Αλλέγκρα, η κόρη του Λόρδου Βύρωνα, στο βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη

Θανάσης Γιαπιτζάκης
Θανάσης Γιαπιτζάκης

Το πολιτικό κίνητρο του Μίμη Ανδρουλάκη για τη συγγραφή του βιβλίου του "Αλλέγκρα"

Του Θανάση Γιαπιτζάκη

«Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια κατάσταση που χρειάζεται έναν νέο ρομαντισμό και φιλελληνισμό. Πρέπει να υπερβούμε την τετράγωνη τευτονική λογική. Θέλω να ηλεκτρίσω την νέα γενιά για να ξανακάνει την Ελλάδα κωδικό όνομα για τον νέο ρομαντισμό που θα μετασχηματίσει την Ευρώπη». Με αυτά τα λόγια περιέγραψε ο Μίμης Ανδρουλάκης το πολιτικό κίνητρο που τον ώθησε στη συγγραφή του βιβλίου του με τίτλο «Αλλέγκρα», που από καιρό κυκλοφορεί με τις «Εκδόσεις Πατάκη». 

      Πότε ήταν όμως, τότε, η πρώτη μέρα κυκλοφορίας του, λέτε; 

17 Νοεμβρίου! 

     

     Όταν ένας πολιτικός βρίσκει ευκαιρία να μιλήσει μέσα από τα βιβλία του για πολιτικούς ή καλύτερα για πολιτικές, τότε τα βιβλία αυτά ενδιαφέρουν πολύ κόσμο. Ο πρώην βουλευτής και νυν συγγραφέας μιλάει για το βιβλίο του "Αλλέγκρα"  κάνοντας σύγκριση των εμφύλιων συγκρούσεων στην εποχή της Ελληνικής Επανάστασης με τη σημερινή κατάσταση.

      «Όταν βρέθηκα στη Μαύρη Τρούπα (στη σπηλιά - ορμητήριο του Οδυσσέα Ανδρούτσου στον Παρνασσό), ήταν σαν να ξεκόλλαγαν οι μορφές από τον τοίχο. Ο Ανδρούτσος, ο Τρελλώνυ, ο Μπάυρον. Σήμερα έχουμε κλέφτες που δεν δίνουν ούτε μια τρίχα της κεφαλής τους για την Ελλάδα. Ο Γκούρας μπορεί να ήταν λαφυρομανής, αλλά έδωσε τη ζωή του στον αγώνα», είπε ο Μίμης, ενώ συμπλήρωσε ότι, αν ζούσε στην εποχή της Ελληνικής Επανάστασης, θα ήταν με το Αγγλικό Κόμμα. «Ο Μαυροκορδάτος ήταν μεγαλοφυΐα, που έκανε κακή χρήση των προσόντων του, όπως γίνεται συνήθως στην πολιτική». 

      Ο καθηγητής Ιστορίας  και Διεθνών Σχέσεων Χάρης Βλαβιανός, λέει ότι έμεινε άναυδος από την ενδελεχέστατη ιστορική έρευνα του Μίμη Ανδρουλάκη. «Το βιβλίο έχει μυθιστορηματική πλοκή. Μπορώ να κάνω παραλληλισμό με το «Όνομα του Ρόδου» του Ουμπέρτο Έκο. Καθώς μιλάει για τον κύκλο του Βύρωνα και για τις σχέσεις που αναπτύσσονται, έχουμε και μια τολμηρή αποδόμηση κάποιων ανθρώπων που είναι στο πάνθεον της Ελληνικής Ιστορίας. 

      Μετά από πολύχρονη έρευνα σε βιβλιοθήκες και πανεπιστήμια ανά την Ευρώπη και την Αμερική, ο Μίμης Ανδρουλάκης, στο νέο βιβλίο του «Αλλέγκρα», αφηγείται μία ιστορία με πρωταγωνιστές τους απογόνους των εθελοντών φιλελλήνων στην Επανάσταση του 1821, Γερμανών, Ιταλών, Άγγλων, Σκωτσέζων, Ιταλών, Αμερικανών, Ελβετών, Πολωνών, Ρώσων, Ισπανών, Κορσικανών, Σαρδηνίων, ακόμα  και Τούρκων. Στην ιστορία του, όπως σημειώνει ο ίδιος ο συγγραφέας, «τίποτα δεν είναι φτιαχτό, επινενοημένο». Ακόμα και οι λίγες «ραφές» της συγγραφής είναι παρμένες από το πετσί των πρωταγωνιστών».
      Μιλάει για έναν Γάλλο πρόξενο στην Αθήνα που μαζί με τους καπουτσίνους καλόγερους, λίγο πριν την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης και πολύ πριν τον Έλγιν, είχαν ρημάξει τα αρχαία (νομίσματα, περικεφαλαίες, περιδέραια, αγάλματα) και ξέρω ότι εννοεί τον Λουί Φωβέλ, που ήταν γεμάτη με αυτά η αυλή του σπιτιού του.

      Μας χαρίζει πολλές γνώσεις αυτό το βιβλίο . Μαθαίνουμε, για παράδειγμα, ότι η νουνά του Οδυσσέα Ανδρούτσου ήταν η γυναίκα του Λάμπρου Κατσώνη. Υπάρχει παντού η απίστευτη ικανότητα του Μίμη να τα αναφέρει συρράβοντάς τα. Λέει αλήθειες για τον αγιοποιημένο Μακρυγιάννη πως ήταν «σουπιά», υπηρέτης του    Κωλέττη, που «έτρεξε πρώτος και καλύτερος στον Εμφύλιο με τον Γκούρα και τον Καραΐσκο να πλουτίσουν, να φάνε τα λεφτά του δανείου και να πλιατσικολογήσουν στον Μωριά».

      Έχει πολλές λεκτικές εμπνεύσεις. Ξέρετε πώς αποκαλεί ο Ανδρουλάκης τον Μαυροκορδάτο; «Τεσσαρομάτη», επειδή φορούσε γυαλιά.

      Αναφέρει ότι ο πρώτος Έλληνας αρχαιολόγος ήταν ένας αγωνιστής. Λεγόταν Κυριακός Πιττάκης και έδειξε στον Οδυσσέα Ανδρούτσο μια θέση, που ήταν αρχαία πηγή.

      Η πρωτοτυπία του βιβλίου είναι ότι ο Μίμης μιλάει για τον Μπάυρον και για τους άλλους από ένα ύψος. Όχι γλώσσας ή ύφους, αλλά μέρους. Από τη Μαύρη Τρούπα. Μια σπηλιά ψηλά στον Παρνασσό, που ήταν το λημέρι του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Πώς το πετυχαίνει αυτό; Χρησιμοποιώντας έναν Άγγλο, τον Τρελλώνυ, που στο βιβλίο τον λέει Τρε, που ήταν στη συνοδεία του Λόρδου μέχρι που ο Μπάυρον ξεψύχησε στο λασπωμένο Μεσολόγγι.

      Ένα άλλο έντονο στοιχείο που κάνει πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο, πέρα από τις ιστορικές του αλήθειες σε λεπτομέρειες, είναι τα ερωτικά του, με ανερυθρίαστες αναφορές του στο καθετί.

      Περιέχει και τρομερές φραστικές αντιθέσεις, όπως «ο Κωλέττης κάνει φίλους μόνο τους εχθρούς του, δεν κολλάει στις έχθρες, ο χθεσινός εχθρός σημερινός φίλος, επαναλαμβάνει».

      Αναφέρει ότι ο Δημήτριος Υψηλάντης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ήτανε τέκτονες, μασόνοι δηλαδή, και ο ένας κάλυπτε τον άλλο. Άλλοι, που αναφέρει ότι ήταν ενταγμένοι στον μασονισμό, ήταν ο Μαυροκορδάτος, ο Κωλέττης, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Περραιβός, ο Τομπάζης, ο Πλαπούτας, ο Αναγνωσταράς. Βάζει τον Ανδρούτσο να λέει στον Πανουριά: «Να το ξέρεις ότι υπάρχουν και άλλα δεσίματα, που δεν τα γνωρίζουμε εμείς τα τσακάλια του Παρνασσού».           

      Η Αλλέγκρα υφαίνει το νήμα της μοίρας δύο γενεών - που τις χωρίζουν 200 χρόνια, αλλά τις ενώνει το «αίμα» - στο στημόνι του μυστικού συνδέσμου Byron’s Blacks (οι Μαύροι του Μπάυρον, όπως ο Λόρδος Βύρων είχε ονομάσει τους συμφοιτητές του) με τον νέο ρομαντισμό - φιλελληνισμό της εποχής μας. Έτσι ο «Άνθρωπος με τα Μαύρα», ο ίδιος ο Ανδρουλάκης, σχεδιάζει κάτι ακραίο μα θαυμαστό, ενόψει του εορτασμού των διακοσίων χρόνων, την 25η Μαρτίου του 2021. 

      Ο Μίμης Ανδρουλάκης γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης τον Νοέμβριο του 1951. Σε έναν άλλο Νοέμβριο, τον Νοέμβριο του 1973,  ξαναγεννήθηκε, ως μέλος της συντονιστικής επιτροπής της κατάληψης του Πολυτεχνείου,. Μετά, πολιτεύτηκε. Και μετά, αποχώρησε από το πολιτικό προσκήνιο γράφοντας το βιβλίο του «Μετά».  Από τότε, δεν επέστρεψε ποτέ από τον κόσμο των βιβλίων, όπου οι επιδόσεις του έχουν τη φήμη του ανάρπαστου και του μπεστ σέλλερ.    

     Ψάχνοντας και τώρα, βρήκε απίθανες συμπτώσεις - και επιβεβαίωσε ότι η Ιστορία παίζει πολλά παιγνίδια: Για παράδειγμα, στις 18 Απριλίου του 1822,  600 Έλληνες με 8 Γερμανούς  και 4 Γάλλους  εθελοντές φιλέλληνες επιτέθηκαν για να απελευθερώσουν την Ακρόπολη. Μεταξύ των Γερμανών φιλελλήνων και ο τριαντάχρονος Φον Στράλεντορφ, που σκοτώθηκε. Στις αρχές του 1944, ένας δισέγγονός του, χωρίς να ξέρει τίποτε για τον φιλέλληνα πρόγονό του, έκανε σκοπιά  κάτω από τον Παρθενώνα. Κάποια μέρα ένας ελληνομαθής Γερμανός,  ο μετέπειτα καθηγητής Στατμύλλερ, για να τους «τονώσει», τους μίλησε  για τους Γερμανούς φιλέλληνες του 1821. Εκεί άκουσε το όνομα του προγόνου του. Ότι ο τάφος του ήταν εκεί δίπλα, που ήταν η σκοπιά! Έτσι, ο απόγονος ενός Γερμανού φιλέλληνα που σκοτώθηκε στην προσπάθεια να απελευθερωθεί η Ακρόπολη από τους Τούρκους το 1821, έμαθε τυχαία για τον προπάππο του όταν ο ίδιος ήταν στην Κατοχή στην Αθήνα. Αργότερα βρέθηκε στρατιώτης των Ες Ες στην Σφαγή του Διστόμου. Δεν σκότωσε, γλύτωσε κάποιους. Το προ μηνών σκίρτημα έγινε πράξη... Είδε την Διστομίτισσα γυναίκα και δεν έριξε...Κατάλαβε ότι κι άλλοι κρύβονταν στο κελάρι, αλλά δεν έψαξε. Με μια ριπή τρύπησε ένα κρασοβάρελο, σκότωσε μια γίδα και ένα πρόβατο για να υπάρχουν αίματα στην αυλή.  Και με τα αίματά τους στα άρβυλα έτρεχε, κυνηγώντας όσους τρέχανε να γλυτώσουν και πυροβολούσε στα κλαδιά. Αυτόν  τον νεαρό τότε στρατιώτη, 91 χρονών σήμερα, ιδιοκτήτη μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας, τον βρήκε ο Μίμης Ανδρουλάκης και τον ανέφερε, με την ευκαιρία του νέου βιβλίου του ''Αλλέγκρα''. Βρήκε αλλού και έναν άλλο: «Και στα Καλάβρυτα ένας Γερμανός στρατιώτης - άλλοι λένε Αυστριακός ή Αλσατός – χτύπησε με τον υποκόπανό του το λουκέτο στη σφραγισμένη πόρτα του σχολείου και απελευθέρωσε τα γυναικόπαιδα που διαφορετικά θα καίγονταν ζωντανά…»

      Μιλώντας γι’ αυτούς τους δυο ο Μίμης, κάνει το σχόλιο στον ενενηντάχρονο: «Ναι, κι αυτός ο στρατιώτης - πραγματικός ή φανταστικός - ανήκει, όπως κι εσείς, στη σφαίρα του θρύλου. Είναι σαν να μην υπήρξατε ποτέ. Φαντάσματα που τα γέννησε η απόγνωση και η πίστη - η ψευδαίσθηση, θα πουν άλλοι - των θυμάτων, η δίψα τους για λίγη ανθρωπιά, ακόμα και σ’ ένα κόσμο τεράτων».
    Από την ''Μαύρη Τρούπα'' του Ανδρούτσου λοιπόν στον Παρνασσό έως σήμερα, ξεδιπλώνει, με δεκάδες συγκλονιστικά ιστορικά, τον πληθωρικό, ελκυστικό, τεκμηριωμένο, ρεαλιστικό λόγο του. 

      Όσον αφορά στον τίτλο του βιβλίου του, ο Λόρδος Βύρων ή Μπάυρον όπως αναφέρεται στην παγκόσμια Λογοτεχνία, απέκτησε τρεις κόρες, την Άντα, τη Μεντόρα και την Αλλέγκρα.

      Η νόμιμη κόρη του, η χαρισματική Άντα, υπήρξε κορυφαία μαθηματικός, συνεργάτης του επινοητή του ηλεκτρονικού υπολογιστή Σαρλ Μπάμπατζ και θεωρείται η πρώτη προγραμματίστρια των κομπιούτερ! 

      Με τη δεκαοκτάχρονη Κλαιρ Κλαιρμόντ, ετεροθαλή αδελφή της Μαίρης Σέλλεϋ που έγραψε τον «Φρανκενστάιν», ο Λόρδος Βύρων απέκτησε (εξώγαμα) την θυγατέρα του Αλλέγκρα, τον Ιανουάριο του 1817. Ο ποιητής αδιαφόρησε για την περιστασιακή ερωμένη του και πιο πολύ για την κόρη τους, λένε οι βιογράφοι του. Αν και πήρε τη μικρή Αλλέγκρα από τη δυστυχισμένη Κλαιρ για να της δώσει καλύτερη ανατροφή, ουσιαστικά την οδήγησε σε θάνατο το 1822, σε ηλικία 5 χρόνων, σε μοναστήρι της Ραβέννας, όπου, λένε, την είχε εγκαταλείψει μόνη και έρημη. 

      Έρχεται τώρα ο Ανδρουλάκης, με το βιβλίο του, και ανατρέπει τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Επισημαίνει ότι επί πενήντα εφτά χρόνια η Κλαιρ ποτέ δεν έπαψε να επιμένει ότι η κόρη της ζει. Επηρεασμένος ίσως από τις πρόσφατες απαγωγές βρεφών που τα δηλώνουν νεκρά στα μαιευτήρια και τα δίνουν για υιοθεσία σε πλούσιες οικογένειες, ο Μίμης λέει ότι δεν αποκλείεται κάτι παρόμοιο να συνέβη στην Αλλέγκρα. Λέει ότι «σε καμιά περίπτωση πάντως ο Μπάυρον δεν θα άφηνε εκεί (στο μοναστήρι) την κόρη του. Σκόπευε να τη βάλει σε καλό σχολείο στην Ελβετία ή να την πάρει μαζί του στην Αμερική».

      Τελικά στην Αμερική ο Μπάυρον δεν πήγε. Πήγε όμως …η Αλλέγκρα! Πώς έγινε αυτό; 

      Η ηγουμένη και ο τραπεζίτης του στη Ραβέννα, για να βάλουν στο χέρι τις πέντε χιλιάδες χρυσές λίρες που ο Μπάυρον είχε «προικίσει» την κόρη του, του είπαν ότι η Αλλέγκρα πέθανε από τυφοειδή πυρετό. Γράφει ο Ανδρουλάκης: «Η σορός της μικρής Αλλέγκρας ή κάποιου άλλου κοριτσιού στη θέση της που πέθανε στη μονή και στάλθηκε ταριχευμένη στην Αγγλία, κηδεύτηκε με κλειστή τελετή και θάφτηκε δίχως πλάκα με το επώνυμό της. Σαν ένα ανώνυμο μπασταρδάκι. Κανείς, που την είχε γνωρίσει στην Ιταλία, δεν την είδε νεκρή». 

      Έτσι, διαμορφώνει την άποψη ότι η μικρή υιοθετήθηκε από μια μεγάλη ιταλική οικογένεια - «η οποία μάλιστα είχε μεταναστεύσει σε μια Πολιτεία της Αμερικής»!   

Κεντρική φωτογραφία: Μια αναμνηστική πλάκα για την Αλλέγκρα  τοποθετημένη από τη Βυρωνική Εταιρεία  εκεί που, σύμφωνα με τον Ανδρουλάκη, υποτίθεται ότι θάφτηκε στα πέντε της χρόνια

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ