Οι ποινές για τα αδικήματα των μεθυσμένων άλλοτε και τώρα

Γιώργος Κουμάκης
Γιώργος Κουμάκης

...πώς είχαν τα πράγματα στην κλασική αρχαιότητα, όπως στην αρχαία Αθήνα και στα νησιά. Αυτοκίνητα βέβαια δεν υπήρχαν τότε και επομένως δεν συνέβαιναν τροχαία ατυχήματα. Ο μεθυσμένος ωστόσο διέπραττε ατυχήματα όπως και σήμερα

Γράφει ο Γεώργιος Χ. Κουμάκης


 

                Τα τροχαία ατυχήματα τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας, και κυρίως στην Κρήτη, η οποία έχει το θλιβερό προνόμιο της πρωτιάς, είναι σε έξαρση. Μόνον τις γιορτές αυτές κηδεύσομε περίπου  τριάντα θύματα, τα περισσότερα από τα οποία ήταν νέοι. Βασική αιτία των ατυχημάτων αυτών ήταν ο ανθρώπινος παράγοντας και ιδίως η μέθη, στην οποία βρίσκονταν πολλοί οδηγοί οχημάτων. Με βάση την ελληνική νομοθεσία οι προβλεπόμενες ποινές είναι πολύ ελαφριές για παρόμοια αδικήματα και παραβάσεις. Ενδεικτικά αναφέρομε ότι σε πρόσφατο τροχαίο στην Κόρινθο με έναν νεκρό και μεγάλες υλικές ζημιές η ποινή που επιβλήθηκε στον παραβάτη ήταν πενταετής φυλάκιση με αναστολή. Ακούμε στις τηλεοράσεις τις σπαρακτικές κραυγές των μανάδων για τα αδικοχαμένα παιδιά τους και λυγίζει η ψυχή του θεατή. Επίμονο αίτημά τους είναι να αυστηροποιηθούν παρόμοιες ποινές, ώστε να παύσομε να θρηνούμε τόσα πολλά θύματα στην άσφαλτο, αλλά και γενικότερα να έχομε λιγότερα εγκλήματα από μεθυσμένους. Τα σκεπτικό του νομοθέτη για τις ελαφρές ποινές είναι ότι ο μεθυσμένος χάνει τον έλεγχο του εαυτού του και επομένως είναι συγχωρητέος.

                Ας δούμε τώρα πώς είχαν τα πράγματα στην κλασική αρχαιότητα, όπως στην αρχαία Αθήνα και στα νησιά. Αυτοκίνητα βέβαια δεν υπήρχαν τότε και επομένως δεν συνέβαιναν τροχαία ατυχήματα. Ο μεθυσμένος ωστόσο διέπραττε ατυχήματα όπως και σήμερα. Η αντιμετώπισή του όμως εκ μέρους της πολιτείας, δηλαδή της νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας, ήταν εντελώς διαφορετική. Ο νόμος τότε –όπως μαρτυρεί και επιδοκιμάζει ο Αριστοτέλης (Ηθ. Νικ. Γ5, 1113b 30-33) – προέβλεπε διπλάσια ποινή στον μεθυσμένο από τον νηφάλιο για το ίδιο αδίκημα. Το σκεπτικό, με το οποίο δικαιολογούσαν τον διπλασιασμό της ποινής, ήταν ότι στο χέρι του καθενός είναι να μεθύσει ή όχι και επομένως ο ίδιος είναι αποκλειστικά αίτιος της μέθης και όλων των συνακόλουθων και συγκεκριμένα  του ότι χάνει τον έλεγχο του εαυτού του.

Εδώ υπάρχει προφανώς ένα κενό στην αιτιολόγηση του νομοθετήματος, το οποίο όμως παραλείφτηκε ως ευκόλως εννοούμενο. Αυτό που θα περίμενε κανείς είναι ότι οι ποινές των δύο, δηλαδή του νηφάλιου και του μεθυσμένου, θα έπρεπε να είναι ίσες, με την προϋπόθεση βέβαια ότι τα διαπραττόμενα αδικήματα θα είχαν την ίδια συχνότητα. Επειδή όμως δεν συμβαίνει αυτό, αφού τα αδικήματα, που διαπράττονται από μεθυσμένους ,είναι περισσότερα από εκείνα των ίδιων, όταν είναι νηφάλιοι, αφού δεν ελέγχουν πλήρως τον εαυτόν τους, τότε είναι φυσικό και εύλογο για περιορισμό των αδικημάτων, να επιβάλλονται στους μεθυσμένους μεγαλύτερες ποινές, έστω και αν δεν έχουν πάντα τη σκληρότητα και στυγερότητα εκείνου που ενεργεί εν ψυχρώ, διότι φαίνεται ότι μετράει περισσότερο το αποτέλεσμα παρά ο τρόπος τέλεσης του εγκλήματος. Λέμε για παράδειγμα τριάντα νεκρούς, ανεξάρτητα από τον τρόπο τέλεσης του φόνου.

                Η ιδέα αυτή του διπλασιασμού της ποινής στους μεθυσμένους νομοθετήθηκε για πρώτη φορά –όπως παραδίδει ο Διογένης ο Λαέρτιος (Α 76) – στη Μυτιλήνη, από τον Πιττακό, άρχοντα της ομώνυμης πόλης κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., και έναν από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας .Το σκεπτικό του σοφού ήταν ότι υπήρχε  ανάγκη επιβολής τέτοιων νόμων, επειδή στη Λέσβο παράγονταν μεγάλες ποσότητες κρασιού, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να σημειώνουν μεγάλη παραβατική συμπεριφορά, την οποία ήθελε να ελέγξει και να περιορίσει. Αν οι σημερινοί νομοθέτες αναλογισθούν την παλιά αυτή νομοθεσία, θα διερωτηθούν σοβαρά, αν οι γοερές κραυγές της μάνας του θύματος της ασφάλτου λόγω μέθης του οδηγού, αξίζουν να προσεχθούν περισσότερο,  και να τείνουν «ευήκοον ους», ώστε να ελαφρυνθεί  η κατά τα άλλα ταλαιπωρημένη χώρα μας.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ