Στο ξημέρωμα του 2017!

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

Το 2016 πακετάρει, ετοιμάζει αποσκευές. Μέσα εκεί στοιβάζει, τοποθετεί στιγμές, ώρες, γεγονότα, όλα όσα έχουν αυτή τη χρονιά συμβεί. Ευχάριστα και δυσάρεστα, δικά σου, δικά μου, του κόσμου αυτού


της Μαρίας Λιονάκη

«Του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνου και του τροχού που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνου, και του καιρού τ’ αλλάματα που αναπαημό δεν έχου, μα στο καλό κι’ εις το κακό περιπατούν και τρέχου… αυτάνα μ’ εκινήσασι τη σήμερον ημέρα »( Ερωτόκριτος, Βιτσέντζου Κορνάρου)... να ταιριάξω  τις λέξεις  σ’ αυτή τη γραφή.

Οι προβλέψεις των μετεωρολογικών δελτίων επαληθεύτηκαν. Βροχές, καταιγίδες και χιόνι  κέρασε την Κρητική γη, συνοφρυωμένος οικοδεσπότης   αυτή τη φορά  ο καιρός. Αφού είχε δεχτεί τους προηγούμενους μήνες επανειλημμένα,  από τους άλλους τόπους σφοδρότατη κριτική,  ότι μεροληπτεί κι αγαπά περισσότερο αυτή τη γη,  που γέννησε το Δία, αποφάσισε να εξισορροπήσει την κατάσταση, ικανοποιώντας  με περισσότερο  ευνοϊκό καιρό άλλες περιοχές αυτή τη φορά. Έτσι το τελευταίο διάστημα ο καιρός  στην Κρήτη έχει αλλάξει απότομα  χαρακτήρα, συμπεριφορά. Βρέχει, αστράφτει και βροντά.   Βόρεια, νότια, δυτικά, ανατολικά, ολούθε…

Τα βουνά, τα πιο καλοθρεμμένα και φιλόδοξα παιδιά της γης έχουν τώρα  με χιόνι,   με ρούχο χειμωνιάτικο,  λευκό σκεπαστεί.  Από τις καμινάδες τους ξεπηδούν σύννεφα, που χορεύουν στον ουρανό το δικό τους χορό.  Τα ρυάκια, τα ποτάμια νιώθουν  ευτυχία,  πληρότητα,  χόρτασαν πια νερό και με τα καλάμια λάβαρα δοξάζουν το δημιουργό. Αρχόντισσες της εποχής οι γκριζοπράσινες ελιές, οι ασημένιες ελιές ξεκουράζονται περήφανες,   αφού έδωσαν για άλλη μια φορά, ως μάνες στα παιδιά τους, τον ευλογημένο καρπό. Ο πράσινος μανδύας της φύσης ποτίστηκε γενναιόδωρα και έθρεψε μυρωδάτα μανουσάκια που σκορπίζουν την πιο γλυκιά, αγαπημένη  μοσκοβολιά.  Ομίχλη, πάχνη,  σκιές περπατούν ρεμβάζοντας, ρομαντικές,    πάνω στη γη,  που κρυώνει, ενώ το φως στου κόσμου το  φωτιστικό  είναι τώρα χαμηλωμένο,  λιγοστό,  καθώς ο ήλιος είναι ανύπαρκτος, απών.

 Θαμπό φως νικημένου ήλιου. Αποτυγχάνει να ζεστάνει τα γυμνά κλαδιά των δέντρων  και μαζί τους αναπολεί μια αλλοτινή ηλιόλουστη, θαλερή εποχή… Το τιτίβισμα  λιγοστών πουλιών που αράζουν στο δικό τους  λιμάνι τα παρηγορεί. Η θάλασσα γυμνή από ανθρώπους κι αυτή, μόνο με τα βράχια  έχει κάτι νέο  να πει, ενώ ο ουρανός αγκαλιάζει σαν πατέρας αυτή τη γη.

Τελευταίο  Σάββατο αυτού του χρόνου, το θαμπό φως μιας  λάμπας στο δωμάτιο κοιτάζει κακιωμένο, καθώς δεν μπορεί τα φωτάκια του δέντρου σε λάμψη να συναγωνιστεί… Ταξιδεύει στο χώρο,  πλησιάζει τα ξύλα που καίγονται στο τζάκι, με κάποια ιστορία δάσους, βουνού,  φύσης θέλει   να ξεχαστεί… Στο τζάμι του παράθυρου ποτάμι που κυλάει σε γνώριμους δρόμους  η βροχή.  Αχνιστό τσάι βουνού, με κανέλα μέσα σε κούπα  χριστουγεννιάτικη, ζωγραφισμένη με ένα κόκκινο γκι.  Μαξιλάρι σε καναπέ μαλακό,  πουπουλένιο, σαν  τα όνειρα που έκανα μικρή. Παίρνω σκεφτική  μολύβι και χαρτί για να γράψω για το χρόνο που φεύγει αποχαιρετιστήρια επιστολή…


Το 2016 έχει γεράσει πια. Σε λίγο  365 ημέρες φορτώνεται, 365  ρυτίδες χαράσσουν το πρόσωπό του. Ασπρομάλλης γέροντας  στο φευγιό του  ο χρόνος αυτός , γεμάτος εμπειρίες, ηρεμία, σοφία. Πότε ήταν που νεογέννητο  τον υποδεχτήκαμε με τα καλά μας ρούχα, την καλή μας διάθεση, με φιλιά, τραγούδια κι ευχές; Πότε έφτασε η ώρα να τον αποχαιρετήσουμε, ξεδιαλέγοντας,  φυλάσσοντας με προσοχή κι αγάπη στο σεντούκι της μνήμης,  της ψυχής  ό,τι  πιο όμορφο αυτή τη χρονιά ζήσαμε;

Ο χρόνος   όμως είναι  λίγο ξεροκέφαλος,  εγωιστής.  Έχει ένα προνόμιο  αποκλειστικότητα. Γεννιέται, γίνεται έφηβος, ωριμάζει, γερνάει, πεθαίνει και φτου απ’ την αρχή. Νομοτελειακά, αδιάκοπα, αποφασιστικά.  Χωρίς  να μας χαρίσει τίποτα, ούτε ένα λάθος, ούτε μια χαμένη ευκαιρία, ούτε την επανάληψη μιας ευτυχισμένης στιγμής. Ζωή σε επανάληψη η δική του, ζωή σ’ ένα επεισόδιο η δική μας. Το δικό του καντήλι ανάβει και σβήνει πολλές φορές, το δικό μας  καντήλι, κερί  άναψε και θα σβήσει μια φορά. Ανάμεσα σ’ ένα άναμμα κι ένα σβήσιμο εκτυλίσσεται η ζωή μας. Μέσα εκεί θα χωρέσουμε όσα θέλουμε κι όσα δε θέλουμε. Τα προγραμματισμένα και τ’ αναπάντεχα. Πρόσωπα, γεγονότα, αλήθειες και ψέματα. Ανάγκες, επιθυμίες και όνειρα. Όσα εκπληρώθηκαν κι όσα δεν θα εκπληρωθούν. Όλα ανάμεσα στο άναμμα και στο σβήσιμο ενός κεριού που λιώνει. Ίδιου με το άναμμα και το σβήσιμο των κεριών των γενεθλίων μας.

Το 2016 πακετάρει, ετοιμάζει αποσκευές. Μέσα εκεί στοιβάζει, τοποθετεί   στιγμές, ώρες, γεγονότα, όλα όσα έχουν αυτή τη χρονιά συμβεί. Ευχάριστα και δυσάρεστα, δικά σου, δικά μου,  του κόσμου  αυτού.  « Πάει ο παλιός ο χρόνος…» ετοιμαζόμαστε απόψε να τραγουδήσουμε κι όμως πάει ο παλιός ο κόσμος,  με τα τόσα δυσάρεστα, θέλουμε πραγματικά να πούμε.  Κι ενώ το 2016 κάνει ταμείο, ανασκόπηση στην Τ.V   και  φεύγει λίγο θλιμμένο για τα  σχόλια  που ακούει,  για  όσα δεν κατάφερε, ο Αϊ Βασίλης ετοιμάζεται να αφιχθεί κι είναι τόσο  γλυκιά για όλους  μας αυτή η προσμονή…

Αϊ Βασίλης. Στρουμπουλός παππούλης, με γενειάδα,  κόκκινα μάγουλα, κόκκινα ρούχα,  σεβάσμιος, πολυταξιδεμένος, χαμογελαστός. Φτάνει  χιονισμένος, με έλκηθρο που σέρνουν τάρανδοι, από την Καισαρεία.  Βαστά εικόνα και χαρτί,  χαρτί και καλαμάρι… Τα παιδάκια όλου του κόσμου τον περιμένουν, μέσα από την καμινάδα του τζακιού  να φανερωθεί.  Να τους μοιράσει  τα δώρα. Όσα η μαμά κι ο μπαμπάς αγόρασαν με τα λεφτά που δεν περισσεύουν, αλλά θα τα φέρει εκείνος. Παιχνίδια,  παραγγελίες σε γράμμα  ή έκπληξη, τυλιγμένα σε πακέτα με γυαλιστερό χαρτί. Τα παιδιά θα τα δεχτούν με μάτια που λάμπουν , με χαρούμενες φωνούλες, ενώ μικρά, ροδαλά, άγαρμπα δαχτυλάκια  θα τα στριφογυρίσουν, θα τα ζουλήξουν, θα τα περιεργαστούν. Η σκέψη μου πάει χρόνια πίσω, στη δική μου παραμονή Πρωτοχρονιάς, στη δική μου παιδική προσμονή για το δώρο που συνήθως ήταν η κούκλα που η μεγαλύτερη αδερφή αγόραζε κρυφά  κι έβαζε στο μαξιλάρι μου, γιατί η μαμά είχε τόσα να προκάμει.

Μεγάλη πια σήμερα, παραμονή Πρωτοχρονιάς σκέφτομαι πως,  πέρα απ’ τα παιδιά και περισσότερο απ’ αυτά,  οι μεγάλοι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να περιμένουν τον Αϊ Βασίλη και να ελπίζουν ότι μέσα σ’ όλα αυτά τα δύσκολα που ζουν, δε θα τους έχει ξεχάσει, κάτι θα έχει σκεφτεί, φυλάξει  γι’ αυτούς, τους απλούς ανθρώπους, τους καθόλου απαιτητικούς. Τους ανθρώπους της βιοπάλης, με τις τόσες έγνοιες, σκοτούρες, φόβους… ένα τόσο δα μικρό δωράκι τυλιγμένο σε χρωματιστό χαρτί, με χρωματιστή κορδέλα.

2017 σε ταξίδι… Ετοιμάζεται να περάσει τα διόδια του κόσμου, να αφιχθεί.  Με καλή διάθεση, με ευχές, τραγούδια και  χαμόγελο , θα τον υποδεχτείς.  «Τώρα θα δεις τα χρώματα ν' αλλάζουνε  και τα βουνά να σμίγουν ένα-ένα,  άγγελοι σαν θνητοί θα σ' αγκαλιάζουνε, εχθροί θα σου μιλούν αγαπημένα.  Τώρα θα δεις μες της ψυχής τα υπόγεια τραπέζι με ψωμί, νερό και αλάτι,  τώρα που δεν υπάρχουνε διόδια που πέφτει σαν ζεστή βροχή η αγάπη…» τραγουδά η Φωτεινή Βελεσιώτου και ο Σταύρος Σιόλας.

Ειρήνη, υγεία, αγάπη,  ελπίδα.

Και για κάθε φτωχό  μια στέγη, ένα πιάτο φαΐ… ας είναι όλων μας η πιο θερμή  ευχή!

Καλή χρονιά !

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ