Ο εφιάλτης του Μίνωα και η ατίμωση της κρητικής γαίας

Κωστής Μαυρικάκης
Κωστής Μαυρικάκης

Η Κρήτη των αιώνων στεγνώνει από τη μυστικότητά της. Από τους μύθους και την ιστορία της που ταυτοποιούνται με τη φύση και το τοπίο. Φτάσαμε στις φοβερές μέρες που περνάμε από την άλωση των συμβολισμών στην οριστική παράδοση των προαιώνιων «ασημικών» του νησιού

 



Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ

 

Ο Μίνωας αναπαύεται κάτω από τα σκιερά αντιστήλια του πολυδαίδαλου ανακτόρου της Κνωσού. Η λευκή ποταμίσια γενειάδα του ξεχύνεται ίσαμε χαμηλά· από το πηγούνι ως τον ομφαλό του, και τα αμυγδαλοκροκάτα μάτια του λαγοκοιμούνται μέσα στους ήχους των τζιτζικιών από τα  λιόδεντρα και τα αμπέλια στους σάρκινους χωματόλοφους γύρω από τα ατείχιστα ανάκτορά του. Ειρηνικός και ευτυχισμένος ρεμβάζει μέσα στη βεβαιότητα του κραταιού βασιλείου του και της αφθονίας που του προσφέρουν τα γεμάτα με λάδι, κρασί και άλλα αγαθά, πιθάρια στις αποθήκες του. Γεύεται γαλήνιος το μεσημεριανό ελαφρύ ύπνο του, χαϊδεύοντας ανάλαφρα τη γενειάδα του και το μενταγιόν από αχάτη με το διπλό πέλεκυ στο στήθος του. Ο απαλός ζέφυρος που θωπεύει ανάλαφρα με την πνοή του τον πορφυρό και πτυχωτό βασιλικό του χιτώνα, ξεχύνεται μέσα στους ζωγραφισμένους με παιχνιδιάρικα δελφίνια, και εξωτικά φυτά και πουλιά διαδρόμους και στοές, και χάνεται στα θεοφύτρωτα πολύχρωμα κυματιστά κρινάκια των πλακόστρωτων αυλών που υποκλίνονται στο πέρασμά του. Οι ταύροι ανεχαράζουν και βαριανασαίνουν στην κάψα του καλοκαιριάτικου μεσημεριού στα σκιερά περιστύλια του ανακτόρου, περιμένοντας τα βραδινά ταυροκαθάψια προς τιμή της αντιπροσωπείας του Φαραώ.

Το ανθρωπόμορφο τέρας του, ο αδηφάγος Μινώταυρος βρυχάται στο δαιδαλώδη λαβύρινθο που του ‘χτισε ο Δαίδαλος και ο γιγαντόσωμος μπρούτζινος φύλακας, ο Τάλως, ακριβό δώρο της μάνας του Ευρώπης, πιστός στη δούλεψη του βασιλιά, σουλατσάρει καθημερινά τρεις φορές απ’ άκρη σ’ άκρη στο νησί για την τήρηση και την εφαρμογή των νόμων κρατώντας στα χέρια του τις χάλκινες πλάκες με τη νομοθεσία, αλλά και την επίβλεψη των ακτών του νησιού από τους εχθρούς. Τα καράβια των Αιγυπτίων, λίγο βορειότερα προς το γιαλό, φορτώνουν στ’ αμπάρια τους, κορμούς από τα κρητικά δάση, πιθάρια και αμφορείς με λάδι, κρασί, μαλλί, σύκα, μέλι και σταφίδες. Όλα πάνε πρίμα στο μεγάλο πατέρα και βασιλιά. Τότε, τι έχει να φοβηθεί; Τίποτα!

Βυθίζεται κι άλλο στην αυγουστιάτικη μεσημεριανή του ρέμβη, που γίνεται όνειρο. Όνειρο που του στρώνουν οι φλύαροι τζιτζικόφθογγοι και η μαϊμού που του κάνει αέρα με τα βαθυπράσινα μπανανόφυλλα που του ‘πεψε ο Σαρπηδώνας από τα Μάλια. Και τότε ο μεγάλος βασιλιάς ονειρεύτηκε στην αγρύπνια του δικού του ονείρου. Ονειρεύτηκε πως είδε το μακρινό αύριο του βασιλείου του, μέσα απ’ την ύλη και τις σκιές ενός αινιγματικού και αληθινού χρόνου που έφτανε μέχρι το 2017 μ.Χ.

 

Κι είδε στην αρχή τις δυο όψεις της Κρήτης. Τη βορεινή και τη νοτική. Το κρητικό και το λιβυκό πέλαγος, τα δυο χωριστά προσωπεία του νησιού. Τη μεριά τη στραμμένη στον αχαϊκό βορρά και τη μεριά τη στραμμένη στο μαύρο μυστήριο. Το βορρά το γεμάτο πολιτείες, με δυνατά τειχογυρισμένα κάστρα, μπεντένια, πύργους  και λιμάνια. Είδε μετά τη δυναστεία του, το βασίλειό του να περνά με τη σειρά στους Αχαιούς, στους Δωριείς, στα κλασικά και ελληνιστικά χρόνια. Μετά στις Ρωμαϊκές λεγεώνες. Αργότερα στους Βυζαντινούς, στους Άραβες και ξανά στους Βυζαντινούς, και πιο μετά στους Γενουάτες, τους Βενετσιάνους και του Οθωμανούς. Κι ύστερα στους Νεοέλληνες. Κι ένα πράμα έκανε εντύπωση στον κραταιό βασιλιά, μέσα από τους ποταμούς των αιμάτων και των χαλασμών που έβλεπε: Όλοι που περάσανε από το βασίλειό του σεβαστήκανε δυο πράματα: Το τοπίο και τη φύση του…

Μα όταν το όνειρο περνούσε στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα ο βασιλιάς, δεν πίστευε στα μάτια του, με τούτα τα φρικιαστικά, σαν από Δαντική Κόλαση που ‘βλεπε. Είχε δει πολέμους, χαλασμούς, πυρπολήματα, ολοκαυτώματα, μάχες, πολιορκίες, σφαγές, επαναστάσεις... Μα τα βουνά κι οι θάλασσες στο προφητικό του όνειρο, μένανε απείραχτα. Η μάνα γη και θάλασσα ήτανε ιερές, έτσι είχε παραγγείλει στους απογόνους του. Και το κράταγαν για αιώνες… Κι έφτασε έτσι τ’ όνειρο στα καλοκαίρια μετά το 2015 μ.Χ. Κι ήτανε τότε που άρχιζε να τον λούζει ο κρύος ιδρώτας το σοφό βασιλιά. Έβλεπε, έβλεπε και δεν πίστευε στο όνειρο ο γέρο Μίνωας:  

Είδε εναπομείναντες επίγειους παράδεισους, νησάκια με τροπικά νερά μνημεία της φύσης και περιοχές NATURA και CORINE να λεηλατούνται συστηματικά και δίχως προσχήματα, κάτω από ένα καλά οργανωμένο δίκτυο σιωπής και ομερτάς τοπικών αυτοδιοικητικών και διωκτικών αρχών…  

Είδε θηριώδη πλοία με αλλοπρόσαλλα στίφη εκβαρβαρισμένων, αλλοπρόσαλλων και χαπακωμένων φτηνοτουριστών με εκκωφαντικές μουσικές να διαπλέουν αβαθείς και ευλίμενους κόλπους, κηρυγμένους τόπους ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και εναλίων αρχαιοτήτων με αρχαία ναυάγια, ξαμολώντας τους πάνω σε ομηρικά ακρογιάλια και ακτές σε θεσπισμένους αρχαιολογικούς χώρους και δασικές περιοχές, ταΐζοντας τους με  άνοστες κατεψυγμένες μπριζόλες στρατού, που ψήνονταν πάνω σε θαλάσσια χαράκια ανάβοντας φωτιές δίπλα σε χαρουπιές, σκίνους και κέδρους κάτω από την πολύχρονη, κατ’ εξακολούθηση,  συστηματική και ένοχη σιωπή των κρατικών και διωκτικών αρχών.

 

Είδε να διαστρώνονται χιλιάδες τόνοι μπετόν αρμέ μέσα στη θάλασσα με εξειδικευμένους δύτες που δούλευαν νύχτα με προβολείς και μπετονιέρες σκυροδέματος που σκυροδετούσαν κρηπιδώματα μπροστά από άχαρης και αποκρουστικής αρχιτεκτονικής μπανγκαλόουζ κτισμένα πάνω στην αφρόσκονη των κυμάτων, εξαφανίζοντας μοναδικά τεφρόμαυρα βράχια σμιλεμένα απ’ τους ανέμους και τα νερά, που περίμεναν εκεί από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.  

Είδε μπουλντόζες να μπαζώνουν και να οικοπεδοποιούν θάλασσες μέσα σε κηρυγμένους τόπους εναλίων αρχαιοτήτων με τη συγκάλυψη και την καθοδήγηση ξυλοσχιστών υπουργών μιας ανίερης συμμαχίας συγκυβέρνησης από χαρτοκοπτικές φιγούρες.  

Είδε θηριώδεις και φαραωνικές κατασκευές χρόνια τώρα, να φορτίζουν ολόκληρη τη βόρεια ακτογραμμή του νησιού. [«Τερατώδη σε μέγεθος ξενοδοχειακά συγκροτήματα, διεθνοποιημένα, απρόσωπα, προορισμένα για ευτελέστατα πακέτα χύδην τουρισμού… Κάθε στοιχειώδους καλλιέργειας άνθρωπος, οποιασδήποτε φυλής, εθνότητας, καταγωγής, σίγουρα θα προτιμούσε δεκαπέντε μέρες εγκλεισμού στον Κορυδαλλό, παρά διακοπών στα Μάλια ή στη Χερσόνησο» έγραφε πριν από χρόνια ο έλληνας διανοούμενος Χρ. Γιανναράς σε επιφυλλίδα του].

 

Είδε τεράστιες επιφάνειες καθρεφτών που αποτιμούνται σε χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα να κείτονται ανάσκελα σαν γυάλινοι τάφοι σε συστοιχία, σε αποψιλωμένα εδάφη με νοτικό προσανατολισμό σε λοφώδεις και βουνίσιες πλαγιές, (καλούμενοι δίκην αειφορίας και βιώσιμης ανάπτυξης ως φωτοβολταϊκά πάρκα), που επιστρέφουν έντοκα τον ήλιο στους αστροναύτες του διεθνούς διαστημικού σταθμού σε ύψος 400 χλμ.!  

Είδε εκατοντάδες συστοιχίες γιγάντιων ανεμόμυλων / ανεμογεννητριών που θα τρέλαιναν κι αυτόν ακόμη τον Δόν Κιχώτη του Θερβάντες σε σπαθωτές συνεχόμενες βουνοκορυφές, ανάδια στο κρητικό πέλαγος που καραδοκούν να τιθασεύσουν τον αίολο μετουσιώνοντας τους κρητικούς ορίζοντες σε παράφορη και καχεκτική αταξία, ασυμμετρία και αρρυθμία. [Η «Ελληνική Γραμμή» το κείμενο μανιφέστο του Περικλή Γιαννόπουλου πριν από μισόν αιώνα για το ελληνικό τοπίο, που ύμνησε τη φωτεινότητα, την καθαρότητα, την τερπνότητα, την ολιγότητα, την άνεση, την ευταξία την ευγραμμία δεν μπορεί να σταθεί στην εκχυδαϊσμένη αποϊεροποίηση των κρητικών βουνών με πρόσχημα τη βιωσιμότητα].  

Είδε θηριώδη τετράτροχα μηχανοκίνητα οχήματα τρακτέρ, τις γνωστές γουρούνες, και τα θεόρατα τζιπ 4Χ4 σε σχηματισμούς καραβανιών ημερήσιων «εκδρομών», μουγκρίζοντας χειρότερα και από το Μινώταυρό του, που δεν περιορίζονταν μοναχά στο πεδινό οδικό δίκτυο του νησιού, αλλά ατίμαζαν με τη βαρβαρική τους επέλαση τις ύστατες κορυφές των βουνών του… [Τόπους κηρυγμένους από ελληνικά και ευρωπαϊκά θεσπίσματα για την προστασία της βιοποικιλότητας και του τοπίου,  περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης, με τα θηριώδη τετράτροχα να αφήνουν σαν κορδόνια πίσω τους ολόκληρα χιλιόμετρα από πυκνοσύννεφη χωματόσκονη που σηκώνουν στο πέρασμά τους και που συναγωνίζονται τις αμμοθίνες από τα στρατιωτικά τζιπ στις ερήμους των εμπόλεμων ζωνών της Μέσης Ανατολής. Οι φιδογυριστοί χωματόδρομοι που οδηγούν πλέον στα κρητικά ύψη, στις απόλυτες ιερές συμβολικές κορυφές του Ψηλορείτη, έχουν αποδομήσει το τοπίο ως πνευματικό μόρφωμα και έχουν αποϊεροποιήσει τη φύση αφού είναι κυρίαρχα μέσα συστηματικής, αλόγιστης  και κατ’ εξακολούθηση κατακρεούργησης και σκύλευσης τους].

Ο Μίνωας είχε ήδη ξυπνήσει λουσμένος στον κρύο ιδρώτα και στους σπασμούς…

  

Η κληροδοτημένη επί αιώνες αναντικατάστατη αξία της κρητικής φύσης και του τοπίου, εκείνη που ύμνησαν οι ευρωπαίοι περιηγητές και λογοτέχνες με τον πιο συναρπαστικό λυρικό τρόπο, αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα του τόπου που άντεξε κάτω από τις πολλαπλές εχθρικές μπότες, κατοχές και πολέμους, κινδυνεύει να πλέον να απολεσθεί οριστικά και αμετάκλητα από τη βαρβαρική επέλαση ληστρικών παρεμβάσεων σε ειρηνικούς καιρούς, που κατευθύνονται μονάχα από το κέρδος και εκπορεύονται από την οικονομία. Ο «φύσει και θέσει» κυρίαρχος, επιτελικός και καθοριστικός ρόλος μιας συντεταγμένης Πολιτείας και ενός κράτους δικαίου που εμπνέεται και καθοδηγείται από προμηθεϊκές παρεμβάσεις σχεδιασμού πολιτικής προστασίας και διαχείρισης του τοπίου και όχι από επιμηθεϊκές λογικές πυρόσβεσης, δοκιμάζεται οικτρά.

Το κρητικό τοπίο που είναι έμπλεο από έννοιες και αξίες όπως συνέχεια και μνήμη, το κρητικό τοπίο που εμπεριέχει την ουσιοκρατική άποψη που συμπυκνώνει τη σταθερή και αναλλοίωτη στο χρόνο αξία της Ελληνικότητας, το κρητικό τοπίο που είναι θεματοφύλακας διαχρονικών αξιών και τρόπος άμεσης σύνδεσης με τους προγόνους και πρόσληψης με την Ιστορία, δοκιμάζεται, βεβηλώνεται, λεηλατείται. Σήμερα απέναντι στο πολυποίκιλο ολοκαύτωμα και βεβήλωσή του, καθίστανται επίκαιρα όσο ποτέ άλλοτε οι αξίες, οι αρχές και οι στοχασμοί των επιφανών διανοούμενων της γενιάς του ‘30, που μέσα από την «Κοσμητεία του Ελληνικού και Αττικού τοπίου» συνέβαλαν με καθοριστικό τρόπο στη διατήρηση της ελληνικότητας του.

 

Ο ιστορικός λόγος του μεγάλου Έλληνα αρχιτέκτονα και διανοητή Δ. Πικιώνη τον Ιανουάριο του 1957 περί της «γαίας ατίμωσης» είναι όσο ποτέ άλλοτε επίκαιρος και προφητικός για την Κρήτη όπου το τοπίο και η φύση, γεννήτορες και λίκνα του δυτικού πολιτισμού και μοναδικές προβολές της ψυχής στην ύλη, υπόκεινται σε αυτόν τον πρωτόγνωρο εκβαρβαρισμό και χυδαία ύβρη, με αδύναμο θεατή τη συντεταγμένη Πολιτεία. Βρισκόμαστε ενώπιων μιας  κατ’ εξακολούθηση εμβληματικής βεβήλωσης η οποία απειλεί να εξαφανίσει ο,τιδήποτε έμεινε ανέγγιχτο στο διάβα τόσων αιώνων.

Η μνήμη και ή αίσθηση της ιερότητας του κρητικού τοπίου απωλέστηκαν, και ψυχομαχούν κάτω από τις ερπύστριες ενός ομογενοποιημένου και διεθνοποιημένου κόσμου που εισβάλλει αναίμακτα και μετουσιώνει και την Κρήτη σε ένα άχρωμο, άοσμο και άγευστο τόπο που διαπερνάται από την ομοούσια κρεατομηχανή της παγκόσμιας αθλιότητας και καθολικότητας. Το κρητικό τοπίο και φύση, ως παλίμψηστα και αδιαίρετες ενότητες με την ιστορία του νησιού, ως τα αφηγηματικά πεδία ενός αιώνιου κόσμου που έθεσε θεμέλια Πολιτισμών και Αξιών χαροπαλεύουν κάτω από τον αφανισμό που τα οδηγεί στην τελεσιδικία του οριστικού θανάτου.

Μεταξύ άλλων, τα τοπικά ΣΧΟΟΑΠ (χωροταξικά σχέδια των Δήμων) είναι προσχήματα και φύλλα συκής απέναντι σε μια προδιαγεγραμμένη επαπειλούμενη βεβήλωση της κρητικής φύσης και του τοπίου, όπου με περίσσιο κυνισμό και υποκρισία εκπονούνται και θεσμοθετούνται καθ’ υπαγόρευση της οικονομίας. Μια χωροταξία που ρυμουλκείται άλλωστε από την αγορά, προφανώς δεν μπορεί να εγγυηθεί τη βιωσιμότητα του φυσικού και τοπιακού αποθέματος μιας χώρας.

Η Κρήτη των αιώνων στεγνώνει από τη μυστικότητά της. Από τους μύθους και την ιστορία της που ταυτοποιούνται με τη φύση και το τοπίο. Φτάσαμε στις φοβερές μέρες που περνάμε από την άλωση των συμβολισμών στην οριστική παράδοση των προαιώνιων «ασημικών» του νησιού. Ο τόπος αποστραγγίζεται καθημερινά από το μυστικισμό του, με ένα κράτος που αδύναμο, (αν όχι ανύπαρκτο) παρακολουθεί το «ολοκαύτωμα». Δεν είναι τυχαίο ότι από το όνειρο - εφιάλτη του Μίνωα, πέρασαν σαν αστραπή τα λόγια του ποιητή που αποτέλειωσαν και το γέρο βασιλιά: «Τα φρικτά σηκώνει η γης, κι η ψυχή τα φρικτότερα».

 

[email protected]

  

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ