ΑΠΟΨΕΙΣ
Φρίκη, θλίψη, οργή και χαρμολύπη

Του Γιάννη Τσερεβελάκη
Οι τέσσερις λέξεις του τίτλου αυτού του άρθρου αντιστοιχούν σε τέσσερα γεγονότα που συνέβησαν το τελευταίο χρονικό διάστημα, τα οποία συγκλόνισαν το πανελλήνιο και όχι μόνο. Αναφέρομαι στο βασανισμό του μικρού Αγγέλου από τη μητέρα και τον σύντροφό της, που κατέληξε στον θάνατο του παιδιού, στη θλιβερή εικόνα των Παλαιστινίων που επιστρέφουν στις κατοικίες τους στην κατεστραμμένη Γάζα, στο πολύνεκρο δυστύχημα των Τεμπών και στην εκδημία του αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου.
Α. Επέλεξα τη λέξη «φρίκη» για όσα συνέβησαν στον τρίχρονο Άγγελο από τη μητέρα του και τον σύντροφό της, γιατί μόνο μια τέτοια λέξη μπορεί ίσως να περιγράψει τα συναισθήματα που γέννησε η πράξη των δραστών. Θα μπορούσαμε ακόμη να μιλήσουμε για αποτροπιασμό και μίσος, που γεννούν μια βαθιά επιθυμία να τιμωρηθούν με αυστηρότητα εκείνοι που «πράξαν το κακό», όπως λέει ο ποιητής. Εδώ δεν πρόκειται απλώς για τον θάνατο ενός ανθρώπου, αλλά για τον βασανιστικό θάνατο ενός μικρού, αθώου και ανήμπορου παιδιού. Σκέφτομαι πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν άνθρωποι που τολμούν να φερθούν έτσι σε ένα τρίχρονο παιδί. Πρέπει να είναι νεκροί ψυχικά, χωρίς συναισθήματα, χωρίς ενσυναίσθηση, χωρίς ανθρώπινα αισθήματα, δηλαδή εντελώς αποκτηνωμένοι. Η πράξη τους ήταν έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, γι’ αυτό και η κοινωνία αντέδρασε τόσο έντονα. Ο Αριστοτέλης γράφει ότι όποιος δεν μπορεί να ζει εναρμονισμένος με την ανθρώπινη κοινωνική ζωή είναι ή θηρίο ή θεός. Κατά συνέπεια, οι συγκεκριμένοι δράστες, καθώς υπερέβησαν κάθε έννοια υγιούς ανθρώπινης συμπεριφοράς και ηθικής, ανήκουν στην κατηγορία του θηρίου. Γιατί είναι εντελώς αδιανόητη μια τέτοια κακοποιητική συμπεριφορά σ’ ένα παιδί και μάλιστα από τους ίδιους τους γονείς του, τη στιγμή που ακόμα και τα ζώα προστατεύουν τα μικρά τους. Τα παιδιά χρειάζονται αγάπη, φροντίδα, σεβασμό, τρυφερότητα, ασφάλεια και εξασφάλιση των κατάλληλων όρων διαβίωσής τους. Η κοινωνία και η πολιτεία έχουν υποχρέωση να τους τα εξασφαλίσουν. Η περίπτωση του μικρού Άγγελου αποτελεί την απόδειξη ότι συνολικά η κοινωνία μας έχει αποτύχει. Τίθεται, όμως, ακόμη κι ένα ερώτημα: είναι άραγε έτοιμοι όλοι οι άνθρωποι να γίνουν γονείς; Ή θεωρούμε ότι το να είναι κανείς γονέας είναι μια απλή υπόθεση; Όμως, η ιδιότητα και το έργο του του γονέα είναι θεμελιώδους σημασίας για την κοινωνική, συναισθηματική, πνευματική και σωματική ανάπτυξη του παιδιού. Αν κάποιος δεν είναι πνευματικά ισορροπημένος, συναισθηματικά υγιής και ομαλά ενταγμένος στο κοινωνικό σώμα, τότε είναι δύσκολο να λειτουργήσει ως γονέας που πρέπει να μεγαλώσει και να αναθρέψει σωστά τα παιδιά του. Τέτοιοι άνθρωποι δημιουργούν, κατά κανόνα, δυσλειτουργικές οικογένειες, στο πλαίσιο των οποίων τα παιδιά απλώς μεγαλώνουν ηλικιακά, χωρίς να αναπτύσσονται κοινωνικά, συναισθηματικά και πνευματικά, σχηματίζοντας μια λανθασμένη εικόνα για τον εαυτό τους και την κοινωνία όπου ζουν και επιπλέον κινδυνεύει η ίδια η παιδικότητά τους ή και η ίδια η ζωή τους, όπως συνέβη με τον τρίχρονο Άγγελο. Τι πρέπει να γίνει; Ας το σκεφτούν οι ειδικοί και η ίδια η πολιτεία και ας ευχηθούμε κανένα παιδί να μην έχει στο εξής την τύχη του μικρού Αγγέλου. Πρέπει να ξυπνήσουμε κάποια στιγμή ως κοινωνία και να βγούμε από τον λήθαργο που μας έχει βυθίσει ο ευδαιμονισμός, ο ατομισμός, η οθόνη της τηλεόρασης και το πάγωμα της αγάπης μέσα μας. Να ξαναβρούμε την ανθρωπιά μας, αυτή που θα μας κάμει να γίνουμε συνάνθρωποι και πλησίον για τον διπλανό μας και προπάντων για τα παιδιά.
Β. Θλίψη, όμως είναι το συναίσθημα που γεννιέται στην ανθρώπινη ψυχή, καθώς βλέπει τους Παλαιστινίους να επιστρέφουν στα ρημαγμένα και κατεστραμμένα σπίτια τους, ύστερα από τους πολύμηνους βομβαρδισμούς της ισραηλινής αεροπορίας. Άνθρωποι που έχουν ζήσει την προσφυγιά, την πείνα, την δίψα, τον χαλασμό και τον θάνατο των δικών τους ανθρώπων, γυναικών, ανδρών, παιδιών, νέων και ηλικιωμένων, επιστρέφουν απέλπιδες, με τα λίγα ρούχα που τους έχουν απομείνει, και ψάχνουν στα χαλάσματα να ξαναβρούν τη χαμένη τους ζωή. Αποτελεί και τούτο μια απόδειξη ότι οι άνθρωποι δεν έχουμε αλλάξει από τότε που γνωρίζουμε την ιστορική μας διαδρομή. Οι πόλεμοι, το αίμα, οι καταστροφές, η αλληλοεξόντωση, οι γενοκτονίες, η προσφυγιά είναι οι μόνιμοι σύντροφοι της ανθρώπινης ιστορίας. Το λένε καθαρά οι στίχοι του Ν. Γκάτσου: «Με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί». Δυστυχώς. Κι όμως ελπίζαμε πως η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος και η διάχυση της πληροφορίας θα είχαν κάνει τους ανθρώπους αληθινούς ανθρώπους, θα τους είχαν βγάλει από την κατάσταση του κτήνους και θα είχαν ημερέψει τα ανθρώπινα ήθη. Αλλά, να που και πάλι οι άνθρωποι ψάχνουν να βρουν την ελπίδα μέσα στα χαλάσματα, όπως το έχουν πράξει και πολλά εκατομμύρια άνθρωποι στο παρελθόν. Θλιβόμαστε για τον απλό παλαιστινιακό λαό που υποφέρει και μαζί θλιβόμαστε και για το ανθρώπινο γένος που δεν μπορεί να ειρηνεύσει. Είμαστε άραγε καταδικασμένοι να ζούμε πάντοτε έτσι ή μήπως υπάρχει ελπίδα; Οι πνευματικοί άνθρωποι όλων των εποχών έχουν δείξει το δρόμο: πρώτα η αύξηση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας κι έπειτα το κατά κεφαλήν εισόδημα. Δύσκολος δρόμος αλλά και μοναδικός.
Γ. Η οργή είναι το συναίσθημα που ξεχειλίζει στην περίπτωση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών. Έχουν περάσει δύο ολόκληρα χρόνια από τότε που χάθηκαν με τον πιο τραγικό τρόπο πενήντα επτά νέοι άνθρωποι, κι όμως ακόμα δεν έχουν συλλεγεί όλα τα απαραίτητα για την αποκάλυψη της αλήθειας στοιχεία. Αυτό από μόνο του δημιουργεί βάσιμες υποψίες, αν όχι την βεβαιότητα, ότι κάποιοι δεν θέλουν να έλθουν όλα στο φως, για τους δικούς τους προφανείς λόγους. Στις δημοκρατίες, όμως, η ηθελημένη απόκρυψη ή εξαφάνιση των στοιχείων μιας υπόθεσης, και μάλιστα τόσο σοβαρής, με σκοπό να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια, σημαίνει ότι δεν αφήνεται η δικαστική εξουσία να λειτουργήσει τεκμηριωμένα και αποτελεσματικά. Πρόκειται δηλαδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση των Τεμπών, για μια υπόθεση που άπτεται της ίδιας της λειτουργίας της δημοκρατίας. Η δημοκρατία στηρίζεται στην αλήθεια και η αλήθεια είναι φως. Όλα, λοιπόν, στο φως και γρήγορα, για να πάψει ο κόσμος να είναι οργισμένος. Γιατί η οργή είναι κακός σύμβουλος. Αντίθετα, η αλήθεια μπορεί κάποτε να φαίνεται πικρή, είναι όμως πάντοτε θεραπευτική και επιφέρει τη γαλήνη στο κοινωνικό σώμα. Επιτέλους, είναι απαράδεκτο σε μια ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία να μένουν στο σκοτάδι πολλά από τα στοιχεία που θα δείξουν τι πραγματικά συνέβη και ποιοι είναι οι υπαίτιοι. Δεν αναζητούνται Ιφιγένειες. Αναζητείται η αλήθεια που πρέπει πάση θυσία να αποκαλυφθεί.
Δ. Χαρμολύπη είναι η λέξη που χρησιμοποίησα για την εκδημία του μακαριστού αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου. Πολλά γράφτηκαν και ειπώθηκαν για το πνευματικό μέγεθος του ανθρώπου και για το πολυσχιδές έργο του, οπότε είναι περιττό να αναφερθούμε σ’ αυτά. Αν χρησιμοποίησα τη λέξη « χαρμολύπη», μια λέξη του θεολογικού λεξιλογίου, είναι γιατί ανταποκρίνεται σ’ αυτό που ένιωσαν και έζησαν οι άνθρωποι, ασχέτως κομματικής τοποθετήσεως, με την εκδημία του Αναστασίου. Τι είναι η χαρμολύπη; Είναι η ταυτόχρονη βίωση της χαράς και της λύπης, είναι το «χαροποιόν πένθος», όπως το ονομάζει ο μεγάλος ασκητικός συγγραφέας Ιωάννης της Κλίμακος. Βεβαίως, στην ορθόδοξη Εκκλησία η χαρμολύπη συνδέεται με τη λύπη από τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και ταυτόχρονα τη χαρά από τη δυνατότητα της σωτηρίας που προσφέρει ο Χριστός. Στην περίπτωση του αρχιεπισκόπου Αλβανίας η λύπη είναι ταυτόχρονη με τη χαρά: λύπη για την εκδημία του από την παρούσα ζωή και χαρά για το έργο και την παρακαταθήκη που αφήνει στους επομένους καθώς και για το γεγονός ότι η ψυχή του αναπαύεται στην αγκαλιά του Θεού, τον οποίο, όπως ο ίδιος είχε πει, προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις να αγαπήσει. Κι αν ήταν δυνατόν να μετρήσουμε τι υπερτερεί, η χαρά ή η λύπη, η απάντηση θα ήταν ότι υπερτερεί η χαρά. Γιατί η λύπη αφορά την εκδημία από αυτόν τον κόσμο, κάτι που είναι η κοινή τύχη όλων των ανθρώπων: ο Αναστάσιος πλήρωσε «το κοινόν χρέος», όπως έλεγαν οι λόγιοι στα παλαιότερα ελληνικά μας. Αντίθετα, η χαρά που μας άφησε φεύγοντας είναι πολύ μεγαλύτερη. Μπορεί να χάθηκε η προσωπική του παρουσία, έμεινε όμως ζωντανός, όντας απών. Παραδοξολογία, θα πει κάποιος. Ποιος, όμως, είπε ότι η παρουσία είναι πιο έντονη από την απουσία; Η απουσία του θα δείξει το πνευματικό του μέγεθος, όπως θα το δείξει και όλο το έργο που αφήνει πίσω του. Λυπόμαστε, γιατί ως άνθρωπος έφυγε από κοντά μας, χαιρόμαστε όμως, διότι έζησε κατά Θεόν, αφήνοντας πίσω του ένα φωτεινό σήμα για την Ορθοδοξία, για την Εκκλησία, για την κοινωνία, για την πνευματικότητα. Χαιρόμαστε, γιατί ανακούφισε τον ανθρώπινο πόνο, γιατί έχτισε σχολεία, γιατί έδωσε ελπίδα στους απελπισμένους, χαρά στους θλιμμένους. Και η χαρά αυτή που έδωσε στους ανθρώπους εδώ στη γη, συνεχίζεται τώρα και στον ουρανό, που υποδέχτηκε την ψυχή του. Ο Αναστάσιος ήταν η προσωποποίηση της αναστάσιμης χαράς. Ας χαιρόμαστε, λοιπόν, για το μεγάλο δώρο που μας χάρισε ο Θεός: τον Αλβανίας Αναστάσιο κι ας ζήσουμε το βίωμα της χαρμολύπης.