Η "παραδουλεύτρα" της μαμάς μου

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Είναι οι δυνάμεις τους λίγες (σαν τα όνειρά τους) και οι ανάγκες τους πολλές (σαν τις αναμνήσεις τους).

Της Μαρίας Λιονάκη

( Σάββατο 9 Οκτωβρίου, τηλεφώνημα εν εξελίξει με τη μαμά μου, την κυρα Ξανθίππη στα Χανιά…)

Μαμά: Θα πας σήμερα  σχολείο;

Κόρη (εγώ) : Σχο-σχο…σχολείοο;;  (φωνή τρεμάμενη, που την υποκινεί η σκέψη: Λες να αρχίσουμε να δουλεύουμε και τα Σάββατα;  Μα μόλις  επιστρέφει η ψυχραιμία…) Πάλι μπέρδεψες τις μέρες μαμά; Σάββατο είναι, δεν έχουμε σχολείο...

Σχεδόν πανομοιότυπες (τι κάνουμε, τι φάγαμε, τι κάνουν τα παιδιά μου) είναι οι κουβέντες οι καθημερινές με την κυρα Ξανθίππη, που διάγει το βίο της στα Χανιά.  Με τη μαμά μου  που είναι σίγουρα ο καλύτερος άνθρωπος στον κόσμο, μα που, αν σε βρει μπόσικο,  κακό του κεφαλιού σου. Εμένα, κάποτε με βρίσκει μπόσικη να τρέχω να ικανοποιήσω κάθε επιθυμία της,  να παίρνω της μετρητοίς κάθε παράπονό  της και κάποτε να έχω διαβάσει μόλις Κική Δημουλά: «Για τους μεγάλους, ούτως ειπείν τους γέροντες—ό,τι δεν είναι άνοιξη είναι γερόντιο πια—ισχύουν πάντα οι παμπάλαιες απόψεις. Ποτέ αγκαλιά. Αφήστε τους να σκάσουνε στο κλάμα μέχρι να τους κοπεί η ανάσα δυναμώνουν έτσι τα αποσιωπητικά τους. Ας κλαίνε οι μεγάλοι. Δεν έχει αγκαλιά. Γεμίστε μοναχά το μπιμπερό τους με άγλυκην υπόσχεση —δεν κάνει να παχαίνουν  οι στερήσεις— πως θα έρθει μια και καλή να τους επικοιμήσει λιπόσαρκα η αγκαλιά της μάνας τους…»

 Μια τέτοια μέρα λοιπόν ήταν (που είχα διαβάσει Κική Δημουλά) που ήρθε στη ζωή μας η κυρία Βιργινία. Μια κυρία που δεν είναι σε ηλικιακή άνοιξη προ πολλού, μα που κρατιέται σχετικά   καλά. Μια γυναίκα που αλωνίζει  καθημερινά  τη γειτονιά μας, για  να φροντίζει παράλληλα δυο-τρεις ηλικιωμένους.  Άλλον να τον πλένει, άλλον να τον ταΐζει , να αλλάζει σεντόνια στο κρεβάτι  του τρίτου, να δίνει φάρμακα… Ηρωίδα ομολογουμένως η κυρία Βιργινία στον τρόπο βιοπορισμού της.  Ιδίως από τότε που ανέλαβε την κυρα Ξανθίππη. Που δεν συγκράτησε ποτέ το όνομά της (εμ όνομα ήταν αυτό; ), αλλά που   κατάφερε μέσα στις λιγοστές λέξεις που χρησιμοποιεί να προσθέσει άλλη μία. 

-Κόρη (εγώ): Ποιος σου έφτιαξε το σπίτι μαμά; 

-Η... η, η παρα…

-Τι παρά μαμά; Έξι και τέταρτο είναι.(μεσολαβεί παύση)

-Η παρα… παραδουλεύτρα σφουγγάρισε! 

-Η… παραδουλεύτρα;; Χαχα  Δεν υπάρχεις μαμά!  (Από πού την ξετρύπωσες αυτή τη λέξη, ποιας ελληνικής ταινίας συνειρμός είναι αυτός , ποιο όνειρο νεανικό, μεγαλεπήβολο, ανεκπλήρωτο κρύβεται πίσω απ’ αυτή τη λέξη;) 

Έτσι εγκαινιάστηκε μια καινούρια εποχή  στο βιβλίο: Έργα και Ημέραι της κυρα Ξανθίππης. Στην εποποιία που γράφει, μα και  στην Οδύσσεια της κυρίας Βιργινίας. Που τα έχει  δει όλα, κυρίως τις πρώτες ημέρες. Τι «κακή» την έχει πει, όταν της επέμεινε να φάει φαγητό που δεν της αρέσει, τι πως θα κοιμηθεί από τις έξι για να την κάνει να φύγει, τι πως δε θέλει να σηκώνει τα τηλέφωνά της, τι φωνές βάζει  στο μπάνιο λέγοντας πως θα έρθει η κόρη της να την κάνει μπάνιο…

Το πιο ακραίο όμως ήταν  αυτό που έκανε τις προάλλες. Ταμπουρώθηκε μέσα στο σπίτι,  κλείδωσε πόρτες και παράθυρα και δεν της άνοιγε να μπει να την φροντίσει.  «Μολών λαβέ» είπε η Μπουμπουλίνα μάνα. Κι έτσι έμεινε η κυρία Βιργινία έξω να ξεροσταλιάζει , να περιμένει να έρθει να την πάρουν, ενώ την παρακολουθούσε η Μπουμπουλίνα από τις γρίλιες.  Ώσπου ήρθε η ειρηνευτική δύναμη της αδερφής από κάτω να εξομαλύνει την κατάσταση. 

 Το προηγούμενο δε σαββατοκύριακο που πήγα Χανιά,  ολόκληρη παντομίμα έστησε πίσω από την πλάτη της «παραδουλεύτρας», λέγοντας μου με νοήματα αγχωμένα κι επαναλαμβανόμενα «άστη να φύγει, άστη να φύγει , μην της λες πολλά» , ενώ μπροστά της είπε αποφασιστικά: «Μην έρθεις αύριο δε θα σε χρειαστώ!» (ούτε ποτέ ξανά, μάλλον εννοούσε).  Ευτυχώς που είχα εγώ ένα καλό λόγο για τη γυναίκα. Ευτυχώς ακόμη που η συμπεριφορά της Μπουμπουλίνας έχει και περιόδους εκεχειρίας,  ήπιας και γλυκιάς  συμπεριφοράς.

Φαίνεται όμως πως οι ευχές της κυρα Ξανθίππης  έπιασαν τόπο, καθώς σύμφωνα με τα τελευταία νέα η καημένη η «παραδουλεύτρα» εμφάνισε καταρράκτη και στα δύο μάτια και το ζητούμενο είναι στο εξής ποια θα προσέχει την άλλη…

  Στη μία Οκτωβρίου ήταν η ημέρα η αφιερωμένη στους ηλικιωμένους, στην Τρίτη ηλικία. Μα σίγουρα δεν περίμενε  κανείς μας τότε  μόνο να τους τιμήσει. Κι είναι οι δυνάμεις τους λίγες (σαν τα όνειρά τους)   και  οι ανάγκες τους πολλές (σαν τις αναμνήσεις τους). Όλων των ηλικιωμένων, ένα παραπάνω όμως αυτή την περίοδο, των ηλικιωμένων των σεισμόπληκτων περιοχών. Που είδαν τα σπίτια τους να καταρρέουν, τη ζωή τους να αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη, που δεν ξέρουν πως θα είναι το αύριο που ξημερώνει, μα που  έχουν περηφάνια και κουράγιο και δεν τα παρατάνε. Κάποιοι δε,  βρίσκουν το θάρρος ακόμα και να αστειεύονται, να πειράζονται μεταξύ τους, να τραγουδάνε. Όμως ας μην ξεγελιόμαστε. Πρέπει γρήγορα να στεγαστούν, να τακτοποιηθούν,  να  βρουν πάλι τους ρυθμούς τους, τη ζεστασιά τους,  πριν χειμωνιάσει…

(Στη φωτογραφία τα χέρια γιαγιάς και  εγγονής )  

 


 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ