Τ’ άστρα της νύχτας με γυρίζουν στην προσδοκία

Κωστής Μαυρικάκης
Κωστής Μαυρικάκης

Δεν είναι τυχαίο που ο χαμένος παιδικός νυχτερινός ουρανός της γενιάς μου, μας γυρίζει πίσω στο Νόστο της προσδοκίας ξανά: «Δώστε μου πίσω τους χάρτες των αστεριών που είχα παιδί/ για να βρω με τα χελιδόνια το δρόμο πίσω»

Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ

Το να συνεχίζει να ατενίζει κανείς πίσω του το τοπίο της επικράτειας της ζωής του, αναμφίβολα είναι μια μορφή ελάσσονος ευτυχίας. Δεν είναι μόνον ότι η πραγματική μας πατρίδα είναι η παιδική ηλικία και οι μνήμες της. Είναι ότι η ζωή πρέπει να διαπνέεται από τις αρχές της γαλήνης της επικούρειας φιλοσοφίας που μπορεί κάποιος να ανασύρει από τα ανέμελα και αθώα χρόνια: Την απελευθέρωση από τις έγνοιες και τις ενασχολήσεις που μετατρέπουν τη σημερινή μας καθημερινότητα σε φυλακή. Κι αν η αδόκητη, ξαφνική επιστροφή κάποτε, σ’ αυτή την επικράτεια της νοσταλγίας γίνει ψηλαφητή, ίσως να φταίει ο αφορισμός του Όσκαρ Ουάϊλντ που μας θύμιζε ότι «…σε αυτή τη ζωή υπάρχουν μόνον δύο τραγωδίες: Η μια είναι να μην αποκτά κανείς αυτά που θέλει και η άλλη να τα αποκτά. Η δεύτερη είναι μακράν χειρότερη της πρώτης». Έτσι ο ξαφνικός Νόστος, στις παιδικές εικόνες του νυχτερινού καλοκαιρινού ουρανού, τότε που ακόμη στην παράλια Κρήτη μπορούσε κανένας να δει την ξεκάθαρη γεωγραφία του, ακούγοντας τους μύθους που τον ερμηνεύουν από τη σαγηνευτική αφήγηση της γιαγιάς, είναι η δεύτερη εκούσια τραγωδία του αφορισμού του Ουάϊλντ: Εκείνη της προσωρινής επανάκτησης ενός χαμένου ονείρου∙ η επιστροφή στους αξέχαστους καθρέφτες των παιδικών αναμνήσεων.

Το τόλμημα, κοινός πόθων πολλών φιλικών προσώπων, σαρκώθηκε με την ευκαιρία της ενιαυσίας παρουσίας στην Κρήτη εξαίρετου φίλου ερευνητή σ’ ένα από τα πιο διάσημα αστεροσκοπεία της Δύσης, που θα αναλάμβανε χρέη ξεναγού. Έτσι με τα λιγοστά ερασιτεχνικά τηλεσκόπια και αξεσουάρ τους, οι εθελοντές της νυχτερινής ουρανοπεριπλάνησης οργανώσαμε ένα αυτοσχέδιο αυγουστιάτικο «επικούρειο κήπο» 1.120 μ. ψηλότερα από τη θάλασσα, στο οροπέδιο του Λιμνάκαρου σ’ ένα βουνοκορφοζωσμένο οροπέδιο της Κρήτης, ψηλότερα από το Λασίθι, περιορισμένο από κυκλοτερές και πριονωτές κορφές και μαδάρες. Εκείνες που σπαθίζουν τον καλοκαιρινό ουρανό της ημερήσιας φωτοπλημμύρας και της αφειδώλευτης αστροστόλιστης νύχτας του μεσογειακού νότου∙ του πολυκάντηλου των άστρων του Καζαντζάκη. Μακριά από την πολυθόρυβη φωτορρύπανση των κοσμοπολίτικων βόρειων «ανεπτυγμένων» παραλιακών ζωνών του νησιού. Θέλαμε να δούμε αυτή τη γεωγραφία της νυχτερινής πλάσης που η δυστυχία του σημερινού ανθρώπου του στέρησε τη δυνατότητα να θαυμάζει τις νύχτες, ακόμη κι εδώ στην καρδιά της Μεσογείου. Το νυχτερινό ουρανό, που όχι μόνο η ελληνική μυθολογία αλλά η μυθολογία σχεδόν όλων των λαών του κόσμου είναι κτισμένη μέσα στους αστερισμούς του. Είναι συναρπαστικό να θες να δεις εκείνο το νυχτερινό ουρανό του Μίνωα όταν ανέβαινε από την Κνωσό να συνομιλήσει με το Δία ψηλότερα στο ανακτορικό κέντρο της θαμμένης Δίκτυννας, το νυχτερινό ουρανό του Ιδομενέα που ατένιζε από το κρητικό πέλαγος επιστρέφοντας από την Τροία, το νυχτερινό ουρανό της Κρητικής Αναγέννησης του Κορνάρου και του Χορτάτζη, των κρητικών επαναστατών στα απάτητα λημέρια των πολυφάραγγων βουνών της.

Το νυχτερινό ουρανό του Άρθουρ Έβανς, του Πάτρικ Λη Φέρμορ στο οροπέδιο της Νίδας, το νυχτερινό ουρανό που είδε ο Χένρυ Μίλλερ και ο Λόρενς Ντάρελ στα πρόθυρα του τελευταίου μεγάλου πολέμου, αλλά και των δεκάδων περιηγητών παλαιότερα στο νησί μας, όταν ακόμη δεν τον στερούσε η φωτορύπανση. Φιλόδοξος στόχος αν κρίνει κανείς από την προσδοκία να βιώσεις στον αμφιβληστροειδή σου, αυτό που οι πρόγονοί σου βίωναν αδαπάνητα, ενώ σ’ εσένα οι σημερινές συνθήκες το στερούν! Η νυχτερινή πορεία ανάβασης από το ολιγομελές κομβόι των αυτοκινήτων μας, μέσα στο απόλυτο νυχτερινό σκοτάδι από τους οφιοειδής αγροτικούς δρόμους προς το Οροπέδιο, δίπλα στις μεθυστικές μυρωδιές των αρωματικών κρητικών φρύγανων στη δροσούλα της καλοκαιρινής νύχτας και την απόλυτη σιωπή που διακόπτονταν από απόμακρες εκρήξεις βουκολικών ήχων από κουδούνια προβάτων που λες κι έρχονταν από τον κόσμο του Θεόκριτου και του Βιργιλίου, σε προετοίμαζε όλο και περισσότερο στη βίωση της απόλυτης μαγείας των κρητικών υψών και την ειδυλλιακή νηνεμία της σκοτεινής αυγουστιάτικης νύχτας. Σκέφτομαι ότι εδώ κοντά μας, στο σπηλιάρι του Ψυχρού δίπλα στα πρινάρια, τις καρές και τους ασφένταμους, ξεπρόβαλε από τα θεϊκά λαγόνια της Ρέας ο Δίας. Τη γλίτωσε «παρά τρίχα» ο υψινεφής διάδοχος, μια που ο ξεγελασμένος από την πανούργα λεχώνα Κρόνος, κατάπιε την κοτρώνα αντί για το σπλάχνο του. Ίσως και κάποιο από τα κουδούνια που ‘ρχονταν μέσα από το πηχτό σκοτάδι, να ‘ναι από το λαιμό καμιάς αίγας Αμάλθειας που ‘δωκε τους μαστούς της στον πρωτοθεό μέχρι να πάρει το στασίδι του Ολύμπου από τον πατέρα του. Μόνο τα τύμπανα των Κουρητών δεν άκουγα, που ποιος ξέρει, χιλιάδες τώρα χρόνια κι αυτοί βαρέθηκαν να κρατάνε τσίλιες σε εκκολαπτόμενους θεούς και τα πέταξαν. Κι εκείνα θάφτηκαν μαζί με το χωματισμένο ανακτορικό κέντρο και την αρχαία Δίκτυννα, τη Μέκκα του αρχαίας Κρήτης μετά την Κνωσό, που αναπαύεται εκεί μπροστά στον Λασιθιώτικο κάμπο στο χωριό της Πλάτης.

Καθώς πλησιάζουμε στο κατασκότεινο μαδαρογυρισμένο οροπέδιο, πάνω από την πέτρινη ραχοκοκαλιά του ανατολικού νησιού που οι πελώριοι κυκλικοί όγκοι που το κορφοκυκλοτερώνουν αναχαιτίζουν τις νυχτερινές φωτορρυπάνσεις, όλες οι αισθήσεις πολιορκούνται από μοναδικές και εκπληκτικές εμπειρίες. Νοιώθεις ότι λίγο ν’ απλώσεις τα χέρια σου προς τ’ απάνω, θα ακουμπήσεις αυτό το φωτεινό καραβάνι των αστερισμών. Ολάκερη σχεδόν, πάνω από το κεφάλι σου η ποίηση της Πλάσης. Έχει πέσει ήδη κατά πολύ η αυλαία της αυγουστιάτικης μέρας και οι ουράνιες σκηνές στο θόλο έχουν κατακλυστεί πλουσιοπάροχα από τα πλάσματα του μύθου και της φαντασίας. Τις αδρές μορφές των ηρώων και των ημίθεων. Από τους ελληνικούς, τους αιγυπτιακούς, τους περσικούς, τους αραβικούς και τους κινεζικούς μύθους. Τις κόρες της αμβροσίας, της ζωής και του θανάτου. Μια πλειάδα τερατόμορφων όντων, που παίζουν κάθε νύχτα το θεατρικό τους ρόλο στο δράμα του διαστήματος, με σκηνικό το Σύμπαν και πλοκή την ιστορία της φύσης. Είναι η ερμηνεία των μύθων που συναρπάζει. Κι ας λένε ο Σιμόπουλος κι ο Γραμματικάκης για κόκκινους γίγαντες και άσπρους νάνους, για αστρικές εκρήξεις σουπερνόβα, για μαύρες τρύπες, για πλανητικά νεφελώματα, για αστρικά σμήνη και άστρα νετρονίων, για γαλάζιους γίγαντες, αστρικά γεννητούργια και για κολάσεις ασυγκράτητων θερμοπυρηνικών εκρήξεων. Για λείψανα άστρων, για ασύλληπτες αποστάσεις και θερμοκρασίες. Τ’ αστέρι του βοριά του Γκάτσου, στο ζωντανό πλανητάριο με τους χιλιάδες ορατούς αστερισμούς που λάμπουν, διαμάντια λες, μέσα σε μαύρο βελούδο σε τούτο τον έναστρο ουρανό του ελληνικού θέρους που όλες οι αισθήσεις σου λοξοδρομούνε και να μη θες, σ’ αυτούς τους ουράνιους λειμώνες. Εκεί στην αστρική γαλήνη, ανάλαφρα σε συνεπαίρνει το όραμα. Ξεχνάς και να μη θες τα επίγεια. Όσο ανυποψίαστος και να ‘σαι δρασκελάς το κατώφλι της φυσικής και ανοίγεις το θαυμαστό παράθυρο της μεταφυσικής και των μεγάλων υποψιών της ζωής, της Δημιουργίας, του Κόσμου και της αιωνιότητας.

Τούτη η αυθόρμητη αυγουστιάτικη αστροαποσπερίδα στα κρητικά ύψη, που μετουσιώθηκε σ’ ένα φανατικό άτυπο όμιλο «επικούρειων» φίλων του νυχτερινού ουρανού της Κρήτης, έγινε η αφορμή για να …παίρνουμε στο εξής συχνά πυκνά τα βουνά! Έτσι όπως το λέει και η παροιμία του συρμού για την …«τρέλα», από έναν κόσμο οριοθετημένο μέσα στους συμβατικούς κανόνες της κενότητάς του. Κάποιοι όμως επίμονα αθεράπευτοι λάτρεις των απολεσθέντων δώρων της πλάσης επιμένουν. Η αναζήτηση των αιτιών των ανθρώπινων προβλημάτων και των εσφαλμένων δοξασιών που τα προκαλούν μέσα σ’ ένα πολύπλοκο κόσμο, οδηγεί αναπόφευκτα στην αντιπρόταση για την προοπτική μιας ευχάριστης ζωής (ζην ηδέως), που για την επίτευξή της ο Επίκουρος προσέφερε ξεκάθαρες φιλοσοφικές συμβουλές: Το ζην ηδέως επιτυγχάνεται με την αναζήτηση μιας ζωής που διασφαλίζει την κορυφαία ηδονική μας κατάσταση, και που δεν είναι άλλη από την ψυχική ηρεμία και την εκπλήρωση επιθυμιών που μας κάνουν ευτυχείς. Μιας ζωής αυτάρκους περιβαλλόμενης από φίλους που θηρεύουν ομοούσιες ευτυχίες. Και οι αστροαποσπερίδες της θερινής ουρανογραφίας είναι μια υπέρτατη ευτυχία από την Επικούρεια κάβα.

Δεν είναι τυχαίο που ο χαμένος παιδικός νυχτερινός ουρανός της γενιάς μου, μας γυρίζει πίσω στο Νόστο της προσδοκίας ξανά: «Δώστε μου πίσω τους χάρτες των αστεριών που είχα παιδί/ για να βρω με τα χελιδόνια το δρόμο πίσω» γράφει στους συγκλονιστικούς του στίχους ο μεγάλος σύγχρονος άραβας ποιητής Μαχμούντ Νταρουίς.

Το να παίρνεις νύχτα …τα βουνά, είναι σίγουρα μια αντικομφορμιστική πράξη στους καιρούς μας: Αντιστέκεσαι σ’ έναν άμουσο και ανυποψίαστο κόσμο που συνεχώς αναδύεται γύρω σου και σου στερεί τις πηγαίες και αναπόσπαστες χάρες και μικρές χαρές των πηγών της ίδιας της ζωής. Αλλά ταυτόχρονα μας γνέφει στο Νόστο του Ακατάλυτου. Για να βιώνουμε στη ζωή μας συνεχώς και αδιαλείπτως την ομορφιά, χωρίς να σηματολογούμε απλά κι ανυποψίαστα πάνω σ’ ένα υπαινικτικό στίχο του Σεφέρη που διάλεξα για τίτλο του παρόντος σημειώματος.

Ή όπως θα ‘λεγε ξανά κι ο ίδιος ο Γκάτσος παραλλάζοντας τους στίχους του: «Κάθε βραδινό,/ κοιτώ τον Ουρανό,/ το σκοτεινό/ και μια φωνή τρελή,/ σα χάδι κι απειλή,/ κοντά της με καλεί./ Κάθε βραδινό,/ μου λέει να πάω κει./ Μου τάζει Ωκεανούς,/ κομήτες φωτεινούς/ και ό,τι βάζει ο νους».

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ