ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Απεργία στο Λούβρο: Οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν αφόρητες συνθήκες λόγω υπερτουρισμού
Το μουσείο υποδέχθηκε 8,7 εκατ. επισκέπτες πέρυσι. Ακόμη και με ημερήσιο όριο 30.000 ατόμων, οι υπάλληλοι λένε ότι η εργασία έχει καταντήσει καθημερινός αγώνας αντοχής

Μια απεργία στο Λούβρο οδήγησε στο κλείσιμο του πιο δημοφιλούς μουσείου παγκοσμίως σήμερα, καθώς οι εργαζόμενοι αρνήθηκαν να πάνε στα πόστα τους διαμαρτυρόμενοι για «αφόρητες» συνθήκες που έχει δημιουργήσει ο υπερτουρισμός.
Το Λούβρο, ένα από τα πιο γνωστά μουσεία του κόσμου, παρέμεινε κλειστό σχεδόν όλη τη μέρα, καθώς το προσωπικό απήργησε εκφράζοντας την απογοήτευσή του για τα «ανεξέλεγκτα πλήθη».
Ετσι, όπως αναφέρουν πολλά διεθνή ΜΜΕ, χιλιάδες επισκέπτες, απογοητευμένοι και μπερδεμένοι, με τα εισιτήρια στο χέρι, περίμεναν σε ακινητοποιημένες ουρές κάτω από την πασίγνωστη γυάλινη πυραμίδα.
«Το Λούβρο έχει γίνει πλέον σύμβολο της παγκόσμιας κρίσης του υπερτουρισμού — θύμα της ίδιας του της δημοφιλίας του. Καθώς τουριστικοί προορισμοί από τη Βενετία μέχρι την Ακρόπολη προσπαθούν να βρούν λύσεις σε αυτό το σύνθετο πρόβλημα, το πιο εμβληματικό μουσείο του κόσμου φτάνει στο δικό του σημείο καμπής», γράφει το France24.
Η αυθόρμητη απεργία ξέσπασε κατά τη διάρκεια μιας συνηθισμένης συνάντησης μεταξύ των εργαζομένων, όταν επιτηρητές αιθουσών, υπάλληλοι εισιτηρίων και προσωπικό ασφαλείας αρνήθηκαν να αναλάβουν καθήκοντα διαμαρτυρόμενοι για τα ανεξέλεγκτα πλήθη, τη χρόνια υποστελέχωση και αυτό που μια συνδικαλιστική ένωση χαρακτήρισε «μη βιώσιμες» συνθήκες εργασίας.
Αξίζει να αναφερθεί ότι είναι σπάνιο το Λούβρο να κλείνει. Αυτό έχει συμβεί στο παρελθόν κατά τη διάρκεια πολέμων, της πανδημίας και σε κάποιες μεμονωμένες απεργίες. Αλλά σπάνια έχει συμβεί τόσο ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση, και μπροστά στα μάτια του κόσμου.
Το σχέδιο του Μακρόν
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο, καθώς πριν λίγους μήνες ο Εμανουέλ Μακρόν είχε ανακοινώσει ένα δεκαετές σχέδιο διάσωσης του Λούβρου. Ενα αναλυτικό σχέδιο που θα έβαζε τέλος σε όλα τα προβλήματα του μουσείου: διαρροές νερού, επικίνδυνες αυξομειώσεις θερμοκρασίας, ξεπερασμένες υποδομές και επισκεψιμότητα πολλαπλάσια από τις δυνατότητές του.
Ομως, για τους εργαζόμενους, αυτό το υποσχόμενο μέλλον μοιάζει μακρινό.
«Δεν μπορούμε να περιμένουμε έξι χρόνια για βοήθεια», είπε η Σάρα Σεφιάν από το συνδικάτο CGT-Culture. «Οι ομάδες μας βρίσκονται υπό πίεση τώρα. Δεν είναι μόνο η τέχνη. Είναι και οι άνθρωποι που τη φυλάνε».
Στο επίκεντρο όλων βρίσκεται η Μόνα Λίζα, το πορτρέτο του 16ου αιώνα που σήμερα προσελκύει πλήθη σαν σε συνάντηση με διασημότητα και όχι σαν εμπειρία τέχνης. Περίπου 20.000 άνθρωποι την ημέρα στριμώχνονται στην αίθουσα Salle des États, τη μεγαλύτερη του μουσείου, απλώς για να τραβήξουν μια σέλφι με τη διάσημη κυρία πίσω από το προστατευτικό γυαλί. Η ατμόσφαιρα είναι συχνά θορυβώδης, γεμάτη σπρωξίματα, με αποτέλεσμα πολλοί να μη ρίχνουν ούτε μια ματιά στα αριστουργήματα που την πλαισιώνουν — έργα του Τιτσιάνο και του Βερονέζε που περνούν απαρατήρητα.
«Δεν βλέπεις έναν πίνακα», είπε η Τζι-Χιούν Παρκ, 28 ετών, που πέταξε από τη Σεούλ στο Παρίσι. «Βλέπεις κινητά. Βλέπεις αγκώνες. Νιώθεις ζέστη. Και μετά σε σπρώχνουν έξω».
Το σχέδιο ανακαίνισης του Μακρόν, με τίτλο «Η Νέα Αναγέννηση του Λούβρου», υπόσχεται λύσεις. Η Μόνα Λίζα θα αποκτήσει επιτέλους δική της αίθουσα, προσβάσιμη μόνο με εισιτήρια συγκεκριμένης ώρας. Επίσης, σχεδιάζεται μια νέα είσοδος κοντά στον Σηκουάνα έως το 2031, ώστε να αποσυμφορηθεί η κεντρική γυάλινη πυραμίδα.
Το μουσείο υποδέχτηκε 8,7 εκατ. επισκέπτες πέρυσι — περισσότερο από το διπλάσιο της χωρητικότητας για την οποία είχε σχεδιαστεί. Ακόμη και με ημερήσιο όριο 30.000 ατόμων, οι εργαζόμενοι λένε ότι η εμπειρία έχει καταντήσει καθημερινός αγώνας αντοχής, με ανεπαρκείς χώρους ξεκούρασης, περιορισμένες τουαλέτες και θερινή ζέστη που επιδεινώνεται από το «φαινόμενο θερμοκηπίου» της γυάλινης πυραμίδας. Σε εσωτερικό έγγραφο που διέρρευσε, η διευθύντρια του μουσείου, Λοράνς ντε Καρ, προειδοποίησε ότι τμήματα του κτιρίου «δεν είναι πλέον στεγανά», ότι οι μεταβολές θερμοκρασίας απειλούν έργα ανεκτίμητης αξίας και ότι ακόμη και βασικές ανάγκες των επισκεπτών —φαγητό, τουαλέτες, σήμανση— υστερούν κατά πολύ σε σχέση με τα διεθνή πρότυπα. Περιέγραψε την εμπειρία απλά ως «ένα σωματικό μαρτύριο».
«Αυτό που ξεκίνησε ως μια προγραμματισμένη ενημερωτική συνάντηση εξελίχθηκε σε μια μαζική έκφραση αγανάκτησης», είπε η Σεφιάν. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ εργαζομένων και διοίκησης ξεκίνησαν στις 10:30 το πρωί και συνεχίστηκαν μέχρι το απόγευμα.