Θρηνητική εικασία για ένα Μεγάλο Κάστρο

Κωστής Μαυρικάκης
Κωστής Μαυρικάκης

Ο Μινώταυρος ενοικεί πλέον παντού μέσα στο απάνθρωπο και δαιδαλώδη πολεοδομικό συγκρότημα του Χάνδακα. Κι ο Θησέας δεν φαίνεται από πουθενά. Και το χειρότερο: Δεν υπάρχει κανένας μίτος που να οδηγεί σε διέξοδο, ούτε καμιά Αριάδνη που να ψιθυρίσει έστω κάποιο κρυμμένο μυστικό που να οδηγεί προς το φως…




Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ


Αναμφίβολα η πιο σπουδαία οπτική σε μια πόλη όσο κι αν αυτό φαίνεται παράδοξο, είναι ο ουρανός της. Όπως ας πούμε σ’ ένα βιβλίο είναι η ράχη του και σε μια θάλασσα ο παφλασμός των κυμάτων της. Στην πρώτη περίπτωση, είναι αυτό που θα το συνδέσει με το μέλλον και θα το καταστήσει αναγνωρίσιμο στη Βαβέλ μιας βιβλιοθήκης, και στη δεύτερη, αυτό που μπορεί να αφηγηθεί με τα κύματα την ιστορία της.

Στον ουρανό κάθε πόλης μπορείς να βρεις τα αόρατα σημάδια· ίχνη και  αποτυπώματα  της ιστορικής της γεωγραφίας, ακόμη κι αν αυτά έχουν συληθεί από τις οβιδιακές μεταμορφώσεις που της ‘φέραν τα χρόνια, και οι ορδές της λήθης.

Για παράδειγμα, όταν πετάς πάνω από την Αλεξάνδρεια ή την Πόλη, είναι αφύσικο να μη «βλέπεις», το φάρο, τη βιβλιοθήκη και το Σεραπείο των Πτολεμαίων ή τα παλάτια του Βουκολέοντα και τον ιππόδρομο των Βυζαντινών αντίστοιχα, κι ας κείτονται οι σκιές τους κάτω από τα σημερινά αστικά περιγράμματα ή τη θάλασσα. Υπάρχει όμως μια πόλη που ο ουρανός της κουβαλά μια διαχρονική διαφορετικότητα.

Ο ουρανός πάνω απ’ το σημερινό Ηράκλειο, που μου αρέσει να το αποκαλώ Χάνδακα, κομίζει μια ευαγγελικότητα και ένα δικαιωματικό προνόμιο που τον ξεχωρίζει από τους διαφορετικούς αιθέρες των άλλων πόλεων, μέσα από μια διαφορετική, υψιπετή ματιά.

Η συνθετική ικανότητα του αμφιβληστροειδή να φτιάχνει τις ιστορικές εικόνες από ψηλά, στο Χάνδακα είναι ίσως ευνοϊκότερη. Και δεν οφείλεται μόνο στην καθαρότητα και το φως που ρέουν σαν καταρράχτες που τα πίνει η μεγάλη μέρα της Μεσογείου. Ούτε γιατί σ’ αυτό τον ουρανό γεννήθηκε για πρώτη φορά η επιθυμία του ανθρώπου να πετάξει στους αιθέρες, όταν ο Δαίδαλος με τον γιό του τα τσούγκρισαν με τον Μίνωα, ψάχνοντας καινοτόμους δρόμους προς την ελευθερία. Στον ουρανό πάνω απ’ το Χάνδακα δυο αντίρροπες στρατιές χερουβίμ του μύθου  μπορεί να είναι παρούσες, να αυλακώνουν το στερέωμα και να σε κάνουν να νοιώθεις μέσα και γύρω σου το διαρκές ανάδεμα του χρόνου.

Εδώ, δεν συνοικούν μόνο τα αρχέτυπα της ιστορίας, αλλά και  των διαφορετικών όντων του ίδιου μύθου που ως προς τα σύμβολα και τις λειτουργίες του υπήρξαν κατεξοχήν ενάντιες. Στον ουρανό πάνω απ’ το Χάνδακα, μπορείς να αισθανθείς και να δεις αυτά τα δυο διαφορετικά όντα: Να αισθανθείς πετώντας τον Ίκαρο και να «δεις» από ψηλά το Μινώταυρο. Να νοιώσεις το φτερωτό άνθρωπο και το καταχθόνιο τέρας. Να ζήσεις το όνειρο του ανθρώπου – πουλιού και να διακρίνεις τον εφιάλτη του ανθρωπόμορφου ταύρου. 

Αγναντεύοντας το σημερινό Χάνδακα από τα ύψη, εκείνο που βλέπει σήμερα κανείς είναι μια άχαρη τσιμεντούπολη που απλώνεται βαρβαρικά πάνω στην κρητική γη. Για τον ανυποψίαστο, κανένα ορατό νήμα δεν υπάρχει από εκεί ψηλά πια, που να συνδέει την πόλη με το ένδοξο παρελθόν και το μεγαλείο της, πέρα από το αμυδρό περίγραμμα των βενετσιάνικων οχυρώσεων που χάνονται σπαραχτικά ναυαγισμένες μέσα στους πελώριους και άχαρους τσιμεντένιους κύβους των κτιρίων.

Η αείποτε πόλη «πραγματικό κόσμημα της βασιλικής κορώνας της Γαληνοτάτης, και το μοναδικό προπύργιο της κυριαρχίας στη θάλασσα, βάση ασφαλή του βασιλικού μεγαλείου του Κράτους και έξοχος προμαχώνας όλης της Χριστιανοσύνης και της αγίας πίστης αυτής» όπως πολύ παραστατικά γράφανε στις αναφορές τους στους δόγηδες της Βενετίας οι βενετσιάνοι προβλεπτές, σε τίποτα δεν μοιάζει να ‘χει ομφάλιους λώρους με την ιστορία της. Ζει επήλυδα στο παρόν και εξόριστη από το χτες της. Είναι ίσως από τις λιγοστές πόλεις στον κόσμο που έχει εξοστρακίσει ό,τι ορατό και αόρατο κληρονόμησε από το χρόνο, από τις ελάχιστες που έχουν γυρίσει την πλάτη στον ίδιο της τον εαυτό, που έχει σβήσει τα θησαυρίσματα του παρελθόντος της.

Ο ουρανός πάνω απ’ το σημερινό Χάνδακα απλώνει καθημερινά την πίκρα του στα μελαγχολικά χρώματα της ανατολής και του μεσημεριού, για μια πόλη που δεν την αναγνωρίζει πλέον. Νομίζεις ότι χατιρικά παραμένουν το φως και η καθαρότητά του. Κι η πίκρα ετούτου του ουρανού λιώνει μαζί με τους μινωικούς μύθους, το παρελθόν και τα στρώματα της πολυκύμαντης ιστορίας που η πόλη εξοστράκισε για να ενδυθεί τη μόνιμη αστική και πολεοδομική ασχήμια, που κουβαλά όπως η καμήλα την καμπούρα της. Από τούτο τον ουρανό ίσως κάποιοι να μην μπορούν όσο κι αν προσπαθούν να διακρίνουν τα χωρικά όρια και τα ίχνη της ιστορίας της.

Οι υποψιασμένοι εξακολουθούν όμως να διακρίνουν επιπρόσθετα τα αντίρροπα σύμβολα του μινωικού μύθου. Ο λαβύρινθος από τα υπόγεια παλάτια του Μίνωα μετακόμισε στο σημερινό αστικό συγκρότημα έξω και μέσα από το βενετσιάνικο περίγραμμα των οχυρώσεων.

Ολόκληρος ο πολεοδομικός ιστός της πόλης είναι ο σημερινός δαιδαλώδης υπέργειος τσιμεντένιος λαβύρινθος. Οι δρόμοι της πόλης είναι τα βαθιά δαιδαλώδη χαντάκια που έχουν τη μοναδική παγκόσμια πρωτοτυπία να υλοποιούν στο χώρο τη μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ δύο σημείων, αντίθετα με το προνόμιο και την απλότητα της Ευκλείδειας ευθείας.

Η πόλη ολόκληρη μετάτρεψε τον εαυτό της σε ένα γιγαντιαίο λαβύρινθο που ενοικούν Μινώταυροι που βρυχώνται και που καθημερινά «κατασπαράζουν» τους πολίτες της. Είναι εκείνοι οι αόρατοι Μινώταυροι των αστικών και πολεοδομικών κακουργιών που διαμορφώθηκαν από τις αρχές του περασμένου αιώνα και σακατεύουν τη βιωτή των πολιτών της. Και σε τούτο το  εντελώς παράδοξο και αέναο μακελειό δεν υπήρξε ποτέ, κανένας Θησέας που να πάλεψε με τούτο το τσιμεντόμορφο τέρας και να το τιθάσευσε. Πολύ φοβάμαι ότι όλοι οι επίδοξοι αθλοφόροι των αυτοδιοικητικών θεσμών δεν κατόρθωσαν, ούτε θα κατορθώσουν, να βρουν τα μονοπάτια επαναφοράς της πόλης στους χαμένους ορίζοντες της ιστορίας της και στα ανθρώπινα και αξιοπρεπή πλαίσια διαβίωσης.

Τόσο τα προγράμματα αστικών αναπλάσεων και παρεμβάσεων στην παλιά πόλη αλλά και εκτός αυτής, όσο και οι κατά καιρούς μεγαλόστομες και μεγαλόσχημες εξαγγελίες των δημοτικών και επιμελητηριακών ταγών, δεν υπερβαίνουν τα γεωγραφικά όρια των προσωπικών τους επιδιώξεων και σχεδιασμών. Τα συνοικιακά όνειρα που κινούνται στον ελάχιστο μικρόκοσμο των προσωπικών προβολών και της αυτοδιοικητικής (μικρο)πολιτικής δεν χωράνε, και κυρίως δεν επιβιώνουν, δεν αυγατίζουν στα υπερμεγέθη προβλήματα της χωροταξικής και πολεοδομικής τραγωδίας του Χάνδακα. Δεν μπορεί κατά συνέπεια παρά να είναι θνησιγενή στη χωρική κλίμακα και βραχύβια σαν αναιμικές ντουφεκιές στον αέρα.

Ο Μινώταυρος ενοικεί πλέον παντού μέσα στο απάνθρωπο και δαιδαλώδη πολεοδομικό συγκρότημα του Χάνδακα. Κι ο Θησέας δεν φαίνεται από πουθενά. Και το χειρότερο: Δεν υπάρχει κανένας μίτος που να οδηγεί σε διέξοδο, ούτε καμιά Αριάδνη που να ψιθυρίσει έστω κάποιο κρυμμένο μυστικό που να οδηγεί προς το φως…

Κι αναπόφευκτα κάθε φορά που είτε την αποχωρίζεσαι είτε την προσεγγίζεις από τον αέρα, από ‘κει ψηλά σου ‘ρχονται  στο νου οι στίχοι που έγραψε ο Πεσσόα για την αγαπημένη του Λισσαβώνα, που ταιριάζουν απόλυτα και στο Χάνδακα:

Πάλι σε ξαναβλέπω Πόλη των παιδικών μου χρόνων, τρομαχτικά χαμένη… Πόλη της λύπης, πόλη της χαράς, που πάντα ονειρεύομαι… […]



Πάλι σε ξαναβλέπω Με την καρδιά πιο μακρινή και την ψυχή λιγότερο δικιά μου…



Πάλι σε ξαναβλέπω Λισαβόνα, Τάγε, όλους σας, Ανώφελος περαστικός για σένα και για μένα, Ξένος εδώ, όπως παντού

[…]

 

 

[email protected]

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ