέρ δράσεων και χρήσεων που εγγυώνται την αειφορία.

Δυστυχώς, λένε οι πηγές μας, η χώρα μας έχει μείνει πολύ πίσω στη θέσπιση και την υιοθέτηση αρχών για την εξειδίκευση των ευρωπαϊκών οδηγιών στην ελληνική νομοθεσία και τη θέσπιση ενός βιώσιμου παράκτιου σχεδιασμού.

Το τραγικό, το περίεργο και το απογοητευτικό για τον κόλπο Ελούντας, είναι ότι ενώ είναι κηρυγμένη περιοχή ενάλιων αρχαιοτήτων εδώ και μια 15ετία, το ΥΠ.ΠΟ. σφυρίζει αδιάφορα για τη θέσπιση αυστηρών μέτρων προστασίας, μια που είναι το μοναδικό που μπορεί να το πράξει με τα σημερινά δεδομένα.

Η πρόσφατα ανατεθείσα στο ΙΤΕ μελέτη για εκπόνηση master plan στον κόλπο, (μια ακόμη πομφόλυγα στις τόσες που έχουν γίνει στο παρελθόν και μείνανε στα συρτάρια), δεν αναμένεται να λύσει το ουσιαστικό πρόβλημα της αποφόρτισης του θαλάσσιου οικοσυστήματος και των χρήσεών του.

Στην ουσία, αναμένεται να νομιμοποιήσει τις μέχρι σήμερα παραβατικές πρακτικές χρήσης από το μαζικό τουρισμό στην κηρυγμένη Α’ αρχαιολογική ζώνη και των παραδείσιων παραλιών απολύτου προστασίας της χερσονήσου Σπιναλόγκας. Μέσα σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, είναι πλέον αυταπόδεικτο ότι οι κατευθύνσεις του παράκτιου χωροταξικού σχεδιασμού μέσα από το ισχύον τοπικό χωροταξικό σχέδιο (ΣΧΟΟΑΠ) όσο και από το προτεινόμενο για τροποποίηση, έχουν καταστεί ανεπίκαιρες και ξεπερασμένες, αφού δεν εγγυώνται την παράκτια βιωσιμότητα της περιοχής, η οποία οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια προς δεινή δοκιμασία ή ίσως και κάτι χειρότερο.

Η θολότητα των νερών είναι πλέον μόνιμη και εμφανέστατη καθ’ όλη την τουριστική περίοδο, ενώ εκφράζονται φόβοι και υποψίες, λένε οι πηγές μας, αν τα αποτελέσματα από τις τακτικές δειγματοληψίες από τις ακτές κολύμβησης στο εσωτερικό του είναι αληθείς.

Σχεδόν όλοι οι ντόπιοι οι οποίοι εδώ και χρόνια βλέπουν τη συστηματική καταστροφή, αποφεύγουν να κολυμπήσουν στον κλειστό κόλπο. Οι καθοριστικές ευθύνες για την επιδείνωση τόσο της κηρυγμένης ενάλιας περιοχής όσο και της Α’ αρχαιολογικής ζώνης προστασίας από τις Αλυκές μέχρι και την οχυρή νησίδα Σπιναλόγκα στα βόρεια, βαρύνουν το ΥΠ.ΠΟ.

Αυτό, είτε έχει οριοθετήσει χρήσεις στην ξηρά χωρίς να τις εφαρμόζει, είτε έχει τη δυνατότητα να το πράξει στη θάλασσα. Και στη μια και στην άλλη δεν αναλαμβάνει να το κάνει με τον πλέον κυνικό και προκλητικό τρόπο.

Οι πρακτικές του ΥΠ.ΠΟ. αντίκεινται ευθέως τόσο στους συστατικούς του νόμους και διατάγματα, όσο και στα σχετικά συνταγματικά κελεύσματα για την προστασία του περιβάλλοντος.

Ωστόσο και οι λοιπές υπεύθυνες για τον τοπικό χωροταξικό σχεδιασμό υπηρεσίες της αιρετής αυτοδιοίκησης και του αποκεντρωμένου κράτους, δεν είναι άμοιρες ευθυνών για τη ζοφερή επιδείνωση στις χωροταξικές προοπτικές ενός επώνυμου τουριστικού προορισμού της Κρήτης.

Είναι χαρακτηριστική η παροιμιώδης έκφραση που χρησιμοποιούνε οι γνώστες της περιοχής ότι «ο κόμπος έχει φτάσει πλέον στο χτένι».     

 


Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ