Φρέζιες για τον Κωστή Παλαμά

Θανάσης Γιαπιτζάκης
Θανάσης Γιαπιτζάκης

"Ο Παλαμάς και τα λουλούδια. Ή, τώρα, που είναι μες στη γη ( θυμίζουμε ότι πέθανε σαν σήμερα, στις 27 Φεβρουαρίου του 1943, ) τα λουλούδια και ο Παλαμάς. Ιδίως οι φρέζιες που του άρεσαν"

Του Θανάση Γιαπιτζάκη

Εφέτος άγρια μ’ έδειρεν η βαρυχειμωνιά,

που μ’ έπιασε χωρίς φωτιά και μ’ ηύρε χωρίς νιάτα,

κι ώρα την ώρα πρόσμενα να σωριαστώ βαριά

στη χιονισμένη στράτα. |

Μα χτες, καθώς με θάρρεψε το γέλιο του Μαρτιού

και τράβηξα να ξαναβρώ τ’ αρχαία τα μονοπάτια,

στο πρώτο μοσκοβόλημα ενός ρόδου μακρινού

μου δάκρυσαν τα μάτια.

 

    Ο Παλαμάς και τα λουλούδια. Ή, τώρα, που είναι μες στη γη ( θυμίζουμε ότι πέθανε σαν σήμερα, στις 27 Φεβρουαρίου του 1943, ) τα λουλούδια και ο Παλαμάς. Ιδίως οι φρέζιες που του άρεσαν. Πώς το ξέρουμε αυτό; Από ένα γεγονός καταγεγραμμένο σε προσωπικό ημερολόγιο ενός άλλου ποιητή. Πάμε, λοιπόν, στο σπίτι του Κωστή Παλαμά και της συζύγου του Μαρίας Βάλβη, στην οδό Ασκληπιού 3, στην Αθήνα του παλιού καιρού, να δούμε την επίσκεψη του ζεύγους Στέφανου και Αιμιλίας Δάφνη (  Η Αιμιλία Δάφνη είναι  γνωστή από την μελοποίηση των στίχων της: «Ήτανε, Θε μου, μια φορά τρεις νέοι, τρεις φίλοι, τρία παιδιά…» ): 

      «Στο φιλόξενο σπίτι του Κωστή Παλαμά κείνα τα χρόνια, πηγαίναμε κι εμείς οι δύο και πάντα με τον σεβασμό που εμπνέει το προσκύνημα στο ναό μιας τέχνης θείας… Δεν ξέρω πώς ο λόγος έπεσε στα λουλούδια. Ο ποιητής ήταν «φιλανθής», καθώς μας το δείχνει και η ποίησή του. Μας εξήγησε την αγάπη του «στα ωραιότερα παιδιά της Φύσης», τα λουλούδια.  – Προτιμώ τη φρέζια, είπε ο Παλαμάς.  – Και όμως, παρατήρησε η Αιμιλία, έξω, στη σκάλα σας και στο μπαλκόνι, είδα διάφορες γλάστρες, με μυριστικά, αλλά ποτέ δεν είδα φρέζιες. – Ναι, λείπει, ακριβώς, εκείνο που προτιμώ, είπε με παράπονο ο Παλαμάς και κοίταξε την αγαπημένη του σύζυγο. – Καλά, καλά, Κωστή, χαμογέλασε η Μαρία. Θα φροντίσω ν’ αγοράσουμε μια γλάστρα από την Αγία Ειρήνη.

 

 
 

 

 

      Η Αιμιλία Δάφνη, τότε - λάμψανε τα μάτια της από χαρά - εζήτησε την άδεια («και την ευτυχία», είπε) να προσθέσει αυτή, «από τον ταπεινό μας κήπο», το λουλούδι που έλειπε, όταν θα ερχόταν ο καιρός του.  Ο ποιητής ευχαρίστησε την ποιήτρια των «Χρυσών Κυπέλλων» για την ευγενική της προθυμία και η κουβέντα τους ετελείωσε και για κείνο το δειλινό… – Έφη, είπε, τέλος, μια μέρα η Αιμιλία, θα πας αυτή τη γλάστρα στο σπίτι του κύριου Παλαμά. Και το κορίτσι του σπιτιού πήρε τη γλάστρα, που είχε είκοσι - τριάντα ανθισμένες φρέζιες και την έφερε στην οδό Ασκληπιού 3.  Ύστερα από μέρες, ήρθε η απάντηση, γραμμένη σε στίχους, που ο Ποιητής τούς έστειλε σε μένα με το ακόλουθο γράμμα του που το έλαβα καθυστερημένο από το Ταχυδρομείο:        

      « Φίλε ποιητή, Βλέπεις το εσώκλειστο γράμμα με τα ταχυδρομικά του σημειώματα τα ελεεινά που έγραψα τη διεύθυνση σύμφωνα με το σημείωμα της γυναίκας σου και που ευρέθη ανεπαρκής. Σε παρακαλώ, λοιπόν, να της το δώσεις εσύ, ύστερα από τόσες μέρες και να ευχαριστήσεις κι εσύ από μέρους μου την ποιήτρια για την ποιητική της προσφορά. Θυμούμαι πως κάτι μου είχες πει τη μόνη μέρα που συναντηθήκαμε στο γραφείο του Δροσίνη, και αυτή θα είναι η πραγματοποίηση της υποσχέσεώς σου. Σας ευχαριστώ και τους δύο, γιατί και τους δύο από χρόνια τώρα θαυμάζω. Ο γερασμένος φίλος σου Κωστής Παλαμάς».

 
 

Χάρηκε, βέβαια, πολύ η ποιήτρια, αλλά δεν ήθελε να τους δημοσιεύσει τους στίχους, αν και ο Παλαμάς προφορικώς, σε κατοπινή επίσκεψή μας, της είχε δώσει την άδεια. Μου έλεγε: «Θα πούνε ότι το έκανα για ρεκλάμα. Ξέρεις ότι εμένα δεν μου αρέσουν αυτά».  Αργότερα, που γράφαμε τις «Ιστορίες Λουλουδιών» και της το επρότεινα πάλι, η Αιμιλία είπε: «Καλά. Δημοσίευσέ το εσύ, άμα πεθάνω». Και το έκλεισε πάλι στο συρτάρι της. Τώρα, που κ’ εκείνη έφυγε, φέρνω στη δημοσιότητα το σύντομο ποίημα του Παλαμά, αφού κάθε στίχος του Μεγάλου μας Ποιητή αποτελεί κι ένα πολύτιμο πετράδι στο πολύεδρο και λαμπερό έργο της ζωής του.: « Μια γλάστρα. Οι φρέζιες οι ξανθές. Μες στου Μαρτιού το κρύο, |  το πρόσωπό της η Άνοιξη μου ξεσκεπάζει γελαστό. |  Άνθια είναι; Είναι του στίχου σου μελωδικό βιβλίο; | Με ξεγελά κάποιο όνειρο. – Ποιήτρια, σας  Ευχαριστώ. 29-3-1933. Κωστής Παλαμάς».   Λογαριάζω να πάω μια μέρα στον τάφο του Κωστή Παλαμά. Θα διαλέξω ένα λιόχαρο πρωί, που η εαρινή ευδία θα κατεβαίνει μέσα στην ψυχή ευτυχισμός και γαλήνη. Πουλιά να πετούν στον αέρα, πεταλούδες… Θα μαζέψω όλες τις φρέζιες του Πατησιώτικου κήπου μας, και θα τις κρατώ αγκαλιά, σαν κάτι πολύτιμο, γιατί κηπεύτηκαν με φροντίδα - και τις συντηρεί η στοργή και η ανάμνηση. Θα σταθώ μπροστά στον τάφο του Ποιητή, θα τις σκορπίσω στο χώμα του, και θα πω: – Αυτές τις φρέζιες Σου τις στέλνει η Αιμιλία Δάφνη. Δέξου τες με την ίδια καλοσύνη. Είναι χρυσοπόρφυρες άνθινες φλόγες, σαν την δικής Σου καρδιάς. Και είναι ευλαβική προσφορά, όχι μονάχα από το δικό μου ταπεινό χέρι, μα κι από τη Σκιά της Ποιήτριας, που τόσο εξετίμησες την τέχνη κι έγραψες, πρώτος, το εγκώμιο στα «Χρυσά Κύπελλά» της… Είναι από τις ίδιες εκείνες φρέζιες - και στις έφερα με συγκινημένη καρδιά και βουρκωμένα μάτια».  

 
 


      Αυτό ήταν το κείμενο του Στέφανου Δάφνη για τον Κωστή Παλαμά και την αγάπη του ποιητή για την φρέζια (Freesia) που είναι ένα μικρό βολβώδες φυτό με αρωματικά άνθη, τόσο πολύ όμορφο κι αγαπημένο. Σήμερα, γύρω από τον τάφο του , που βρίσκεται στο Πρώτο Νεκροταφείο της Αθήνας κοντά στον πρόσφατο τάφο του Νίκου Κούνδουρου, ξεχειλίζει πάντα ορμητικός,  προφητικός, αλλά και παρήγορος ο λόγος του, λες από εκείνο το ποίημά του «Ο Γκρεμιστής»: 

Κάλλιο φυτρώστε, αγριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,

κάλλιο φουσκώστε, πόταµοι και κάλλιο ανοίχτε, τάφοι,

και, δυναµίτη, βρόντηξε, και σιγοστάλαξε, αίµα,

παρὰ σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέµα.

Των πρωτογέννητων καιρών ἡ πλάση µε τ᾿ αγρίµια

ξανάρχεται. Καλώς να ’ρθεί. Γκρεµίζω την ασκήµια.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ