Το εμβόλιο και η «διασπορά ψευδών ειδήσεων»

Γιώργος Κουμάκης
Γιώργος Κουμάκης

Η αλήθεια ή το ψεύδος επί ενός επιστημονικού θέματος μπορεί να διατυπωθεί υπεύθυνα και αξιόπιστα μόνον από τους καθ’ ύλην αρμόδιους

Του Γιώργου Κουμάκη

 

Στις μέρες μας διατάχθηκε από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για πιθανή διασπορά ψευδών ειδήσεων με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου της ΠΟΕΔΗΝ κ. Γιαννάκου, σύμφωνα με τις οποίες ο ίδιος εμφανίστηκε βέβαιος ότι η παράλυση των κάτω άκρων της σαραντάχρονης νοσηλεύτριας στην Κέρκυρα αμέσως μετά τη λήψη της δεύτερης δόσης του εμβολίου covid-19 οφείλεται στο εμβόλιο, χωρίς προηγουμένως να υπάρξει σχετικό πόρισμα των γιατρών. Ο ίδιος φέρεται να επικαλέστηκε τη μαρτυρία γιατρών της Κέρκυρας και μίλησε για σπάνιο σύνδρομο, που συμβαίνει σε κάθε 400 χιλιάδες εμβολιασμούς.

Η θεμιτή και εύλογη αυτή παρέμβαση της εισαγγελέως αποσκοπεί στο να διερευνηθεί αν οι δηλώσεις αυτές συνιστούν το αδίκημα της διασποράς ψευδών ειδήσεων. Οφείλω κατ’ αρχήν να διευκρινίσω ότι εγώ προσωπικά έχω λάβει την πρώτη δόση του εν λόγω εμβολίου και με χαρά αναμένω να λάβω και τη δεύτερη δόση, διότι πιστεύω και ακολουθώ την τεκμηριωμένη άποψη των ειδικών, ότι δηλαδή η λήψη του εμβολίου αποτελεί το μόνο σωτήριο μέσο ατόμων και λαών. Εντούτοις η πεποίθησή μου αυτή δεν αποτελεί λόγο να θεωρήσω ότι ο κ. Γιαννάκος διέπραξε το αδίκημα διασποράς ψευδών ειδήσεων. Κι αυτό όχι επειδή αυτός είπε την αλήθεια, αλλά επειδή δεν είπε ούτε ψέματα. Ψέμα και αλήθεια ως εναντίες έννοιες η μία προϋποθέτει την άλλη. Για να υπάρξει ψέμα, πρέπει να υπάρχει και αλήθεια. Επειδή όμως στο σημείο αυτό δεν υπάρχει αλήθεια, δεν μπορεί να υπάρξει ούτε ψέμα. Πιο συγκεκριμένα, η επιστημονική έρευνα δεν έχει αποφανθεί μέχρι σήμερα αν το εμβόλιο αυτό ενδέχεται να προκαλέσει παράλυση των κάτω άκρων.

Η αλήθεια ή το ψεύδος επί ενός επιστημονικού θέματος μπορεί να διατυπωθεί υπεύθυνα και αξιόπιστα μόνον από τους καθ’ ύλην αρμόδιους (οι οποίοι στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι οι ερευνητές της ιατρικής επιστήμης με την ευρύτερη έννοια του όρου), έστω και αν ενίοτε διατυπώνονται ορισμένες αντιρρήσεις, πράγμα βέβαια που δεν είναι σπάνιο στην επιστημονική έρευνα. Οι δηλώσεις του κ. Γιαννάκου δεν έχουν την υπευθυνότητα και το βάρος ενός επιστημονικού ερευνητή τέτοιου επιπέδου. Ακόμη όμως και αν υποτεθεί ότι επικαλέστηκε τη μαρτυρία των ιατρών της Κέρκυρας, πάλι οι δηλώσεις αυτές στερούνται νοήματος και είναι συνεπώς άνευ σημασίας, δεδομένου ότι στις οδηγίες που συνοδεύουν το εμβόλιο δεν αναγράφεται η παρενέργεια αυτή, πράγμα που θα ήταν απαραίτητο, αν πράγματι συνέβαινε αυτό.  Η αλήθεια είναι ότι, επειδή το εμβόλιο είναι νέο, δεν έχει ακόμα δοκιμαστεί επαρκώς, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζομε ακόμα με βεβαιότητα όλες τις παρενέργειές του σε ολόκληρο το φάσμα των πτυχών του, πράγμα που είναι άλλωστε αναμενόμενο, όπως συνέβη με όλα σχεδόν τα εμβόλια του παρελθόντος, που τελικά αποδείχτηκαν σωτήρια παρά τις ελάχιστες απώλειες, διότι τελικά η ανθρωπότητα επέζησε λόγω του εμβολίου. Από την άλλη πλευρά είναι χρήσιμο να δηλώνονται και να καταγράφονται τυχόν δυσάρεστα αποτελέσματα κάθε νέου εμβολίου.

Το γεγονός ότι η παράλυση της νοσηλεύτριας επακολούθησε αμέσως μετά τη λήψη του εμβολίου δεν συνεπάγεται ότι το ένα είναι κατ’ ανάγκη συνέπεια του άλλου. Δεν υπάρχει δηλαδή σε κάθε περίπτωση, χωρίς άλλες διευκρινήσεις η σχέση του αιτίου και αιτιατού, διότι η χρονική ακολουθία μπορεί να είναι εντελώς τυχαίο συμβάν, ώστε τα δύο γεγονότα να είναι εντελώς άσχετα μεταξύ τους. Δεν αποκλείεται όμως η χρονική ακολουθία να αποτελεί καιαιτιώδη σχέση του ενός  προς το άλλο. Συνεπώς το να δηλώνει κάποιος, και μάλιστα αναρμόδιος, βέβαιος για την αιτιώδη σχέση των δύο γεγονότων δεν σημαίνει απολύτως τίποτε. Η δήλωση του κου Γιαννάκου δεν είναι ούτε ψευδής ούτε όμως και αληθής, επειδή η αρμόδια επιστημονική έρευνα πάνω στο θέμα αυτό βρίσκεται ακόμα στην περιοχή του άγνωστου και του απλού ενδεχόμενου.

                Αυτό συμβαίνει, επειδή οι δηλώσεις αυτές δεν εμπίπτουν στον νόμο της αντίφασης, για να απαιτηθεί η διάζευξη, δηλαδή να είναι υποχρεωτικά αληθείς ή ψευδείς, ώστε ανάλογα να κινηθεί και η νομική διαδικασία. Αν δηλαδή αποφανθεί η εξεταστική επιτροπή ότι αυτές είναι ψευδείς, τότε  θα πρέπει να ασκηθεί σε βάρος του δίωξη για διασπορά ψευδών ειδήσεων, διαφορετικά θα απαλλαγεί. Σημαντικό ρόλο στην περίπτωση αυτή παίζει και το τεκμήριο της αθωότητας. Δεδομένου ότι στη χώρα μας ισχύει το τεκμήριο αυτό, ο κατήγορος κατά την ακροαματική διαδικασία  οφείλει να αποδείξει ότι οι δηλώσεις αυτές είναι ψευδείς, πράγμα που δεν είναι εύκολο. Το συμπέρασμα είναι ότι οι εν λόγω δηλώσεις δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ούτε αληθείς ούτε ψευδείς, για τους λόγους που αναπτύχθηκαν παραπάνω, επομένως καμία δίωξη δεν μπορεί να ασκηθεί σε βάρος του σε ένα κράτος δικαίου. Βρισκόμαστε δηλαδή ενώπιον μια κατάστασης να διερευνάται κάτι, για το οποίο το αποτέλεσμα της έρευνας αυτής είναι εκ των προτέρων εν πολλοίς δεδομένο. Μάταιη  και ίσως περιττή έρευνα.

                Η περίπτωση αυτή των δηλώσεων του κ. Γιαννάκου ανήκει στις λίγες εξαιρέσεις του νόμου της αντίφασης, όπως αυτός θεμελιώθηκε από τον Πλάτωνα και συστηματοποιήθηκε από τον Αριστοτέλη, για τον οποίο ο  Kant είχε πει πολλούς αιώνες αργότερα ότι η λογική μετά τον Αριστοτέλη δεν έχει κάμει ούτε ένα βήμα προς τα εμπρός. Με λίγα λόγια οι δηλώσεις του κ. Γιαννάκου δεν είναι τέτοιες, για τις οποίες μπορεί να πει κανείς ότι πρέπει να είναι είτε αληθείς   είτε ψευδείς, αφού δεν ανήκουν στο νόμο της αντίφασης.  Αυτές δεν είναι ούτε αληθείς ούτε ψευδείς. Οι απόψεις  του Αριστοτέλη για το λογικό αυτό θέμα διατυπώνονται εκτενώς στα βιβλία του Περί ερμηνείας (9, 19a23-b4)και στο Περί γενέσεως και φθοράς ( B 9,335b20-25)

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ