Η αλήθεια για το 21

Θανάσης Γιαπιτζάκης
Θανάσης Γιαπιτζάκης

Πολλά ήταν τα ψέματα που είπαμε ως εδώ. Ας πούμε και μι’ αλήθεια - κι ας πάει στο καλό. Σημαία από νάυλον, υψώνουμε σημαία πλαστική. Ο κόσμος δεν έχει τίποτε να χάσει και τίποτε να βρει.

Του Θανάση Γιαπιτζάκη

 

Όταν τα έλεγε αυτά ο Διονύσης Σαββόπουλος, ήτανε τότε, στην αρχή της δεκαετίας του Εβδομήντα, πριν πενήντα χρόνια δηλαδή. Τώρα, σε μιαν άλλην εποχή, που ο κορωναϊός «μας ενώνει» …απομονώνοντάς μας (όσο κι αν μας βγάλανε έξω «βόλτα» για οικονομικούς λόγους), γιορτάζουμε την Επανάσταση του 21 χωρίς παρελάσεις που δεν έγιναν ή χωρίς άλλες εκδηλώσεις που δεν γίνονται για την «προστασία της υγείας». Μπορούμε όμως ακόμη να γιορτάζουμε την Επανάσταση του 21, σαν ευκαιρία για περίσκεψη.

      Σαν ευκαιρία να αναλογιζόμαστε το γιατί δεν μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε. Και το γιατί δεν σκεφτόμαστε - ώστε να βρίσκουμε και να μαθαίνουμε αλήθειες.

 

 

      Η 25η Μαρτίου μπορεί να πέρασε σαν μια πανηγυρική μέρα, αλλά η Ελληνική Επανάσταση, που θα γιορτάζεται σε όλη τη διάρκεια αυτού του χρόνου για τα διακόσια χρόνια της όποιας ελευθερίας μας, παραμένει ένα λαμπρό πεδίο σκέψης. Βέβαια τα Επτάνησα γιορτάζουνε τα περίπου εκατόν πενήντα χρόνια ελευθερίας τους, η Μακεδονία και η Κρήτη τα σχεδόν εκατό χρόνια ελευθερίας τους, τα Δωδεκάνησα τα εβδομήντα χρόνια ελευθερίας τους, η Κύπρος τα καθόλου χρόνια εθνικής ελευθερίας της. Όμως όλοι μας, σαν Έλληνες, γιορτάζουμε την ίδια ιδέα της ελευθερίας όπως την ξέρουμε στον εθνικό μας ύμνο, που γεννήθηκε κι αυτός από την Ελληνική Επανάσταση.  

 

 

      Παλιάς εποχής διανοούμενοι αλλά με διαχρονικότητα στα λόγια τους, όπως - βάζω δυο παραδείγματα - ο Γιάννης Σκαρίμπας κι ο Βασίλης Ραφαηλίδης, έχουν ασχοληθεί με το θέμα.

      Ποιό θέμα;  

      Η Ελληνική Επανάσταση ήτανε πράγματι άραγε αυτό που λέμε «επανάσταση»; Η έννοια που της δίνουν τα σχολικά βιβλία και οι επίσημες Ιστορίες δείχνουνε να αγνοούν τη σημασία της λέξης.  «Επανάσταση» λοιπόν σημαίνει εξέγερση μέρους του λαού μιας εθνότητας εναντίον μέρους του ίδιου λαού της ίδιας εθνότητας. Η Γαλλική Επανάσταση, για παράδειγμα, ήταν επανάσταση - γιατί κάποιοι Γάλλοι ξεσηκώθηκαν εναντίον άλλων Γάλλων.

      Ο πόλεμος που γίνεται στη διάρκεια μιας επανάστασης είναι αναγκαστικά εμφύλιος πόλεμος, πόλεμος ανάμεσα σε μέλη της ίδιας φυλής. Γιατί, λοιπόν, τότε η Ελληνική Επανάσταση ονομάστηκε επανάσταση; Αν οι Έλληνες πολεμούσαν τους Τούρκους, θα έπρεπε να έχουμε έναν Απελευθερωτικό Αγώνα. Έναν «απελευθερωτικό πόλεμο». Στόχος, η εκδίωξη του κατακτητή από τα εδάφη που τα κατοικούσε μια συγκεκριμένη εθνότητα. Μια εθνότητα που επιθυμούσε να αυτονομηθεί, δηλαδή να θεσπίζει η ίδια τους νόμους.

      Η αυτονομία όμως δεν είναι αίτημα επαναστατικό. Είναι αίτημα εθνικό, που το βάζει μια ετερονομούμενη εθνότητα (που υπακούει στους νόμους που θέσπισε μια άλλη εθνότητα). Γιατί το «εθνικό κράτος» δεν είναι τίποτ’ άλλο από το σύνολο των Κανόνων Δικαίου, που συνιστούν την έννοια του Κράτους. Και που οι Κανόνες αυτοί είναι προσαρμοσμένοι στα ήθη και στην πολιτιστική αντίληψη μιας συγκεκριμένης εθνότητας. Θυμίζουμε, μια που το δίνει η ευκαιρία, ότι η εθνότητα είναι έννοια πολιτιστική και το κράτος έννοια νομική.

      Το γεγονός, λοιπόν, ότι η Ελληνική Επανάσταση από την αρχή της ονομάστηκε «επανάσταση» και όχι «απελευθερωτικός πόλεμος» δείχνει ότι αυτοί που εξεγέρθηκαν κατά των Τούρκων, δεν ήταν μόνο τα μέλη μιας συγκεκριμένης εθνότητας, π.χ. οι Έλληνες, αλλά όλες οι εθνότητες που κατοικούσαν στη γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας. Η Ελλάδα, που ποτέ δεν ήταν ενιαίο κράτος, ούτε καν στην περίοδο της Αρχαιότητας αφού στηριζότανε στα περισσότερα μέρη της στο διοικητικό σύστημα της πόλης - κράτους, το 1821 είχε πράγματι για κατοίκους μια πανσπερμία εθνοτήτων, περίπου όμοιας εθνολογικής σύνθεσης μ’ αυτήν που είχε ολόκληρη η πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το γεγονός ότι οι κάτοικοι αυτής της περιοχής μιλούσαν ελληνικά, δεν σημαίνει τίποτα από εθνολογική άποψη. Η ελληνική γλώσσα, εξαιτίας ακριβώς της τελειότητάς της, ήτανε για αιώνες διεθνής. Τα ελληνικά ήταν τότε, πέρα από την Ελλάδα, η επίσημη γλώσσα και της πολυεθνικής αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των πολυεθνικών κρατών των Επιγόνων του και της πολυεθνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

      Οι λαοί, λοιπόν, που ξεσηκώθηκαν ενάντια στους Τούρκους το 1821 είχαν συνείδηση ότι δεν ανήκαν στην ίδια εθνότητα, δηλαδή στην ίδια πολιτιστική αντίληψη, αλλά, αντίθετα, ανήκαν στο ίδιο καταπιεστικό Κράτος, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν μπορούσαν, συνεπώς, να ονομάσουν την εξέγερσή τους «απελευθερωτικό πόλεμο», γιατί δεν ήταν μία και μόνο η εθνότητα που ζητούσε τη δημιουργία αυτόνομου κράτους, που κατ’ ανάγκη δεν θα μπορούσε να είναι εθνικό. Την ονόμασαν, λοιπόν, εξαρχής επανάσταση (ή «αγώνα για την ελευθερία»), γιατί η εξέγερση κατά της οθωμανικής εξουσίας (προσοχή: όχι μόνο κατά των Τούρκων, που άλλωστε πολέμησαν, εναντίον μας, μαζί με τους Άραβες υποτακτικούς τους υπό τον Μωχάμετ Άλυ), ήταν όντως ένας εμφύλιος πόλεμος: Μια πολυεθνική ενότητα λαών ξεσηκώθηκε ενάντια σε ένα άλλο κομμάτι του ίδιου πολυεθνικού λαού.

      Δεν ήταν μόνο οι Τούρκοι που κυβερνούσαν, με τον Σουλτάνο τους, οι αντίπαλοί μας. Ας θυμηθούμε και τους Έλληνες κοτζαμπάσηδες, τους προστατευόμενους των Τούρκων προύχοντες - φεουδάρχες. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, που είχε ονομαστεί μπέης από τους Τούρκους λίγο πριν την Επανάσταση του 21, μετά την Απελευθέρωση ζητούσε για φέουδό του ολόκληρη την Εύβοια. Όπως επίσης και ο ανώτερος κλήρος, που οι εκπρόσωποί του σύρθηκαν στην Επανάσταση με το ζόρι, και αφού καιροσκόπησαν για πολύ. Ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’, που έγινε κατά λάθος εθνικός ήρωας, κρεμάστηκε απ’ τους Τούρκους «προς παραδειγματισμόν» και μόνο - και χωρίς να έχει φταίξει σε τίποτα, αφού «έκανε» τον φίλο των Τούρκων. Η πολιτική σκαρώνει συχνά τέτοια γεγονότα. Και η τούρκικη πολιτική ήταν πάντα αδίστακτη - και πάντα αποτελεσματική.

      Το ότι έχασαν, τελικά, τον πόλεμο οι Τούρκοι στη γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, δεν οφείλεται μόνο στον αναμφισβήτητο ηρωισμό των λαών που κατοικούσαν εδώ, αλλά κυρίως στην απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής να δώσουν οπωσδήποτε μια λύση στο περίφημο «Ανατολικό Ζήτημα», δηλαδή στο πρόβλημα που δημιούργησε η καταρρέουσα πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κάτι έπρεπε να γίνει με τα συντρίμμια αυτής της Αυτοκρατορίας. Και η δημιουργία κρατών απ’ τα περιτρίμματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν πράγματι ένα τόσο πολύπλοκο πρόβλημα, που δεν βρήκε ακόμα έως τώρα την οριστική του λύση. Από δω και οι σημερινές διεκδικήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο. Από δω επίσης και η επικράτηση στη γλώσσα του λαού της έκφρασης «ανατολικό ζήτημα» για κάθε μακρόχρονη και άλυτη περιπλοκή. Λέμε «μην το κάνεις ανατολικό ζήτημα» ή «ανατολικό ζήτημα το έκανες».

      Όμως πού θα έπρεπε να περιοριστεί το υπό διαμόρφωσαν νέο τουρκικό κράτος; Στην αρχή, οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αυστροουγγαρία) αποφάσισαν να αυτονομήσουν το Κουρδι­στάν και την Αρμενία. Κάνανε κουβέντα, μάλιστα, και για τα παράλια της Μικράς Ασίας. Όμως «κατόπιν ωρίμου σκέψεως», οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάνθηκαν - επειδή και οι ίδιες ήταν Αυτοκρατορίες και θα έδιναν έτσι το κακό παράδειγμα - πως η πρώην κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία θα μίκραινε πάρα πολύ. Και γι’ αυτό, χάρισαν στο νέο τουρκικό κράτος τις παραπάνω περιοχές.

      Όλα τα σύνορα των κρατών που προέκυψαν από τη σωριασμένη σε ερείπια Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι, λίγο ως πολύ, τεχνητά. Όπως ήδη καταλάβαμε, τεχνητά είναι και τα σύνορα της σημερινής Τουρκίας. Δεν θα ξεχάσω κάτι που μου έκανε τρομερή εντύπωση όταν παλιά είχα πάει στην Κωνσταντινούπολη - και που ήρθε η ώρα να το πω εδώ: Στην επιστροφή, όταν πλησίαζα να μπω στην Ελλάδα, πρόσεξα ότι όλες οι ταμπέλες δεν έλεγαν «Προς Ελλάδα» (Γιουνανιστάν), αλλά έγραφαν στα τούρκικα «Προς σύνορα». Σαν να λέγανε ότι σήμερα είναι αυτά τα σύνορα, αύριο θα είναι άλλα σύνορα. Η Τουρκία, που, μετά την Ελληνική Επανάσταση, πάντα βλέπει μακριά, προς τα «χαμένα εδάφη».

 

      Ο Γεράσιμος Κακλαμάνης, με το βιβλίο του «Επί της δομής του Νεοελληνικού Κράτους», λέει ότι στην Ελληνική Επανάσταση πήρανε μέρος όχι μόνο Αρβανίτες και Βλάχοι (αυτό δεν αμφισβητείται) αλλά και 430.000 περίπου μωαμεθανοί κατά το θρήσκευμα, που άλλοι απ’ αυτούς ήταν Τούρκοι στην καταγωγή, πλήρως εξαθλιωμένοι από την αυταρχικότητα του Οθωμανικού Κράτους και άλλοι Έλληνες, που είχαν ασπαστεί τον μωαμεθανισμό - και που δεν ήταν λίγοι. Για παράδειγμα, ο Καραϊσκάκης ήταν χριστιανός ορθόδοξος, ενώ ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν μουσουλμάνος. Αυτό όμως δεν τον έκανε λιγότερο Έλληνα από τον Καραϊσκάκη. Και μια αλήθεια ακόμη: Μέσα στο Χάνι της Γραβιάς υπήρχαν και Τούρκοι, που πολεμούσαν εναντίον των Τούρκων της Καταπίεσης.   

      Βέβαια, η πολιτική ηγεσία της Επανάστασης έμεινε στα χέρια των πλούσιων Ελλήνων εμπόρων αστών της διασποράς. Αλλά αυτοί δε θα μπορούσαν να κάνουν τίποτε χωρίς τη μάχιμη συμμετοχή όλων των εθνοτήτων που κατοικούσαν στη γεωγραφική περιοχή της σημερινής Ελλάδας. Πράγμα που γίνεται φανερό κι από το γεγονός πως πάρα πολλοί από τους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης δεν ήταν Έλληνες, από φυλετική άποψη. ‘Ήταν όμως Έλληνες από πολιτιστική άποψη, μιας και είχαν διαμορφώσει ήδη έναν πολιτισμό, που ωστόσο δεν ήταν αμιγώς ελληνι­κός, αλλά προϊόν ανάμειξης πολλών και ποικίλων πολιτιστικών στοιχείων. Θυμίζω όμως, επ’ ευκαιρία, αυτό που έλεγε ο Γεώργιος Πλήθων ο Γεμιστός «Έλληνες εσμέν το γένος, ως η πάτριος γλώσσα και παιδεία μαρτυρεί». Που μοιάζουν με τα αρχαία λόγια του Ισοκράτη «Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας μετέχοντας» («Έλληνες είναι αυτοί που μετέχουν της ελληνικής παιδείας»).

      Το πρόβλημα, που δείχνει ότι δεν καλλιεργούμε την αντίληψή μας χρησιμοποιώντας τη σκέψη μας, είναι ότι όσα ακούμε ή όσα μαθαίνουμε, τα καταναλώνουμε ανάλογα με τα γούστα και με τις ιδεοληψίες μας. Μετά από μια σκληρή οθωμανική διοίκηση τετρακοσίων και παραπάνω, όπως είπαμε για κάποιες περιοχές μας, χρόνων και σε ένα γεωγραφικό χώρο που δεν είχε κοινά και ενιαία χαρακτηριστικά ακόμα και σε όμορες επαρχίες, ας είμαστε λοιπόν λίγο επιφυλακτικοί, τόσο απέναντι στους «αγιογράφους» του έθνους, όσο και απέναντι σ’ αυτούς που αποκαλύπτουν «τάχα μου» πως οι Σουλιώτισσες δεν τραγουδούσαν όταν πέφτανε ( ή, αν τραγουδούσανε, ήτανε στα αρβανίτικα).

      Ένας από τους πρωταγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης, που πολέμησε, όχι με το όπλο αλλά με την πένα, και που - με τον ξαφνικό θάνατό του στην αγωνιζόμενη Ελλάδα - διέδωσε παντού την υπόθεσή μας στο Εξωτερικό, ο Λορντ Μπάυρον, δηλαδή ο Λόρδος Βύρων, έγραψε για τους σημερινούς Έλληνες:

Αιώνιο καλοκαίρι σάς έχει χρυσίσει.

Ο ήλιος σας μένει. Μα τ’ άλλα έχουν δύσειΜε δυο στίχους τα είπε όλα. Και τί έχει δύσει; Η αληθινή παιδεία μας. Όχι η γνώση μας - αλλά η αντίληψή μας.

 

                                            

 

 

 

 

 

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ