Η Ουκρανική Κρίση και η Ευρωπαϊκή Αγορά Ενέργειας

Αριστείδης Κυπράκης
Αριστείδης Κυπράκης

Οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη αναζητούν τρόπους ελάφρυνσης των πολιτών από την πρωτόγνωρη αύξηση του κόστους ζωής

Του Αριστείδη Κυπράκη*

Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει ανεβάσει το κόστος του φυσικού αερίου στην Γηραιά Ήπειρο σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα οι πολίτες ολόκληρης της Ευρώπης να βρίσκονται αντιμέτωποι με μία δυσβάσταχτη αύξηση του κόστους της καθημερινότητάς τους, ενώ ήδη παρατηρείται η μετακύλιση της αύξησης του κόστους της ενέργειας και σε διάφορους άλλους κλάδους της οικονομίας. Η αύξηση αυτή είναι ακόμα υψηλότερη στις χώρες που έχουν μεγάλη εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, είτε για θέρμανση, είτε για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Δεν θα πρέπει δε να παραγνωριστεί ότι η ουκρανική κρίση έρχεται σε ιδιαιτέρως άσχημη συγκυρία, με την οικονομία της χώρας μας να προσπαθεί να ανακάμψει από μια άλλη κρίση, αυτή της πανδημίας. Οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη αναζητούν τρόπους ελάφρυνσης των πολιτών από την πρωτόγνωρη αύξηση του κόστους ζωής, ενώ παράλληλα συντάσσουν στρατηγικές απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Πώς φτάσαμε ως εδώ και γιατί η ουκρανική κρίση προκάλεσε τέτοια αύξηση στην τιμή της ενέργειας; 

Η Εικόνα 1 παρουσιάζει τους αγωγούς εισαγωγής φυσικού αερίου στην Ευρώπη καθώς και τους τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Μέσω των αγωγών Nordstream, Yamal, Turkstream και αυτών που διασχίζουν την εμπόλεμη Ουκρανία, η Ρωσία είναι ο κύριος πάροχος φυσικού αερίου στην Ευρώπη συνεισφέροντας το 2019, πριν την πανδημία, το 37% της συνολικής ποσότητας φυσικού αερίου που καταναλώθηκε στην Ευρώπη (32% το 2021). Μικρότερες ποσότητες προέρχονται από τη Νορβηγία, το Αζερμπαϊτζάν (μέσω Τουρκίας), την Αφρική (Αλγερία και Λιβύη), και από υπεράκτιους προμηθευτές μέσω τάνκερ, από τους τερματικούς σταθμούς LNG.

A map of the world

Description automatically generated with medium confidence

Εικόνα 1: Οι κύριες οδοί εισαγωγής φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Με κόκκινο κύκλο σημειώνονται οι τερματικοί σταθμοί υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Πηγή: bruegel.org

Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμο να εξηγηθεί με απλά λόγια η λειτουργία της αγοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Το εμπόριο φυσικού αερίου διεξάγεται μέσα από δύο διακριτούς μηχανισμούς: με την αγορά άμεσης παράδοσης (spot market), και μέσω των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (futures contracts). Ο κύριος όγκος των συναλλαγών γίνεται δια των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, βάσει των οποίων το φυσικό αέριο παραδίδεται έναν ή και περισσότερους μήνες μετά την αγορά του. Οι εθνικοί πάροχοι ενέργειας έχουν έτσι τη δυνατότητα να αγοράζουν φυσικό αέριο όταν η τιμή του είναι χαμηλή, για αποθήκευση ή/και μελλοντική κατανάλωση, ενώ τυχόν διαφορές μεταξύ της διαθεσιμότητας και της ζήτησης καλύπτονται σε πραγματικό χρόνο μέσω της αγοράς άμεσης παράδοσης. Μέσω του παραπάνω μηχανισμού, η αγορά, και τελικά η τιμή του φυσικού αερίου διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο (1) από τις διαθέσιμες ροές (και τα αντίστοιχα κόστη) του κάθε προμηθευτή, και (2) από την διαθεσιμότητα του αποθηκευμένου αερίου σε κάθε χώρα. Το γράφημα στην Εικόνα 2 παρουσιάζει την εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά για συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης από την αρχή του 2021. Αξίζει να γίνουν δυο παρατηρήσεις: πρώτον, η τιμή του φυσικού αερίου κατά την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου ήταν περίπου δωδεκαπλάσια αυτής του ίδιου χρονικού διαστήματος το 2021 (κάτι που δεν έχει κανένα ιστορικό προηγούμενο!), και δεύτερον, η απαρχή της αύξησης δεν είναι πρόσφατη αλλά εντοπίζεται γύρω στον Μάιο του 2021.

Εικόνα 2: Η εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά για συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (Dutch TTF futures) σε €/MWh, 2021-2022. Πηγή: statista.com, Μάρτιος 2022

Ποιος ευθύνεται όμως για την κατακόρυφη αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου; 

Όσοι παρακολουθούν την αγορά ενέργειας θα θυμούνται ότι οι ροές στην Ευρώπη από τον βασικό προμηθευτή μας, την Ρωσία, ήταν μειωμένες για ένα μεγάλο μέρος του 2021, αρχής γενομένης γύρω στον Μάιο του ίδιου έτους, ενώ κατακρημνίστηκαν τους πρώτους δύο μήνες του 2022 με την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων έναντι της Ουκρανίας. Ενδεικτικά, μόνο το τελευταίο τρίμηνο του 2021 καταγράφηκε μείωση των ροών κατά 25%, ενώ μέχρι στιγμής το 2022 καταγράφεται μείωση 37%, δηλαδή πάνω από ένα τρίτο λιγότερο φυσικό αέριο καταφτάνει από τη Ρωσία, σε σύγκριση με έναν χρόνο πριν· βλ. Εικόνα 3. Η μείωση των ροών από τη Ρωσία αντισταθμίστηκε με την αγορά από άλλους (ακριβότερους) προμηθευτές, κυρίως μέσω της αγοράς άμεσης παράδοσης (spot market). Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αγωγός Yamal μέσω Λευκορωσίας και Πολωνίας είχε ουσιαστικά σταματήσει να φέρνει φυσικό αέριο τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, ενώ κατά το ίδιο διάστημα οι αγωγοί μέσω Ουκρανίας μετέφεραν ποσότητα λιγότερη από τη μισή του μέγιστου δυναμικού τους. 

Εικόνα 3:Ετήσια μεταβολή των εισαγωγών φυσικού αερίου στην Ευρώπη (δισ. m3), 10/21-01/22.
Πηγή: iea.org, Μάρτιος 2022.

Επιπλέον, στην Εικόνα 4 παρουσιάζονται τα επίπεδα του αποθηκευμένου φυσικού αερίου σε όλη την Ευρώπη κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Η γκρίζα περιοχή ορίζει το ιστορικό μέγιστο και ελάχιστο του αποθηκευμένου φυσικού αερίου. Η πληρότητα των ευρωπαϊκών δεξαμενών (πορτοκαλί ίχνος) κατά τα μέσα Ιουνίου κατέρριψε το ρεκόρ ελαχίστου για την εποχή, λόγω της αύξησης της ζήτησης και της μειωμένης παροχής από τη Ρωσία. Μέχρι και αυτή τη στιγμή, τα αποθέματα φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή ήπειρο βρίσκονται κάτω από το προηγούμενο ιστορικό ελάχιστο, μόλις στο 31% της συνολικής τους χωρητικότητας.


Εικόνα 4: Μεταβολή της ποσότητας αποθηκευμένου φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή επικράτεια σε δισ. m3 (2021-2022).
Πηγή: iea.org, Μάρτιος 2022.

Από τα παραπάνω γίνεται ξεκάθαρο ότι κατά την παρούσα περίοδο η άνοδος του κόστους του φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχει άμεση συσχέτιση με την μείωση των ροών από τη Ρωσία, αφού αυτές αντικαταστάθηκαν από πηγές με μεγαλύτερο κόστος. Επιπλέον υπάρχουν ακόμα δυο αιτίες που συνείσφεραν στην αύξηση αυτή. Πρώτον, δημιουργήθηκε μεγαλύτερη ανάγκη κάλυψης των μειωμένων διαθεσιμοτήτων μέσω του λιγότερο προβλέψιμου σε περιόδους αστάθειας μηχανισμού της αγοράς άμεσης παράδοσης, και δεύτερον, ήταν φυσικό επακόλουθο ότι ο νόμος προσφοράς-ζήτησης θα επέφερε περαιτέρω άνοδο του κόστους των (ήδη ακριβότερων) εναλλακτικών (π.χ. LNG).

Η Ρωσία δια στόματος του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ έσπευσε να διαψεύσει ότι οι ροές είναι μειωμένες (χαρακτηριστική η σχετική δήλωση σε συνέντευξη στο τηλεοπτικό κανάλι Rossiya-1 που έπαιξε και στα ελληνικά ΜΜΕ). Στην πραγματικότητα όμως, αν και κατά το περασμένο έτος η Ρωσία όντως κάλυψε τις συμβατικές της υποχρεώσεις προς την ΕΕ μέσω των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, άφησε σκοπίμως άδειες τις ιδιόκτητες δεξαμενές αποθήκευσης της κρατικής ρωσικής εταιρίας Gasprom στην Ευρώπη, ενώ κατά το ίδιο διάστημα δεν έκανε καμία προσφορά στην αγορά άμεσης παράδοσης (spot market), και ταυτόχρονα πίεζε τη Γερμανία για την ενεργοποίηση του νέου αγωγού NordStream 2. 

Πού βρισκόμαστε τώρα; 

Η μικρή αποκλιμάκωση της τιμής της μεγαβατώρας των τελευταίων ημερών στην ευρωπαϊκή αγορά είναι ένα καλό σημάδι, αλλά ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι θα συνεχιστεί για μεγάλο διάστημα, όσο η Ρωσία δεν δείχνει να σταματά τις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Παράλληλα υπάρχουν και διάφορες άλλες αιτίες που κατά καιρούς επηρεάζουν αρνητικά την διαθεσιμότητα (σε μικρότερη κλίμακα) όπως π.χ. η μείωση κατά 10% της παραγωγής φυσικού αερίου σε Ολλανδία και Νορβηγία το περασμένο έτος για λόγους ασφαλείας, συντήρησης κλπ. Επιπλέον, με την αυξανόμενη δια θαλάσσης μεταφορά (υγροποιημένου) φυσικού αερίου, η αγορά ενέργειας έχει πλέον αποκτήσει μια παγκόσμια δυναμική. Η επιστροφή στην ανάπτυξη σε όλον τον κόσμο με την επανεκκίνηση των οικονομιών μετά την κρίση της πανδημίας, συνεισφέρει στην αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου, και αυτό αντικατοπτρίζεται και εντός της ευρωπαϊκής αγοράς. 

Εδώ θα πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι δεν τίθεται θέμα ενεργειακής επάρκειας ούτε στην Ελλάδα, ούτε στην Ευρώπη. Ειδικά για την Ελλάδα, η ζήτηση μπορεί βραχυπρόθεσμα να καλυφθεί από εναλλακτικές πηγές (προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου, αύξηση των ροών του Αζέρικου αερίου μέσω Τουρκίας, επέκταση της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας). Δυστυχώς όμως οι λύσεις αυτές έρχονται με αυξημένο κόστος. Από την άλλη, αν και σε τοπικό επίπεδο η μεσογειακή άνοιξη αναμένεται να μετριάσει κάπως τις ενεργειακές μας ανάγκες, η έναρξη της τουριστικής περιόδου πρόκειται και πάλι να αυξήσει τη ζήτηση. 

Ποια είναι η λύση στο πρόβλημα; 

Προφανώς το “business as usual” δε μπορεί επ’ ουδενί να αποτελέσει επιλογή. Οι λογαριασμοί ενέργειας που λαμβάνουν οι πολίτες είναι εξωπραγματικοί και σε συνδυασμό με την παράλληλη αύξηση του κόστους των υγρών καυσίμων δημιουργούν κυριολεκτικά και μεταφορικά ένα εκρηκτικό μίγμα για την κοινωνική συνοχή. Παρά την δεδομένη δημοσιοοικονομική στενότητα, η κυβέρνηση οφείλει να επεκτείνει τη δέσμη μέτρων στήριξης, ώστε από τη μία πλευρά να ανασχέσει την αύξηση του κόστους της ενέργειας, και από την άλλη να υποστηρίξει τον πολίτη και τις επιχειρήσεις μέχρι να εξομαλυνθεί η λειτουργία της αγοράς. Πέραν της υφιστάμενης ενεργειακής επιδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, θα πρέπει να μελετηθούν λύσεις όπως η επιβολή πλαφόν στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου κατά τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, η φορολόγηση των υπερκερδών των παραγωγών με διοχέτευση των πόρων που θα προκύψουν είτε στην υποστήριξη νοικοκυριών που βρίσκονται στο φάσμα της ενεργειακής φτώχειας, είτε σε δράσεις βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων με κοινωνικά κριτήρια, η ενίσχυση των κινήτρων για την εγκατάσταση οικιακών φωτοβολταϊκών, η περαιτέρω ανάπτυξη της αυτοπαραγωγής και της τεχνολογίας ενεργειακού συμψηφισμού (net metering), καθώς και η επιτάχυνση της ανάπτυξης σταθμών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μεγάλης κλίμακας, όπως τα υπεράκτια αιολικά πάρκα. Παράλληλα σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αναγκαίο να προχωρήσει η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και εν γένει τα ορυκτά καύσιμα. Η επιστράτευση του άνθρακα μπορεί να δώσει βραχυπρόθεσμα προσωρινή λύση στην κρίση, όμως αποτελεί πισωγύρισμα στην προσπάθεια ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής. Εξάλλου, η ουκρανική κρίση μπορεί να μην είναι μόνιμη, όμως η ολοένα εντεινόμενη κλιματική αλλαγή θα δημιουργεί συνεχώς νέες ανάγκες αντιμετώπισης παρόμοιων φαινομένων στην αγορά ενέργειας. Είναι στο χέρι μας να μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία και να δημιουργήσουμε συνθήκες επάρκειας, αυτάρκειας και ισότιμης πρόσβασης στην ενέργεια για όλους, με το ελάχιστο δυνατό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

 

Πηγές

Statista, ‘Dutch TTF gas futures at the beginning of each week from January 4, 2021 to March 7, 2022’, 2022, https://edin.ac/3tc2D6T 

Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, ‘Russian supplies to global energy markets’, 2022, https://edin.ac/3q4zrNb 

McWilliams, B., G. Sgaravatti, G. Zachmann,‘European natural gas imports’, Bruegel Datasets, πρώτη δημοσίευση 29 Οκτ. 2021, https://edin.ac/3idQXKd 

Sgaravatti, G., S. Tagliapietra, G. Zachmann, ‘National policies to shield consumers from rising energy prices’, Bruegel Datasets, πρώτη δημοσίευση 4 Νοε. 2021, https://edin.ac/3Ibeoyy 

ΕΡΤ News, ‘Νόβακ: Ούτε η Γκάζπρομ ούτε η Ρωσία ευθύνονται για την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη’, https://edin.ac/3w2jMSd 

ABC News, ‘Ukraine crisis jolts Europe to push for secure energy supply’, https://edin.ac/34GgYyO 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ‘Quarterly Report Energy on European Gas Markets (issue 2, second quarter of 2021)’, 2021, https://edin.ac/3Id2eoW 

 



*Αναπληρωτής Καθηγητής στην πολυτεχνική σχολή του Παν. Εδιμβούργου και Διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος στα Προηγμένα Ενεργειακά Συστήματα.

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ