Από κουφάρια της Ιστορίας, τοπόσημα για την πόλη

Κωστής Μαυρικάκης
Κωστής Μαυρικάκης

Τα Νεώρια του Ηρακλείου, κουφάρια της Ιστορίας και θησαυρίσματα του παρελθόντος, εντάσσονται στη σύγχρονη ζωή συμβάλλοντας στη διαφύλαξη δεσποζουσών πολιτιστικών αναφορών για τις μελλοντικές γενιές. Διαιωνίζουν το αρχιτεκτονικό αποτύπωμα μιας εμβληματικής εποχής, και εξασφαλίζουν τη συνείδηση της κοινής πολιτιστικής ταυτότητας και της ιστορικής συνέχειας των λαών της Ευρώπης.

Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ

Τα κύματα της Μεσογείου έχουν ακόμη πολλά να αφηγηθούνε από τη δόξα και το χαμένο της μεγαλείο. Για αιώνες ολάκερους ήταν η μεγάλη Κυρία των θαλασσών. Η κραταιά δύναμη που συμβίωνε κάτω από τη σκέπη του φτερωτού λιονταριού του Αγίου Μάρκου, με τους λαούς της Μεσογείου. Που τους έδωσε, τα Δυτικά προικιά του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης στην πολυτάραχη ιστορική της διαδρομή. Και η Κρήτη; Από τις καλύτερες «θυγατέρες» της! Κι η Κάντια; Η κοσμοπολίτικη πολιτεία, το πολύβουο λιμάνι της στο δρόμο για τη μυθική Ανατολή, στην καρδιά της μεγάλης προαιώνιας θάλασσας. Το πιο ακριβό πετράδι στην βασιλική κορώνα των υπερπόντιων κτήσεών της.

Ο λόγος για την παραμυθένια Βενετία, την πανίσχυρη Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αδρία, που έδωσε το στίγμα της για σχεδόν τέσσερις ήμισυ αιώνες κι άφησε τα στιβαρά της αποτυπώματα και στο νησί μας. Τα μοναδικά έργα της ακόμη αφηγούνται τα περασμένα μεγαλεία και τον πλούτο της αρχιτεκτονικής της κληρονομιάς στο σημερινό κόσμο. Σε ετούτη τη θαλασσογέννητη Δημοκρατία, που επιβίωσε για πάνω από μια χιλιετία και αναδυότανε από τα κύματα, σαν την ελληνική Αφροδίτη, ο Δόγης της κάθε χρόνο τη μέρα της Αναλήψεως στο Λίντο, σε μια εμβληματική τελετή, περνούσε συμβολικά το δαχτυλίδι στο χέρι του, για να αρραβωνιαστεί με τη θάλασσα. Τα κύματα, ο πιο μεγάλος της πλούτος. Δύναμή της ποια άλλη, από τα καράβια; Τα σκαριά, οι καρίνες, οι γαλέρες της που ανέμιζαν περήφανα την παντιέρα του φτερωτού λιονταριού. Ήταν εκείνος ο λαός που ενσάρκωσε όσο κανείς άλλος, τη ρήση του Θεμιστοκλή «έχουμε γη και πατρίδα, όσο έχουμε πλοία στη θάλασσα». Και πως λοιπόν δεν θα πρόκοβε τούτος ο λαός, ο υποδειγματικά οργανωμένος στην Πολιτεία και στους θεσμούς του, αν δεν φρόντιζε σαν τα μάτια του ό,τι πιο ακριβό είχε για την ύπαρξή του; Αυτονόητο χρέος, να προνοείς εκείνο που σε κρατά στη ζωή. Κι έπρεπε σε κάθε κτήση του, σε κάθε μεγάλο λιμάνι, να κατασκευάζει τα Νεώρια. Τα αρσενάλια, τους ταρσανάδες που θα επισκευάζανε τούτο το καμάρι τους, το μοναδικό ναυτικό τους. Την πηγή που τους έδινε πλούτο, δύναμη, γόητρο, περηφάνια. Κι ο Χάνδακας, το πιο περίλαμπρο λιμάνι των κτήσεών της στο Λεβάντε, έπρεπε να αποκτήσει επάξια Νεώρια, που θα συντηρούσαν στην τροπαιούχα βασίλισσα των θαλασσών, εκείνο που ήταν οι πνεύμονες και η καρδιά της: Τον εμπορικό και τον πολεμικό της στόλο!

Ώσπου ήρθε το μισοφέγγαρο να διαγουμίσει την ένδοξη πολιτεία κι ολόκληρη την Κρήτη. Χρηστικά, ωφέλιμα καθώς ήτανε τούτα τα Νεώρια και για τα οθωμανικά σκαριά, μείνανε σχεδόν αλώβητα μέχρι και το 1901 που τα φωτογράφησε, μαζί με όλο το βενετσιάνικο αρχιτεκτονικό πλούτο του νησιού ο Giuseppe Gerola. Κυκλώπεια κι επιβλητικά. Με τις θεόψηλες καμάρες και τους αιωρούμενους ημικυλινδρικούς θόλους τους, τα γωνιασμένα ρουκούνια, σαν εμβληματικές και πελώριες πέτρινες γαστέρες στο ένδοξο πόρτο της Κάντια που ξαναγεννούσαν ολοκαίνουργιες τις καρίνες, για να ξεχυθούνε στα πέλαγα. Σήμερα ακόμη, λες και ροζονάρουν με τα σπαράγματά τους, δόξες παλιές, θαλασσινά μεγαλεία και ζωντανεύουν ιστορίες από τα κύματα.

Κι ήρθε αργότερα η ανθρώπινη αμετροέπεια. Η άγνοια και ο φανατισμός στις αρχές του περασμένου αιώνα. Τότε που μπήκαν κασμάδες και αξίνες για να ξεθεμελιώνουν ο,τιδήποτε ήτανε απομεινάρι και θύμιζε κατακτητές, και που έπρεπε να γκρεμιστεί. Μια απίστευτη επιχείρηση «γομολάστιχα της μνήμης» που κράτησε πολύ πρόσφατα μέχρι και πριν από μισόν αιώνα!

Παραταγμένα στη σειρά της παραλιακής λεωφόρου Νεάρχου, τα απομεινάρια από τα Νεώρια του Μεγάλου Κάστρου, σαν να περιεργάζονται αποσβολωμένα από σκηνής το σύγχρονο κόσμο. Κουφάρια με τους πελώριους θόλους τους, αναδυόμενα αερικά από τα καμαρίνια του χρόνου, δεν ξεχνάνε τα περασμένα. Τα αψιδωτά τους ανοίγματα νοσταλγικά κοιτάνε ακόμη κατά τη θάλασσα που τους τη στερήσαμε, προσμένοντας καρτερικά στα λαγόνια τους τα βενετσιάνικα σκαριά. Μάταια όμως. Σήμερα, περνώντας από μπροστά τους δεν ακούς τις ρυθμικές σφυριές των εκατοντάδων καραβομαραγκών να καλαφατίζουν τα στραβόξυλα στ’ αμπάρια, τις καρίνες και τις κουβέρτες. Μονάχα οι βρυχηθμοί από τα κορναρίσματα και οι εξατμίσεις των τροχοφόρων φτάνουν στ’ αυτιά σου. Εμβληματικά σπαράγματα μιας νοσταλγικής εποχής της Ιστορίας, δημιουργήματα της κραταιάς κυρίας των θαλασσινών δρόμων στη Μεσόγειο, έχουνε πάμπολλα να ιστορήσουνε. Οι πέτρες τους να πούνε αρμυρές ιστορίες, περασμένα που σίγησαν στους διαβατάρικους αιώνες.

Έτσι ένοιωθα περπατώντας από μικρός στο παλιό λιμάνι του Μεγάλου Κάστρου. Εκεί ήταν που συναντούσα πάντοτε την πόλη της ήρεμης μελαγχολίας. Την πόλη μιας δεσπόζουσας και ελκυστικής ιστορικής περιόδου, εκείνης της βενετσιάνικης. Συχνά την άκουγα να μου μιλά, να μου γνέφει με ό,τι έχει επιβιώσει από τη φθορά του χρόνου και τη μανία των ανθρώπων. Πάντοτε ετούτη η μεριά της πόλης, από τη θάλασσα, η πρώτη γνώρα κάθε νεοφερμένου, μου έδινε την εντύπωση ότι κρυβότανε για την καταγωγή της. Κι έβρισκα πως η πολιτεία είχε κομμένους τους ομφάλιους λώρους της με το χτες. Ότι ζει επήλυδα στο παρόν, εξόριστη από τη Μνήμη της. Ένιωθα ότι είναι ίσως από τις λιγοστές πόλεις στον κόσμο που έχει εξοστρακίσει ό,τι ορατό και αόρατο κληρονόμησε από το χρόνο. Από τις ελάχιστες που έχουν γυρίσει την πλάτη της, και φοβόνταν τον ίδιο της τον εαυτό. Μια πόλη που είχε απολέσει τα περισσότερα θησαυρίσματα της Ιστορίας της, ενώ άφηνε στη ναφθαλίνη τα ολίγιστα σπαράγματα από αυτήν. Ή σε πολλές των περιπτώσεων αυτά τα λιγοστά, να τα βιώνει ντροπαλά, κάπως σαν φαντάσματα, σαν αερικά αφήνοντάς τα στην αφάνεια και τη λησμονιά. Τα απομεινάρια της βενετσιάνικης παρουσίας, ενός ενδόξου παρελθόντος και μεγαλείου, μέσα από τις οχυρώσεις της που χάνονται σπαραξικάρδια και ναυαγισμένα διάσπαρτα στους πελώριους και άχαρους τσιμεντένιους κύβους των κτιρίων, ένιωθα ότι μου έγνεφαν για την δεικτική εξορία τους μέχρι και σήμερα, από τη σύγχρονη ζωή.

Να όμως που στη ζωή όπως και στο αρχαίο Αττικό δράμα, ενίοτε επεμβαίνουν στο πεπρωμένο οι από μηχανής Θεοί. Όπως στην αισιόδοξη προσέγγιση των αρχαίων τραγωδών στην προγραφή μιας κακόβουλης μοίρας. Έτσι σήμερα, φαίνεται ότι κάτι σημαντικό αλλάζει στην πετρωμένη αφάνεια τούτων των αποδιοπομπαίων σπαραγμάτων. Των θησαυρισμάτων της βενετσιάνικης αρχιτεκτονικής των περασμένων αιώνων στην πόλη που μέχρι σήμερα φοβόταν την Ιστορία και τη Μνήμη.

Είναι από τις λιγοστές φορές που ο δημόσιος έπαινος πρέπει να εξαίρεται μεγαλόφωνα για εκείνους που επεμβαίνουν σωστικά με τις ενέργειές τους στη διάσωση και την ένταξη αυτού του μοναδικού μνημειακού πλούτου στη σύγχρονη ζωή. Έτσι αυτός ο δημόσιος έπαινος αξίζει στο συντοπίτη μας υφυπουργό Αθλητισμού Λευτέρη Αυγενάκη, που πρωτοστατεί με το έμπρακτο ενδιαφέρον του και τη συνέργεια του Δήμου Ηρακλείου για την αξιοποίηση των Νεωρίων. Ένα συγκρότημα από αυτά και ειδικότερα τα δυτικά Νεώρια (Arsenalli Vecchi) ο υφυπουργός το οραματίζεται να ενταχτεί στη σύγχρονη ζωή της πόλης, με τη χωροθέτηση στο κέλυφός τους, πολυχώρου πολιτισμού και αθλητισμού. Ήδη η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού έχει ζητήσει από το ΥΠ.ΠΟ. την παραχώρηση τους για μια περίοδο 15 ετών, έτσι ώστε αυτή να αναλάβει τη χρηματοδότηση των μελετών και των έργων αξιοποίησης.  Δραστηριότητες του πνευματικού αθλητισμού, όπως ζατρίκιο και μπριτζ, ήπια αθλήματα σαν την επιτραπέζια αντισφαίριση, το μπότσια, την ξιφασκία. Αλλά και χώρος εκδηλώσεων, συσκέψεων, αναγνωστηρίου, περιοδικών εκθέσεων και συνεδριάσεων για πολιτιστικούς φορείς, αίθουσα πληροφόρησης και ενημέρωσης των επισκεπτών της πόλης, θα φιλοξενούνται πια μέσα στους λησμονημένους πέτρινους θόλους που πριν από αιώνες ακούγονταν μόνο οι σφυριές των καραβομαραγκών και ιστορίες από τα κύματα της Μεσογείου. Μια καινοτόμα ώσμωση του παρελθόντος με τη σύγχρονη ζωή στην πόλη. Η ιδεατή συμβίωση με τη Μνήμη.

Ίσως αυτή είναι μια από τις ιδιαίτερες και πιο σοβαρές αναπτυξιακές παρεμβάσεις που είχαν γίνει μέχρι σήμερα στο Μεγάλο Κάστρο. Και για έναν λόγο παραπάνω: Γιατί, σε τούτη την ιστορική παρέμβαση μπαίνει μεταξύ άλλων, η άγνωστη διάσταση εφαρμογής και υλοποίησης των κελευσμάτων της Σύμβασης για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ευρώπης (Σύμβαση Γρανάδας, 1985). Διεθνής Σύμβαση η οποία άλλωστε έχει υιοθετηθεί και στην ελληνική νομοθεσία μνημείων ήδη από το 1992 και ενθαρρύνει τέτοιες κατευθύνσεις. Γιατί ακριβώς, αυτά τα ακρωτηριασμένα μνημεία του παρελθόντος, αυτά τα λιγοστά ίχνη της βενετσιάνικης αρχιτεκτονικής, με την ένταξή τους στο σύγχρονο κόσμο, συμβάλλουν στη διαφύλαξη του συνόλου των πολιτιστικών αναφορών  για τις μελλοντικές γενιές.  

Εκείνων που δομούνται και πραγματώνονται από τη διαιώνιση του αρχιτεκτονικού αποτυπώματος εμβληματικών εποχών του παρελθόντος, και εξασφαλίζουν τη συνείδηση της κοινής πολιτιστικής ταυτότητας και της ιστορικής συνέχειας των λαών της Ευρώπης. Ένα κουφάρι της Μνήμης, αποτύπωμα ενός λαού που έβαλε τη σφραγίδα του για τέσσερεις ήμισυ αιώνες στην Κρήτη, αναδύεται στο σύγχρονο παρόν. Αυτή η πρωτοπόρα παρέμβαση ας είναι η αρχή για την υιοθέτηση μιας πολιτικής ολοκληρωμένης προστασίας του μνημειακού πλούτου του Ηρακλείου και της Κρήτης. Άλλωστε, η Σύμβαση για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ευρώπης, ενθαρρύνει και προτρέπει στην εκσυγχρονισμένη και ρεαλιστική κατεύθυνση ανάδειξής τους, ενσωματώνοντάς την με σεβασμό στις ανάγκες ενός σύγχρονου κόσμου που θα συμβιώνει αρμονικά με τη Μνήμη.

 

Δείτε επίσης:

Επιτέλους αξιοποιούνται τα Δυτικά Νεώρια!

"Ένα τέτοιου διαμετρήματος μνημείο δεν μπορεί και δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη του"

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ