H εξόδιος ακολουθία της πόλης μας

Μαρία Λιονάκη
Μαρία Λιονάκη

«Έχω κι εγώ ένα σωρό απωθημένους ουρανούς μα δε σκοτώνω άστρα.» είχε γράψει η Κική Δημουλά.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον βρήκαν οι μαθητές μου στο Εσπερινό ΕΠΑΛ, οι οξυδερκείς και με κριτική σκέψη μαθητές που με διδάσκουν φέτος εκεί, το κείμενο δοκιμιακού χαρακτήρα του Ε.Π. Παπανούτσου, με τίτλο: «Κράτος και Νεοέλληνες», το οποίο, αν και παρατίθεται στο σχολικό βιβλίο της Νεοελληνικής Γλώσσας Β’ Ενιαίου Λυκείου, (με πηγή το βιβλίο: Ε.Π. Παπανούτσος, Εφήμερα-Επίκαιρα- Ανεπίκαιρα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1980, σ 160-63) παρουσιάστηκε στην τάξη μας ως άσκηση για τη δημιουργία διαγράμματος κειμένου. 

Το βρήκαν ενδιαφέρον και έπλεξαν ατελείωτες συζητήσεις στο διάλειμμα, γιατί σ’ αυτό παρατίθεται από τον Παπανούτσο η γνώμη ενός δημοσίου υπαλλήλου με μακροχρόνια θητεία σε κρατική υπηρεσία, ο οποίος σε κείμενό του, ήδη το 1948,  διαπίστωνε τη διάσταση στη συνείδηση του Νεοέλληνα ανάμεσα στην έννοια «Πατρίδα» και την έννοια «Πολιτεία». Για την πατρίδα «για μια χούφτα από το χώμα της είναι άξιοι να πεθάνουν με την πιο μεγάλη ευκολία» . Την Πολιτεία όμως, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο έχει οργανωθεί και διοικείται το κράτος λέει πως: « Δεν μπορούμε να τη νιώσουμε σαν κάτι εντελώς δικό μας. Είναι ξένο σώμα για το αίσθημά μας… Απόδειξη ότι δεν πονούμε, ούτε αισθανόμαστε ενστιγματικά την ανάγκη να προστατέψουμε ο,τι ανήκει στο Κράτος, το δημόσιο κτήμα. Απέναντί του δείχνουμε αδιαφορία και κάποτε μια απίστευτη εχθρότητα και μανία καταστροφής. Από παιδιά στο σχολείο κακοποιούμε βάρβαρα τα θρανία και τους τοίχους του σχολείου –«ανήκει στο δημόσιο, δεν είναι δικό μας». Την ίδια αστοργία δείχνουμε στα δικαστήρια, στα άλλα δημόσια γραφεία, ακόμη και στους πάγκους του πάρκου ή στις δημόσιες κρήνες, σε ό,τι τέλος πάντων είναι κρατική περιουσία. Μόλις αντιληφθούμε ότι κάτι τι ανήκει ή με κάποιο τρόπο βρίσκεται στην κυριότητα αυτής της απρόσωπης δύναμης, αν δεν μπορούμε να το οικειοποιηθούμε, με ευχαρίστηση το φθείρουμε. Με την ίδια ευκολία προσπαθούμε ν’ αποφεύγουμε τις υποχρεώσεις μας προς το Κράτος ή να καταστρατηγούμε τους νόμους του.  Είναι ο «άλλος», όχι ο εαυτός μας. Και τον ξεγελούμε ή σηκώνουμε το όπλο εναντίον του, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι κατά βάθος τον εαυτό μας απατούμε ή πληγώνουμε».

Στο ίδιο εξάλλου κείμενο, ο ηλικιωμένος άνθρωπος που επί χρόνια εργάστηκε σε διοικητική υπηρεσία του Κράτους και ανέβηκε σε όλες τις βαθμίδες της, συμπληρώνει πως «ίσως οι Έλληνες να μην είναι οργανικά ικανοί να ποτιστούν από την ιδέα του Κράτους. Ότι πιθανόν μέσα στην ίδια τη φυσική τους υφή να υπάρχει κάποια τάση αναρχισμού.» 

Δικαστικό Μέγαρο Βανδαλισμός

Με την άποψη όμως αυτή διαφωνεί ο  Ε.Π.Παπανούτσος στο εν λόγω δοκίμιο, αποδίδοντας σε ιστορικά αίτια  αυτή τη στάση των  νεοελλήνων. Μεγάλες περίοδοι δουλείας ευθύνονται.  « Όταν ένας πολίτης με τέτοιες υποσυνείδητες κακώσεις από αρχόμενος γίνεται άρχων , παίρνει τις διαθέσεις και τους τρόπους που ο ίδιος πρώτα μισούσε… Όποιος παίρνει και μια παραμικρή ακόμη εξουσία στην Ελλάδα μεταβάλλεται αμέσως σε σατράπη». Την αποδίδει ακόμη  αυτή  την εχθρική προς το κράτος  στάση ο Παπανούτσος  σε  ξενόφερτα καθεστώτα μετά την απελευθέρωση, διοικητικούς  και πολιτικούς θεσμούς που δε μίλησαν ποτέ βαθιά στην ψυχή του λαού μας, σε μια κακοδαιμονία που συνεχίζεται, μαζί με την κακοδιοίκηση που είναι ενδημικό κακό στον τόπο μας, τη διαφθορά της πολιτικής μας ηγεσίας ανά περιόδους και τη βαθύτερη κρίση που περνάει η έννοια « κράτος» εδώ και χρόνια, μέσα στις φοβερές αντινομίες όλων των λαών.

Αυτό ήταν το δοκίμιο που παρουσιάστηκε στην τάξη μας και δεν μπορώ να μη δω την επικαιρότητά του, αφήνοντας το στη δική σας κρίση. Αγανακτισμένοι είμαστε όλοι οι πολίτες αυτής της πόλης με την εικόνα που παρουσιάζει η είσοδος των δικαστηρίων. Αν ήμασταν λίγο ανώριμοι, πιο χαλαροί και άνετοι ίσως  να βρίσκαμε αυτή την καταιγίδα από μαβιά χρώματα  που πετάχτηκε σε κάποια διαδήλωση αγανακτισμένων πολιτών, καλλιτεχνική, μοντέρνα εικαστική παρέμβαση.  Δεν είμαστε όμως.  Αυτή η «εικαστική παρέμβαση» που έχει το χρώμα που παίρνει ο ουρανός στη δύση είναι η δύση της συλλογικής ζωής. Αυτό το μωβ χρώμα  που είθισται σε μια εξόδιο ακολουθία είναι η εξόδιος ακολουθία της πόλης μας.  Όσο μίσος και οργή κι αν έχει κάποιος με το κράτος  δεν είναι τρόπος αυτός να εκφραστεί. Ακόμα κι αν ο αγώνας είναι δίκαιος, ο τρόπος διαμαρτυρίας τον ακυρώνει. 

Δικαστικό Μέγαρο Βανδαλισμός

 Και στο παρελθόν είχε λεηλατηθεί η είσοδος αυτή, με ροζ ψυχρολουσία τότε. Προφανώς υπάρχει άγνοια της αρχαιολογικής αξίας της εισόδου των Δικαστηρίων.  Αλλά και γνώση να υπήρχε, θα υπήρχε σεβασμός;  Σάμπως κι άλλα μνημεία δε  βεβηλώνονται;  Το ανάγλυφο της είναι αυτό που είχε δωρίσει ο Πέτρος Φίλαργος, ο μετέπειτα πάπας Αλέξανδρος Ε’, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης  στη μονή Αγίου Φραγκίσκου, όπου μαθήτευσε, μονή που βρισκόταν στη θέση του σημερινού αρχαιολογικού Μουσείου και αποτελεί εξαιρετικής ιστορικής  και καλλιτεχνικής αξίας έργο. 

«Έχω κι εγώ ένα σωρό απωθημένους ουρανούς μα δε σκοτώνω άστρα.» είχε γράψει η Κική Δημουλά. Κι έχουμε σίγουρα όλοι μας προσωπικά απωθημένα, αδιέξοδα ,μα και πολλούς λόγους να διαδηλώσουμε, να διαμαρτυρηθούμε για κακώς κείμενα, να διεκδικήσουμε έναν καλύτερο κόσμο. Κι είναι σωστό να διεκδικούμε,  να αγωνιζόμαστε. Όχι όμως με καταστροφή και βία! Γιατί τότε γινόμαστε οι ίδιοι σατράπες, όπως υποστήριξε κι ο Παπανούτσος, ίδιοι με του παρελθόντος. 

(Κεντρική φωτογραφία από την εκδήλωση του δικηγορικού συλλόγου την Πέμπτη 16 Μαρτίου για να τιμηθούν οι νεκροί του δυστυχήματος στα Τέμπη και με βασικό αίτημα την πλήρη απόδοση ευθυνών)

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ