Οι περιπέτειες ενός εμβληματικού πίνακα για την Ελλάδα

Κωστής Μαυρικάκης
Κωστής Μαυρικάκης

Από το μέγαρο Μαξίμου στις αποθήκες της Εθνικής Πινακοθήκης ο κορυφαίος εμβληματικός πίνακας για την επανάσταση του 1821!

Του Κωστή Ε. Μαυρικάκη 

 

«Η μνήμη έχει μετατραπεί σε αξία που αντανακλά το πνεύμα της εποχής μας» (1)

 Μπορεί να υπάρχει η Ιστορία αν δεν συντηρείται από τη μνήμη; Από τη συλλογική ταυτότητα ενός έθνους, το αίσθημα της ομοιότητας μέσα στο χώρο και το χρόνο; Κι αν η μνήμη δεν είναι στατική και πάγια, αλλά επαναπροσδιορίζεται σύμφωνα με τις ανάγκες του παρόντος, τότε η αναγωγή της στην Εθνική Μνήμη που επιχειρεί να επανατοποθετήσει μετά από δυο αιώνες τη θέση της Ελλάδας στο σύγχρονο Κόσμο, μήπως μοιάζει με τον περίφημο «Μνημοπαθή» του Χ. Λ. Μπόρχες που υπέφερε από την ασθένεια της υπερβολικής μνήμης με αποτέλεσμα να θυμάται τα πάντα αλλά να μην είναι σε θέση να τα επεξεργαστεί κριτικά και να τα αναστοχαστεί; Όλα αυτά τα ερωτήματα ανακύπτουν από έναν άλλο εξίσου σχετικό προβληματισμό για την Τέχνη όταν αυτή σημειολογεί την Εθνική Μνήμη: Ποιος είναι ο ρόλος που η Ιστορία μπορεί να επιφυλάξει στη μοίρα ενός έργου τέχνης, ιδιαίτερα αν αυτό έχει συνδεθεί αμετάκλητα, καθοριστικά και τελεσίδικα με την ίδια την Ιστορία της χώρας;

Όπως μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης, οι προβληματισμοί και τα ερωτήματα εξειδικεύονται στην εξορία όχι μόνο από το μέγαρο Μαξίμου που κοσμούσε μέχρι το 2009 ως υπέρτατος συμβολισμός, αλλά και από τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, ενός από τους πλέον και μοναδικούς εμβληματικούς πίνακες  για την Εθνεγερσία του 1821.

Ο πίνακας «η Ελλάς ευγνωμονούσα» ή «Υπερ Πατρίδος το Παν» είναι έργο, λάδι σε μουσαμά, του Θεόδωρου Βρυζάκη, ενός από τους κορυφαίους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα και ιδρυτή της ρομαντικής σχολής του Μονάχου,  που φιλοτέχνησε το 1858. Θεωρείται το πρώτο ζωγραφικό έργο της μετεπαναστατικής Ελλάδας,  αφού πρόκειται για αλληγορία όπου η Ελευθερία και η Παναγία ταυτίζονται με τους οπλαρχηγούς του Αγώνα να τις προσκυνούν. Είναι το πρώτο ιστορικό με αλληγορική διάσταση, έργο της νεοελληνικής ζωγραφικής με τη δραματουργία της πολυπρόσωπης σύνθεσης να κατάγεται από τη μεταβυζαντινή ζωγραφική και ειδικά από την Παναγία του ισχυρού μανδύα, που τον έχει απλωμένο και κάτω από τον οποίο βρίσκουν προστασία οι πιστοί. Εδώ τη θέση της παίρνει η αλληγορία της Ελλάδος, μιας αρχαιοπρεπώς ενδεδυμένης και στεφανωμένης νέας γυναίκας, που μόλις έχει αποτινάξει τις αλυσίδες από τα πόδια της. Η ιστορική υπόμνηση είναι σαφέστατη: Τα ανοικτά χέρια ορίζουν συμβολικά μαζί με τα βουνά τον πλατύ ορίζοντα, ενώ ο κορμός μόλις αφήνει να διαφανεί τμήμα ενός δωρικού ναού. Η αξία του έργου ως ιστορικού ντοκουμέντου, θεμελιώνεται από τις πιστοποιήσιμες ταυτότητες των ατόμων, όλοι ήρωες του 1821 που βρίσκονται συγκεντρωμένοι σαν πιστοί γύρω  από τη νέα Ελλάδα που έχει σπάσει τις αλυσίδες της. Στο πρώτο επίπεδο απεικονίζεται ο Κολοκοτρώνης,  ο Μιαούλης και ο Καραϊσκάκης, στα δεξιά γονατισμένη η Μπουμπουλίνα, αριστερά ο Υψηλάντης και πιο μέσα διακρίνονται ο Παπαφλέσσας, ο Ρήγας,  Μπότσαρης και πολλοί άλλοι με τα χέρια πάνω στο στήθος κάτω από ένα χρυσό φως.  Πίσω από τη γυναικεία μορφή φαίνεται το τμήμα ενός δωρικού ναού που συνδέει το παρόν με το αρχαίο παρελθόν. Έργο με ιδιαίτερο συμβολισμό που δεν ήταν καινοφανής όταν δημιουργήθηκε. Προσωποποιήσεις της Μητέρας Πατρίδος Ελλάδας υπάρχουν από τα προεπαναστατικά χρόνια. Στον πίνακα του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου το 1911 απεικονίζεται ως ρακένδυτη γυναίκα που ανασύρεται από ένα σωρό ερειπίων υποβασταζόμενη από τον Ρήγα και τον Κοραή. Ο Θεόφιλος ζωγράφισε κατά παραγγελία του Μακρυγιάννη τον πίνακα «Η Ελλάς ευγνωμονούσα» που γράφει «εις την πλάκα της αθανασίας τα ονόματα των αγωνισθέντων υπέρ της Ελευθερίας φιλελλήνων».

Τον συμβολισμό αυτό αξιολόγησε ο πρώην πρωθυπουργός Α. Παπανδρέου και από το 1982 όταν το μέγαρο Μαξίμου ορίστηκε ως πρωθυπουργική έδρα, ο πίνακας κοσμούσε τον τοίχο πίσω ακριβώς από το γραφείο του πρωθυπουργού. Έτσι ο πίνακας έγινε ιδιαίτερα γνωστός μέσω τηλεοπτικών μεταδόσεων και φωτογραφιών από συναντήσεις του πρωθυπουργού. Μέχρι και το 2009 όλοι οι πρωθυπουργοί μετά τον Α. Παπανδρέου διατήρησαν τον πίνακα στη θέση του.

Η πρώτη αντικατάσταση του πίνακα έγινε από τον ΓΑΠ το 2009. Μόλις ο τότε πρωθυπουργός εγκαταστάθηκε στου Μαξίμου, οι αλλαγές που έκανε αφορούσαν και την απομάκρυνση του συγκεκριμένου πίνακα. Επέλεξε τον πίνακα του Θεόδωρου Στάμου «ατέρμονο πεδίο - Δελφοί», με την έντονη μπλε απόχρωση. Ενός ζωγράφου γεννημένου στη Νέα Υόρκη από έλληνες γονείς, πολύ γνωστός στην Αμερική αλλά σχεδόν άγνωστος στη χώρα μας παρότι είχε δωρίσει 45 έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη.

Η αποκαθήλωση του πίνακα από τον ΓΑΠ, έγινε αφορμή να προκύψουν αμέσως επικριτικά σχόλια στην ελληνική μπλοκόσφαιρα, αλλά η νέα διακόσμηση τότε είχε συναντήσει το θαυμασμό  της Αμερικανίδας ΥΠ.ΕΞ.  Χίλ. Κλίντον που δεν είχε κρύψει το ενδιαφέρον της για το έργο του Στάμου. Ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Γ. Πεταλωτής μετά από ερώτηση στη Βουλή, αναγκάστηκε να απαντήσει ότι  ο πίνακας του Βρυζάκη μεταφέρθηκε για συντήρηση στην Εθνική Πινακοθήκη.

Το 2012 όταν ένοικος του Μαξίμου έγινε ο Αντ. Σαμαράς, μια από τις πρώτες ενέργειές του ήταν να επαναφέρει στη θέση του τον πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη. Τα σχόλια τότε στη συντριπτική τους πλειονότητα στο διαδίκτυο ήταν θετικά, που συνέκλιναν ότι πλέον το πρωθυπουργικό γραφείο επιστρέφει στην κανονικότητά του αλλά η απορία παραμένει για το αν σίγουρα η σύγχρονη Ελλάδα είναι ικανή να ευγνωμονεί τους προγόνους της...

Τον Αντ. Σαμαρά διαδέχτηκε το 2015 στο πρωθυπουργικό γραφείο ο Αλ. Τσίπρας ο οποίος μεταξύ των αλλαγών που έκανε στη διακόσμηση του χώρου, επέλεξε να αντικαταστήσει τον πίνακα «η Ελλάς ευγνωμονούσα» του Βρυζάκη, με τον εξπρεσιονιστικό πίνακα «Αντίθεση»,  δάνειο έργο από τη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης και δημιούργημα ήδη από το 1980 του πειραιώτη εικαστικού, και αγαπημένου μαθητή του Μόραλη, Δημοσθένη Κοκκινίδη.

Το γεγονός, επέφερε πλήθος σχολίων στην ελληνική μπλοκόσφαιρα, κυρίως επικριτικών που μεταξύ άλλων συνοψίζονταν στην άποψη ότι η ηγεσία της κυβέρνησης ενοχλείται από τους συμβολισμούς της ελληνικής επανάστασης του 1821, επειδή δεν ήταν ταξική εξέγερση, αλλά πανεθνικός αγώνας.

 

Ο τωρινός ένοικος του Μαξίμου πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, δεν επέλεξε πίνακα από τη δεξαμενή της εθνικής πινακοθήκης, αλλά το έργο «Μπλε» του Γ. Αδαμάκου που ανήκει στην προσωπική του συλλογή, και το οποίο μετέφερε από το πολιτικό γραφείο του ως πρόεδρος της ΝΔ. Την ίδια ώρα θέλοντας να στείλει μήνυμα για την αδιάσπαστη ενότητα Ορθοδοξίας και παράδοσης, επέλεξε παράλληλα  και το έργο του Κ. Παρθένη «η Παναγία με τον Χριστό».

Οι φετινοί εορτασμοί για τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης επαναδιατυπώνουν το θέμα των αλλεπάλληλων μετακινήσεων του εμβληματικού για τη χώρα πίνακα από την πραγματική του θέση, που δεν είναι αλλού από το κορυφαίο κυβερνητικό, κρατικό κτίριο. Και θέτουν το ερώτημα εάν κορυφαίοι χώροι συμβολισμού θα πρέπει να μεταλλάσσονται ανάλογα με τις επιθυμίες και προθέσεις και γούστα των προσωρινών ενοίκων τους, αλλά να παραμένουν αλώβητοι από αδιαπραγμάτευτους  συμβολισμούς και την εθνική ταυτότητα.

Το Μαξίμου είναι ένας δημόσιος χώρος που οφείλει να εκφράζει τα ιδεώδη της Ελλάδας και της Ιστορίας της, που οι εκάστοτε ένοικοί του υπηρετούν. Και αυτό θα πρέπει να γίνεται αποδεκτό και σεβαστό. Ασφαλώς και θα ήταν αδιανόητο να αποκαθηλωθούν είτε από το Μέγαρο Ελιζέ, στα Ηλύσια Πεδία ,είτε από το Λευκό Οίκο τα καλλιτεχνικά έργα που είναι ταυτισμένα με τις μεγάλες ιστορικές στιγμές και τους εθνικούς αγώνες της Γαλλίας και της Αμερικής. Ή από τα κυβερνητικά κτίρια οποιασδήποτε άλλης χώρας του κόσμου.

Η ιστορικότητα και ο συμβολισμός του εξόριστου σήμερα έργου του Θεόδωρου Βρυζάκη, επιτάσσουν την επιστροφή του αν όχι στο μέγαρο Μαξίμου, στο Προεδρικό Μέγαρο. Και είναι τώρα η κατάλληλη ώρα. Η κα Σακελλαροπούλου έχει δείξει μέχρι σήμερα ότι είναι η Πρόεδρος των Θεσμών, των Αξιών και της βαθιάς Γνώσης της Ελληνικής Ιστορίας και των συμβολισμών της μέσα από την Τέχνη. Ας το τολμήσει κι ας ζητήσει η ίδια τον εμβληματικό πίνακα. Για να ξεφύγει η χώρα από την μπόχα της τραγικής επικαιρότητας που τη σαρώνει μαζί με την ανελέητη πανδημία. Ας κάνει, όπως οφείλει, ως πρώτος πολίτης, τους Έλληνες να ξανανοιώσουν υπερήφανοι, για να μην γίνουν οι εορτασμοί για τα 200 χρόνια ένα ανούσιο πανηγύρι. Οι συμβολισμοί είναι εξόριστοι και περιμένουν να πάρουν τη θέση που δικαιούνται. Άλλωστε, η Ιστορία δεν μπορεί να παραγραφεί από κανέναν νεωτερισμό…

  1. Henry Rousso, La hantise du passé, Les éditions Textuels, Paris 1998

 

 

 

 

 

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ