Αχ, θάλασσα...

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Επιθυμία, υποχρέωση κι ευχή όλων μας να έχει η τόσο πολύτιμη θάλασσά μας την προσοχή και την φροντίδα όλων μας, να είναι πάντα καθαρή κι αμόλυντη από σκουπίδια, συμφέροντα, αμέλεια, απερισκεψίες, να είναι πάντα πηγή ζωής γι' αυτό τον πλανήτη

 

Της Μαρίας Λιονάκη

Είναι  μήνες, μέρες, μέρες σα μήνες,  που δεν έχω νιώσει το χάδι σου στο δέρμα μου. Που τα υγρά σου δάχτυλα δεν έχουν χαράξει διαδρομές στο χάρτη του κορμιού μου. Κι έγιναν τόσα πολλά. Μην το γελάς, αληθινά έγιναν πολλά, τόσα πολλά.  Κι αληθινά μου έλειψες. Περισσότερο από ποτέ φέτος. Το ομολογώ. Μα τίποτα δεν πήρες χαμπάρι εσύ; Καλά το λέω εγώ πως εσύ ζεις στον  κόσμο σου,   τον άπλετο, τον απόμακρο. Χαμένη στην απεραντοσύνη των αναμνήσεων, των ονειροπολήσεων. Αιώνια ερωτευμένη με τη ζωή.  Πως τίποτα δε σε αγγίζει εσένα, νόμοι, παράνομοι, πρέπει και μη, μέτρα και ιοί.  Τι ανάγκη έχεις εσύ;  Κανένας δε σε καταπιέζει εσένα, ούτε φαντάζομαι να έστελνες μηνύματα για να βγεις.   Θα μου πεις τον τρόπο;  Εσένα ο αέρας που σου τραγουδάει σιγανά  εκμηδενίζει,   καλύπτει όλους τους άλλους ήχους. Αχ να μου τον δάνειζες  για λίγο.  Μα τίποτα δε σου είπαν οι γλάροι; Τα βράχια τα βράδια δεν τα άκουσες να αναστενάζουν; Κι ας είναι βράχοι; Καλομαθημένη του ήλιου εσύ. Ηλιογέννητη, ηλιόφωτη.  Κοκέτα μες στο γαλάζιο φόρεμα, το αεράτο.  Με τους φραμπαλάδες των κυμάτων. Με τα μπλε και πράσινα μοτίβα. Με τα κοράλλια και τα κοχύλια καρφίτσες στο πέτο.    Με το λευκό μαντήλι των αφρών  στο λαιμό. Καλά,  θα σου τα πω όλα εγώ. Μα άσε με πρώτα να ξαποστάσω. Περίμενε βρε τρελή να αφήσω κάτω την ομπρέλα, να ξεδιπλώσω  τη θαλασσιά πετσέτα. Να αφήσω κάτω τη λύπη,  να ξεδιπλώσω την προσμονή. Μη με τραβάς απ’ το μανίκι , είμαι ταλαιπωρημένη σου λέω. Αμάν ανυπόμονη που είσαι. Και μη μου παραπονιέσαι. Δε φταίω  εγώ που σε άφησα όλο το  χειμώνα μόνη.  Αφού ξέρεις κρυώνω  τους χειμώνες. Έπειτα είχες παρέα τα αλμυρίκια, τα χαλίκια, κούρνιαζες στην αγκαλιά της αμμουδιάς.  Είχες τους Φάρους που σου φέγγανε τα βράδια να μη φοβάσαι. Ρωτούσα για σένα τα πουλιά.  Τώρα  που σμίξαμε πάλι  θα έρχομαι τακτικά.  Στο υπόσχομαι. Κι έχω τόσα να σου πω, του κόσμου, δικά μου. Ουου… έγιναν τόσα, όρεξη να έχεις ν’ ακούς. Όλα θα στα εξομολογηθώ. Έχεις εσύ τον τρόπο να αλιεύεις τα μυστικά μου. Γαλίφα, μαργιόλα, νεράιδα, Νηρηίδα, ξωτικό.  Χώρα του Ποσειδώνα, του Οδυσσέα ελπίδα κι όνειρο,  γέφυρα για την Ιθάκη του, χωράφι της Ινώς. Θάλασσα μάνα αρμύρα μου εσύ, γαλάζια μοίρα.  Άσε με μόνο λίγο τα πατήματά μας να βρω.  Τα χνάρια στην ψυχή.  Να σε εμπιστευτώ απ’ την αρχή. Μυστήριο πράγμα πως το αποτύπωμά σου στην καρδιά  μου δε χάνεται ποτέ. Από παιδί. Τι αγώνα έκανα τότε, τι παρακάλια να έρθω να σε βρω. Εσένα που είσαι και θα είσαι στα άσχημα, στα άγχη μου το πιο καλό γιατρικό. Η πιο όμορφη εικόνα, η πιο χαλαρωτική ξεκούραση, πηγή ονείρων και ρεμβασμών.

« Πήγα να χαζέψω στο κύμα. Πήγα πιο πολύ για να κάνω όνειρα. Γίνονται όνειρα και μάλιστα όνειρα μεγάλα, όταν το κύμα είναι γαλανό.» Μενέλαος Λουντέμης

Θάλασσα. Υγρή, εύπλαστη,  ρευστή.  Λίγο κρύα ή λίγο ζεστή . Δεν έχει όρια, ατέρμονη, αχανής.  Παίρνει το βάθος που θέλει και προσαρμόζει το χρώμα της σ' αυτό.   Μπλε, γαλάζια, πρασινογάλαζη.  Παίρνει το δρόμο να συναντήσει τον ουρανό,  ζηλεύει το χρώμα του και το δανείζεται.  Βάφεται με αποχρώσεις φούξια και πορτοκαλί την ώρα του δειλινού.

Ανασφαλής στο χαρακτήρα της, ευμετάβολη, κυκλοθυμική, άγεται και φέρεται. Τα βουνά και οι βράχοι την κατηγορούν, την ειρωνεύονται για έλλειψη σταθερότητας, ευαισθησία, αδυναμία και υποχωρητικότητα. Ο καιρός δυνάστης, διαφεντευτής  την επηρεάζει, την καθορίζει, την εξουσιάζει, της αλλάζει ψυχολογία και χαρακτήρα, κώμη στα μαλλιά.  Άλλοτε χαρούμενη, ήρεμη, ισορροπημένη και φιλόξενη,  βολεύεται στη δική της ακινησία, βρίσκει το δικό της ραχάτι κάτω απ' τις αχτίδες του αγαπημένου ήλιου που τη ζεσταίνει,  την χαϊδεύει, την ηρεμεί. Άλλες φορές πάλι τη δέρνει ο αέρας,  τη σπρώχνει, την ταράζει, την ενοχλεί και τη ξεβολεύει, την ανεβάζει στον ουρανό και τη ρίχνει, εγωιστής, ανελέητος ή παθιασμένος εραστής. Τότε είναι θυμωμένη, εσωστρεφής και απειλητική.

 Στα δικά της βοσκοτόπια άσπρα προβατάκια τα κύματα, άλογα λευκά που τρέχουν στον ιππόδρομό της. Τα βράχια σαν αγκάθια την πονούν και την πληγώνουν, αλλά είναι και η παρέα της, η σιγουριά της. Δίπλα της, στις απολήξεις της,  οι φάροι φωτίζουν λιμάνια, αραξοβόλια ναυτικών και απλών ανθρώπων, ξόμπλια στην άκρη του κεντήματός της. Το αναβόσβημά τους μετράει τις ανάσες της και φωτίζει τις νύχτες της μοναξιάς της.

Η θάλασσα δροσίζει τις ακτές τις δαντελωτές αυτής της χώρας, πάει κι έρχεται ακούραστη, ατέλειωτες στιγμές, ατέλειωτα δρομολόγια μέσα στη ζωή και στο χρόνο. Είναι χώρος δουλειάς, πηγή βιοπορισμού ναυτικών, που μετρούν στα νερά και στα κύματά της τις δυσκολίες της ζωής τους.  Είναι ο πόθος και η λαχτάρα μικρών και μεγάλων, όνειρο στο χειμώνα της ζωής και της μέρας μας, απόλαυση και ευτυχία. Είναι ακόμα ανάμνηση περιπάτων σε πλακόστρωτα καλντερίμια στα νησιά μας το καλοκαίρι, εκδρομών, θαλάσσιων σπορ.

 Στο απέραντο γαλάζιο ξεκουράζονται τα μάτια και η ψυχή μας, ηρεμούν οι απελέκητοι χαρακτήρες, λειαίνουν οι αιχμηρές συμπεριφορές. Απρόσεκτη η θάλασσα χαλάει τους πύργους, τους αμμόλοφους που χτίζουν τα μικρά παιδιά.  Χιλιοτραγουδισμένη,  σκορπά ήχους από τη μουσική του Σταμάτη Σπανουδάκη,  μα θυμίζει και  ποίηση Νίκου Καββαδία που σε καλεί να χορέψεις πάνω στο φτερό του καρχαρία.   Μούσα τόσων και τόσων ζωγράφων, καλλιτεχνών, πηγή ζωής, έμπνευση και δημιουργίας για λογοτέχνες και μη, πηγή χαράς και νοσταλγίας σε ταξιδεύει εκεί που σε πάνε οι θάλασσες του νου και της ψυχής σου. Γλάροι και θαλασσοπούλια ταξιδεύουν στους ορίζοντές της, βουτούν, βυθίζονται και ξανασηκώνονται, συναγωνιζόμενοι στην κίνηση εφηβικά δελφίνια που αλωνίζουν στις παιδικές χαρές της. Συνδέεται με το άγνωστο και την περιπέτεια το άκαρπο  πέλαγος του Ομήρου. Ο πορτογάλος ποιητής Λουίς Καμοϊς έλεγε για το ακρωτήριο Κάμπο ντα Ρόκα, το δυτικότερο άκρο της Ευρώπης: "Εδώ τελειώνει η στεριά κι αρχίζει η θάλασσα" υπονοώντας το άγνωστο της μοίρας, της τύχης, της ζωής μας.

Επιθυμία,  υποχρέωση  κι ευχή όλων μας να  έχει η τόσο πολύτιμη θάλασσά μας την προσοχή και την φροντίδα όλων μας, να είναι πάντα καθαρή κι αμόλυντη από σκουπίδια, συμφέροντα, αμέλεια, απερισκεψίες, να είναι πάντα πηγή ζωής γι' αυτό τον πλανήτη. Ας μην  μολύνουμε ασυνείδητα κι άσκεφτα  τον πλούτο της με  πλαστικά, λύματα και πετρελαιοκηλίδες, ας μην εναποθέτουμε στις παραλίες, θάβουμε στα νερά της απόβλητα, ο, τι  μας περισσεύει, ας σεβόμαστε το φυσικό περιβάλλον, που μας χαρίζει ενέργεια, δύναμη, ζωή, ξεκούραση, ας κρατάμε   καθαρές θάλασσες κι ακτές!

(Φωτ : πίνακας του Κωνσταντίνου Βολανάκη)

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ